Επίπρεμνο | ||||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Το είδος Epipremnum pinnatum
| ||||||||||||||
Συστηματική ταξινόμηση | ||||||||||||||
|
Το επίπρεμνο (επιστημονική και λατινική ονομασία Epipremnum) είναι γένος μονοκοτυλήδονων φυτών, που ανήκουν στην οικογένεια αροειδή. Τα φυτά αυτά είναι αειθαλή, πολυετή και αναρριχητικά (αγκιστρώνονται χάρη στις εναέριες ρίζες τους)[1]. Είναι ιθαγενή των τροπικών δασών, από την Κίνα, τη βόρεια Ινδία έως τα Ιμαλάια, και τη Νοτιοανατολική Ασία μέχρι την Αυστραλία και τα νησιά του δυτικού Ειρηνικού Ωκεανού.[2][3] Κάποιες φορές συγχέονται με άλλα πολύ συγγενικά γένη, όπως τα Rhaphidophora, Scindapsus και Amydrium. Η ονομασία Epipremnum ετυμολογείται από τις αρχαίες ελληνικές λέξεις ἐπί και πρέμνον (= το κάτω μέρος του κορμού με τη ρίζα από ένα κομμένο δένδρο).[4]
Τα επίπρεμνα μπορούν να φθάσουν σε ύψος-μήκος μεγαλύτερο των 40 μέτρων, ενώ τα σύνθετα φύλλα τους φθάνουν σε μήκος έως και τρία μέτρα, αλλά όταν καλλιεργούνται σε γλάστρες οι διαστάσεις αυτές είναι πολύ μικρότερες. Καλλιεργούμενα ως καλλωπιστικά φυτά, είναι γνωστά με τις κοινές ονομασίες πόθος ή «κισσός του διαβόλου» (devil's ivy) και αποτελούν φυτά εσωτερικού χώρου σε περιοχές της εύκρατης ζώνης. Η ονομασία «πόθος» δημιουργεί πάντως σύγχυση με το διαφορετικό γένος Pothos, που ανήκει επίσης στην οικογένεια αροειδή. Τα νεαρά φύλλα είναι έχουν ανοικτό λαμπερό πράσινο χρώμα, συχνά με ακανόνιστα μοτίβα λευκοκίτρινου ή λευκού χρώματος.
Στα επίπρεμνα όλα τα μέρη του φυτού είναι τοξικά, κυρίως εξαιτίας της παρουσίας τριχοσκληροειδών (μακρών αιχμηρών κυττάρων) και ραφίδων (βελονοειδών κρυστάλλων οξαλικού ασβεστίου).
Σήμερα αναγνωρίζονται γενικώς τα εξής 15 είδη επιπρέμνου: