Στις 3 Αυγούστου 1903, οι αντάρτες κατέλαβαν την πόλη του Κρουσόβου στο Βιλαέτι του Μοναστηρίου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (στη σημερινή Βόρεια Μακεδονία) και ίδρυσαν μια επαναστατική κυβέρνηση. Η οντότητα υπήρχε μόνο για 10 ημέρες: από τις 3 Αυγούστου έως τις 13 Αυγούστου, με επικεφαλής τον Νικόλαο Κάρεφ.[2] Ήταν υπό ισχυρή αριστερή επιρροή, απορρίπτοντας τον εθνικισμό των εθνοτικών μειονοτήτων και ευνοώντας συμμαχίες με τους κοινούς μουσουλμάνους ενάντια στο Σουλτανάτο, καθώς και την ιδέα για μια Βαλκανική Ομοσπονδία.[3]
Μεταξύ των διαφόρων εθνοθρησκευτικών ομάδων (μιλλέτ) στο Κρούσοβο εξελέγη ένα Ρεπουμπλικανικό Συμβούλιο με 60 μέλη - 20 αντιπροσώπους από την καθεμία: Αρμάνοι (Βλάχοι), Σλαβόφωνοι, Βλαχόφωνοι και Αλβανόφωνοι Έλληνες Πατριαρχικοί και Μακεδόνες Βούλγαροι (Εξαρχικοί).[4][5][6][7] Το Συμβούλιο εξέλεξε επίσης ένα εκτελεστικό όργανο - την Προσωρινή Κυβέρνηση, με έξι μέλη (2 από κάθε προαναφερμένη ομάδα)[8] με καθήκον την προώθηση του νόμου και της τάξης και τη διαχείριση των προμηθειών, των οικονομικών και της ιατρικής περίθαλψης. Το «Μανιφέστο του Κρουσόβου» δημοσιεύθηκε. Γραμμένο από τον ο Νίκολα Κίροφ, σκιαγράφησε τους στόχους της εξέγερσης, καλώντας τον μουσουλμανικό πληθυσμό να ενώσει τις δυνάμεις του με την προσωρινή κυβέρνηση στον αγώνα ενάντια στην οθωμανική τυραννία, για να επιτύχει την ελευθερία και την ανεξαρτησία.[9] Τόσο ο Νίκολα Κίροφ και ο Νίκολα Κάρεφ ήταν μέλη του Βουλγαρικού Σοσιαλδημοκρατικού εργατικού κόμματος, από όπου πήραν αυτές τις αριστερές ιδέες.[10]
Ωστόσο, ο Κάρεφ αποκαλούσε τα μέλη του τοπικού συμβουλίου «αδελφοί Βούλγαροι», ενώ οι αντάρτες κυμάτιζαν βουλγαρικές σημαίες, σκότωσαν πέντε Έλληνες Πατριαρχικούς, κατηγορώντας τους ότι ήταν οθωμανικοί κατάσκοποι, και στη συνέχεια επιτέθηκαν στους τοπικούς μουσουλμάνους (Τούρκους και Αλβανούς). Εφόσον η πόλη ελεγχόταν από το μέλη της ΕΜΕΟ, η Πατριαρχική πλειοψηφία ήταν ύποπτη και τρομοκρατούμενη.[11]
Αρχικά έκπληκτη από την εξέγερση, η οθωμανική κυβέρνηση έλαβε έκτακτα στρατιωτικά μέτρα για την καταστολή της. Μετά από σφοδρές μάχες κοντά στο Μετσκιν Καμεν, οι Οθωμανοί κατάφεραν να καταστρέψουν τη Δημοκρατία του Κρουσόβου, διαπράττοντας αγριότητες εναντίον των ανταρτικών δυνάμεων και του τοπικού πληθυσμού.[12] Σήμερα ένα τεράστιο μνημείο στο λόφο πάνω από το Κρούσοβο σηματοδοτεί το αόριστο όνειρο των επαναστατών του Ίλιντεν. Στην περιοχή υπάρχει ένα άλλο μνημείο που ονομάζεται Μετσκιν Καμεν. Αυτό ήταν το μέρος όπου η ομάδα του Πιτου Γκουλι προσπάθησε να υπερασπιστεί την πόλη του Κρουσόβου από τα οθωμανικά στρατεύματα που έρχονταν από το Μοναστήρι. Όλη η ομάδα και ο αρχηγός τους (βοϊβόδας) έχασαν τη ζωή τους. Ως αποτέλεσμα των πυροβολισμών, η πόλη έπιασε μερικώς φωτιά.[13]
Μια φωτογραφία της ομάδας του Πίτου Γκούλι κοντά στο Μπιρινο, 1903
Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου στη Γιουγκοσλαβική Μακεδονία, που τότε προσαρτήθηκε στη Βουλγαρία, οι νεοδιοργανωμένοι κομμουνιστές παρτιζάνοι ανέπτυξαν την ιδέα κάποιου είδους συνέχειας μεταξύ του αγώνα τους και του αγώνα των ανταρτών του Κρουσόβου.[14] Επιπλέον, ενθάρρυναν τον πληθυσμό να αγωνιστεί για την «ελεύθερη Μακεδονία» και εναντίον των «φασιστών Βουλγάρων κατακτητών». Μετά τον πόλεμο η ιστορία συνεχίστηκε στη Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας, όπου η Δημοκρατία του Κρουσόβου συμπεριλήφθηκε στο εθνικό της πάνθεον. Οι νέες κομμουνιστικές αρχές εξαφάνισαν με επιτυχία τα εναπομείναντα Βουλγαροφιλικά αισθήματα.[15] Στο πλαίσιο των προσπαθειών να αποδείξουν τη συνέχεια του νέου «Μακεδονικού» έθνους και των πρώην ανταρτών, ισχυρίστηκαν ότι οι ακτιβιστές της ΕΜΕΟ, είχαν Μακεδονική εθνική συνείδηση.[16] Η ίδρυση της βραχύβιας οντότητας θεωρείται σήμερα στη Βόρεια Μακεδονία ως προοίμιο της ανεξαρτησίας του σύγχρονου αυτού κράτους.[17]
Ωστόσο, Σλαβομακεδόνες ιστορικοί όπως ο Μπλάζε Ριστόφσκι αναγνώρισαν ότι η Δημοκρατία του Κρουσόβου, που είναι σήμερα ένα σύμβολο της κρατικής κυριαρχίας της Βόρειας Μακεδονίας, απαρτίζετο από ανθρώπους που αυτοχαρακτηρίζονταν ως «Έλληνες», «Βλάχοι» και «Βούλγαροι».[18][19][20] Στις αρχές του 20ού αιώνα, το Κρούσοβο κατοικείτο από έναν σλαβικό πληθυσμό, Αρωμάνους και Ορθοδόξους Αλβανούς με τους κατοίκους των πόλεων να χωρίζονται σε εθνικοθρησκευτικές ομάδες σύμφωνα με διάφορα οθωμανικά μιλλέτ, με τους Έλληνες Πατριαρχικούς να είναι η μεγαλύτερη κοινότητα, ακολουθούμενη από τους Βούλγαρους Εξαρχικούς και τους Βλάχους.[21][22][23] Όταν ο ανθρωπολόγος Κειθ Μπράουν επισκέφθηκε το Κρούσοβο την παραμονή του 21ου αιώνα, ανακάλυψε ότι η τοπική αρμανική διάλεκτος δεν έχει ακόμα κανέναν τρόπο να διακρίνει τους όρους «Σλαβομακεδόνας» και «Βούλγαρος» και χρησιμοποιεί τον χαρακτηρισμό Vurgari, δηλαδή «Βούλγαροι», και για τις δύο εθνοτικές ομάδες.[24]
↑Υπήρξε μάλιστα μια προσπάθεια να διαμορφωθεί ένα είδος επαναστατικής κυβέρνησης με επικεφαλής τον σοσιαλιστή Νικόλαο Κάρεφ. Το μανιφέστο του Κρουσόβου ανακοινώθηκε, διαβεβαιώνοντας τον πληθυσμό ότι η εξέγερση ήταν εναντίον του σουλτάνου και όχι εναντίον μουσουλμάνων εν γένει και ότι θα συμπεριλάμβανε όλους τους λαούς. Καθώς ο πληθυσμός του Κρουσόβου ήταν τα δύο τρίτα βλαχόφωνοι Έλληνες και Πατριαρχικοί Σλάβοι, αυτή ήταν μια σοφή κίνηση. Παρά τις υποσχέσεις αυτές, οι αντάρτες ύψωσαν παντού βουλγαρικές σημαίες και σε πολλές περιπτώσεις η εξέγερση συνεπαγόταν επιθέσεις εναντίον μουσουλμάνων Τούρκων και Αλβανών που οι ίδιοι οργανώθηκαν για αυτοάμυνα.» Who are the Macedonians? Hugh Poulton, C. Hurst & Co. Publishers, 1995, ISBN 1850652384, σελ. 57.
↑Historical Dictionary of the Republic of Macedonia, Dimitar Bechev, Scarecrow Press, 2009, (ISBN0810862956), σελ. 114.
↑«Θα ήταν παρόλα αυτά τραβηγμένο να θεαθεί στον μακεδονικό σοσιαλισμό μια έκφραση εθνικής ιδεολογίας... Είναι δύσκολο να τοποθετηθεί η τοπική σοσιαλιστική έκφραση του εθνικού και κοινωνικού ερωτήματος των τελών του 19ου και αρχών του 20ου αιώνα πλήρως υπό τις κατηγορίες του σημερινού μακεδονικού και βουλγαρικού εθνικισμού. Αν οι Βούλγαροι ιστορικοί σήμερα καταδικάζουν τις «εθνικές-μηδενιστικές» θέσεις αυτής της ομάδας, οι Μακεδόνες συνάδελφοί τους φαίνονται ενοχλημένοι από το γεγονός ότι δεν ήταν αρκετά «συνειδητή» του διακριτού εθνικού χαρακτήρα των Μακεδόνων.» Entangled Histories of the Balkans – Volume Two, Roumen Daskalov, Diana Mishkova, BRILL, 2013, (ISBN9004261915), σελ. 503.
↑Contested Ethnic Identity: The Case of Macedonian Immigrants in Toronto, 1900–1996, Chris Kostov, Peter Lang, 2010, (ISBN3034301960), p. 71.
↑Fieldwork Dilemmas: Anthropologists in Postsocialist States, Editors Hermine G. De Soto, Nora Dudwick, University of Wisconsin Press, 2000, (ISBN0299163741), pp. 36–37.
↑Tanner, Arno (2004). The Forgotten Minorities of Eastern Europe: The history and today of selected ethnic groups in five countries. East-West Books. σελ. 215. ISBN952-91-6808-X.
↑Pål Kolstø, Myths and boundaries in south-eastern Europe, Hurst & Co., (ISBN1850657726), σελ. 284.
↑Mercia MacDermottFreedom Or Death: The Life of Gotsé Delchev, Pluto Press, 1978, (ISBN0904526321), σελ. 386.
↑Michael Palairet, Macedonia: A Voyage through History (Vol. 2), Cambridge Scholars Publishing, 2016, (ISBN1443888494), σελ. 149.
↑P. H. Liotta, Dismembering the State: The Death of Yugoslavia and why it Matters, Lexington Books, 2001, (ISBN0739102125), σελ. 293.
↑John Phillips, Macedonia: Warlords and Rebels in the Balkans, I.B.Tauris, 2004, (ISBN0857714511), σελ. 27.
↑Roumen Daskalov, Diana Mishkova, Entangled Histories of the Balkans – Volume Two: Transfers of Political Ideologies and Institutions, BRILL, 2013, (ISBN9004261915), σελ. 534.
↑Contested Ethnic Identity: The Case of Macedonian Immigrants in Toronto, 1900-1996, Chris Kostov, Peter Lang, 2010, (ISBN3034301960), σελ. 84.
↑James Frusetta «Common Heroes, Divided Claims: IMRO Between Macedonia and Bulgaria». Central European University Press, 2004, (ISBN978-963-9241-82-4), σσ. 110–115.
↑«Οι πολιτικοί και στρατιωτικοί ηγέτες των Σλάβων της Μακεδονίας στην αλλαγή του αιώνα φαίνεται δεν είχαν ακούσει το κάλεσμα για μια διακριτή Μακεδονική εθνική ταυτότητα: συνέχισαν να αυτοπροσδιορίζονται εθνικά ως Βούλγαροι και όχι ως Μακεδόνες.[...] ποτέ δεν φαίνεται να αμφισβήτησαν «τον κυρίαρχο Βουλγαρικό χαρακτήρα του πληθυσμού της Μακεδονίας».» «The Macedonian conflict: ethnic nationalism in a transnational world», Princeton University Press, Danforth, Loring M. 1997, (ISBN0691043566), σελ. 64.
↑«Ο Μισιρκοφ είχε απόλυτο δίκιο στη βασική του κριτική της εξέγερσης και των ηγετών της. Οι προτάσεις του απεδείχθησαν πραγματικές τελικά στην πράξη. π.χ., στην απελευθερωμένη πόλη του Κρουσόβου, μια πολιτική κυβέρνηση, αποτελούμενη από «Βουλγάρους», Βλάχους και Γραικομάνους, συντάσσεται, έτσι στις γραπτές πηγές δεν υπάρχουν ακριβώς Μακεδόνες (!)...» Блаже Ристовски, «Столетиjа на македонската свест», Σκόπια, Култура, 2001, σελ. 458.
↑«We, the People: Politics of National Peculiarity in Southeastern Europe» Diana Mishkova, Central European University Press, 2009, (ISBN9639776289), σελ. 124: Ο Ριστοφσκι μετανιώνει το γεγονός πως η «κυβέρνηση» της «δημοκρατίας» (σήμερα σύμβολο της Μακεδονικής κρατικής κυριαρχίας) αποτελούταν πραγματικά από δύο «Έλληνες», δύο «Βουλγάρους» και έναν «Ρομάνο».», cf. Ristovski (2001).
↑«Οι ακτιβιστές της ΕΜΕΟ έβλεπαν τη μελλοντική αυτόνομη Μακεδονία ως ένα πολυεθνικό κράτος, και δεν επεδίωξαν τον αυτοπροσδιορισμό των Μακεδόνων Σλάβων ως ξεχωριστή εθνότητα. Επομένως, το Μακεδόνας ήταν γενικός όρος που περιελάμβανε Βουλγάρους, Τούρκους, Έλληνες, Βλάχους, Αλβανούς, Σέρβους, Ιουδαίους κλπ.» Historical Dictionary of Macedonia, Historical Dictionaries of Europe, Dimitar Bechev, Scarecrow Press, 2009, (ISBN0810862956), Introduction.
↑Zografski, Dančo (1986). Odbrani dela vo šest knigi: Makedonskoto nacionalno dviženje. Naša kniga. σελ. 21. «Ο πληθυσμός του Κρουσόβου, κατά τη διάρκεια της εξέγερσης, αποτελείτο από Μακεδόνες, Βλάχους και Αλβανούς. Οι Βλάχοι εγκαταστάθηκαν σε αυτό το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, δηλαδή μετά τις περίφημες ελληνικές εξεγέρσεις του 1769...»