Δείξη

Ως δείξη (αγγλ. deixis) ορίζεται η γλωσσική λειτουργία κατά την οποία χρησιμοποιούμε στοιχεία από το περιβάλλον τού ομιλητή (γλωσσικό και εξωγλωσσικό) προκειμένου να αναφερθούμε σε (να δείξουμε προς) αυτόν. Σε κάθε γλώσσα τα στοιχεία αυτά μπορούν να ερμηνευθούν μόνο αναφορικά με τον ομιλητή και αποκτούν νόημα μόνον εξαιτίας τής σύνδεσης με αυτόν. Οι γλωσσικοί τύποι που επιτελούν αυτή τη λειτουργία ονομάζονται δεικτικοί (deictic).

Προσωπική, χωρική, χρονική δείξη (στην Αγγλική)

Διακρίνουμε τρεις βασικούς τύπους δείξεως:

(Personal deixis): Δηλώνει τη χρήση γλωσσικών στοιχείων που αναφέρονται ευθέως σε πρόσωπα τα οποία συνδέονται με τον ομιλητή. Ο τρόπος αναφοράς σε αυτά σχετίζεται πάντοτε με την οπτική γωνία τού ομιλητή. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις προσωπικής δείξεως είναι οι προσωπικές αντωνυμίες (λ.χ. εγώ, εσύ, αυτός, εμείς…) και τα επιθήματα που λειτουργούν ως ρηματικές καταλήξεις (λ.χ. -ω, -εις, -ούμε...).

  • Παράδειγμα: Στην πρόταση Έφυγε με ένα πλατύ χαμόγελο στο πρόσωπό του παρατηρούμε τη δεικτική χρήση τής κατάληξης (του ρήματος), η οποία δηλώνει ότι γίνεται λόγος για τρίτο πρόσωπο (πέραν του ομιλητή και του ακροατή), και της αντωνυμίας του, η οποία δείχνει ότι μιλούμε για το χαμόγελο του συγκεκριμένου προσώπου.

(Spatial deixis): Δηλώνει τη χρήση γλωσσικών στοιχείων που αναφέρονται στον τόπο τού ομιλητή και ερμηνεύονται εν σχέσει με αυτόν. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις είναι τα τοπικά επιρρήματα (λ.χ. εδώ, εκεί, πέρα…), μερικά ρήματα κινήσεως (λ.χ. πηγαίνω, έρχομαι, γυρίζω, φθάνω…) και λεξήματα που δηλώνουν προσέγγιση ή απομάκρυνση.

  • Παράδειγμα: Η πρόταση Έλα εδώ ερμηνεύεται μόνο εν σχέσει με τον τόπο τού ομιλητή. Συνεπώς, δεν μπορούμε να πούμε *Πήγαινε εδώ, διότι το ρήμα πηγαίνω δηλώνει απομάκρυνση από τον τόπο τού ομιλητή και, ως εκ τούτου, συγκρούεται με το επίρρ. εδώ. Για τον ίδιο λόγο, ο τόπος τού ομιλητή ερμηνεύει ως προσέγγιση τη φράση Φέρε μου το βιβλίο, στην οποία ο ακροατής απαντά λέγοντας Το φέρνω (όχι *Το πηγαίνω).

(Temporal deixis): Δηλώνει τη χρήση γλωσσικών στοιχείων που αναφέρονται στον χρόνο τού ομιλητή και ερμηνεύονται εν σχέσει με αυτόν. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις είναι τα χρονικά επιρρήματα (λ.χ. τώρα, τότε, αύριο, μετά…), τα ρηματικά προσφύματα και άλλοι δείκτες που δηλώνουν χρόνο (λ.χ. έ-φυγ-ες, θα τρέξ-ουμε…).

  • Παράδειγμα: Η πρόταση Χθες μελέτησε το υλικό και σήμερα θα το επιστρέψει δηλώνει με τέσσερεις δείκτες (χθες, χρονικό επίθημα -σε, σήμερα, μέλλοντας θα επιστρέψει) ποιο είναι το παρόν τού ομιλητή (μεταξύ τής χθεσινής ημέρας και της παραλαβής τού υλικού και μεταγενέστερης ώρας τής σημερινής ημέρας, οπότε θα επιστραφεί το υλικό).

Οι γλωσσολόγοι αναφέρονται συνοπτικά σε αυτούς τους τρεις τύπους δείξεως με τη λατινική φράση ego, hic et nunc «εγώ, εδώ και τώρα», η οποία δηλώνει ότι η γλωσσική επικοινωνία έχει ως επίκεντρο την οπτική γωνία τού ομιλητή.

Η μελέτη τής δείξεως από τη Γνωσιακή γλωσσολογία έχει προωθήσει περαιτέρω τη σπουδή τής λειτουργίας της. Σε αυτό συνέβαλε η κατανόηση του γεγονότος ότι ο σχηματισμός των διαφόρων εκφωνημάτων στηρίζεται εν γένει στις γνώσεις και πεποιθήσεις των συνομιλητών, οι οποίες θεωρούνται ότι απαρτίζουν σε κάποιον βαθμό κοινό έδαφος (common ground). Συνεπώς, όταν απευθύνουμε τον λόγο, επιλέγουμε να εκφραστούμε με τρόπο που θεωρούμε ότι ταιριάζει στο γνωσιακό επίπεδο του συνομιλητή μας και αποτελεί τμήμα τού κοινού εδάφους. Επί παραδείγματι, όταν χρησιμοποιούμε οριστικό άρθρο, αναφερόμαστε σε στοιχείο που πιστεύουμε ότι ανήκει στο κοινό έδαφος και δείχνουμε προς αυτό.

  • Παράδειγμα: γαλλ. Est-ce que vous avez vu les clefs? «Μήπως είδατε τα κλειδιά;» Η χρήση τού οριστικού άρθρου les δηλώνει αμοιβαία γνώση η οποία ανήκει στο κοινό έδαφος ομιλητή και ακροατή, ότι δηλαδή αμφότεροι γνωρίζουν τι είδους κλειδιά είναι αυτά και σε ποιον ανήκουν. Χωρίς αυτή τη δείξη (λ.χ. Est-ce que vous avez vu des clefs? «Μήπως είδατε [καθόλου] κλειδιά;», αόριστο άρθρο des) υπονοούμε ότι δεν υπάρχει αμοιβαία γνώση και ότι ο ακροατής δεν γνωρίζει ακριβώς σε τι είδους κλειδιά αναφερόμαστε.
  • Clark, H. 1996: Using language (Cambridge)
  • Croft, W. & A. Cruse 2004: Cognitive Linguistics (Cambridge)
  • Lambrecht, K. 1994: Information structure and sentence form: topic, focus and the mental representations of discourse referents (Cambridge)
  • Langacker, R. 1987: Foundations of cognitive grammar, vol. 1: Theoretical prerequisites (Stanford)
  • Leech, G.N. 1983: Principles of Pragmatics (London)
  • Lyons, J. 1995: Linguistic semantics (Cambridge) [ελλ. μτφρ. 1999, Αθήνα]
  • Sperber, D. & D. Wilson 1986: Relevance (Oxford)
  • Stubbs, M. 1983: Discourse analysis (Oxford)