Δωδεκαήμερο στην χριστιανική παράδοση ονομάζεται η χρονική περίοδος των δώδεκα ημερών από τα Χριστούγεννα (25 Δεκεμβρίου) μέχρι και την παραμονή των Θεοφανίων (5 Ιανουαρίου).
Για την Ορθόδοξη Εκκλησία, τόσο τα Χριστούγεννα όσο και τα Θεοφάνια συγκαταλέγονται στις δώδεκα μεγάλες εορτές, που έρχονται δεύτερες μόνο μετά το Πάσχα σε σημασία[1], αλλά και στις 10 Δεσποτικές εορτές.
Το Δωδεκαήμερο είναι χρονικό διάστημα χωρίς καμιά νηστεία εκτός από την τελευταία του ημέρα, την παραμονή των Θεοφανίων.[1] Κατά τη διάρκειά του η μία εορτή διαδέχεται την άλλη. Πρώτα-πρώτα ο εορτασμός των Χριστουγέννων εκτείνεται σε τρεις ημέρες: Ανήμερα εορτάζεται η «κατά σάρκα Γέννησις του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού», η προσκύνηση των ποιμένων της Βηθλεέμ και η άφιξη των Τριών Μάγων. Η δεύτερη ημέρα των Χριστουγέννων (26 Δεκεμβρίου) είναι η «Σύναξις της Θεοτόκου», αναφερόμενη στον ρόλο της Παναγίας στην Ενανθρώπηση του Υιού του Θεού, και είναι δημόσια αργία στην Ελλάδα. Η τρίτη ημέρα (27 Δεκεμβρίου) είναι η εορτή του Πρωτομάρτυρα και αρχιδιακόνου Αγίου Στεφάνου, η χρονική εγγύτητα της οποίας στα Χριστούγεννα τονίζεται στο κοντάκιο του αγίου: «Ο Δεσπότης χθες ημίν δια σαρκός επεδήμει και ο δούλος σήμερον από σαρκός εξεδήμει. Χθες μεν γαρ ο βασιλεύων σαρκί ετέχθη, σήμερον δε ο ικέτης λιθοβολείται».
Στις 29 Δεκεμβρίου είναι η εορτή των Αγίων 14.000 νηπίων, «των υπό του Ηρώδου αναιρεθέντων».
Τα μεθεόρτια των Χριστουγέννων συνεχίζονται μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου, ημέρα που είναι γνωστή ως «Απόδοσις της εορτής των Χριστουγέννων». Εξάλλου, η Κυριακή μετά τη Γέννηση, συνήθως αναφερόμενη ως Κυριακή προ των Θεοφανίων, έχει τη δική της λειτουργική σημασία, ως «μνήμη των Δικαίων»: του Μνήστορος Ιωσήφ, του προγόνου του, του Προφητάνακτος Δαβίδ, και του Ιακώβου του αδελφοθέου.
Μία ακόμα από τις δεσποτικές εορτές είναι εκείνη της Περιτομής του Ιησού Χριστού, την 1η Ιανουαρίου.[1] Την ίδια ημέρα είναι η εορτή του Αγίου Βασιλείου και για αυτό την πρώτη ημέρα του πολιτικού έτους τελείται η Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου.
Στις 2 Ιανουαρίου αρχίζουν τα προεόρτια των Θεοφανίων, ενώ στις 4 εορτάζεται η σύναξις των Εβδομήκοντα Αποστόλων.
Η Παραμονή των Θεοφανίων στις 5 Ιανουαρίου είναι ημέρα αυστηρής νηστείας, κατά την οποία οι θεοσεβείς δεν τρώνε τίποτα μέχρι να πιουν τον Μέγα Αγιασμό της επομένης, και γενικά το λειτουργικό περίγραμμα θυμίζει την παραμονή των Χριστουγέννων. Στους ναούς γίνεται η ακολουθία των Μεγάλων και Βασιλικών Ωρών, και το πρωί των Φώτων η Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου, την οποία ακολουθεί αμέσως η Ακολουθία του Εσπερινού, στο τέλος της οποίας γίνεται η τελετή του Μεγάλου Αγιασμού των Υδάτων, σε ανάμνηση της Βαπτίσεως του Χριστού.
Το Δωδεκαήμερο κατέχει σημαντικότατη θέση στην ελληνική λαϊκή λατρεία, επειδή συνδέεται με τις παραπάνω μεγάλες εορτές, ενώ περιέχει και την Πρωτοχρονιά. Κατά τη λαϊκή παράδοση, από την παραμονή των Χριστουγέννων μέχρι τα Θεοφάνια, οπότε «τα νερά είναι αβάφτιστα», ανεβαίνουν οι Καλικάντζαροι στην επιφάνεια της γης από τον Κάτω Κόσμο, μπαίνουν στα σπίτια από την καπνοδόχο και τα αναστατώνουν. Για να τους διώξουν, οι ένοικοι σχεδιάζουν το σημείο του Σταυρού σε διάφορα μέρη του σπιτιού και φροντίζουν να έχουν αναμμένη φωτιά. Ειδικότερα, στη Χίο και στη Θράκη ολόκληρο το Δωδεκαήμερο καίει στη «γωνιά» ένα χοντρό κούτσουρο, το «χριστόξυλο» ή «σκαρκάντζαλος». Τη στάχτη από το ξύλο αυτό την έριχναν στους αγρούς για να τους προφυλάξουν από κάθε κακό. Σχετικό έθιμο είναι και το άναμμα μεγάλης φωτιάς στο ύπαιθρο κατά την προπαραμονή, την παραμονή ή ανήμερα των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Θεοφανίων, με σκοπό το διώξιμο των δαιμονίων.[2]
Τα εορταστικά έθιμα του Δωδεκαημέρου αρχίζουν από την παραμονή των Χριστουγέννων με τα κάλαντα, που συνεχίζονται με τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς και τελειώνουν με τα κάλαντα της «θεότρεμης» γιορτής των Φώτων. Ανήμερα των Θεοφανίων αναβιώνουν παραδοσιακά μακεδονικά έθιμα που προέρχονται από τη διονυσιακή λατρεία στην περιοχή της Δράμας. Στη Νικήσιανη, τον Ξηροπόταμο[3] και το Μοναστηράκι Δράμας αναβιώνει το δρώμενο των «Αράπηδων»,[4] με το θίασο -την «τσέτα»- να αποτελείται από τους «Αράπηδες», τις «Γκιλίγκες», τους «Παππούδες» και τους «Τσολιάδες». Στην Καλή Βρύση Δράμας αλλά και σε άλλα χωριά[5] λαμβάνουν χώρα τα «Μπαμπούγερα» αρχαίο έθιμο της Μακεδονίας κατά το οποίο άντρες μεταμφιεσμένοι ζωόμορφα, ζωσμένοι με βαριά κουδούνια, οι οποίοι με το σακίδιο στάχτης που κρατούν στο χέρι χτυπούν τον κόσμο για να ξορκίσουν το κακό. Στους Πύργους Δράμας η τέλεση του δρώμενου «Αρκούδες», ξεκινάει από το πρωί των Θεοφανίων και διαρκεί τρεις μέρες. Στην Πετρούσα (14 χλμ. από Δράμα), αναβιώνει το «Μπάμπιντεν» ένα αρχαίο δρώμενο που ονομάζεται και το δρώμενο της «Μπάμπως». Κυρίαρχο σύμβολο του εθίμου είναι η καμήλα, που συμβολίζει τις αντίξοες συνθήκες και τις περιπέτειες του ανθρώπου μέσα στη ζωή. Η ολοκλήρωση του δρώμενου τελείται με τρανό χορό, κρασί και κουρμπάνι.[6][7][8]
Τα Χριστούγεννα είναι δημόσια αργία στα περισσότερα κράτη του Δυτικού Κόσμου. Η μνήμη του Αγίου Στεφάνου εορτάζεται στη Δύση στις 26 Δεκεμβρίου και στη Ρωμαιοκαθολική Ιρλανδία είναι γνωστή και ως «Ημέρα του Tρυποφράχτη» (Wren Day), συνδεόμενη με το κυνήγι ενός τέτοιου πτηνού και δρώμενα μεταμφιέσεων. Στη Μεγάλη Βρετανία και στις πρώην βρετανικές αποικίες είναι γνωστή ως Boxing Day, επίσης δημόσια αργία στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Ιρλανδία.
Η παραμονή της Πρωτοχρονιάς, 31 Δεκεμβρίου είναι η εορτή του αγίου Πάπα Σιλβέστρου Α΄. Η μετάβαση στο νέο έτος αποτελεί αφορμή για μη θρησκευτικούς εορτασμούς σε πολλές χώρες, και σε αρκετές γλώσσες η νύχτα της αλλαγής έτους είναι γνωστή και ως «Νύχτα του Αγίου Σιλβέστρου» («Notte di San Silvestro» στην ιταλική, «Silvesternacht» στη γερμανική και «Réveillon de la Saint-Sylvestre» στη γαλλική).
Ανήμερα την Πρωτοχρονιά συνεχίζονται οι σχετικές κοσμικές εκδηλώσεις, αλλά για τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία είναι εορτή της Παναγίας ως Μητέρας του Θεού (Maria Santissima Madre di Dio), που συμπίπτει με τη λειτουργική οκτάβα των Χριστουγέννων, αντίστοιχη της «αποδόσεως» της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Εορταζόταν επίσης, ακόμα και σήμερα σε μερικά δόγματα, η Περιτομή του Ιησού. Αυτή ή κάποια κοντινή ημερομηνία τιμάται επίσης στα νεότερα χρόνια από τον Πάπα και τους Ρωμαιοκαθολικούς ως Παγκόσμια Ημέρα της Ειρήνης.[9]
Σε αρκετές χώρες, όπως στις ΗΠΑ, τα Θεοφάνια μεταφέρονται στην πρώτη Κυριακή μετά την 1η Ιανουαρίου, ώστε να την εορτάζουν οι Χριστιανοί σε ημέρα αργίας. Επομένως, θα πέσει στις περισσότερες των περιπτώσεων μέσα στο Δωδεκαήμερο.
Στο Γενικό Εορτολόγιο της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας υπάρχουν και αρκετές άλλες εορτές αγίων στο πρώτο μέρος του Δωδεκαημέρου, εκτός αυτής του Αγίου Στεφάνου: του Αγίου Αποστόλου και Ευαγγελιστού Ιωάννου στις 27 Δεκεμβρίου, των «Αγίων Αθώων» (εννοούνται τα 14.000 νήπια, «τα υπό του Ηρώδου αναιρεθέντα») στις 28, του Αγίου Επισκόπου και Μάρτυρος Τόμας Μπέκετ στις 29 και της Αγίας Οικογενείας του Ιησού, της Μαρίας και του Ιωσήφ την Κυριακή μετά τα Χριστούγεννα ή, αν τα Χριστούγεννα πέφτουν Κυριακή, στις 30 Δεκεμβρίου. Μέσα στο νέο έτος υπάρχουν οι εορτές του Αγίου Βασιλείου και του Γρηγορίου του Θεολόγου στις 2 Ιανουαρίου, αλλά και η «Εορτή του Αγίου Ονόματος του Ιησού» στις 3 Ιανουαρίου.
Πολλοί άλλοι λιγότερο γνωστοί άγιοι εορτάζονται βεβαίως, κυρίως σε τοπικό επίπεδο. Καθώς φαίνεται από απόφαση της Συνόδου της Τουρ του 567, η συσσώρευση σημαντικών εορτών καθημερινά κατά την περίοδο μεταξύ Χριστουγέννων και Θεοφανίων είχε πιθανώς ως σκοπό να μη νηστεύουν ούτε οι μοναχοί τις ημέρες μετά τα Χριστούγεννα και τη νηστεία που προηγείτο.[10] Αλλά οι τρεις πρώτες ημέρες του νέου έτους έπρεπε να είναι ημέρες προσευχής και μετανοίας, ώστε οι πιστοί Χριστιανοί να απέχουν από τις ειδωλολατρικές πρακτικές και την κραιπάλη που συνδέονταν με τους εορτασμούς για το νέο έτος. Για τον λόγο αυτόν, η 4η Σύνοδος του Τολέδου (633) αποφάσισε αυστηρή νηστεία κατά τις ημέρες αυτές.[11]
Στη μεσαιωνική Αγγλία το Δωδεκαήμερο ήταν ένα διάστημα συνεχών γλεντιών, που κορυφώνονταν κατά τη Δωδέκατη Νύχτα, το παραδοσιακό τέλος της εποχής των Χριστουγέννων, της λεγόμενης «Christmastide». Η ίδια η νύχτα απαθανατίσθηκε από την ομώνυμη κωμωδία του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, γνωστή και με τον τίτλο Όπως σας αρέσει. Συχνά ένας «Λόρδος της Αταξίας» εκλεγόταν ως επικεφαλής των γλεντιών.[12]
Κάποιες από αυτές τις παραδόσεις του Δωδεκαημέρου αποτελούσαν τροποποιημένα παγανιστικά έθιμα (ακριβώς όπως μερικά αποκριάτικα έθιμα στις ρωμαιοκαθολικές χώρες και στην Ελλάδα). Την ίδια περίπου εποχή του έτους οι ειδωλολάτρες εόρταζαν τα Σατουρνάλια (αρχαία Ρώμη) και τη Γιούλη (γερμανικά φύλα).[13]
Οι πρώτοι άποικοι στη Β. Αμερική έφεραν μαζί τους τα έθιμα του Δωδεκαημέρου από την Αγγλία και τα προσάρμοσαν στο νέο τους περιβάλλον, προσθέτοντας τις δικές τους παραλλαγές με την πάροδο των αιώνων, όπως το χριστουγεννιάτικο πράσινο στεφάνι από αειθαλή φυτά.[14] Η κατασκευή των στεφανιών στο σπίτι ήταν μία από τις παραδόσεις της παραμονής των Χριστουγέννων και τα στεφάνια παρέμεναν κρεμασμένα στην εξώπορτα του σπιτιού από την πρώτη μέχρι την τελευταία (12η) νύχτα του Δωδεκαημέρου, τα ξημερώματα των Φώτων. Ακολουθώντας την αγγλοσαξονική παράδοση, όλοι οι στολισμοί κατέβαιναν μέχρι το πρωί των Φώτων, ημέρα κατά την οποία κατανάλωναν και όλα τα γιορτινά φαγώσιμα που είχαν απομείνει. Καθώς και σε άλλες δυτικοευρωπαϊκές χώρες, ένα ειδικό γλύκισμα, το «Γλύκισμα του Βασιλιά», ψηνόταν την παραμονή των Φώτων για τα Θεοφάνια.
Τελείως αντίστοιχη με το «χριστόξυλο» (βλ. ενότητα «Ελληνικά έθιμα») είναι η παράδοση του «yule log», ενός ειδικά επιλεγμένου κούτσουρου που πρωτοάναβε τη νύχτα των Χριστουγέννων και αφηνόταν να καεί από λίγο την κάθε νύχτα μέχρι το τέλος του Δωδεκαημέρου.
Αυτό το λήμμα σχετικά με τον Χριστιανισμό χρειάζεται επέκταση. Μπορείτε να βοηθήσετε την Βικιπαίδεια επεκτείνοντάς το. |