Ο όρος Ελ (Εβραϊκά: אֵל ʾēl, Φοινικικά: 𐤀𐤋ʾīl,[1] Ουγκαριτικά: 𐎛𐎍 ʾīlu) είναι Bορειοδυτική σημιτική λέξη που σημαίνει "θεός" και χρησιμοποιείται ως το κύριο όνομα διαφόρων αρχαίων θεοτήτων της Εγγύς Ανατολής. Συγκεκριμένες θεότητες με το όνομα Ελ, Ηλ ή Ιλ ήταν ο βασιλιάς θεός της αρχαίας χαναανιτικής θρησκείας[2] και ο βασιλιάς θεός των ομιλητών της Ανατολικής σημιτικής γλώσσας κατά την πρώιμη δυναστική περίοδο της Μεσοποταμίας (2900 - 2350 π.Χ.).[3] Στους Χετταίους ο Ελ ήταν γνωστός ως Ελκουνίρσα (Elkunirsa). Το όνομα προέρχεται από πρωτοσημτικό θέμα *ʔ il-, που σήμαινε "θεός".[4]