Διεθνές Πρόγραμμα Ντουνχουάνγκ | |
---|---|
Είδος | διεθνής οργανισμός |
Έναρξη κατασκευής | 1994 |
Ιστότοπος | |
Επίσημος ιστότοπος | |
Πολυμέσα | |
δεδομένα (π) |
Αυτό το λήμμα χρειάζεται επιμέλεια ώστε να ανταποκρίνεται σε υψηλότερες προδιαγραφές ορθογραφικής και συντακτικής ποιότητας ή μορφοποίησης. Αίτιο: ξένες λέξεις Για περαιτέρω βοήθεια, δείτε τα λήμματα πώς να επεξεργαστείτε μια σελίδα και τον οδηγό μορφοποίησης λημμάτων. |
Το Διεθνές Πρόγραμμα Ντουνχουάνγκ (ΔΠΝ) είναι διεθνής συνεργατική προσπάθεια για τη συντήρηση, καταλογογράφηση και ψηφιοποίηση χειρογράφων, εντύπων, πινάκων, υφασμάτων και άλλων αρχαιολογικών ευρημάτων από την περιοχή Ντουνχουάνγκ και διάφορες άλλες αρχαιολογικές τοποθεσίες στην ανατολική πλευρά του Δρόμου του Μεταξιού. Το πρόγραμμα εγκαινιάστηκε από τη Βρετανική Βιβλιοθήκη το 1994 και τώρα συμπεριλαμβάνει είκοσι δύο ιδρύματα σε δώδεκα χώρες. Τον Οκτώβριο του 2012 η ηλεκτρονική βάση δεδομένων του προγράμματος αριθμούσε 128,130 καταχωρίσεις και 378, 239 εικόνες. Η πλειοψηφία των χειρογράφων είναι σε κινεζική γλώσσα και γραφή, αλλά επίσης εκπροσωπούνται πάνω από δεκαπέντε γλώσσες και γραφές στα κείμενα, περιλαμβανομένων των Μπράχμι, Καρόστι, Κοτανικά, Σανσκριτικά, Τανγκούτ, Θιβετιανά, Τοχαρικά και Παλαιά Ουιγουρικά.
Ο καθηγητής κινεζικής γλώσσας και κουλτούρας του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια, Βίκτορ Μάιρ, έχει σημειώσει ότι υπάρχουν πολλά πλεονεκτήματα στην ελεύθερη πρόσβαση που προσφέρει το Διεθνές πρόγραμμα Ντουνχουάνγκ στις υψηλής ανάλυσης ψηφιοποιημένες εικόνες των χειρογράφων από την περιοχή του Ντουνχουάνγκ. Τα προηγούμενα χρόνια οι επιστήμονες χρειαζόταν να ταξιδέψουν τεράστιες αποστάσεις για να μελετήσουν τα αυθεντικά χειρόγραφα, ή μπορούσαν να έχουν πρόσβαση μόνο σε χαμηλής ποιότητας φωτογραφικά αντίγραφα, ενώ τώρα οποιοσδήποτε μπορεί να έχει πρόσβαση στις ψηφιοποιημένες εικόνες από την άνεση του προσωπικού του υπολογιστή, οπουδήποτε στον κόσμο. Αυτό δεν κάνει μόνο της έρευνα των χειρογράφων ευκολότερη, αλλά βοηθά και τη συντήρησή τους αφού δεν χρειάζετε πλέον κάποιος να χρησιμοποιήσει τα πρωτότυπα. Ακόμη, οι υψηλής ποιότητας εικόνες που προσφέρει το Διεθνές Πρόγραμμα Ντουνχουάνγκ, συχνά περιέχουν λεπτορμέρειες που δεν διακρίνονται με γυμνό μάτι.
Οι κυριότερες λειτουργίες του προγράμματος είναι η συντήρηση, καταλογογράφηση και ψηφιοποίηση χειρογράφων, κειμένων τυπωμένων με τη μέθοδο της ξυλογραφίας, πινάκων, φωτογραφιών και άλλων ευρημάτων των συλλογών που σχετίζονται με την περιοχή του Ντουνχουάνγκ και άλλες τοποθεσίες του Ανατολικού Δρόμου του μεταξιού, που ανήκουν στα συνεργαζόμενα ιδρύματα. Η πρόσβαση στις ψηφιοποιημένες εικόνες των ευρημάτων της βάσης δεδομένων του προγράμματος, γίνεται από την ιστοσελίδα του Διεθνούς Προγράμματος Ντουνχουάνγκ και είναι ελεύθερη στο κοινό. Στόχος είναι οι ψηφιοποιημένες εικόνες των χειρογράφων να είναι τόσο ευανάγνωστες όσο και τα πρωτότυπα χειρόγραφα, έτσι ώστε οι ερευνητές να μπορούν να έχουν πρόσβαση στο υλικό από οπουδήποτε στον κόσμο, χωρίς να προκαλείται περαιτέρω ζημία στα εύθραυστα αντικείμενα.
Ο κορμός του προγράμματος είναι η διαδικτυακή βάση δεδομένων καταλόγου εγγραφών και εικόνων. Σκοπό έχει να εξυπηρετήσει τρεις στόχους:
Το 2002 η Lynne Brindley, η διευθύντρια της Βρετανικής Βιβλιοθήκης, έθεσε σαν παράδειγμα προς μίμηση το Διεθνές Πρόγραμμα Ντουνχουάνγκ για τα σύνθετα, συνεργατικά και διεθνή προγράμματα ψηφιοποίησης στα οποία η Βρετανική Βιβλιοθήκη έπαιρνε μέρος όλο και περισσότερο. Όπως σημειώνει, κανένα από τα ιδρύματα που συμμετείχαν στο πρόγραμμα δεν είχε τη δυνατότητα ή τις υποδομές από μόνο του να εξασφαλίσει στους ερευνητές ολοκληρωμένη πρόσβαση σε όλα τα χειρόγραφα των συλλογών τους, αλλά ενώνοντας δυνάμεις και διαμοιράζοντας γνώση και πόρους τα ιδρύματα θα μπορούσαν να προσφέρουν πρόσβαση στις ενωποιημένες συλλογές όλων των ιδρυμάτων μέσω υψηλής ποιότητας ψηφιακών εικόνων. Προσθέτει ακόμη ότι ένα πρόγραμμα ψηφιοποίησης όπως το ΔΠΝ ωφελεί και τα ιδρύματα που μετέχουν, που συχνά μπορούν να εξασφαλίσουν καλύτερη χρηματοδότηση σε σύγκριση με ένα εσωτερικό πρόγραμμα, ωφελεί και την ερευνητική κοινότητα, που εξασφαλίζει πρόσβαση σε ψηφιακές εικόνες εύθραυστων και συχνά μη προσβάσιμων αντικειμένων, που στο παρελθόν είναι πιθανό ότι ήταν δύσκολο ή αδύνατο να δουν.
Οι εγγραφές καταλόγου αποθηκεύονται σε μορφή XML σε μια σχεσιακή βάση δεδομένων χρησιμοποιώντας το εργαλείο διαχείρησης βάσης δεδομένων 4th Dimension. Η αναζήτηση εγγραφών γίνεται μέσω μιας διαδικτυακής φόρμας αναζήτησης που επιτρέπει στους χρήστες να περιορίσουν την αναζήτηση με βάση διάφορα κριτήρια όπως τον τύπο του ευρήματος, του ίδρυμα στο οποίο ανήκει, την αρχαιολογική τοποθεσία, και τη γλώσσα ή τη γραφή. Η βάση αναβαθμίστηκε το 2010 για να υποστηρίζει Unicode, και η ιστοσελίδα του ΔΠΝ τώρα είναι πλήρως κωδικοποιημένη με βάση το UTF-8, επιτρέποντας έτσι χαρακτήρες από τις περισσότερες αρχαίες και σύγχρονες γραφές που βρίσκονται στα χειρόγραφα να προστεθούν στον κατάλογο των εγγραφών.
Κάθε εγγραφή περιέχει τη φυσική περιγραφή του αντικειμένου, εγγραφές καταλόγου από υπάρχουσες έντυπες πηγές, διαθέσιμες μεταφράσεις, και βιβλιογραφικές αναφορές. Το ΔΠΝ ενθαρρύνει επίσης τους χρήστες που είναι ερευνητές να υποβάλλουν τις δικές τους εγγραφές και τα ερευνητικά τους ευρήματα σε κάθε αντικείμενο έτσι ώστε να προστεθούν στη βάση δεδομένων.
Για να διευκολύνει τον εντοπισμό των αντικειμένων στη βάση δεδομένων του ΔΠΝ το πρόγραμμα έχει επίσης ψηφιοποιήσει έναν μεγάλο αριθμό καταλόγων και βιβλιογραφικών πηγών, διαθέτοντάς τους διαδικτυακά, με συνδέσμους από τις εγγραφές των αρχικών καταλόγων στις αντίστοιχες ηλεκτρονικές εγγραφές στη βάση δεδομένων του ΔΠΝ.
Με στόχο να γίνει καλύτερα κατανοητό η συντήρηση των εύθραυστων υλικών από τα οποία αποτελούνται τα αντικείμενα στη βάση δεδομένων του ΔΠΝ (χαρτί, ύφασμα και ξύλο), το ΔΠΝ έχει υποστηρίξει προγράμματα συντήρησης (όπως την ανάλυση ινών χαρτιού και υφασμάτων), και έχει οργανώσει τακτά συνέδρια με θέμα τη συντήρηση σε όλο τον κόσμο.
Εκτός από την ανάπτυξη τεχνικών για τη συντήρηση και τη διαφύλαξη εγγράφων και ευρημάτων, το ΔΠΝ ελπίζει να ενθαρρύνει σωστές πρακτικές συντήρησης και κοινά στάνταρ μεταξύ των συνεργαζομένων ιδρυμάτων, εξασφαλίζοντας έτσι ότι τα ευρήματα φυλάσσονται κάτω από ενδεδειγμένες συνθήκες, και διαχειρίζονται από ανθρώπινο χέρι το λιγότερο δυνατό.
Το κέντρο ΔΠΝ στη Βρετανική Βιβλιοθήκη έχει κατασκευάσει ένα κέντρο ψηφιοποίησης από το 2001, και τώρα παρόμοια κέντρα έχουν δημιουργηθεί σε Ευρώπη και Ασία. Εκτός από τη δημιουργία υψηλής ποιότητας ψηφιακών εικόνων των ευρυμάτων, χρησιμοποιείται επίσης υπέρυθρη φωτογραφία για τα χειρόγραφα όπου το μελάνι δεν διακρίνεται καθαρά και είναι δύσκολο να διαβαστούν σε κανονικό φωτισμό.
Το ΔΠΝ συμμετέχει επίσης σε διάφορες εκπαιδευτικές δραστηριότητες, οργανώνοντας εκθέσεις, εργαστήρια και εκπαιδευτικές εκδηλώσεις για σχολεία. Το 2004 το ΔΠΝ διοργάνωσε μια σημαντική έκθεση με τίτλο "Ο Δρόμος του Μεταξιου: Εμπόριο, Ταξίδι, Πόλεμος και Πίστη", η οποία πραγματοποιήθηκε στη Βρετανική Βιβλιοθήκη. Η συγκεκριμένη έκθεση ήταν η πιο επιτυχημένη στην ιστορία της Βρετανικής Βιβλιοθήκης, αφού προσέλκυσε 155,000 επισκέπτες.
Τα θεμέλια για το πρόγραμμα τέθηκαν τον Οκτώβριο του 1993 κατά τη διάρκεια ενός διεθνούς συνεδρίου με θέμα τη Σπηλιά Ντουνχουάνγκ Νο. 17 στο Πανεπιστήμιο του Σάσεξ. Το συνέδριο αυτό έφερε σε επαφή εφόρους και συντηρητές από όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένου της Βρετανικής Βιβλιοθήκης, του Ινστιτούτου Ανατολικών Χειρογράφων της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών, της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας και της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Κίνας, και στο κλείσιμό του σχηματίστηκε μια επιτροπή συντονισμού από τον Graham Shaw (Υποδιευθυντή του Γραφείου Ανατολικών και Ινδικών Συλλογών της Βρετανικής Βιβλιοθήκης), τη Frances Wood (Επικεφαλής του Κινεζικού Τμήματος της Βρετανικής Βιβλιοθήκης) και τον Peter Lawson (Συντηρητή της Βρετανικής Βιβλιοθήκης). Η Susan Whitifield επιλέχθηκε για τη σύνταξη του ενημερωτικού εντύπου. Το πρώτο ενημερωτικό έντυπο εκδόθηκε στις 16 Μαΐου του 1994.
Αρχικά το ΔΠΝ χρηματοδοτήθηκε με τριετή επιχορήγηση από το Ίδρυμα Chiang Ching-kuo, και είχε μόνο έναν εργαζόμενο. Τον επόμενο χρόνο σχεδιάστηκε και δημιουργήθηκε η βάση δεδομένων του ΔΠΝ, και το 1996 με επιχορήγηση της Βρετανικής Ακαδημίας προσλήφθηκε ένας βοηθός ερευνητή για την καταχώρηση δεδομένων στη βάση.
Το 1997 με χρηματοδότηση £148,000 στερλινών από το Ταμείο Heritage Lottery, το ΔΠΝ άρχισε την ψηφιοποίηση χειρογράφων που βρίσκονταν στη Βρετανική Βιβλιοθήκη, και το 1998 η βάση δεδομένων έγινε διαθέσιμη στο διαδίκτυο με τις αρχικές εγγραφές καταλόγου να φτάνουν τις 20,000 και τις εικόνες ψηφιοποιημένων χειρογράφων τις 1,000.
Το 2001, με τη σημαντική υποστήριξη του Ιδρύματος Mellon, άρχισαν οι ενέργειες για την ψηφιοποίηση χειρογράφων που βρίσκονται στις συλλογές του Παρισιού και του Πεκίνου, και το 2003 προστέθηκαν στη βάση δεδομένων ψηφιακές εικόνες από πίνακες του Ντουνχουάνγκ, που βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο. Μέχρι το 2004 η βάση δεδομένων του ΔΠΝ συμπεριελάμβανε περίπου 50,000 εικόνες χειρογράφων, πινάκων, αρχαιολογικών ευρυμάτων και ιστορικών φωτογραφιών.
Κέντρα του ΔΠΝ δημιουργήθηκαν στο Πεκίνο το 2001, στην Αγία Πετρούπολη και το Κυότο το 2004, στο Βερολίνο το 2005, στο Ντουνχουάνγκ το 2007, στο Παρίσι το 2008 και τη Σεούλ το 2010.
Η Susan Whitfield είναι η τωρινή διευθύντρια του ΔΠΝ.
Τα παρακάτω ιδρύματα συμμετέχουν στο πρόγραμμα.
Βρετανική Βιβλιοθήκη, Λονδίνο, Αγγλία Βρετανικό Μουσείο, Λονδίνο, Αγγλία Victoria and Albert Museum, Λονδίνο, Αγγλία Chester Beatty Library, Δουβλίνο, Ιρλανδία Εθνική Βιβλιοθήκη της Κίνας, Πεικίνο, Κίνα Ακαδημία Ντουνχουάνγκ, Ντουνχουάνγκ, Κίνα Κινεζική Ακαδημία, Ταϊπέι, Ταϊβάν Ινστιτούτο Ανατολικών Χειρογράφων, (πριν το 2007: Παράρτημα Αγ. Πετρούπολης του Ινστιτούτου Ανατολικών Σπουδών), Αγ. Πετρούπολη, Ρωσσία Εθνικό Μουσείο Ινδίας, Νέο Δελχί, Ινδία Πανεπιστήμιο Ryukoku, Κιότο, Ιαπωνία Κρατική Βιβλιοθήκη, Βερολίνο, Γερμανία Berlin-Brandenburg Academy of Sciences and Humanities, Βερολίνο, Γερμανία Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας, Παρίσι, Γαλλία Εθνικό Μουσείο Εθνογραφίας, Στοκχόλμη, Σουηδία Freer Gallery of Art, Ινστιτούτο Σμιθσόνιαν, Ουάσινγκτον, ΗΠΑ Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Λος Άντζελες, ΗΠΑ Πανεπιστήμιο Πρίνστον, (Gest Library and Art Museum), Πρίνστον, ΗΠΑ Βιβλιοθήκη Morgan, Νέα Υόρκη, ΗΠΑ Ινστιτούτο Έρευνας Κορεάτικων Σπουδών, Πανεπιστήμιο της Κορέας, Σεούλ, Νότια Κορέα Βασιλική Βιβλιοθήκης της Δανίας, Κοπενχάγη, Δανία
Το Διεθνές Πρόγραμμα Ντουνχουάνγκ έχει κέντρα σε επτά χώρες. [1][2] Το κέντρο στο Λονδίνο στεγάζεται στη Βρετανική Βιβλιοθήκη, και λειτουργεί σαν διεύθυνση του ΔΠΝ, υπεύθυνο για τη διατήρηση της βάσης δεδομένων του ΔΠΝ και της κύριας αγγλόφωνης ιστοσελίδας. Τα υπόλοιπα κέντρα διατηρούν εκδόσεις της ιστοσελίδας στις τοπικές γλώσσες, προς το παρόν την Κινεζική, Γαλλική, Γερμανική, Ιαπωνική, Κορεατική και τη Ρωσική. Κάθε κέντρο είναι υπεύθυνο για τη συντήρηση, καταλογογράφηση, και ψηφιοποίηση των Κεντροασιατικών χειρογράφων της χώρας του. Το προσωπικό αυτών των κέντρων βοηθά στην εκπαίδευση των ιδρυμάτων που συμμετέχουν στη χρήση εξοπλισμού ψηφιοποίησης και λογισμικού, και επίσης παρέχει εκπαίδευση σε τεχνικές ψηφιοποίησης και έρευνας.
Κέντρο | Ίδρυμα | Ίδρυση | Ιστοσελίδα | Images[1] | Σημειώσεις |
---|---|---|---|---|---|
Λονδίνο | Βρετανική Βιβλιοθήκη | 1994 | idp.bl.uk/ Αρχειοθετήθηκε 2011-07-20 στο Wayback Machine. | 142,552 | Φιλοξενεί επίσης εικόνες των ιδρυμάτων που δε διαθέτους δική τους ιστοσελίδα του ΔΠΝ, όπως το Βρετανικό Μουσείο και το Πανεπιστήμιο Πρίνστον. |
Πεκίνο | Εθνική Βιβλιοθήκη της Κίνας | 2001 | idp.nlc.gov.cn/ Αρχειοθετήθηκε 2011-02-01 στο Wayback Machine. | 75,994 | |
Κιότο | Πανεπιστήμιο Ρυουκόκου | 2004 | idp.afc.ryukoku.ac.jp/ Αρχειοθετήθηκε 2009-03-25 στο Wayback Machine. | 17,364 | |
Αγία Πετρούπολη | Ινστιτούτο Ανατολικών Χειρογράφων της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών | 2004 | idp.orientalstudies.ru/ Αρχειοθετήθηκε 2010-10-27 στο Wayback Machine. | 22,404 | |
Βερολίνο | Ακαδημία Επιστημών και Ανθρωπιστικών Σπουδών Βερολίνου-Βραδεμβούργου και Κρατική Βιβλιοθήκη Βερολίνου | 2005 | idp.bbaw.de/ Αρχειοθετήθηκε 2013-06-27 στο Wayback Machine. | 63,185 | |
Ντουνχουάνγκ | Ακαδημία Ντουνχουάνγκ | 2007 | idp.dha.ac.cn/ Αρχειοθετήθηκε 2011-07-07 στο Wayback Machine. | 1,059 | Υπεύθυνο για τα χειρόγραφα που βρίσκονται σε ιδρύματα της επαρχίας Γκανσού. |
Παρίσι | Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας και Μουσείο Guimet | 2008 | idp.bnf.fr/ Αρχειοθετήθηκε 2011-07-28 στο Wayback Machine. | 55,681 | |
Σεούλ | Ερευνητικό Ινστιτούτο Κορεατικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Κορέας | 2010 | idp.korea.ac.kr/ Αρχειοθετήθηκε 2011-01-01 στο Wayback Machine. | μη διαθέσιμο | |
Notes |
Η βάση δεδομένων του ΔΠΝ περιλαμβάνει υλικό που βρίσκεται σε σημαντικές συλλογές των ιδρυμάτων που συμμετέχουν στο πρόγραμμα.
Aurel Stein (1862–1943) διενέργησε τέσσερις αποστολές στην Κεντρική Ασία (1900–1901, 1906–1908, 1913–1916, και 1930–1931), κατά τη διάρκεια των οποίων συνέλεξε σημαντική ποσότητα υλικού, περιλαμβανομένου ενός μεγάλου αριθμού χειρογράφων που απέκτησε από τη "Βιβλιοθήκη του Σπηλαίου" (Σπήλαιο 17) των Σπηλαίων Μογκάο στο Ντουνχουάνγκ κατά της διάρκεια της δεύτερής του αποστολής.[3] Μέρος του υλικού που περισυνέλεξε, μεταξύ των οποίων τοιχογραφίες, αρχαιολογικά αντικείμενα και χειρόγραφα, στάλθηκε στην Ινδία, αφού οι τρεις πρώτες αποστολές είχαν χρηματοδοτηθεί από την Ινδική κυβέρνηση. Η πλειοψηφία του υλικού αυτού βρίσκεται τώρα στο Εθνικό Μουσείο της Ινδίας στο Νέο Δελχί, όμως ένα μικρό μέρος του υλικού από την πρώτη αποστολή του βρίσκεται στο Ινδικό Μουσείο στην Καλκούτα, και στο Μουσείο της Λαχώρης στο Πακιστάν. Το υπόλοιπο υλικό που συνέλεξε ο Stein μεταφέρθηκε στην αγγλία, και τώρα είναι διαμοιρασμένο μεταξύ της Βρετανικής Βιβλιοθήκης, του Βρετανικού Μουσείου, και του Μουσείου Βικτώρια & Άλμπερτ.[4]
Η Βρετανική Βιβλιοθήκη διατηρεί πάνω από 45.000 αντικείμενα collected by Stein, τα περισσότερα εκ των οποίων είναι χειρόγραφα, εκτυπωμένα κείμενα και χαραγμένα κομμάτια ξύλλου, σε μια μεγάλη γκάμα γραφών και γλωσσών, συμπεριλαμβανομένου: Κινεζικά, Θιβετιανά, Σανσκριτικά, Τανγκούτ, Κοτανικά, Τοχαρικά, Σογδιανά, Ουιγουρικά, Παλαιά Τουρκικά και Μογγολικά :[5]
Η Συλλογή Stein της Βρετανικής Βιβλιοθήκης περιλαμβάνει και κάποια άλλα αντικείμενα όπως αποκόμματα υφασμάτων, υφασμάτινα καλύμματα ιερών γραφών και φαρδιά πινέλα, όπως επίσης και πάνω από 10.000 φωτογραφίες, αρνητικά και διαφάνειες που παρήγαγε ο Stein.
Το Βρετανικό Μουσείο διατηρεί συλλογή άνω των 1.500 αρχαιολογικών αντικειμένων, που έχουν συλλεχθεί από διάφορες τοποθεσίες του Δρόμου του Μεταξιού από τον Stein, καθώς και μη-φιλολογικών αντικειμένων από το Σπήλαιο 17 στο Ντουνχουάνγκ, αποτελούμενη άνω των 240 πινάκων σε μετάξι ή χαρτί, 200 υφασμάτων, και περίπου 30 ξυλογραφιών.[6] Το μουσείο έχει στην κατοχή του επίσης πάνω από 4.000 νομίσματα που είχε συλλέξει ο Stein, τα τρία τέταρτα των οποίων είναι Κινεζικά, και τα περισσότερα από τα υπόλοιπα Ισλαμικά.[7] Εικόνες από το σύνολο των πινάκων και κάποιες από τα αντικείμενα υπάρχουν πλέον στη βάση δεδομένων του ΔΠΝ, και εικόνες των νομισμάτων ίσως προστεθούν κάποια στιγμή στο μέλλον.[4]
Το Μουσείο Βικτώρια & Άλμπερτ έχει στην κατοχή του συλλογή που ξεπερνά τα 650 υφάσματα που συνέλεξε ο Stein από διάφορες τοποθεσίες του Δρόμου του Μεταξιού,[8] το σύνολο των οποίων προστίθεται τώρα στη βάση δεδομένων του ΔΠΝ
Πολλά από τα προσωπικά έγγραφα του Stein βρίσκονται στο Τμήμα Δυτικών Χειρογράφων της Βιβλιοθήκης Bodleian στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης[9] Μια συλλογή προσωπικών εγγράφων και φωτογραφιών που βρίσκεται στη βιβλιοθήκη της Ουγγρικής Ακαδημίας των Επιστημών έχει προστεθεί στη βάση δεδομένων του ΔΠΝ.[4]
Η αφαίρεση από τον Stein τόσο μεγάλης ποσότητας πολιτισμικού και αρχαιολογικού υλικού από την Κίνα έχει προκαλέσει θυμό στην Κίνα, και υπάρχει αίτημα να επιστραφούν στην Κίνα τα κείμενα και τα αντικείμενα που συνέλεξε από το Ντουνχουάνγκ και κρατούνται τώρα στο Βρετανικό Μουσείο και τη Βρετανική Βιβλιοθήκη. Αν και η Κινεζική κυβέρνηση δεν έχει επισήμως αιτηθεί για την επιστροφή τους, το 2003 επίσημος της Κινεζική Πρεσβείας στο Λονδίνο δήλωσε ότι "σιγά σιγά, θα περιμένουμε να δούμε την επιστροφή των αντικειμένων που έχουν αφαιρεθεί από το Ντουνχουάνγκ - θα πρέπει να επιστραφούν εκεί που ανήκαν αρχικά".[10]
Η Συλλογή Hoernle πήρε το όνομά της από τον Augustus Hoernle (1841-1918) και είναι μια συλλογή χειρογράφων της Κεντρικής Ασίας που συνέλεξε η Ινδική κυβέρνηση. 22 πακέτα στάλθηκαν στον Hoernle στην Καλκούτα μεταξύ των ετών 1895 και 1899, και αυτά παραδόθηκαν στο Βρετανικό Μουσείο το 1902. Δέκα ακόμη πακέτα στάλθηκαν στον Hoernle στο Λονδίνο μετά τη συνταξιοδότησή του το 1899. Η Συλλογή Hoernle, που αποτελείται από περισσότερα από 2.000 Σανσκριτικά χειρόγραφα, 1.200 Τοχαρικά χειρόγραφα και περίπου 250 Κοτανικά χειρόγραφα, και μερικά Κινεζικά, Περσικά και Ουιγουρικά χειρόγραφα, βρίσκεται τώρα στη Βρετανική Βιβλιοθήκη.[5]
Ο Paul Pelliot (1878-1945) ήταν αρχηγός μιας αποστολής στην Κούτσα και το Ντουνχουάνγκ μεταξύ των ετών 1906-1908. Στην Κούτσα και αλλού στο Κινεζικό Τουρκεστάν συνέλεξε εκατοντάδες ξύλινα πλακίδια με χαράξεις στα Σανσκριτικά και Τοχαρικά, και στο Ντουνχουάνγκ, φτάνοντας εκεί ένα χρόνο μετά τον Stein, συνέλεξε χιλιάδες χειρόγραφα από τη 'Βιβλιοθήκη του Σπηλαίου' (Σπήλαιο 17).[11] Τα αντικείμενα που συνέλεξε ο Pelliot βρίσκονται στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας, και είναι διαιρεμένα στις ακόλουθες συλλογές:[12]
Ο Pyotr Kozlov διενέργησε μία αποστολή στο οχυρό Τανγκούτ της πόλης Καρα-Κότο στη διάρκεια των ετών 1907-1909. Η πόλη είχε εγκαταλειφθεί στ τέλη του 14ου αιώνα,[13] και το μεγαλύτερό της μέρος ήταν θαμμένο κάτω από την άμμο για αρκετές εκατοντάδες χρόνια. Ο Kozlov ξέθαψε χιλιάδες χειρόγραφα και ξυλογραφίες, τα περισσότερα γραμμένα στη νεκρή γλώσσα Τανγκούτ, τα οποία είχαν διατηρηθεί κάτω από την άμμο της Κάρα-Κότο. Η συλλογή κειμένων Τανγκούτ που έφερε ο Kozlov από την Κάρα-Κότο αρχικά στεγάζονταν στο μουσείο του Αλεξάνδρου ΙΙΙ της Ρωσίας στην Αγία Πετρούπολυ, αλλά μεταφέρθηκαν στο Ασιατικό Μουσείο το 1911. Τώρα βρίσκονται στο Ινστιτούτο Ανατολικών Χειρογράφων της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών στην Αγία Πετρούπολη. Εκτός από τα αρκετές χιλιάδες κείμενα Τανγκούτ, η συλλογή Kozlov περιλαμβάνει περίπου 660 χειρόγραφα και έντυπα βιβλία στα Κινέζικά, κυρίως Βουδιστικά κείμενα.[14]
Η τοποθεσία της Κάρα-Κότο
Pyotr Kozlov (1863–1935) made an expedition to the Tangut fortress city of Khara-Khoto during 1907–1909. The city had been abandoned in the late 14th century,[13] and had been largely buried in sand for several hundred years. Kozlov unearthed thousands of manuscripts and woodblock prints, mostly written in the dead Tangut language, which had been preserved beneath the sands of Khara-Khoto. The collection of Tangut texts that Kozlov brought back from Khara-Khoto were originally housed in the museum of Alexander III of Russia in St Petersburg, but were transferred to the Asiatic Museum in 1911. They are now held at the Institute of Oriental Manuscripts in St Petersburg. In addition to the several thousand Tangut texts, the Kozlov Collection includes about 660 manuscripts and printed books in Chinese, mostly Buddhist texts.[14]
Στα 1917 ο Aurel Stein έκανε ανασκαφές στην τοποθεσία της Κάρα-Κότο, κατά τη διάρκεια της τρίτης του αποστολής, και συνέλεξε αρκετές χιλιάδες υπολείμματα χειρογράφων Τανγκούτ που βρίσκονται τώρα στη Συλλογή Stein της Βρετανικής Βιβλιοθήκης.[14]
Ο Sergey Oldenburg (1863-1934), ο πρώτος διευθυντής του Ινστιτούτου Ανατολικών Σπουδών (αρχικά το Ασιατικό Μουσείο) στην Αγία Πετρούπολη, έκανε δύο αποστολές στην Κεντρική Ασία (1909-1910 και 1914-1915) οι οποίες έγιναν γνωστές με το όνομα 'Αποστολές Ρωσικού Τουρκεστάν'. Κατά τη διάρκεια της πρώτης αποστολής ο Oldenburg εξερεύνησε μερικές τοποθεσίες γύρω από την όαση Τουρπάν, περιλαμβάνοντας το Shikchin, το Yarkhoto, και την Κούτσα, και συνέλεξε τοιχογραφίες, πίνακες, πήλινα αντικείμενα και περίπου εκατό χειρόγραφα, κυρίων αποκόμματα γραμμένα στη γραφή Μπράχμι. Κατά τη διάρκεια της δεύτερής του αποστολής εξερεύνησε τα Σπήλαια Μογκάο στο Ντουνχουάνγκ, και επισκέφτηκε πάλι κάποιες από τις τοποθεσίες στην Τουρπάν που είχε επισκεφτεί αρχικά στην πρώτη του αποστολή. Ανακάλυψε έναν μεγάλο αριθμό αντικειμένων και αποκομμάτα χειρογράφων (σχεδόν 20.000 αποκόμματα, κάποια από αυτά πολύ μικρά σε διαστάσεις) στο Ντουνχουάνγκ, και επίσης αγόρασε περίπου 300 κυλίνδρους από ανθρώπους της περιοχής.[14]
Οι συλλογές Oldenburg είναι μοιρασμένες μεταξύ του Ινστιτούτου Ασιατικών Χειρογράφων και του Μουσείου Ερμιτάζ. Το Ινστιτούτο Ανατολικών Χειρογράφων διατηρεί περισσότερα από 19.000 αποκόμματα χειρογράφων και 365 χειρόγραφους κυλίνδρους που συνέλεξε ο Oldenburg από το Ντουνχουάνγκ, καθώς επίσης και περίπου 30 χειρόγραφα που συνέλεξε ο Sergey Malov κατά τη διάρκεια μιας αποστολής στο Κοτάν κατά τη διάρκεια των ετών 1909-1910, και περίπου 183 Ουιγουρικά χειρόγραφα που συνέλεξε ο N. N. Krotkov, ο Ρώσος πρέσβης στις πόλεις Ουρούμτσι και Γκούλτζα.[14]
Το Ερμιτάζ διατηρεί συλλογές και από τις δύο αποστολές του Oldenburg, συμπεριλαμβανομένου 66 Βουδιστικά πανό, 137 υπολείμματα μεταξιένιων πινάκων, 43 υπολείμματα χάρτινων πινάκων, 24 τοιχογραφίες, 38 κομμάτια υφασμάτων, και 8 αποκόμματα χειρογράφων. Τα προσωπικά έγγραφα, τα ημερολόγια, οι χάρτες και οι φωτογραφίες του Oldenburg που έχουν σχέση με τις δύο αποστολές βρίσκονται επίσης στο Ερμιτάζ.[14]
Κατά τη διάρκεια των ετών 1907-1908 ο Stein και ο Pelliot επισκέφθηκαν το Ντουνχουάνγκ, και αγόρασαν και οι δύο μεγάλες ποσότητες χειρογράφων από τον Wang Yuanlu (c.1849–1931), έναν Ταοϊστή μοναχό και αυτοδιορισμένο φύλακα των Σπηλαίων Μογκάο. Τα νέα για την ανακάλυψη αυτή των χειρογράφων έφτασαν στα αυτιά των Κινέζων επιστημόνων όταν ο Pelliot επισκέφτηκε το Πεκίνο στα 1909, και ο γνωστός επιστήμονας και αρχαιολάτρης Luo Zhenyu (1866–1940) έπεισε το Υπουργείο Εκπαίδευσης να ανακτήσει τα 8.000 περίπου εναπομείναντα χειρόγραφα. Το 1910 ο Fu Baoshu 傅寶書 στάλθηκε στο Ντουνχουάνγκ να φέρει τα χειρόγραφα που είχαν απομείνει πίσω στο Πεκίνο, αν και δεν πήρε τα Θιβετιανά χειρόγραφα. Κάποια από τα χειρόγραφα κλάπηκαν από τον υπουργό Li Shengduo 李盛鐸 αμέσως μετά την άφιξή τους στο Υπουργείο Παιδείας, αλλά λίγο μετά την Κινεζική Επανάσταση του 1911 τα χειρόγραφα τοποθετήθηκαν στη νεοϊδρυθείσα Μητροπολιτική Βιβλιοθήκη (η οποία θα μετονομαζόταν σε Εθνική Βιβλιοθήκη της Κίνας).[15]
Τα 8.697 χειρόγραφα που έφερε πίσω από το Ντουνχουάνγκ ο Fu Baoshu είναι ο κορμός της Συλλογής Ντουνχουάνγκ στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Κίνας, αλλά έχουν προστεθεί και άλλα από τότε μέσω διαφόρων αγορών και δωρεών, και τώρα η συλλογή της βιβλιοθήκης φτάνει περίπου τα 16.000 αντικείμενα, περιλαμβανομένου και 4.000 μικρών αποκομμάτων χειρογράφων.[15]
Ο Ōtani Kōzui (1876–1948) ήταν ένας κληρονομικός Βουδιστής επίσκοπος από το Κιότο της Ιαπωνίας, αλλά αλλά είχε σπουδάσει στο Λονδίνο, και αφού γνωρίστηκε με τους εξερευνητές Aurel Stein και Sven Hedin (1865–1952) απφάσισε να εξερευνήσει την Κεντρική Ασία και ο ίδιος, από τη Βουδιστική σκοπιά. Στα 1902 άφησε την Αγγλία για να επιστρέψει στην Ιαπωνία, διαμέσου της Αγίας Πετρούπολης, και μαζί με άλλους τέσσερις Γιαπωνέζους φοιτητές έφτασε στην Κασγκάρ. Από την Κασγκάρ η αποστολή χωρίστηκε σε δύο ομάδες, ο Ōtani και δύο άλλοι ταξίδεψαν προς το Σριναγκάρ και την Ινδία, πριν επιστρέψουν στην Ιαπωνία· και οι δύο άλλοι εξερεύνησαν στην περιοχή του Κοτάν και Τουρπάν, ανέσκαψαν την έως τότε ανεξερεύνητη τοποθεσία της Κούτσα, πριν επιστρέψουν στην Ιαπωνία το 1904. Ο Ōtani έγινε ο επίσκοπος του Μοναστηριού Nishi Honganji στο Κιότο μετά το θάνατο του πατέρα του στα 1903, και έτσι του ήταν αδύνατο να πάρει μέρος προσωπικά σε άλλες αποστολές, αλλά χρηματοδότησε περαιτέρω αποστολές στο Κινεζικό Τουρκεστάν τις χρονιές 1908-1909 και 1910-1914. Η τελευταία αποστολή έκανε ανασκαφές στους Τάφους της Αστανά έξω από την αρχαία πόλη Gaochang, και μετέφερε στην Ιαπωνία εννέα μούμιες και πολλά ταφικά κτερίσματα και κείμενα.[16]
Οι τρεις αποστολές του Ōtani είχαν σαν αποτέλεσμα μια μεγάλη συλλογή χειρογράφων (κυρίως Βουδιστικές σούτρα), πινακίδια, τοιχογραφίες, γλυπτά, υφάσματα, νομίσματα και σφραγίδες. Αυτά τα αντικείμενα ήταν αρχικά στεγασμένα στο Μοναστήρι Nishi Honganji, και έπειτα στην κατοικία του Ōtani, στη Βίλλα Niraku στο Κόμπε, αλλά το 1914 ο Ōtani παραιτήθηκε από επίσκοπος λόγω ενός σκανδάλου διαφθοράς, και μεγάλο μέρος της συλλογής του μεταφέρθηκε στη βίλλα του στην πόλη Λούσουν στην Κίνα. Έπειτα η συλλογή του διασκορπίστηκε σε διάφορες βιβλιοθήκες, μουσεία και συλλογές στην Ιαπωνία, την Κορέα, και την Κίνα.[16]
Τέσσερις Γερμανικές αποστολές έγιναν στο Τουρπάν στις χρονιές 1902-1903, 1904-1905, 1905-1907 και 1913-1914, η πρώτη και η τρίτη με αρχηγό τον Albert Grünwedel (1856-1935), και η δεύτερη και τέταρτη με αρχηγό τον Albert von Le Coq (1860–1930. Αυτές οι αποστολές έφεραν στο Βερολίνο τεράστια ποσότητα υλικού, περιλαμβανομένου τοιχογραφιών και άλλων αντικειμένων, όπως επίσης και περίπου 40.000 χειρόγραφα και αποκόμματα ξυλογραφιών γραμμένα σε περισσότερες από 20 διαφορετικές γραφές και γλώσσες. Τα αντικείμμενα που συλέχθηκαν στη διάρκεια των τεσσάρων αυτών αποστολών είναι τώρα μοιρασμένα σε δύο ιδρύματα στο Βερολίνο.[18]
Το ΔΠΝ έχει ψηφιοποιήση πάνω από 14.000 αντικείμενα από αυτές τις συλλογές, κυρίως αποκόμματα στα Κινεζικά, Μπράχμι και Σανσκριτικά. Τα Μεσσαία Περσικά, Παλαιά Τουρκικά και Μογγολικά αποκόμματα έχουν ψηφιοποιηθεί στα πλαίσια του Ψηφιακού Αρχείου Τουρπάν που φιλοξενείται από την Ακαδημία Επιστημών και Ανθρωπιστικών Σπουδών Βερολίνου-Βραδεμβούργου και τα αποκόμματα Τοχαρικών έχουν ψηφιοποιηθεί στα πλαίσια του προγράμματος TITUS από το Πανεπιστήμιο Γκαίτε Φρανκφούρτης.