Συντεταγμένες: 51°29′30.001″N 0°4′0.001″E / 51.49166694°N 0.06666694°E
Γούλιτς | |
---|---|
51°29′30″N 0°4′0″E | |
Χώρα | Ηνωμένο Βασίλειο |
Διοικητική υπαγωγή | Royal Borough of Greenwich |
Ταχ. κωδ. | SE18 |
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος |
Σχετικά πολυμέσα | |
Το Γούλιτς (αγγλικά: Woolwich, προφέρεται: [ˈwʊlɪtʃ, -ɪdʒ]) είναι συνοικία του νοτιοανατολικού Λονδίνου στην Αγγλία, εντός του Βασιλικού Δήμου του Γκρίνουιτς. Αρχικά αποτελούσε πόλη του Κεντ, αλλά έγινε μέρος της μητροπολιτικής περιοχής του Λονδίνου τον 19ο αιώνα.[1] Το 1965, το μεγαλύτερο μέρος του πρώην Μητροπολιτικού Δήμου του Γούλιτς έγινε τμήμα του Δήμου του Γκρίνουιτς, του οποίου παραμένει διοικητικό κέντρο.
Η πόλη αποτελεί σημείο διέλευσης του ποταμού Τάμεση. Κατά την διάρκεια του 17ου, 18ου, 19ου και του μεγαλύτερου μέρους του 20ού αιώνα, το Γούλιτς ήταν σημαντική ναυτική, στρατιωτική και βιομηχανική πόλη. Μετά από πολλές δεκαετίες οικονομικών δυσκολιών και κοινωνικής στέρησης, σχέδια μείζονος αστικής ανάπλασης άλλαξαν την πορεία της περιοχής. Θεωρείται πως η περιοχή, που περιγράφεται στο σχέδιο πόλης του Λονδίνου ως «περιοχή ευκαιριών», θα αναπτυχθεί από «δημοτικό κέντρο» σε «μητροπολιτικό κέντρο» εντός του Μείζονος Λονδίνου τις επόμενες δεκαετίες.[2][3]
Το Γούλιτς βρίσκεται 13,7 χιλιόμετρα από το Τσάρινγκ Κρος, το κεντρικό σημείο του Λονδίνου. Έχει μέτωπο 2,5 χιλιομέτρων στη νότια όχθη του ποταμού Τάμεση. Μακριά από το ποτάμι ανέρχεται στις βόρειες παρυφές του Σούτερς Χιλ. Η αρχαία ενορία του Γούλιτς, που αποτελεί λίγο πολύ τις σημερινές ενορίες Γούλιτς Ρίβερσαϊντ και Γούλιτς Κόμον, είχε έκταση 297 στρεμμάτων. Περιλαμβανόταν και το Νορθ Γούλιτς, το οποίο πλέον είναι τμήμα του Δήμου του Νιούχαμ.[4]
Παρακάτω παρατίθενται δημογραφικά στοιχεία της περιοχής του Γούλιτς και του ευρύτερου δήμου του Γκρίνουιτς:[5]
Σύγκριση πληθυσμού του 2011 | Λευκοί Βρετανοί | Ασιάτες | Μαύροι |
---|---|---|---|
Πληθυσμός του Γούλιτς: 71.526 | 36,1% | 20% | 27,1% |
Δήμος του Γκρίνουιτς | 52,3% | 11,7% | 19,1% |
Το Γούλιτς κατοικείται τουλάχιστον από την Εποχή του Σιδήρου. Τα κατάλοιπα πιθανώς ενός κελτικού oppidum, που δημιουργήθηκε μεταξύ του 3ου και του 1ου αιώνα ΠΚΕ, στην ύστερη ρωμαϊκή περίοδο και επαναχρησιμοποιήθηκε ως φρούριο, βρέθηκαν στην προκυμαία μεταξύ της οδού Beresford και του Τάμεση.[6] Ένα μονοπάτι που συνδέει την προκυμαία με την οδό Watling, ίσως προέρχεται και αυτό από την εποχή του Σιδήρου.[7]
Πιστεύεται γενικά ότι το όνομα Woolwich προέρχεται από αγγλοσαξονική λέξη που σημαίνει «τόπος συναλλαγών μαλλιού». Δεν είναι σαφές εάν το Γούλιτς ήταν μια εμπορική πόλη, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν ίχνη εκτεταμένης βιοτεχνικής δραστηριότητας από τις αρχές του Μεσαίωνα. Ωστόσο, το 2015 η Αρχαιολογία της Οξφόρδης ανακάλυψε ένα σαξονικό νεκροταφείο πλησίον του ποταμού με 76 σκελετούς από τα τέλη του 7ου ή αρχές του 8ου αιώνα. Η απουσία αναθημάτων καταδεικνύει ότι ήταν ένας πρώιμος χριστιανικός οικισμός.[8] Η πρώτη εκκλησία, που βρισκόταν στα βόρεια της σημερινής ενορίας, ήταν σχεδόν σίγουρα της προνορμανδικής περιόδου και ήταν αφιερωμένη στον Άγιο Λαυρέντιο. Πιθανότατα ξαναχτίστηκε με πέτρα γύρω στο 1100.[9]
Από τον 10ο μέχρι τα μέσα του 12ου αιώνα το Γούλιτς ελεγχόταν από τους ηγουμένους της Μονής του Αγίου Πέτρου στη Γάνδη. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε δώρο του 918 από την Έλφθριθ, κόρη του βασιλιά Αλφρέδου και Κόμισσα της Φλάνδρας. Στην περίπτωση αυτή πρόκειται για την πρώτη καταγεγραμμένη παραχώρηση αγγλικών εδαφών σε ξένα εκκλησιαστικά ιδρύματα. Ως αποτέλεσμα αυτής της κατοχής, το Γούλιτς δεν αναφέρεται στο Domesday Book. Πιστεύεται ότι τα 63 στρέμματα που έχουν καταγραφεί ως Hulviz αναφέρονται στο Νορθ Γούλιτς, το οποίο τότε ήταν ακατοίκητο. Ορισμένα από τα εδάφη της Γάνδης είχαν περάσει στα βασιλικά κτήματα του Ντάρτφορντ και του Έλθαμ ήδη από το 1100. Το μεγαλύτερο μέρος της ενορίας, που αναφέρεται ως κτήμα του Γούλιτς, αν και στην πραγματικότητα δεν είναι πλήρες κτήμα, εξαρτήθηκε από το Έλθαμ τον 14ο αιώνα.[10]
Το μεσαιωνικό Γούλιτς ήταν επιρρεπές σε πλημμύρες. Το 1236 πολλοί κάτοικοι σκοτώθηκαν από πλημμύρα. Το Φέρι του Γούλιτς αναφέρθηκε για πρώτη φορά το 1308, αλλά μπορεί να είναι παλαιότερο. Γύρω από την πύλη του Water Bell, κάποια ιδιωτικά ναυπηγεία ή επισκευαστήρια ενδεχομένως υπήρχαν από τον 15ο αιώνα. Ένας ανεμόμυλος αναφέρθηκε γύρω στο 1450.[11] Αρκετές κάμινοι κεραμικής έχουν ανακαλυφθεί στην περιοχή και μαρτυρούν μια ίσως αδιάκοπη παράδοση της κεραμικής παραγωγής τουλάχιστον από τον 14ο αιώνα μέχρι τον 17ο αιώνα.[12]
Το Γούλιτς παρέμεινε ένας σχετικά μικρός οικισμός του Κεντ μέχρι τις αρχές του 16ου αιώνα, όταν άρχισε να αναπτύσσεται σε ναυτικό, στρατιωτικό και βιομηχανικό κέντρο. Το 1512 έγινε η βάση του Ναυπηγείου του Γούλιτς, αρχικά γνωστού ως «Το Βασιλικό Ναυπηγείο» ("The King's Yard"), που ιδρύθηκε από τον Ερρίκο Η΄ για να κατασκευάσει τη ναυαρχίδα του Henry Grace à Dieu («Ο Μέγας Ερρίκος»). Και άλλα σημαντικά πλοία κατασκευάστηκαν σε αυτό το ναυπηγείο. Το ναυπηγείο πέρασε πολλά σκαμπανεβάσματα αλλά επιβίωσε για τρεισήμισι αιώνες, κλείνοντας το 1869.
Μετά την ίδρυση του ναυπηγείου, ο Μάρτιν Μπόους, ο οποίος είχε συλλέξει μια περιουσία από το Βασιλικό Νομισματοκοπείο, αγόρασε παραποτάμιες εκτάσεις στο Γούλιτς και το Πλάμστεντ στη δεκαετία του 1530, μερικές εκ των οποίων ήταν πρώην εκκλησιαστική γη που είχε καταστεί διαθέσιμη μετά τη Διάλυση των Μοναστηριών. Η έπαυλή του ήταν το Τάουερ Πλέις, το οποίο σταδιακά κλείστηκε από ένα μονοπάτι (δεκαετία 1570) και αποθήκες για όπλα (1651/71), και αργότερα το Βασιλικό Οπλοστάσιο (1805). Το οπλοστάσιο αναπτύχθηκε από έναν τόπο αποθήκευσης σε ένα σύνολο στρατιωτικών εργοστασίων, που διαδραμάτισε κεντρικό ρόλο στη βρετανική αυτοκρατορική περίοδο και τη στρατιωτική και βιομηχανική επέκτασή της.[13] Κατά τη διάρκεια του πολέμου, δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι απασχολήθηκαν στον χώρο. Μεταξύ των πολέμων, η ανεργία αυξήθηκε. Άλλα στρατιωτικά ιδρύματα που είχαν τη βάση τους στο οπλοστάσιο ήταν το Βασιλικό Πυροβολικό (1716) και η Βασιλική Στρατιωτική Ακαδημία (1741). Τον 19ο και 20ό αιώνα κατασκευάστηκαν αρκετά μεγάλα στρατόπεδα, καθώς και στρατιωτικές σχολές και νοσοκομεία. Μέχρι και σήμερα, η πόλη διατηρεί στρατιωτική βάση και τους Στρατώνες του Βασιλικού Πυροβολικού.
Κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα, το ναυπηγείο παρέμεινε ο κύριος εργοδότης της πόλης με 500 έως 1.400 άνδρες που εργάζονταν στις αποβάθρες. Λόγω των ελών που αποτελούσαν πηγή ελονοσίας, τα ναυπηγεία δεν ήταν δημοφιλής τόπος εργασίας και για το λόγο αυτό οι εργάτες πληρώνονταν κατά ένα τρίτο περισσότερο από ό,τι σε άλλες πόλεις. Αυτοί ήταν κυρίως εξειδικευμένοι τεχνίτες, οι οποίοι ήταν γενικά εγγράματοι, αιρετικοί και καλά οργανωμένοι. Ο αριθμός των ανδρών του πυροβολικού αυξήθηκε από περίπου 200 το 1716 σε περίπου 1.500 το 1801. Οι στρατιώτες ήταν γενικά περιφρονημένοι, έχοντας εισοδήματα περίπου το ένα τέταρτο των μισθών των εργατών του ναυπηγείου. Στο ξέσπασμα των Ναπολεόντειων πολέμων, υπήρχαν περισσότεροι στρατιώτες (3.000) από ότι εργάτες στα ναυπηγεία (2.000), ενώ το οπλοστάσιο απασχολούσε 5.000 άτομα. Μετά το τέλος των πολέμων, χιλιάδες απολύθηκαν, προκαλώντας μεγάλη δυστυχία. Στη δεκαετία του 1840, ένα εργοστάσιο με ατμό έδωσε νέα ώθηση στο ναυπηγείο και το 1850 πραγματοποιήθηκε τεράστια επέκταση του οπλοστασίου κατά τη διάρκεια και μετά τον Κριμαϊκό Πόλεμο.[14]
Η παρουσία του ναυπηγείου, του οπλοστασίου και άλλων στρατιωτικών ιδρυμάτων ώθησε την οικονομική ανάπτυξη σε άλλους τομείς, ιδίως στις εμπορικές δραστηριότητες και την ψυχαγωγία. Το εργοστάσιο σχοινιών ιδρύθηκε γύρω στο 1570 και διατηρήθηκε μέχρι το 1832. Κατά τη διάρκεια του 17ου αιώνα δύο εργοστάσια γυαλιού δραστηριοποιούνταν στην περιοχή, τα οποία ανήκαν στον Σερ Ρόμπερτ Μάνσελ από το Γκρίνουιτς, ο οποίος κατείχε επίσης το ναυπηγείο και το εργοστάσιο σχοινιών. Μερικοί από τους διευθυντές εδώ ήταν οι Ουγενότοι από τη Λωρραίνη. Τα καμίνια που παρήγαγαν κεραμίδια Μπελαρμίν ελεγχόταν από αγγειοπλάστες από την ηπειρωτική Ευρώπη. Άλλες κάμινοι παρήγαγαν πήλινους και αργιλώδεις σωλήνες. Μερικά καμίνια βρισκόταν επίσης στην πλαγιά του λόφου νότια της πόλης, όπου ο πηλός ήταν άμεσα διαθέσιμος. Κοντά στο Πλάμστεντ και στο Τσάρλτον υπήρχαν αμμοθίνες. Η άμμος μεταφερόταν από μια προβλήτα κοντά στο Τάουερ Πλέις. Το 1863, η γερμανική εταιρεία Siemens & Halske ίδρυσε εργοστάσιο υποβρυχίων καλωδίων στην περιοχή του Ναυπηγείου, το οποίο επεκτάθηκε ταχέως.[15]
Η αγορά του Γούλιτς έλαβε τη χάρτα της το 1618, αλλά είναι σίγουρα παλαιότερη. Η αγορά, η οποία έχει τοποθετηθεί εδώ και καιρό στην οδό High του Ολντ Γούλιτς (σε μια τοποθεσία που ονομάζεται Μάρκετ Χιλ), είχε σταδιακά μετατοπιστεί προς την κύρια πύλη του Βασιλικού Οπλοστασίου, αρκετά κοντά στην σημερινή της θέση. Αυτό δεν εγκρίθηκε από τις αρχές και δημιουργήθηκε μια νέα αγορά στην περιοχή Μπάθγουεϊ Κουόρτερ γύρω στο 1810. Η αγορά αυτή απέτυχε και έχει παραμείνει μόνον η ονομασία της κεντρικής οδού Market. Μέχρι το 1879, η αγορά στην πλατεία Μπέρεσφορντ ήταν παράνομη και εκκαθαριζόταν τακτικά από την αστυνομία. Αφού νομιμοποιήθηκε, είχε χώρο για 136 πάγκους. Ο Ιτάλο Ζβέβο την περιέγραψε ως «πολύ ζωντανή» το 1903. Το 1936, μια κλειστή αγορά άνοιξε στην οδό Plumstead αλλά δεν απείλησε την κύρια αγορά. Η πλατεία Μπέρεσφορντ είχε τις μεγαλύτερες παμπ.[16] Οι οδοί Powis και Hare, που χρονολογούνται στις αρχές του 19ου αιώνα, έγιναν οι κύριοι εμπορικοί δρόμοι. Ορισμένες προσόψεις καταστημάτων βικτωριανής αρχιτεκτονικής, αρκετές εκ των οποίων έχουν σχεδιαστεί από τον αρχιτέκτονα Χένρι Χάντσον Τσερτς, έχουν διατηρηθεί.[17]
Το 1868 δημιουργήθηκε η Συνεταιριστική Εταιρεία του Βασιλικού Οπλοστασίου, η οποία εξελίχθηκε σε έναν από τους μεγαλύτερους καταναλωτικούς συνεταιρισμούς της χώρας με δύο πολυκαταστήματα στην οδό Powis, καταστήματα στο νοτιοανατολικό Λονδίνο, εργοστάσια παραγωγής και παραγωγής τροφίμων, οικοδομική εταιρεία, γραφείο τελετών και πολλές άλλες μορφές επιχειρηματικότητας.[18]
Περίπου το 1500, στην αρχή της στρατιωτικής και ναυτικής επέκτασης, το Γούλιτς είχε μόνο μερικές εκατοντάδες κατοίκους. Το 1665, όταν ο Σάμιουελ Πιπς έμεινε στην περιοχή για να διαφύγει από το Μεγάλο Λιμό, ο πληθυσμός εκτιμάται σε 1.200 ή περισσότερους, εκ των οποίων περίπου 300 εργαζόταν στο ναυπηγείο. Περί το 1720, ο πληθυσμός της πόλης είχε αυξηθεί σε 6.500, φτάνοντας σχεδόν τους 10.000 κατοίκους το 1801. Κατά τη διάρκεια της ακμάζουσας δεκαετίας του πολέμου που ακολούθησε, ο πληθυσμός έφθασε στο ζενίθ των 17.000 κατοίκων. Μετά από μια περίοδο στασιμότητας, η οικοδομική δραστηριότητα αυξήθηκε τη δεκαετία του 1830. Η οικιστική περιοχή του Γούλιτς επεκτάθηκε προς τα νότια, με σπίτια εργατών, τα περισσότερα κοντά στο ποτάμι και τα σπίτια των αξιωματικών γύρω από το βοσκότοπο του Γούλιτς και ψηλότερα στο λόφο. Το 1841 το Γούλιτς είχε πληθυσμό 27.785 ενώ το 1861 είχε ανέλθει σε 41.695. Σε αυτό το σημείο υπήρχαν 4.596 σπίτια στην ενορία, με ελάχιστο χώρο για νέα κτίρια. Περαιτέρω ανάπτυξη πραγματοποιήθηκε στα Πλάμστεντ, Τσάρλτον και Νορθ Γούλιτς, και στη συνέχεια στο Έλθαμ. Μετά από μια πτώση στα τέλη του 19ου αιώνα, το 1901 ο πληθυσμός της ενορίας του Γούλιτς ήταν στο ίδιο επίπεδο με 40 χρόνια νωρίτερα: 41.625 κάτοικοι. Το Βικτοριανό Γούλιτς αποτελούσε ένα πλούσιο κοινωνικό μείγμα με εξειδικευμένους μηχανικούς μαζί με ανειδίκευτους εργάτες (συμπεριλαμβανομένων γυναικών και παιδιών) που εργάζονταν στο οπλοστάσιο και σε άλλα εργοστάσια, μεγάλο αριθμό στρατιωτών (που αποτελούν το 10-15% του πληθυσμού) και μια μικρή αστική τάξη που αποτελείται από αξιωματικούς του στρατού και της εμπορικής και επαγγελματικής ελίτ. Ορισμένες περιοχές της πόλης ήταν υπερβολικά πλήρεις. Το λεγόμενο Ντάστχοουλ κοντά στο ποτάμι θεωρούνταν μία από τις χειρότερες παραγκουπόλεις του Λονδίνου.[14]
Μέχρι την άφιξη των σιδηροδρόμων, ο Τάμεσης ήταν η κύρια αρτηρία που συνέδεε το Γούλιτς με το Λονδίνο. Το 1834 η εταιρεία Woolwich Steam Packet βελτίωσε την κίνηση στον ποταμό και το 1889 το Ελεύθερο Φέρι του Γούλιτς διευκόλυνε τις μετακινήσεις. Η Βόρεια Γραμμή του Κεντ από το Λονδίνο προς το Τζίλιγχαμ μέσω Γκρίνουιτς και Γούλιτς άνοιξε το 1849. Το κτίριο του σταθμού ξαναχτίστηκε το 1906 και πάλι το 1992-93.[19] Το Γούλιτς βρισκόταν επίσης στη διαδρομή δύο γραμμών τραμ πρώτης γενιάς του Λονδίνου (1881-1952).[20]
Η μεταπολεμική περίοδος επέφερε τεράστιες αλλαγές στα εργοστάσια και τις υποδομές της πόλης. Οι δρόμοι διευρύνθηκαν και ολόκληρες γειτονιές γκρεμίστηκαν για να δημιουργήσουν χώρο για σύγχρονα κτίσματα. Η διεύρυνση της Woolwich High Street και της οδού Beresford δεν άφησε μεγάλο μέρος της παλιάς πόλης. Το Woolwich ήταν η έδρα του πειραματικού χώρου στάθμευσης αυτοκινήτων Auto Stacker. Χτισμένος στην περιοχή του Αυτοκρατορικού Θεάτρου, άνοιξε επίσημα το Μάιο του 1961 από την Πριγκίπισσα Μαργαρίτα. Δεν λειτούργησε ποτέ ουσιαστικά και κατεδαφίστηκε το 1962. Ένας πολυώροφος χώρος στάθμευσης αυτοκινήτων κατασκευάστηκε κατά μήκος της οδού Monk το 1971.
Το Πολυτεχνείο του Γούλιτς (Woolwich Polytechnic) ιδρύθηκε το 1891. Εκτός από την παροχή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, παρείχε επίσης υποδομές δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, συμπεριλαμβανομένης της Πολυτεχνικής Σχολής του Γούλιτς, η οποία πλέον έχει μετακινηθεί.[21] Τον 20ό αιώνα το Πολυτεχνείο επεκτάθηκε σταθερά, καταλαμβάνοντας σχεδόν ολόκληρο τετράγωνο στο Μπάθγουεϊ Κουόρτερ και αργότερα επεκτάθηκε σε άλλες περιοχές. Το 1970 συγχωνεύθηκε με άλλα τοπικά κολέγια και μετονομάστηκε σε Πολυτεχνείο του Τάμεση (Thames Polytechnic). Το 1992 του χορηγήθηκε καθεστώς πανεπιστημίου και ένα χρόνο αργότερα μετονομάστηκε σε Πανεπιστήμιο του Γκρίνουιτς (University of Greenwich). Το 2001, το πανεπιστήμιο μεταφέρθηκε στο Παλαιό Βασιλικό Ναυτικό Κολλέγιο στο Γκρίνουιτς, αφήνοντας μόνο μερικά διοικητικά κτίρια στο Γούλιτς.[22]
Στο Γούλιτς ιδρύθηκε το πρώτο δωρεάν νηπιαγωγείο στο Ηνωμένο Βασίλειο. Το Ιεραποστολικό Νηπιαγωγείο του Γούλιτς άνοιξε το 1900, ξεκινώντας από ένα μικρό δωμάτιο ενός Χριστιανού κοινωνιστή βικάριου του ναού της Αγίας Τριάδας στο Νιου Τσάρλτον, του Αιδεσιμότατου Γουόλτερ Ραγκ. Ιδρύθηκε από την αδελφή του, Αντελαΐντ Ραγκ.[23]
Τον 18ο αιώνα, ο Woolwich Cricket Club, και αργότερα ο Royal Artillery Cricket Club, ήταν γνωστοί σύλλογοι κρίκετ. Το κρίκετ και άλλα αθλήματα παίζονταν κυρίως από στρατιωτικούς και φοιτητές στη Βασιλική Στρατιωτική Ακαδημία. Η Arsenal F.C. ιδρύθηκε το 1886 από εργαζόμενους στο Βασιλικό Οπλοστάσιο. Γνωστή αρχικά ως Dial Square, έπειτα Royal Arsenal και μετέπειτα Woolwich Arsenal, κατάφερε να συγκεντρώσει μεγάλα πλήθη θεατών στο γήπεδο της στο Πλάμστεντ. Το 1913 μετακόμισε στο στάδιο Άρσεναλ στο Χάιμπουρι του Βόρειου Λονδίνου. Η Royal Ordnance Factories F.C. ιδρύθηκε ως απάντηση στην Woolwich Arsenal για να συμμετάσχει στο πρωτάθλημα αλλά άντεξε μόνο λιγα χρόνια.
Το Γούλιτς είχε πολλά θέατρα και κινηματογράφους. Το Theatre Royal στην Beresford Street, που αργότερα μετονομάστηκε σε Empire Theatre ή Woolwich Empire, ήταν το μεγαλύτερο. Χρονολογείται από τη δεκαετία του 1830, διευρύνθηκε στη δεκαετία του 1880 και τη δεκαετία του 1890, έχοντας περίπου 2.000 θέσεις. Λειτουργούσε τόσο ως θέατρο όσο και ως κινηματογράφος, καταλήγοντας σε αρθρωτό θέατρο. Κατεδαφίστηκε το 1960. Λίγο μετά το 1900, άνοιξαν τρία νέα θέατρα με συνολική χωρητικότητα 4.430 ατόμων. Ο κινηματογράφος Century, ο οποίος βρισκόταν επί της πλατείας Μπέρεσφορντ, ήταν προηγουμένως γνωστός ως Premier Cinema και Royal Arsenal Cinema. Κατασκευάστηκε το 1913 με 669 θέσεις, έκλεισε το 1961 και κατεδαφίστηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1960. Το Grand Theatre στην οδό Wellington άνοιξε το 1900 με χωρητικότητα 1.680 θέσεων. Μετονομάστηκε σε Woolwich Hippodrome το 1908 και έγινε κινηματογράφος το 1923. Ανακατασκευάστηκε το 1955 ως Regal Cinema, έκλεισε το 1982, έπειτα χρησιμοποιήθηκε ως νυχτερινό κλαμπ και κατεδαφίστηκε το 2015. Ο κινηματογράφος Granada και ο Odeon, μετέπειτα Coronet, αμφότεροι με 2.500 θέσεις περίπου, είναι διατηρητέα κτίρια από τη δεκαετία του 1930 που μετατράπηκαν σε εκκλησίες Πεντηκοστιανών.[24]
Η αστική ενορία του Γούλιτς, που καλύπτει περίπου η περιοχή των σημερινών ενοριών Γούλιτς Ρίβερσαϊντ και Γούλιτς Κόμον, ήταν παλαιότερα γνωστή ως Γούλιτς Σεντ Μέρι. Μέχρι το 1842, όταν κτίστηκε το Παλιό Δημαρχείο, το σκευοφυλάκιο βρισκόταν σε ένα δωμάτιο στον ενοριακό ναό της Αγίας Μαγδαληνής. Το Γούλιτς έγινε μέρος της μητροπολιτικής περιοχής του Λονδίνου στα μέσα του 19ου αιώνα, αν και επίσημα συνέχισε να βρίσκεται στο Κεντ. Το 1889, με το σχηματισμό του Κομητειακού Συμβουλίου του Λονδίνου, το Γούλιτς έγινε επίσημα μέρος του Λονδίνου. Το 1900 οι ενορίες των Γούλιτς, Έλθαμ και Πλάμστεντ σχημάτισαν το Μητροπολιτικό Δήμο του Γούλιτς. Το 1906 εγκαινιάστηκε το νέο Δημαρχείο του Γούλιτς. Τον Απρίλιο του 1965, μετά την εφαρμογή του νόμου για το σχέδιο πόλης του Λονδίνου του 1963, το Γούλιτς συγχωνεύθηκε με το Δήμο του Γκρίνουιτς, και από το 2012 με το Βασιλικό Δήμο του Γκρίνουιτς. Τα διοικητικά κτίρια του δήμου βρίσκονται στο Γούλιτς.
Το Γούλιτς παράκμασε ως πόλη στα τέλη του 20ού αιώνα, ξεκινώντας από το κλείσιμο του Βασιλικού Εργοστασίου Πυρομαχικών το 1967 και το εργοστάσιο της Siemens το 1968 και συνεχίζοντας εως το Βασιλικό Οπλοστάσιο το οποίο συρρίκνωσε τις δραστηριότητές του και τελικά έκλεισε το 1994. Άλλες εταιρείες όπως η Woolwich Building Society και η Morgan Grampian Publishers εξαγοράστηκαν από άλλες εταιρείες και αποχώρησαν από την περιοχή. Χωρίς σημαντικούς εργοδότες, η τοπική οικονομία επηρεάστηκε και η ανεργία αυξήθηκε.[25] Ταυτόχρονα, τα δημογραφικά στοιχεία της πόλης άλλαξαν, αρχικά με Σιχ που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή, ακολουθούμενοι από Αφρικανούς, πολλοί εκ των οποίων από τη Νιγηρία. Παρά την μετανάστευση, ο πληθυσμός της ενορίας έφθασε στο χαμηλό επίπεδο των 17.000 κατοίκων το 1971. Σε γενικές γραμμές, το Γούλιτς είχε χάσει την προηγούμενη αίγλη του. Στην εμπορική περιοχή της πόλης, τα πολυκαταστήματα και τα καταστήματα αλυσίδων έκλεισαν. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, το κέντρο της πόλης είχε τη χαρακτηριστική εμφάνιση μιας πόλης σε παρακμή, με τους λιανοπωλητές και τους φιλανθρωπικούς συλλόγους να χρησιμοποιούν τα άδεια καταστήματα και το Συμβούλιο του Γκρήνουιτς να καταλαμβάνει τα άδεια κτίρια γραφείων.[26] Το 1974, άνοιξε το πρώτο κατάστημα McDonald's στο Ηνωμένο Βασίλειο στην οδό Πάουις.[27] Εν μέσω παρακμής, το Γούλιτς εξακολουθούσε να θεωρείται ως αντιπροσωπευτική αγγλική πόλη της εποχής.[28]
Το 1974 ο Προσωρινός IRA πραγματοποίησε βομβιστική επίθεση στην παμπ Kings Arms, σκοτώνοντας δύο άτομα. Κατά τη διάρκεια των εξεγέρσεων του 2011 στην Αγγλία, το Γούλιτς ήταν μία από τις πληγείσες περιοχές. Αρκετά κτίρια δέχτηκαν επίθεση, και λίγα καταστράφηκαν.[29] Στις 22 Μαΐου 2013 η δολοφονία του Λι Ρίγκμπυ στο Γούλιτς προκάλεσε μεγάλες διεθνείς αντιδράσεις. Ο τραγουδιστής Λι Ρίγκμπυ, στρατιώτης των Στρατώνων του Βασιλικού Πυροβολικού, δολοφονήθηκε κοντά στους στρατώνες από δύο ισλαμιστές εξτρεμιστές.[30]
Το 16ο Σύνταγμα του Βασιλικού Πυροβολικού αποχώρησε από το Γούλιτς το 2007, αλλά στους στρατώνες βρίσκεται η Μπάντα του Βασιλικού Πυροβολικού και πρόσφατα το Δεύτερο Τάγμα του Βασιλικού Συντάγματος της Πριγκίπισσας της Ουαλίας και το Στράτευμα του Βασιλιά του Βασιλικού Ιππικού Πυροβολικού, αν και έχει ανακοινωθεί η μετεγκατάστασή τους για το 2028.[31]
Το Γούλιτς άρχισε να απολαμβάνει την αρχή μιας αναγέννησης με την οικιστική ανασυγκρότηση του πρώην Βασιλικού Οπλοστασίου. Τα περισσότερα ιστορικά κτίρια του χώρου έχουν ανακαινιστεί και μετατραπεί σε διαμερίσματα. Αρκετές χιλιάδες κατοικίες έχουν κατασκευαστεί ή βρίσκονται υπό κατασκευή και προγραμματίζονται χιλιάδες ακόμη, κυρίως πολυτελή διαμερίσματα σε ουρανοξύστες κοντά στο ποτάμι. Επιπλέον, έχουν κατασκευαστεί παραποτάμιο μονοπάτι, πολλά πάρκα, ένα μουσείο, καταστήματα, καφετέριες, παμπ και εστιατόρια, καθώς και αγορά αγροτικών προϊόντων.[32][33]
Ο σταθμός Woolwich Arsenal, τερματικός του κλάδου προς το αεροδρόμιο Σίτι του Λονδίνου του Docklands Light Railway, άνοιξε στις 10 Ιανουαρίου 2009.[34] Το Γούλιτς περιλαμβανόταν στις εγκαταστάσεις σκοποβολής για τους Θερινούς Ολυμπιακούς και Παραολυμπιακούς Αγώνες του 2012, σε εγκαταστάσεις των Στρατώνων του Βασιλικού Πυροβολικού.[35]
Για αιώνες, η περιοχή μεταξύ του Τάμεση και της σημερινής οδού Α206 κυριαρχείται από αποβάθρες, αποθήκες και εργοστάσια, ξεκινώντας από το Βασιλικό Ναυπηγείο στις αρχές του 16ου αιώνα, και μετέπειτα από το Βασιλικό Οπλοστάσιο. Τον 18ο αιώνα ιδρύθηκε στο Γούλιτς το Βασιλικό Σύνταγμα Πυροβολικού και το Βασιλικό Σώμα Μηχανικών, ενώ ακολούθησε η Βασιλική Στρατιωτική Ακαδημία. Άλλοι στρατιωτικοί οργανισμοί ολοκλήρωσαν την εικόνα της πόλης στρατώνα που είχε γίνει το Γούλιτς στις αρχές του 19ου αιώνα. Η πόλη έχει μια ξεχωριστή ιστορία στα οικήματα και το Μπάθγουεϊ Κουόρτερ ένα εξίσου ξεχωριστό αστικό κέντρο. Αν και ξαναχτίστηκε επανειλημμένα, η αρχιτεκτονική του κληρονομιά αντανακλά την ασυνήθιστη και σημαντική ιστορία του.[36]
Τα πάρκα στο κεντρικό Γούλιτς είναι γενικά μικρά. Οι Κήποι της Παναγίας έχουν σχεδιαστεί ως πάρκο σε ρομαντικό ύφος, στο προαύλιο της ενοριακής εκκλησίας της Μαρίας της Μαγδαληνής. Ορισμένες πλάκες από τάφους έχουν τοποθετηθεί στον περιφερειακό τοίχο των κήπων. Ο τάφος του Τομ Κριμπ, μια λέαινα που έχει το πόδι της πάνω σε ένα δοχείο, βρίσκεται κοντά στη βορειοανατολική είσοδο. Το πάρκο διαθέτει μια βεράντα με θέα στον ποταμό Τάμεση. Στο Βασιλικό Οπλοστάσιο, έχουν διαμορφωθεί πολλά νέα πάρκα και κήποι, αλλά μερικά είναι επισκέψιμα μόνο από κατοίκους.