Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Συντεταγμένες: 41°03′18″N 28°22′15″E / 41.05500°N 28.37083°E
Επιβάτες | |
---|---|
41°3′14″N 28°22′1″E | |
Χώρα | Τουρκία |
Διοικητική υπαγωγή | Σηλυβρία |
Γεωγραφική υπαγωγή | European Side |
Πληθυσμός | 23.963 (2023)[1] |
Ταχ. κωδ. | 34590[2] |
Τηλ. κωδ. | 212[3] |
Ζώνη ώρας | UTC+03:00 |
Οι Επιβάτες (σημερινή ονομασία στα τουρκικά: Σελίμπασα, Selimpaşa) είναι παράλια κωμόπολη της Ανατολικής Θράκης, στην επαρχία Σηλυβρίας του νομού Κωνσταντινούπολης. Σύμφωνα με την απογραφή του 2007, ο πληθυσμός της πόλης είναι 11.955 κάτοικοι.
Οι Επιβάτες ήταν μία από τις σημαντικότερες κωμοπόλεις πέριξ της Κωνσταντινουπόλεως, και υπαγόταν εκκλησιαστικά στην Μητρόπολη Σηλυβρίας και διοικητικά στην διοίκηση Μετρών. Ήταν κτισμένη επί της Εγνατίας οδού και λόγω της γεωγραφικής της θέσεως, αποτελούσε κέντρο διερχομένων προς και από την Κωνσταντινούπολη. Κατοικούνταν αποκλειστικά από Έλληνες, ενώ διακρινόταν για τα εκπαιδευτικά της ιδρύματα.
Ο Ευστράτιος Δράκος, ο οποίος πέρασε το 1890 από τους Επιβάτες, γράφει χαρακτηριστικά, στο βιβλίο του "Θρακικά":
«Δύο πόλεις ἐμπορικώτεραι τῶν ἄλλων, πλὴν τῆς βασιλευούσης εἰσὶν ἄξιαι λόγου καὶ ἐπαίνου ἐντός τῆς Προποντίδος ἡ Ραιδεστός καὶ ἡ Πάνορμος, λογιωτέρα δὲ ἀπασῶν ἡ κωμόπολις Ἐπιβάται ὡς ἐκ τῶν Ἀρχιγενείων καθιδρυμάτων· καὶ πραγματικῶς καμία πόλις ἐκ τῶν δευτερευουσῶν ἐπὶ τῆς προποντιακῆς παραλίας ἀπολαύει γυμνάσιον τέλειον ἀρρένων, ἔλλατον δὲ θηλέων, πλὴν τῆς Πρωτευούσης καὶ τῆς περί ἧς ὁ λόγος κωμοπόλεως. [...] Ἐν τοσούτῳ αὕτη ἡ κωμόπολις φαίνεται διαλάμπουσα περὶ τὰ μέσα καὶ τέλη τῆς βυζαντινῆς ἐποχῆς, διότι οἱ ἱστορικοί ἀναφέρουσιν αὐτὴν μετὰ τῶν ἐγγύς σπουδαιοτέρων πόλεων Ἡράκλειας καὶ Τυρολόης, Βισάνθης καὶ Σηλυβρίας.»
Εκεί μαρτύρησαν κατά το έτος 298 ο Άγιος Αγαθόνικος και οι σύν αυτώ, ενώ εκεί γεννήθηκαν στις αρχές του 10ου αιώνα η Οσία Παρασκευή, και ο Άγιος Ευθύμιος Μαδύτου, οι οποίοι ήταν αδέλφια. Άλλες σημαντικές προσωπικότητες που κατάγονταν ή γεννήθηκαν στους Έπιβάτες είναι οι Σαράντης Αρχιγένης, Βλάσης Γαβριηλίδης, ο Άρχων Πρωτοψάλτης του Πατριαρχείου Γεώργιος Σαρανταεκκλησιώτης, ο αρχιτέκτονας που κατάφερε να εκχερσώσει την Βλάγκα και να κατασκευάσει την πρώτη πλωτή γέφυρα της ιστορίας Κωνσταντής Κάλφας, ο αρχιτέκτονας Νικολάκης Τζελέπης Εφένδης, Κάλφας του Γιλντίζ, η Κατίνα Βεΐκου - Σεραμέτη κ.α.
Μεταξύ των ετών 1327-1341 ο Μέγας Δούξ Αλέξιος Απόκαυκος, όρισε τους Επιβάτες ως ορμητήριό του και τείχισε την πόλη. Με την συρρίκνωση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας οι Επιβάτες έγιναν ένα από τα φρούρια των συνόρων του Κράτους. Παραδόθηκε στους Τούρκους τον Απρίλιο του 1453, κατά την προέλαση του στρατού του Μωάμεθ Β΄ για την Άλωση της Κωνσταντινούπολης.
Άγνωστη είναι η αιτία που έδωσε το όνομα Επιβάτες σ' αυτή τη κωμόπολη της Προποντίδας. Ο απλός λαός αποκαλούσε την κωμόπολη και Πλιβάτες ή Πιβάτο, οι Τούρκοι Bogados ή Bigados, ενώ παρουσιάζονται και πολλές άλλες ονομασίες οι οποίες προήλθαν από γλωσσική παραφθορά του ονόματος.
Γενικά, υπήρξαν τρεις επικρατούσες θεωρίες που δικαιολογούσαν το όνομα :
1) Η πρώτη μιλούσε για κάποιο ρωμαϊκό λιμένα ο οποίος χρησίμευε ως κέντρο διερχομένων στρατιωτών - ιππέων (επιβατών), στον οποίον προσόρμιζαν πλοία τα οποία μετέφεραν κατόπιν αυτούς τους στρατιώτες προς τα Ανατολικά (Βυζάντιον, Χαλκηδόνα κλπ).
2) Η δεύτερη ισχυριζόταν ότι ο οικισμός κτίστηκε "επί βάτων" οι οποίοι βρισκόντουσαν άφθονοι στην περιοχή.
3) Η τρίτη μιλούσε για την ύπαρξη αυτοκρατορικών σταύλων που είχαν δώσει αρχικά την ονομασία Ιπποβάται στην περιοχή, και ότι με την παραφθορά της γλώσσας κατέληξε Επιβάται.
Καμιά εκδοχή δεν επικράτησε ή κατάφερε να αποδειχθεί.
Οι Επιβάτες ήταν η πρώτη κωμόπολη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που απέκτησε Αλληλοδιδακτική Σχολή, ήδη από το 1780, η λειτουργία της οποίας επικυρώθηκε με Πατριαρχικό Συγγίλιο του Γερασίμου Γ΄ (1796).
Κατά το 1857 ο ιατρός του Σουλτάνου και Καθηγητής της Ιατρικής Σχολής Κωνσταντινουπόλεως Σαράντης Αρχιγένης ίδρυσε στους Επιβάτες τα Αρχιγένειο Παρθεναγωγείο το οποίο εξελίχθηκε σε Διδασκαλείο, απ΄ όπου έβγαιναν δασκάλες οι οποίες με ιεραποστολική διάθεση δίδασκαν στα πιό απομακρυσμένα σχολεία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, την ελληνική γλώσσα.
Το 1868 η σύζυγός του Ελένη ίδρυσε παραπλεύρως και την Ελένειο Σχολή Αρρένων, ίδρυμα ανώτερης εκπαιδεύσεως, το οποίο δεχόταν άπορα παιδιά, τα οποία σπούδαζαν με έξοδα της ιδρύτριας. Με Πατριαρχικό Συγγίλιο του Γρηγορίου Στ΄ (1869), συμπεριλήφθηκαν στα Αρχιγένεια Εκπαιδευτήρια και αποτέλεσαν μέρος των Σταυροπηγιακών Καθιδρυμάτων.
Κατά την προσωρινή απελευθέρωση που ακολούθησε με την Συνθήκη των Σεβρών, τα Αρχιγένεια πέρασαν στην αρμοδιότητα του Ελληνικού Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, και χαρακτηρίστηκαν από τους καθηγητές που μετέβησαν εκεί για την μετεκπαίδευση του προσωπικού, ως Φάρος της Ανατολής.
Οι Επιβάτες, όπως και οι άλλες πόλεις και χωριά της Ανατολικής Θράκης δεν είχαν την μοίρα της Μικρασιατικής Ακτής, όπου οι κάτοικοι υποχρεώθηκαν να φύγουν από τα σπίτια τους κυνηγημένοι και γυμνοί, αλλά λόγω της παρουσίας του Συμμαχικού Στρατού έτυχαν "καλύτερης μεταχείρισης". Οι κάτοικοι είχαν ειδοποιηθεί ότι μέχρι τις 20 Οκτωβρίου του 1922 όλοι οι Έλληνες κάτοικοι της Ανατολικής Θράκης έπρεπε να εγκαταλείψουν τις εστίες τους, παίρνοντας μαζί τους ότι ήθελαν. Αυτή η τακτική ονομάστηκε Ανταλλαγή πληθυσμών.
Οι Επιβάτες εγκαταλείφθηκαν στις 14 Οκτωβρίου 1922 απ' όλους τους ΄Έλληνες κατοίκους (περίπου 2.000 άτομα), που είχαν παραμείνει στην Ανατολική Θράκη κατά τα δύσκολα χρόνια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου (κατά τα χρόνια εκείνα, τα οποία είχαν χαρακτηριστεί και "Χρόνια της Κολάσεως" εγκατέλειψαν τους Επιβάτες περίπου 3.000 άτομα, με προορισμό την Μητροπολιτική Ελλάδα).
Κάποιοι από αυτούς (περίπου 640 άτομα) εγκαταστάθηκαν στην ανατολική ακτή της Θεσσαλονίκης, (22 χιλιόμετρα από το κέντρο χιλιομέτρησης) και σχημάτισαν νέο οικισμό με το όνομα Νέοι Επιβάτες όπου μετέφεραν και την ιστορική εικόνα της Παναγίας της Ηλιόκαλης. Οι υπόλοιποι μοιράστηκαν στην υπόλοιπη Ελλάδα (Πτολεμαΐδα, Βόλο, Θεσσαλονίκη, Αθήνα, Καρδίτσα, Ξάνθη, Καβάλα κλπ).