Στην Γκάμπια διεξάγονται εκλογές για πρόεδρο και για κοινοβούλιο. Αρχηγός Κράτους στη χώρα είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο οποίος είναι και αρχηγός κυβερνήσεως. Η νομοθετική εξουσία ασκείται από την Εθνοσυνέλευση, η οποία απαρτίζεται από 53 μέλη, εκ των οποίων τα 5 διορίζονται από τον Πρόεδρο και τα υπόλοιπα εκλέγονται από το λαό για πενταετή θητεία.
Δικαίωμα ψήφου στις εκλογές έχουν όσες και όσοι είναι ηλικίας 18 ετών και άνω.
Στις πρώτες προεδρικές εκλογές, που διεξήχθησαν στις 4-5 Μαΐου 1982, πρόεδρος εξελέγη ο Ντάουντα Τζαγουάρα. Οι εκλογές εκείνες έγιναν ταυτόχρονα με τις βουλευτικές, για πρώτη φορά στην πολιτική ιστορία της χώρας.
Δύο χρόνια μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1994, έγιναν εκλογές για πρόεδρο, στις 29 Σεπτεμβρίου 1996. Ήταν οι πρώτες εκλογές που διεξήχθησαν ξεχωριστά από τις βουλευτικές εκλογές και με ένα νέο σύνταγμα. Η προσέλευση των ψηφοφόρων ήταν σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα, καθώς το 88% των 446.541 εγγεγραμμένων ψηφοφόρων προσήλθαν στις κάλπες.Παρότι στην αρχή δήλωσε ότι δεν θα ήταν υποψήφιος στις εκλογές, ο Γιαγιά Τζαμέ εισήλθε στον εκλογικό αγώνα λίγο πριν την ψηφοφορία. Αναδείχθηκε νικητής, αποσπώντας ποσοστό 55,8% των ψήφων.
Οι εκλογές επικρίθηκαν ως άδικες λόγω της κρατικής καταστολής σε δημοσιογράφους και ηγέτες της αντιπολίτευσης.[1]
Στις προεδρικές εκλογές του 2006 επανεξελέγη ο πρόεδρος Γιαγιά Τζαμέ, με ποσοστό 67,3% των ψήφων. Ο Ουσάινου Ντάρμπο, ο οποίος τερμάτισε δεύτερος με 27% των ψήφων, απέρριψε τα επίσημα αποτελέσματα, λέγοντας ότι οι εκλογές δεν ήταν ελεύθερες και δίκαιες και ότι ήταν διάχυτος ο εκφοβισμός των ψηφοφόρων.[2]
Στις προεδρικές εκλογές που διενεργήθηκαν στις 24 Νοεμβρίου 2011 ο πρόεδρος Γιαγιά Τζαμέ επανεξελέγη με συντριπτικό ποσοστό[3] και με συμμετοχή στις εκλογές της τάξης του 83%.[4]
Το μη αναμενόμενο αποτέλεσμα των εκλογών του 2016 ήταν να κερδίσει η αντιπολίτευση και να εκλεγεί νέος πρόεδρος ο αρχηγός της, Αντάμα Μπάροου. Ο μέχρι τότε πρόεδρος, Γιαγιά Τζαμέ, ο οποίος αρχικά παραδέχθηκε την ήττα του, λίγες ημέρες αργότερα αμφισβήτησε το αποτέλεσμα, ζητώντας τη διεξαγωγή νέων εκλογών.[5] Έπειτα από τη στρατιωτική επέμβαση της γειτονικής Σενεγάλης, στο έδαφος της οποίας ορκίστηκε πρόεδρος ο Μπάροου,[6] και άλλων αφρικανικών χωρών, ο Τζαμέ αποχώρησε από την προεδρία έπειτα από 22 χρόνια και εγκατέλειψε τη χώρα. Ο Μπάροου επέστρεψε στην Γκάμπια και ανέλαβε κανονικά καθήκοντα, τον Ιανουάριο του 2017.
Η πρώτη άμεση εκλογή ενός αντιπροσώπου στο Νομοθετικό Συμβούλιο της Γκάμπια έγινε το 1947.[7]
Το εν λόγω συμβούλιο είχε αναδιοργανωθεί από το 1946 και τα μέλη του αυξήθηκαν από τα 11 στα 14 μέλη. Η σύνθεσή του θα περιελάμβανε 3 μέλη ex-officio, 3 αξιωματούχους, 6 διορισμένα μέλη και 1 εκλεγμένο μέλος.[8] Ο ιδρυτής της Εργατικής Ένωσης της Γκάμπια, Έντουαρντ Φράνσις Σμολ κέρδισε την έδρα.[9][10]
Οι εκλογές του 1951 ήταν οι πρώτες με τη συμμετοχή πολιτικών κομμάτων.[11] Οι εκλεγμένες έδρες ήταν 3 και τα νεοσύστατα κόμματα που έλαβαν μέρος ήταν το Δημοκρατικό Κόμμα και το Μουσουλμανικό Κόμμα του Κογκρέσου.
Έπειτα από αλλαγές στο σύνταγμα, έγιναν εκλογές το 1954 και ο αριθμός των αιρετών μελών στο νομοθετικό συμβούλιο αυξήθηκε από 3 σε 4. Επιπρόσθετα, θα υπήρχαν 7 μέλη μη εκλεγμένα.[12]
Με ένα νέο σύνταγμα διεξήχθησαν εκλογές το 1960, καθώς θεσμοθετήθηκε η Βουλή των Αντιπροσώπων. Το νέο νομοθετικό σώμα αριθμούσε συνολικά 19 έδρες που αναδεικνύονταν με εκλογές. Οι οκτώ έδρες προορίζονταν για τους αρχηγούς (των φυλών).[13] Μέλη ήταν επίσης ο Γενικός Κυβερνήτης, ο πρόεδρος της βουλής (διοριζόταν τότε από τον γενικό κυβερνήτη), ο Γενικός Εισαγγελέας και άλλοι.
Στις εκλογές, το Λαϊκό Προοδευτικό Κόμμα κέρδισε 9 επί συνόλου 19 εκλεγμένων εδρών. Ωστόσο, η πλειοψηφία των φυλάρχων υποστήριξε τον αρχηγό του Ενωμένου Κόμματος, Πιέρ Σαρ Εντζί, ο οποίος έγινε ο πρώτος ανώτερος υπουργός στην Γκάμπια, τον Μάρτιο του 1961.[14]
Οι τελευταίες γενικές εκλογές πριν την ανεξαρτησία διενεργήθηκαν στο διάστημα ανάμεσα στις 22 και στις 31 Μαΐου 1962. Το αποτέλεσμα ήταν η νίκη του Λαϊκού Προοδευτικού Κόμματος, το οποίο κατέλαβε τις 18 από τις 32 έδρες που πληρώθηκαν με τις εκλογές.[15] Άλλα οκτώ μέλη διορίστηκαν από τον Γενικό Κυβερνήτη και τους αρχηγούς φυλών του προτεκτοράτου.
Οι πρώτες εκλογές μετά την ανεξαρτησία έγιναν στις 26 Μαΐου 1966. Το κυβερνών Λαϊκό Προοδευτικό Κόμμα κέρδισε τις 24 από τις συνολικά 32 έδρες που αποφασίστηκαν με τις εκλογές.[16] Η συμμετοχή διαμορφώθηκε στο 71,1%.[17]
Οι επόμενες βουλευτικές εκλογές διεξήχθησαν στις 28 και στις 29 Μαρτίου 1972. Νικητής αναδείχθηκε ξανά το κυβερνών Λαϊκό Προοδευτικό Κόμμα, εκλέγοντας 28 επί συνόλου 32 εκλεγμένων βουλευτών.[18]
Στις εκλογές του 1977, που διεξήχθησαν το διήμερο 4-5 Απριλίου, κέρδισε ξανά το κυβερνών Λαϊκό Προοδευτικό Κόμμα, εκλέγοντας 29 βουλευτές επί συνόλου 35 εκλεγμένων βουλευτών. Οι εγγεγραμμένοι ψηφοφόροι ήταν 216.234.[19]
Οι βουλευτικές εκλογές των ετών 1982, 1987 και 1992 συνέπεσαν με τις προεδρικές. (Δείτε παραπάνω).
Λίγους μήνες μετά τη διεξαγωγή των προεδρικών εκλογών του 1996, έγιναν βουλευτικές εκλογές στις 2 Ιανουαρίου 1997. Ήταν οι πρώτες βουλευτικές εκλογές από το πραξικόπημα του 1994 και οι πρώτες που διενεργήθηκαν με βάση το νέο σύνταγμα. Ωστόσο, με το Διάταγμα 89 τα κόμματα που είχαν ιδρυθεί πριν το 1994 (όπως το άλλοτε κυβερνών Λαϊκό Προοδευτικό Κόμμα) τελούσαν ακόμα υπό απαγόρευση.[20]
Η αρχική ημερομηνία διεξαγωγής των εκλογών ήταν η 11η Δεκεμβρίου 1996, ωστόσο αναβλήθηκαν εξαιτίας της επίθεσης που έλαβε χώρα σε στρατώνα στο Φαραφέννι στις αρχές Νοεμβρίου, με αποτέλεσμα να απαγορευτούν όλες οι πολιτικές συγκεντρώσεις.[21] Το κόμμα του Γιαγιά Τζαμέ Συνασπισμός για Πατριωτικό Επαναπροσανατολισμό και Δόμηση κέρδισε τις 33 από τις συνολικά 45 έδρες, που ήταν αρκετές για να τροποποιήσει το σύνταγμα.
Οι επόμενες βουλευτικές εκλογές διεξήχθησαν στις 17 Ιανουαρίου 2002. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης στην πλειοψηφία τους έκαναν μποϊκοτάζ.[22] Ως αποτέλεσμα το κυβερνών κόμμα του Τζαμέ Συνασπισμός για Πατριωτικό Επαναπροσανατολισμό και Δόμηση κέρδισε χωρίς αντίπαλο τις 33 από τις 48 έδρες που αποφασίστηκαν με εκλογές.[23] Επίσης, το ίδιο κόμμα κέρδισε τις 12 από τις συνολικά 15 έδρες που διεκδικήθηκαν και από την αντιπολίτευση. Η συμμετοχή ήταν 56,4% στις έδρες όπου οι πολίτες ψήφισαν.
Στις βουλευτικές εκλογές στις 25 Ιανουαρίου 2007 το κυβερνών κόμμα Συνασπισμός για Πατριωτικό Επαναπροσανατολισμό και Δόμηση (APRC) κέρδισε 42 έδρες.[24]
Το κυβερνών κόμμα του Τζαμέ κέρδισε τις βουλευτικές εκλογές που έγιναν στις 29 Μαρτίου 2012. Επί συνόλου 48 εδρών, το APRC κέρδισε 43 έδρες, το NRP μία έδρα και οι ανεξάρτητοι κέρδισαν 4 έδρες.[25] Το APRC πήρε 25 έδρες χωρίς αντίπαλο, καθώς δόθηκαν αυτόματα στο κόμμα.
Οι εκλογές του 2017 ήταν οι πρώτες εκλογές για κοινοβούλιο από την ανάληψη της προεδρίας από τον Αντάμα Μπάροου. Κέρδισε σαρωτική νίκη το νεοσύστατο Ενωμένο Δημοκρατικό Κόμμα, εξασφαλίζοντας τις 31 από τις συνολικά 53 έδρες της εθνοσυνέλευσης.
Στη χώρα έχουν διενεργηθεί και 3 δημοψηφίσματα.
Το πρώτο δημοψήφισμα από την ανεξαρτησία της χώρας διενεργήθηκε στις 24 Νοεμβρίου 1965.[26] Οι εγγεγραμμένοι ήταν 154.626 και ψήφισαν οι 93.484 (τα έγκυρα). Οι ψηφοφόροι υποστήριξαν την πρόταση να γίνει δημοκρατία η χώρα, σε ποσοστό 65,85%. Ωστόσο, δεν συμπληρώθηκε το απαιτούμενο ποσοστό των 2/3 προκειμένου να γίνει δεκτή η πρόταση. Ως αποτέλεσμα, ακολούθησε και δεύτερο δημοψήφισμα, έπειτα από 5 χρόνια.
Τον Απρίλιο του 1970 διεξήχθη ξανά ένα δημοψήφισμα για να γίνει η χώρα δημοκρατία. Οι πολίτες (προσέλευση 90,1%) ενέκριναν την πρόταση με ποσοστό 70,45% έναντι 29,55% που καταψήφισαν την πρόταση να καταργηθεί η μοναρχία και να αντικατασταθεί ο Γενικός Κυβερνήτης από τον Πρόεδρο. Ως αποτέλεσμα, στις 24 Απριλίου 1970 ο Ντάουντα Τζαγουάρα εξελέγη από την Εθνοσυνέλευση ως ο πρώτος Πρόεδρος της Γκάμπια.[27]
Δύο χρόνια μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα που έφερε στην εξουσία τον Γιαγιά Τζαμέ, διεξήχθη δημοψήφισμα για ένα νέο σύνταγμα. Η ψηφοφορία έγινε στις 8 Αυγούστου 1996, με ποσοστό συμμετοχής 86,9%. Το νέο σύνταγμα εγκρίθηκε από το 70,36% των ψηφοφόρων έναντι 29,6% που το καταψήφισαν.[28] Με το νέο σύνταγμα μειώθηκε το όριο ηλικίας για παραχώρηση δικαιώματος ψήφου από τα 21 στα 18, επετράπη η διεξαγωγή πολυκομματικών εκλογών και η θητεία του προέδρου κατέστη απεριόριστη (πενταετείς θητείες με απεριόριστη δυνατότητα ανανέωσης).