Ο δικαιοδότης ήταν βυζαντινό δικαστικό αξίωμα, η ύπαρξη του οποίου αναφέρεται μεταξύ του 11ου-12ου αιώνα.
Ως αξίωμα υφίστατο ήδη από την Αρχαιότητα υπό την μη εξειδικευμένη έννοια "αυτού ο οποίος απονέμει το δίκαιο".[1] Το συγκεκριμένο αξίωμα πιθανώς να έλαβε εξειδικευμένη έννοια κατά την διάρκεια της περιόδου βασιλείας του Αλέξιου Α΄ Κομνηνού: το 1094 ο «δικαιοδότης» αναφέρεται ως ξεχωριστό αξίωμα, ενώ προέδρευε ενός εκ των κυριότερων δικαστηρίων της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας στην Κωνσταντινούπολη. Οι ακριβείς αρμοδιότητές του παραμένουν άγνωστες, ωστόσο το συγκεκριμένο αξίωμα ήταν εκ των σημαντικότερων στην δημόσια διοίκηση κατά την διάρκεια της ύπαρξής του. Οι κάτοχοί του συνήθως το κατείχαν παράλληλα με άλλα αξιώματα, συμπεριλαμβανομένης της σημαντικής θέσης του «κανίκλειου» (φύλακα του αυτοκρατορικού μελανοδοχείου). Ο τελευταίος κάτοχός του, ο «σεβαστός» Μιχαήλ Βελισσαριώτης, αναφέρεται το 1197.[1]