Διάσταση (χημεία)

Διάσταση στη χημεία και στη βιοχημεία ονομάζεται η γενική διεργασία κατά την οποία «μόρια» (με την ευρύτερη έννοια, που συμπεριλαμβάνει τις βασικές δομικές μονάδες σε ιονικές ενώσεις ή και σε σύμπλοκα) διαχωρίζονται σε μικρότερα σωματίδια, όπως άτομα, ιόντα ή ελεύθερες ρίζες, συνήθως με τη μορφή αμφίδρομης αντίδρασης. Για παράδειγμα, όταν ένα (κλασσικό) οξύ (γενικού τύπου HA) διαλύεται σε νερό, ένας (τουλάχιστον) ομοιοπολικός δεσμός (A-H) ανάμεσα σε ένα ηλεκτραρνητικό άτομο και ένα άτομο υδρογόνου διασπάται ετερολυτικά, δίνοντας στη θέση του (πρώην ηλεκτρικά ουδέτερου) μορίου του οξέος (HA) ένα πρωτόνιο (H+) και ένα ανιόν (A-, στην πραγματικότητα εφυδατωμένα, δηλαδή H3O+ και [A(H2O)]-).

Σταθερά διάστασης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Για τις αντιστρέψιμες διαστάσεις (ενώσεων με γενικό τύπο AB) υφίσταται μια χημική ισορροπία:

Στην παραπάνω αναφερόμενη περίπτωση η σταθερά διάστασης (Kα), που αντιπροσωπεύει την αναλογία συγκεντρώσεων των προϊόντων διάστασης (Α και Β) και της αδιάστατης ένωσης (ΑΒ), δίνεται από τον ακόλουθο τύπο:

όπου [A], [B] και [ΑΒ] οι συγκεντρώσεις των προϊόντων διάστασης (Α και Β) και της αδιάστατης ένωσης (ΑΒ), αντίστοιχα.

Ο βαθμός διάστασης είναι το κλάσμα της ποσότητας των αρχικών μορίων που διαλύθηκαν που έχουν διασταθεί ανά γραμμομόριο. Συνήθως συμβολίζεται με το ελληνικό γράμμα α. Στα ισχυρά οξέα και στις ισχυρές βάσεις το α είναι κοντά στο 1. Τα ασθενέστερα οξέα και οι ασθενέστερες βάσεις έχουν μικρότερο βαθμό διάστσης.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]