Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Δικαστική ψυχολογία ονομάζεται ο κλάδος της ψυχολογίας που εφαρμόζεται στο νομικό σύστημα. Περιλαμβάνει την εμπειρική, ψυχολογική έρευνα του δικαίου, των νομικών θεσμών, και των ανθρώπων που έρχονται σε επαφή με το νόμο. Οι δικαστικοί ψυχολόγοι συνήθως λαμβάνουν βασικές κοινωνικές και γνωστικές αρχές και τις εφαρμόζουν σε ζητήματα στο νομικό σύστημα, όπως στη μνήμη αυτοπτών μαρτύρων, στη λήψη αποφάσεων των ενόρκων, σε έρευνες και συνεντεύξεις. Ο όρος "δικαστική ψυχολογία" έχει έρθει μόλις πρόσφατα σε χρήση, κυρίως ως ένας τρόπος για να διαφοροποιήσει την πειραματική εστίαση της δικαστικής ψυχολογίας από την κλινικά προσανατολισμένη ιατροδικαστική ψυχολογία.
Μαζί, δικαστική και ιατροδικαστική ψυχολογία συγκροτούν το πεδίο που αναγνωρίζεται πιο γενικά ως "ψυχολογία και δίκαιο". Ακολουθώντας προηγούμενες προσπάθειες από ψυχολόγους να αντιμετωπίσουν νομικά ζητήματα, η ψυχολογία και το δίκαιο έγιναν ένα πεδίο μελέτης στη δεκαετία του 1960, ως μέρος μιας προσπάθειας να ενισχυθεί η δικαιοσύνη παρόλο που αυτή η ανησυχία μειώθηκε με την πάροδο του χρόνου. Το διεπιστημονικό τμήμα 41 της Αμερικανικής Ψυχολογικής Εταιρείας, ο Αμερικανικός Ψυχολογικός-Δικαστικός Σύλλογος, δραστηριοποιείται με στόχο την προώθηση των συνεισφορών της ψυχολογίας στην κατανόηση του δικαίου και των νομικών συστημάτων μέσω της έρευνας, καθώς και την παροχή εκπαίδευσης σε ψυχολόγους σε νομικά ζητήματα και την παροχή εκπαίδευσης στο νομικό προσωπικό σε ψυχολογικά ζητήματα. Περαιτέρω, η εντολή του είναι να ενημερώνει τις ψυχολογικές και νομικές κοινότητες και το ευρύ κοινό για την τρέχουσα έρευνα, την εκπαίδευση, και τις υπηρεσίες στον τομέα της ψυχολογίας και του δικαίου. Υπάρχουν παρόμοιοι σύλλογοι στη Μεγάλη Βρετανία και στην Ευρώπη.
Μια εναλλακτική μέθοδος για να περιγραφεί η δήλωση του αυτονόητου είναι ένα RUSSISM. (Russ~siz~em) π.χ. επισημαίνοντας ότι ήταν μια πολύ καλή ιδέα να τοποθετηθεί ένα μεγάλο παράθυρο σε έναν τοίχο που θα έχει μία εκπληκτική θέα.
Χαρακτηριστικό της δικαστικής ψυχολογίας είναι η συμμετοχή σε δικάσιμους ως μάρτυρας, μεταφράζοντας τα ψυχολογικά ευρήματα στη γλώσσα του δικαστηρίου, έτσι ώστε να γίνουν κατανοητά από το δικαστικό προσωπικό. Για να θεωρηθεί έμπιστος μάρτυρας, ο δικαστικός ψυχολόγος οφείλει να γνωρίζει τη φιλοσοφία και τους κανόνες του νομικού συστήματος.
Γενικά μιλώντας, οποιαδήποτε έρευνα που συνδυάζει τις ψυχολογικές αρχές με τις νομικές εφαρμογές ή πλαίσια θα μπορούσε να θεωρηθεί δικαστική ψυχολογία (αν και η έρευνα που περιλαμβάνει την κλινική ψυχολογία, π.χ., ψυχικές ασθένειες, ικανότητα, άμυνα της παραφροσύνης, το προφίλ του δράστη, κλπ. τυπικά κατηγοριοποιείται ως ιατροδικαστική ψυχολογία και όχι ως δικαστική ψυχολογία). Για κάποιο χρονικό διάστημα, οι ερευνητές της δικαστικής ψυχολογίας ήταν αρχικά επικεντρωμένοι σε ζητήματα που σχετίζονται με μαρτυρίες αυτοπτών μαρτύρων και λήψη αποφάσεων των ενόρκων, τόσο πολύ, που ο συντάκτης του "Δικαίου και Ανθρώπινης Συμπεριφοράς", το κορυφαίο περιοδικό δικαστικής ψυχολογίας, παρακάλεσε τους ερευνητές να επεκτείνουν το πεδίο της έρευνας και να προχωρήσουν σε άλλους τομείς.
Υπάρχουν πολλά περιοδικά δικαστικής ψυχολογίας, συμπεριλαμβανομένων των Δίκαιο και Ανθρώπινη Συμπεριφορά, Ψυχολογία, Δημόσια Πολιτική και Δίκαιο, Ψυχολογία, Έγκλημα και Δίκαιο και Περιοδικό της Ψυχιατρικής, της Ψυχολογίας και του Δικαίου, τα οποία επικεντρώνονται σε γενικά θέματα της εγκληματολογίας, και στο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης. Επιπλέον, η έρευνα των δικαστικών ψυχολόγων δημοσιεύεται τακτικά σε πιο γενικά περιοδικά που καλύπτουν τόσο βασικούς, όσο και εφαρμοσμένους τομείς έρευνας.
Οι δικαστικοί ψυχολόγοι τυπικά κατέχουν ένα πτυχίο Ψυχολογίας σε κάποιον τομέα της ψυχολογίας (π.χ. κλινική ψυχολογία, κοινωνική ψυχολογία, γνωστική ψυχολογία, κλπ.) και εφαρμόζουν τις γνώσεις τους αυτού του πεδίου στο δίκαιο. Παρόλο που η επίσημη νομική κατάρτιση (όπως ένα πτυχίο προπτυχιακών ή μεταπτυχιακών σπουδών στις Νομικές Επιστήμες) μπορεί να είναι χρήσιμο, οι περισσότεροι δικαστικοί ψυχολόγοι κατέχουν μόνο ένα πτυχίο Ψυχολογίας. Στην πραγματικότητα, ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η εξειδικευμένη νομική κατάρτιση διαλύει τον ψυχολογικό εμπειρισμό του ερευνητή. Για παράδειγμα, για να καταλάβει πώς «δουλεύει» η μνήμη των αυτόπτων μαρτύρων, ένας ψυχολόγος πρέπει να λάβει υπόψιν του τις διαδικασίες της μνήμης ως σύνολο, και όχι μόνο τις πτυχές που σχετίζονται με τον νόμο (π.χ., αναγνωριστική παράταξη υπόπτων, ακρίβεια της μαρτυρίας).
Ένας αυξανόμενος αριθμός πανεπιστημίων προσφέρουν εξειδικευμένη κατάρτιση στη δικαστική ψυχολογία. Μια λίστα των αμερικανικών πανεπιστημίων που προσφέρουν μεταπτυχιακή εκπαίδευση στη δικαστική ψυχολογία μπορεί να βρεθεί στην ιστοσελίδα του Αμερικανικού Συλλόγου Ψυχολογίας-Δικαίου.