Το εξώφυλλο του πορίσματος της Επιτροπής Γουώρεν | |
Ίδρυση | 29 Νοεμβρίου 1963 |
---|---|
Ιδρυτής | Λίντον Τζόνσον |
Διάλυση | 1964 |
Έδρα | Ουάσιγκτον (ΗΠΑ), Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής |
Μέλη | |
Πρόεδρος | Δικαστής Ερλ Γουώρεν |
δεδομένα ( ) |
Η Προεδρική Επιτροπή για την Δολοφονία του Προέδρου Τζον Φ. Κένεντι, ανεπίσημα γνωστή ως Επιτροπή Γουώρεν, συστήθηκε από τον αμερικανό πρόεδρο Λίντον Τζόνσον, με το Προεδρικό διάταγμα 11130 στις 29 Νοεμβρίου 1963, με σκοπό να ερευνήσει την δολοφονία του Τζον Φ. Κένεντι που πραγματοποιήθηκε στις 22 Νοεμβρίου 1963, στο Ντάλας του Τέξας.[1]
Το τελικό πόρισμα έκτασης 888 σελίδων της Επιτροπής Γουώρεν παρουσιάστηκε στον πρόεδρο Λίντον Τζόνσον στις 24 Σεπτεμβρίου 1964 και δόθηκε στην δημοσιότητα τρεις μέρες αργότερα.[2] Το συμπέρασμα της Επιτροπής, βάσει των στοιχείων που βρέθηκαν, αλλά και όλων των αυτοπτών μαρτύρων που εξετάστηκαν, ήταν ότι ο δολοφόνος του Τζον Φ. Κένεντι, Λη Χάρβεϊ Όσβαλντ, έδρασε μόνος του, χωρίς να υπάρχει κάποιο αποδεικτικό στοιχείο που να αποδεικνύει την ύπαρξη κάποιου συνεργού στην δολοφονία του προέδρου. Επίσης το πόρισμα της Επιτροπής συμπέρανε ότι και ο Τζακ Ρούμπι έδρασε και αυτός μόνος του όταν δολοφόνησε τον Όσβαλντ δύο μέρες αργότερα, στις 24 Νοεμβρίου.[3]
Η Επιτροπή ονομάστηκε από τους δημοσιογράφους Επιτροπή Γουώρεν από τον πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ Ερλ Γουώρεν, που ο Λίντον Τζόνσον διόρισε επικεφαλής της Επιτροπής. Σύμφωνα με τα δημοσιευμένα πρακτικά των τηλεφωνικών συνομιλιών του προέδρου Τζόνσον, κάποιοι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι εξέφρασαν την αντίθεσή τους στη δημιουργία μιας τέτοιας Επιτροπής, και αρκετά μέλη της Επιτροπής Γουώρεν έλαβαν μέρος απρόθυμα. Μία από τις κύριες επιφυλάξεις τους, ήταν ότι η Επιτροπή θα δημιουργούσε τελικά περισσότερη διαμάχη απ' ότι συναίνεση.
Το έργο της Επιτροπής τελείωσε στις 24 Σεπτεμβρίου του 1964.
Ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ, Λύντον Τζόνσον, που ανέλαβε τα καθήκοντά του δυο ώρες μετά το θάνατο του Τζων Κέννεντυ, στις 22 Νοεμβρίου του 1963, εξέδωσε στις 29 Νοεμβρίου, το Εκτελεστικό Διάταγμα υπ' αριθμόν 11130 με το οποίο σχημάτιζε Προεδρική Επιτροπή προκειμένου να διαπιστώσει, να αξιολογήσει και να αναφέρει σε αυτόν, τα γεγονότα που σχετίζονταν τόσο με τη δολοφονία του πρώην Προέδρου όσο και με τις συνθήκες θανάτου του κατηγορούμενου για τον θάνατό του (Λη Χάρβεϊ Όσβαλντ).
Η Επιτροπή αναλάμβανε να αξιολογήσει τα αποτελέσματα των ερευνών όλων των κρατικών αρχών ασφαλείας είτε ομοσπονδιακών (FBI, CIA, Μυστική Υπηρεσία) είτε πολιτειακών (Αστυνομία). Επίσης, μπορούσε να διατάξει περαιτέρω έρευνες για οποιοδήποτε θέμα έκρινε αναγκαίο ενώ μπορούσε να προσλάβει όποιους βοηθούς έκρινε αναγκαίο.
Την Επιτροπή απάρτιζαν:
Ο σχηματισμός της Επιτροπής, προτάθηκε στο νέο Πρόεδρο από τον τότε Γενικό Εισαγγελέα των ΗΠΑ , Νίκολας Κάτζενμπαχ, αλλά και από άλλους προεδρικούς συμβούλους. Σύμφωνα με τον Κάτζενμπαχ, η Επιτροπή αν στελεχωνόταν από άτομα με αξιοπιστία, θα μπορούσε να δώσει μια οριστική, αναμφισβήτητη απάντηση σχετικά με τα περιστατικά, μειώνοντας έτσι ή και εξαφανίζοντας την διασπορά φημών, που θα προκαλούσαν ανησυχία τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και στο εξωτερικό. [4] Ο Κάτζενμπαχ έγραψε σχετικά: «Οι εικασίες σχετικά με τα κίνητρα του Όσβαλντ πρέπει να σταματήσουν και θα πρέπει να έχουμε κάποια βάση για να αντικρούσουμε τη σκέψη ότι αυτή ήταν μια κομμουνιστική συνωμοσία (όπως ο τύπος λέει το Σιδηρούν Παραπέτασμα) ή μια συνωμοσία της δεξιάς για να κατηγορηθούν οι κομμουνιστές.» Έγραψε επίσης: «Το κοινό πρέπει να μείνει ικανοποιημένο από το γεγονός ότι ο Όσβαλντ ήταν ο δολοφόνος και ότι δεν είχε συμμάχους που εξακολουθούν να είναι ελεύθεροι, επίσης ότι τα αποδεικτικά στοιχεία ήταν τέτοια που θα είχε καταδικαστεί σε μια δίκη».[5]
Ο Λύντον Τζόνσον θεωρώντας σωστό το σκεπτικό του Γενικού Εισαγγελέα και φοβούμενος και αυτός ότι αφήνοντας τις φήμες περί οργάνωσης της δολοφονίας του Κένεντι από σοβιετικούς (Νικίτα Χρουστσόφ) ή κουβανούς (Φιντέλ Κάστρο)πράκτορες, θα μπορούσαν να βρεθούν από τη μια στιγμή στην άλλη, ενώπιον «ενός πολέμου που θα σκότωνε 40 εκατομμύρια Αμερικανούς σε ένα λεπτό», αποφάσισε να εκδώσει την προεδρική οδηγία.[6][7]
Η Επιτροπή Γουώρεν συνεδρίασε επίσημα για πρώτη φορά στις 5 Δεκεμβρίου 1963 στον δεύτερο όροφο του κτιρίου των Εθνικών Αρχείων της Ουάσιγκτον και διεξήγαγε τις δραστηριότητές της κυρίως σε κλειστές αλλά όχι μυστικές συνεδριάσεις : « (...)Υπάρχουν δύο παρανοήσεις σχετικά με τις ακροάσεις της Επιτροπής Γουώρεν που πρέπει να διευκρινιστούν. Πρώτον, ότι οι ακροάσεις ήταν κλειστές για το κοινό, εκτός εάν ο μάρτυρας που εμφανίζονταν ενώπιον της Επιτροπής ζητούσε δημόσια ακρόαση. Κανένας μάρτυρας εκτός από έναν δεν ζήτησε δημόσια ακρόαση. Και δεύτερον, ότι αν και οι ακροάσεις (εκτός από μία) διεξήχθησαν ιδιωτικά, δεν ήταν μυστικές. Σε μια μυστική συνεδρίαση, ο μάρτυρας έχει εντολή να μην αποκαλύψει την κατάθεσή του σε οποιοδήποτε τρίτο μέρος, και η μαρτυρία του δεν δημοσιεύεται για δημόσια κατανάλωση. Οι μάρτυρες που εμφανίστηκαν ενώπιον της Επιτροπής ήταν ελεύθεροι να επαναλάβουν αυτά που είπαν σε όποιον ήθελαν, και το σύνολο των καταθέσεών τους στη συνέχεια δημοσιεύθηκαν στον πρώτο από τους δεκαπέντε τόμους που δημοσιεύτηκαν από την Επιτροπή Γουώρεν.(...)»[8]
Οι θέσεις της Επιτροπής Γουώρεν μπορούν να συνοψιστούν στα παρακάτω σημεία:
Ο συγγραφέας και ερευνητής Μάικλ Μπένσον έγραψε ότι η Επιτροπή Γουόρεν έλαβε μόνο τις πληροφορίες που της παρείχε το FBI και ότι ο σκοπός της ήταν να σφραγίσει τη θεωρία του μοναχικού ένοπλου.[10] Ο Γουόλτερ Κρόνκαϊτ, παρουσιαστής του CBS News, είπε: «Παρόλο που η Επιτροπή Γουώρεν είχε πλήρη εξουσία να διεξάγει τη δική της ανεξάρτητη έρευνα, επέτρεψε στο FBI και τη CIA να ερευνήσουν τον εαυτό τους – και έτσι άφησε μια μόνιμη σκιά στις απαντήσεις».[11]
Ο γερουσιαστής των Ηνωμένων Πολιτειών, Ρίτσαρντ Σβάικερ, δήλωσε: «Το μοιραίο λάθος που έκανε η Επιτροπή Γουώρεν ήταν ότι δεν χρησιμοποίησε τους δικούς της ερευνητές, αλλά αντ' αυτού βασίστηκε στο προσωπικό της CIA και του FBI, το οποίο έδινε απευθείας αναφορά στους ανώτερους αξιωματούχους πληροφοριών που διηύθυναν τη συγκάλυψη».[12] Ο Σβάικερ εξάλλου δήλωσε το 1978 ότι «πιστεύει ότι η Επιτροπή Γουώρεν δημιουργήθηκε εκείνη την εποχή για να τροφοδοτήσει το αμερικανικό κοινό για λόγους που δεν είναι ακόμη γνωστοί και ότι μια από τις μεγαλύτερες συγκαλύψεις στην ιστορία της χώρας μας συνέβη εκείνη την εποχή».[13]
Πολλοί δημοσιογράφοι, συγγραφείς, ερευνητές έχουν κατά καιρούς αμφισβητήσει όχι μόνο το τελικό πόρισμα της Επιτροπής αλλά και τους τρόπους και τι μεθόδους με το οποίο συντάχτηκε. Παρακάτω, καταγράφονται οι κυριότερες ενστάσεις, αμφισβητήσεις και κατηγορίες κατά του έργου της Επιτροπής.
Ο Ρίτσαρντ Μπάγερ συγγραφέας του βιβλίου "Why the JFK Assassination Still Matters" έγραψε ότι πολλοί μάρτυρες των οποίων οι δηλώσεις έδειχναν μια συνωμοσία είτε αγνοήθηκαν είτε εκφοβίστηκαν από την Επιτροπή Γουώρεν.[14] Το ίδιο αναφέρει στο βιβλίο του, "JFK: The Last Dissenting Witness"" ο στρατιωτικός ιστορικός Μπιλ Σλόαν. Στο βιβλίο, που είναι η βιογραφία της Τζιν Χιλ - αυτόπτης μάρτυς της δολοφονίας, γνωστή ως η κυρία με το κόκκινο παλτό στο φιλμ του Ζαπρούντερ, ο Σλόαν γράφει ότι σύμφωνα με τα λεγόμενα της Χιλ, ο βοηθός σύμβουλος της «Επιτροπής Γουώρεν», Άρλεν Σπέκτερ, προσπάθησε να ταπεινώσει, να δυσφημήσει και να εκφοβίσει την Χιλ προκειμένου να αλλάξει την ιστορία της. Η Χιλ διηγήθηκε στον Σλόαν ότι κακοποιήθηκε από πράκτορες της Μυστικής Υπηρεσίας, παρενοχλήθηκε από το FBI και δέχθηκε απειλές κατά της ζωής της.[15] Σε μεταγενέστερο βιβλίο του, με τίτλο "JFK: Breaking the Silence", ο Μπιλ Σλόαν αναφέρει ότι αρκετοί αυτόπτες μάρτυρες διαπίστωσαν ότι η «Επιτροπή Γουώρεν» διέγραψε τμήματα των καταθέσεών τους και σχόλιά τους που αμφισβητούσαν το συμπέρασμα ότι ο Όσβαλντ είχε ενεργήσει μόνος.
Η Επιτροπή Γουώρεν κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «τρεις σφαίρες προήλθαν από το αποθετήριο σχολικών βιβλίων του Τέξας σε μια χρονική περίοδο που κυμαινόταν από περίπου 4,8 έως πάνω από 7 δευτερόλεπτα».[16] Ορισμένοι ερευνητές της δολοφονίας, συμπεριλαμβανομένων των Τζόσαΐα Τόμσον και Άντονι Σάμερς, αμφισβητούν τα ευρήματα της Επιτροπής. Επισημαίνουν στοιχεία που αμφισβητούν τον αριθμό των πυροβολισμών, την προέλευση τους και την ικανότητα του Όσβαλντ να πυροβολήσει με ακρίβεια τρεις φορές σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα από ένα τέτοιο τουφέκι.[17][18] Αυτοί οι ερευνητές προτείνουν ότι εμπλέκονται πολλοί ένοπλοι.[19]
Η Επιτροπή Γουώρεν κατέληξε στο συμπέρασμα ότι όλοι οι σφαίρες που χτύπησαν τον Πρόεδρο Κένεντι προέρχονταν από το παράθυρο του έκτου ορόφου στη νοτιοανατολική γωνία του Αποθετηρίου Σχολικών Βιβλίων του Τέξας. Η Επιτροπή στήριξε το συμπέρασμά της στα «σωρευτικά στοιχεία αυτοπτών μαρτύρων, πυροβόλων όπλων και βαλλιστικών εμπειρογνωμόνων και ιατρικών αρχών», συμπεριλαμβανομένων επιτόπιων δοκιμών, καθώς και ανάλυση ταινιών και φωτογραφιών που πραγματοποιήθηκαν από το FBI και τη μυστική υπηρεσία των ΗΠΑ.[16]
Το 1979, η Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής για τις Δολοφονίες συμφώνησε να δημοσιεύσει μια έκθεση από τον δικαστή της Επιτροπής Γουώρεν, Ρόμπερτ Γκρόντεν, στην οποία κατονόμασε «σχεδόν δύο ντουζίνες ύποπτα σημεία πυροδότησης στην πλατεία Ντίλι». [20] Αυτές οι τοποθεσίες περιελάμβαναν πολλαπλές τοποθεσίες μέσα ή στην οροφή του Αποθετηρίου Σχολικών Βιβλίων, το κτήριο Dal-Tex, το κτήριο Αρχείων της κομητείας Ντάλας, μια αποχέτευση νερών που βρίσκεται κατά μήκος του βόρειου κράσπεδου της οδού Ελμ και το φράχτη.[20] Ο Τζόσαΐα Τόμσον κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι πυροβολισμοί στην αυτοκινητοπομπή προέρχονταν από τρεις τοποθεσίες: το Αποθετήριο Σχολικών Βιβλίων του Τέξας, τον φράχτη και το κτήριο Dal-Tex.[21]