Επιχείρηση Βαλκυρία | |
---|---|
Σκηνοθεσία | Μπράιαν Σίνγκερ |
Παραγωγή | Metro-Goldwyn-Mayer |
Σενάριο | Κρίστοφερ Μακουάρι Νέιθαν Αλεξάντερ |
Πρωταγωνιστές | Τομ Κρουζ Κένεθ Μπράνα Μπιλ Νάιι Κάρις φαν Χάουτεν Έντι Λίζαρντ Τέρενς Σταμπ Τομ Γουίλκινσον |
Μουσική | Τζον Ότμαν |
Φωτογραφία | Νιούτον Τόμας Σίγκελ |
Μοντάζ | Τζον Ότμαν |
Ενδυματολόγος | Τζοάνα Τζόνστον[1] |
Εταιρεία παραγωγής | United Artists και Cruise/Wagner Productions |
Διανομή | InterCom[2], Metro-Goldwyn-Mayer, 20th Century Fox και Netflix |
Πρώτη προβολή | 25 Δεκεμβρίου 2008 22 Ιανουαρίου 200 23 Ιανουαρίου 2009 19 Φεβρουαρίου 2009 |
Διάρκεια | 121 λεπτά |
Προέλευση | Γερμανία και Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής |
Γλώσσα | αγγλικά |
δεδομένα ( ) |
Επιχείρηση Βαλκυρία (αγγλικά: Valkyrie) είναι αμερικανικό βιογραφικό, ιστορικό, πολιτικό θρίλερ παραγωγής 2008. Την ταινία σκηνοθέτησε ο Μπράιαν Σίνγκερ και το σενάριο έγραψαν οι Κρίστοφερ Μακουάρι και Νέιθαν Αλεξάντερ. Η ταινία διαδραματίζεται στη Ναζιστική Γερμανία κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και αφηγείται τη Συνωμοσία της 20ής Ιουλίου το 1944 από Γερμανούς αξιωματικούς να δολοφονήσουν τον Αδόλφο Χίτλερ και να χρησιμοποιήσουν την Επιχείρηση Βαλκυρία, το εθνικό σχέδιο εκτάκτου ανάγκης, για να πάρουν τον έλεγχο της χώρας. Πρωταγωνιστεί ο Τομ Κρουζ στο ρόλο του Κλάους φον Στάουφενμπεργκ, ενός από τους κύριους συνωμότες. Το καστ συμπεριλαμβάνει επίσης τους Κένεθ Μπράνα, Μπιλ Νάι, Έντι Λίζαρντ, Τέρενς Σταμπ και Τομ Γουίλκινσον.
Η επιλογή του Κρουζ προκάλεσε αντιδράσεις ανάμεσα σε Γερμανούς πολιτικούς και μέλη της οικογένειας φον Στάουφενμπεργκ εξαιτίας της συμμετοχής του ηθοποιού στην Εκκλησία της Σαϊεντολογίας, η οποία θεωρείται επικίνδυνη στη Γερμανία. Εξαιτίας αυτού, η παραγωγή αντιμετώπισε αρχικά δυσκολία να γυρίσουν σκηνές σε τοποθεσίες της Γερμανίας αλλά αργότερα τους δόθηκε άδεια να πραγματοποιήσουν γυρίσματα σε τοποθεσίες που διαδραματίζεται η ταινία, όπως το ιστορικό Μπέντλερμπλοκ στο Βερολίνο. Ο γερμανικός τύπος και Γερμανοί σκηνοθέτες υποστήριξαν την ταινία και την προσπάθεια να γνωστοποιήσουν παγκοσμίως τη συνωμοσία του φον Στάουφενμπεργκ.
Η ημερομηνία κυκλοφορίας της ταινίας άλλαξε αρκετές φορές, από 27 Ιουνίου 2008 στις 14 Φεβρουαρίου 2009. Οι συνεχείς αλλαγές και η φτωχή διαφημιστική καμπάνια της United Artists, τράβηξαν αρνητική κριτική για τη βιωσιμότητα του στούντιο. Μετά από μια θετική δοκιμαστική προβολή, η ημερομηνία κυκλοφορίας της ταινίας ορίστηκε επισήμως για τις 25 Δεκεμβρίου 2008. Η ταινία έλαβε μικτές κριτικές τόσο από τον αμερικανικό όσο και το γερμανικό τύπο[3], αλλά κινήθηκε ικανοποιητικά στο box office αποφέροντας 201,5 εκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως.[4]
Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ο Συνταγματάρχης της Βέρμαχτ Κλάους φον Στάουφενμπεργκ τραυματίζεται σοβαρά κατά τη διάρκεια μιας αεροπορικής επιδρομής της Βρετανικής Βασιλικής Αεροπορίας στην Τυνησία, χάνοντας ένα χέρι και ένα μάτι και επιστρέφει σπίτι στη Ναζιστική Γερμανία. Εν τω μεταξύ, ο Υποστράτηγος Χένινγκ φον Τρέσκοβ επιχειρεί να δολοφονήσει τον Αδόλφο Χίτλερ, τοποθετώντας κρυφά μια βόμβα στο προσωπικό αεροπλάνο του Φύρερ. Η βόμβα, όμως, δεν εκρήγνυται και ο Τρέσκοβ πηγαίνει μέχρι το Βερολίνο για να την ανακτήσει. Αφού μαθαίνει ότι η Γκεστάπο συνέλαβε τον Υποστράτηγο Χανς Όστερ, διατάζει τον Στρατηγό Φρίντριχ Όλμπριχτ να βρει αντικαταστάτη. Μετά την ένταξη του Στάουφενμπεργκ στη Γερμανική Αντίσταση, ο Όλμπριχτ παρουσιάζει τον Στάουφενμπεργκ σε μια συνάντηση της μυστικής επιτροπής, η οποία οργάνωσε προηγούμενες απόπειρες κατά της ζωής του Χίτλερ. Τα μέλη της περιλαμβάνουν τον Στρατηγό Λούντβιχ Μπεκ, τον Δόκτορα Καρλ Γκέρντελερ και τον Έρβιν φον Βιτσλέμπεν. Ο Στάουφενμπεργκ μένει άναυδος όταν μαθαίνει ότι δεν υπάρχει σχέδιο για το τι πρέπει να γίνει μετά τη δολοφονία του Χίτλερ.
Κατά τη διάρκεια μιας επιδρομής βομβαρδισμού στο Βερολίνο, ο Στάουφενμπεργκ έχει την ιδέα να χρησιμοποιήσουν την Επιχείρηση Βαλκυρία, η οποία περιλαμβάνει την ανάπτυξη του Εφεδρικού Στρατού για τη διατήρηση της τάξης σε περίπτωση εθνικής έκτακτης ανάγκης. Οι συνωμότες αναδιατυπώνουν προσεκτικά τις διαταγές του σχεδίου έτσι ώστε να μπορέσουν να διαλύσουν το ναζιστικό καθεστώς, μετά τη δολοφονία του Χίτλερ. Συνειδητοποιώντας ότι μόνο ο Στρατηγός Φρίντριχ Φρομ, επικεφαλής του εφεδρικού στρατού, μπορεί να ξεκινήσει τη Βαλκυρία, του προσφέρουν μια θέση ως επικεφαλής της Βέρμαχτ σε μια μετα-ναζιστική Γερμανία και ζητούν την υποστήριξή του, αλλά ο Φρομ αρνείται να εμπλακεί άμεσα. Με την αναδιατυπωμένη Επιχείρηση Βαλκυρία να χρειάζεται την υπογραφή του Χίτλερ, ο Στάουφενμπεργκ επισκέπτεται τον Φύρερ στο σπίτι του, το Μπέργκοφ, στη Βαυαρία. Με την παρουσία των Δρ. Γιόζεφ Γκαίμπελς, Βίλχελμ Κάιτελ, Χάινριχ Χίμλερ, Χέρμαν Γκέρινγκ και Άλμπερτ Σπέερ, τον εσωτερικό κύκλο του, ο Χίτλερ επαινεί τον ηρωισμό του Στάουφενμπεργκ στη Βόρεια Αφρική και υπογράφει τις διαταγές χωρίς να εξετάσει πλήρως τις τροποποιήσεις, θεωρώντας ότι οι αλλαγές του Στάουφενμπεργκ "είναι για το καλύτερο".
Κατόπιν επιμονής του Γκέρντελερ, ο Στάουφενμπεργκ διατάσσεται να δολοφονήσει τον Χίτλερ και τον επικεφαλής των SS Χίμλερ στο καταφύγιο του Φύρερ, Λημέρι του Λύκου. Σε μια τελική ενημέρωση, ο Συνταγματάρχης Άλμπρεχτ φον Κβιρνχάιμ δίνει οδηγίες στα μέλη της επιτροπής να χρησιμοποιήσουν μολυβένιους πυροκροτητές. Ο Στάουφενμπεργκ πείθει επίσης το Στρατηγό Έρικ Φελγκίμπελ, ο οποίος ελέγχει όλες τις επικοινωνίες στο Λημέρι του Λύκου, να κόψει κάθε επικοινωνία μετά την έκρηξη της βόμβας. Στις 15 Ιουλίου 1944, ο Στάουφενμπεργκ παρεβρίσκεται σε μια στρατηγική συνάντηση στο Λημέρι του Λύκου με τη βόμβα στο χαρτοφύλακά του, αλλά με τον Χίμλερ να μην βρίσκεται στη συνάντηση. Ο Στάουφενμπεργκ δεν παίρνει το πράσινο φως από την επιτροπή και, μέχρι ένας από αυτούς, αψηφώντας τους άλλους, να του πει να το κάνει ούτως ή άλλως, η συνεδρίαση τελειώνει. Εν τω μεταξύ, ο εφεδρικός στρατός έχει κινητοποιηθεί από τον Όλμπριχτ, εν αγνοία του Φρομ. Ο Στάουφενμπεργκ φεύγει με ασφάλεια μαζί με τη βόμβα από το καταφύγιο και ο εφεδρικός στρατός παίρνει εντολή να σταματήσει, πιστεύοντας ότι η κινητοποίηση έγινε για λόγους εκπαίδευσης. Πίσω στο Βερολίνο, ο Όλμπριχτ και ο Στάουφενμπεργκ απειλούνται από τον Φρομ ότι αν προσπαθήσουν να ελέγξουν τον εφεδρικό στρατό ξανά θα τους συλλάβει. Ο Στάουφενμπεργκ πηγαίνει στην επιτροπή για να διαμαρτυρηθεί για την αναποφασιστικότητά τους και καταδικάζει τον Γκέρντελερ, ο οποίος έχει επιλεχθεί να γίνει Καγκελάριος μετά το πραξικόπημα. Όταν ο Γκέρντελερ απαιτεί ο Στάουφενμπεργκ να εγκαταλείψει την επιτροπή, ο Μπεκ τον πληροφορεί ότι τα SS τον ψάχνουν και τον εκλιπαρεί να εγκαταλείψει τη χώρα άμεσα.
Στις 20 Ιουλίου 1944, ο Στάουφενμπεργκ και ο υπασπιστής του, Υπολοχαγός Βέρνερ φον Χέφτεν, επιστρέφουν στο Λημέρι του Λύκου. Προς απογοήτευση του Στάουφενμπεργκ, ανακαλύπτει αφού το χρονόμετρο έχει ενεργοποιηθεί, ότι η διάσκεψη θα λάβει χώρα σε ένα καλοκαιρινό δωμάτιο με ανοιχτό παράθυρο, ενώ οι συνωμότες σκόπευαν να πυροδοτήσουν τη βόμβα μέσα στα τείχη του καταφύγιου για μεγαλύτερη ζημιά. Ενώ ο υπασπιστής του περιμένει στο αυτοκίνητο, ο Στάουφενμπεργκ τοποθετεί τον χαρτοφύλακά του με τη βόμβα οπλισμένη στη συνεδρίαση όσο το δυνατόν πιο κοντά στον Χίτλερ. Ο Στάουφενμπεργκ φεύγει τότε από το καταφύγιο και επιστρέφει στο αυτοκίνητο. Ωστόσο, ένας από τους αξιωματικούς κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης μετακινεί τη βόμβα πίσω από το πόδι ενός τραπεζιού, προστατεύοντας έτσι τον Χίτλερ από την έκρηξη. Όταν η βόμβα εκρήγνυται, ο Στάουφενμπεργκ είναι σίγουρος ότι ο Χίτλερ είναι νεκρός και φεύγει από το Λημέρι του Λύκου. Πριν σταματήσει τις επικοινωνίες ο Φελγκίμπελ επικοινωνεί με τον Κβιρνχάιμ, αλλά δεν μπορεί να μεταφέρει σαφώς το κατά πόσον ή όχι ο Φύρερ είναι νεκρός.
Καθώς ο Στάουφενμπεργκ επιστρέφει στο Βερολίνο, ο Όλμπριχτ αρνείται να κινητοποιήσει τον Εφεδρικό Στρατό μέχρι να ξέρει, χωρίς αμφιβολία ότι ο Χίτλερ είναι νεκρός (αν ο Χίτλερ δεν είναι νεκρός, ο Όλμπριχτ θα συλληφθεί για το γεγονός ότι ο εφεδρικός στρατός κινητοποιήθηκε χωρίς την άδεια του Φρομ). Πίσω από την πλάτη του Όλμπριχτ, ο Κβιρνχάιμ πλαστογράφησε την υπογραφή του και έδωσε τη διαταγή ούτως ή άλλως. Με την Επιχείρηση Βαλκυρία σε εξέλιξη, ο Στάουφενμπεργκ και οι υπόλοιποι συνωμότες διατάζουν τη σύλληψη των Αρχηγών των Ναζιστικών Κομμάτων και των Αξιωματικών των SS, πείθοντας χαμηλόβαθμους αξιωματικούς ότι οι Αρχηγοί των Κομμάτων και τα SS στήνουν πραξικόπημα. Καθώς ο Στάουφενμπεργκ αρχίζει να παίρνει τον έλεγχο των υπουργείων της κυβέρνησης στο Βερολίνο, μεσαίου επιπέδου στελέχη αρχίζουν να αναρωτιούνται ποια πλευρά θα πρέπει να πάρουν. Φήμες φτάνουν στο Βερολίνο ότι ο Χίτλερ επέζησε της έκρηξης, αλλά ο Στάουφενμπεργκ τις απορρίπτει ως προπαγάνδα των SS. Εν τω μεταξύ, ο Φρομ μαθαίνει από τον Κάιτελ ότι ο Χίτλερ είναι ακόμη ζωντανός. Ο Φρομ αρνείται να πάρει το μέρος των συνωμοτών, με αποτέλεσμα να τον συλλάβουν. Ο Λοχαγός Ότο Ερνστ Ρέμερ του Εφεδρικού Στρατού ετοιμάζεται να συλλάβει τον Γκαίμπελς, αλλά σταματά όταν ο Γκαίμπελς τον συνδέει τηλεφωνικά με τον Χίτλερ.
Αναγνωρίζοντας αμέσως τη φωνή στην άλλη άκρη, ο Ρέμερ συνειδητοποιεί ότι ο Εφεδρικός Στρατός έχει εξαπατηθεί. Οι αξιωματικοί των SS απελευθερώνονται και οι συνωμότες παραμένουν μέσα στο Μπέντλερμπλοκ. Το προσωπικό φεύγει και οι ηγέτες της αντίστασης συλλαμβάνονται. Σε μια μάταιη προσπάθεια να σωθεί, ο Φρομ στήνει ένα αυτοσχέδιο στρατιωτικό δικαστήριο και καταδικάζει τους συνωμότες σε θάνατο, παραβιάζοντας τις εντολές του Χίτλερ να κρατηθούν ζωντανοί. Ο Μπεκ αυτοκτονεί και οι πρωτεργάτες της συνωμοσίας την ίδια νύχτα εκτελούνται ένας ένας από ένα εκτελεστικό απόσπασμα. Όταν φτάνει η σειρά του, ο Στάουφενμπεργκ φωνάζει "Ζήτω η ιερή Γερμανία!".
Ένας σύντομος επίλογος πληροφορεί ότι η συνωμοσία της 20ής Ιουλίου του 1944 ήταν η τελευταία από τις συνολικά 15 γνωστές απόπειρες δολοφονίας κατά του Χίτλερ από Γερμανούς. Αναφέρει, επίσης, την αυτοκτονία του Χίτλερ εννέα μήνες αργότερα και ότι η σύζυγος του Στάουφενμπεργκ, Κόμισσα Νίνα φον Στάουφενμπεργκ και τα παιδιά τους επέζησαν του πολέμου. Στη συνέχεια προβάλλεται η αφιέρωση στο Μνημείο της Γερμανικής Αντίστασης:
Το 2002, ο Κρίστοφερ Μακουάρι πήγε στο Βερολίνο ενώ έψαχνε για το επόμενο πρότζεκτ του και επισκέφτηκε το μνημείο του φον Στάουφενμπεργκ στο Μπέντλερμπλοκ. Ερευνώντας τη Συνωμοσία της 20ης Ιουλίου, συγκινήθηκε και εντυπωσιάστηκε με το γεγονός ότι οι συνωμότες γνώριζαν τι θα συνέβαινε αν η απόπειρα δολοφονίας αποδεικνυόταν αποτυχημένη και ήθελε να κάνει την ιστορία τους γνωστή.[5] Προσέγγισε τον Νέιθαν Αλεξάντερ να γράψουν μαζί το σενάριο και ο Αλεξάντερ ξεκίνησε έρευνα για το πρότζεκτ.[6] Ο Μακουάρι ήθελε να διαμορφώσει την ιστορία μετά την τηλεταινία Conspiracy το 2001, η οποία διηγούνταν τη Διάσκεψη της Βάνζεε όπου σχεδιάστηκε από τους Ναζί η Τελική Λύση.[5] Ήθελε επίσης να σκηνοθετήσει ο ίδιος την ταινία, μέχρι που συνειδητοποίησε ότι θα εξασφάλιζε επαρκής χρηματοδότηση μόνο με τον Μπράιαν Σίνγκερ στην καρέκλα του σκηνοθέτη.[6]
Αφού ο Σίνγκερ ολοκλήρωσε τις τρεις μεγάλες παραγωγές που είχε αναλάβει X-Men (2000), X-Men 2 (2003) και Superman: Η Επιστροφή (Superman Returns, 2006), έψαχνε για ένα μικρότερο πρότζεκτ πριν αρχίσει την παραγωγή της συνέχειας του Σούπερμαν, που τελικά δεν υλοποιήθηκε.[7][8] Ο Σίνγκερ, ο οποίος είχει ασχοληθεί ξανά με το θέμα των Ναζί στις ταινίες Μαθήματα Φόβου (Apt Pupil, 1998) και X-Men[9], έμαθε για πρώτη φορά για τη Συνωμοσία στις αρχές του 1980 όταν η μητέρα του επισκέφτηκε την πόλη Βόννη και γνώρισε την Φρέγια φον Μόλτκε, χήρα του Χέλμουτ Τζέιμς Γκραφ φον Μόλτκε, ιδρυτή της αντιστασιακής οργάνωσης Κύκλος Κραϊζάου.[10] Αφού έμαθε για το σενάριο των Μακουάρι και Αλεξάντερ και υπέγραψε να σκηνοθετήσει, ο Σίνγκερ διάβασε το βιβλίο The Rise and Fall of the Third Reich του Γουίλιαμ Λ. Σίρερ ώστε να κατανοήσει βαθύτερα το πολιτικό τοπίο της Ναζιστικής Γερμανίας και συναντήθηκε με έναν από τους σωματοφύλακες του Χίτλερ, τον Ρόχους Μις[11], ο οποίος ήταν ο τελευταίος άνθρωπος που εγκατέλειψε το καταφύγιο όπου ο Χίτλερ αυτοκτόνησε. Η δημιουργική ομάδα αναγνώρισε την ασάφεια σχετικά με το πραγματικό κίνητρο του αινιγματικού φον Στάουφενμπεργκ, αλλά οι Σίνγκερ και Μακουάρι τον έκριναν ως έναν άνδρα ηθικής μόνο και μόνο για αυτό που έκανε.[12] Αν και ο Μακουάρι επιθυμούσε η ταινία να είναι όμοια με την τηλεταινία Conspiracy, ο Σίνγκερ είχε μεγαλύτερες φιλοδοξίες λέγοντας: "Η αληθινή ιστορία είχε όλα τα φόντα ενός κλασικού θρίλερ δολοφονίας... Ήξερα ότι αν κατάφερνα να κρατήσω το κοινό με τον Στάουφενμπεργκ, με την αποστολή του, θα πήγαινε με το ρεύμα και θα ήταν λιγότερο πιθανό να κάνουν υποθέσεις για την ιστορία".[5]
Ο Μακουάρι πρότεινε να φέρουν το πρότζεκτ στη United Artists, των Πόλα Βάγκνερ και Τομ Κρουζ, οι οποίοι συμφώνησαν αμέσως να χρηματοδοτήσουν την ταινία το Μάρτιο του 2007.[13] Ο Σίνγκερ πρότεινε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στον Κρουζ, ο οποίος και δέχτηκε.[14] Στον Κρουζ δόθηκε μια φωτογραφία του Στάουφενμπεργκ, στην οποία ο ηθοποιός παρατήρησε μια ομοιότητα με τον Γερμανό Συνταγματάρχη, κάτι που τον τράβηξε στο ρόλο.[15] Ο σκηνοθέτης και ο σεναριογράφος αρχικά ήθελαν το Επιχείρηση Βαλκυρία να είναι μια "μικρή" ταινία χαμηλού προϋπολογισμού, η οποία θα ολοκληρωνόταν μέσα σε λίγους μήνες[16][17], αλλά το ενδιαφέρον του Κρουζ για τον πρωταγωνιστικό ρόλο έκανε τον Σίνγκερ να συνειδητοποιήσει ότι η συμμετοχή του στο πρότζεκτ θα διεύρυνε τη δημοσιότητα της ταινίας και ως εκ τούτου και τον προϋπολογισμό.[18][19] Ο Σίνγκερ σκέφτηκε να ονομάσει την ταινία Operation Valkyrie, καθώς δεν ήθελε να χρησιμοποιήσει έναν γενικό τίτλο μιας ταινίας δράσης. Ο τίτλος άλλαξε τελικά σε Valkyrie επειδή ο Σίνγκερ ένιωθε ότι η ταινία αφορούσε περισσότερο την επιχείρηση και του άρεσε η σύνδεσή της με τη μουσική του Βάγκνερ.[20]
Το Υπουργείο Οικονομικών της Γερμανίας είχε αρχικά αρνηθεί να δώσει άδεια στην παραγωγή να γυρίσει σκηνές στο Μπέντλερμπλοκ, εξηγώντας ότι η τοποθεσία θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται ως χώρος μνήμης και πένθους και που θα έχανε την αξιοπρέπειά της αν χρησιμοποιούνταν ως κινηματογραφικό σκηνικό. Στην παραγωγή δεν δόθηκε επίσης άδεια να χρησιμοποιήσουν ένα αστυνομικό τμήμα του Βερολίνου.[21] Η γερμανική Κυβέρνηση άλλαξε τελικά γνώμη σχετικά με το Μπέντλερμπλοκ και έδωσαν άδεια στους παραγωγούς να πραγματοποιήσουν γυρίσματα εκεί.[22] Εκπρόσωπος της United Artists δήλωσε ότι ήταν ευγνώμονες για την απόφαση αυτή, λέγοντας ότι η τοποθεσία ήταν πάντα γι' αυτούς σημαντική συμβολικά και δημιουργικά για το καλό της ιστορικής αυθεντικότητας και ότι το στούντιο ήταν σε διαρκή επικοινωνία με τη γερμανική κυβέρνηση προκειμένου να ξεκαθαρίσουν τις όποιες παρανοήσεις σχετικά με τη φύση της ταινίας.[23] Το Μνημείο της Γερμανικής Αντίστασης βοήθησε επίσης την παραγωγή, παραχωρώντας τους πρόσβαση σε υλικά και έγγραφά τους.[24] Γερμανική στρατιωτική πομπή διαμορφώθηκε με αναφορά στο ηχογραφημένο υλικό και στοιχεία από στρατιωτικούς συμβούλους.[25]
Οι Μακουάρι και Αλεξάντερ ερεύνησαν απολογισμούς, φωτογραφίες, άρθρα και κείμενα εφημερίδων από πρώτο χέρι. Εξέτασαν επίσης αρχεία της Γκεστάπο και των SS, καθώς οι οργανισμοί αυτοί κατέγραψαν λεπτομερώς την αναπαράσταση των γεγονότων της συνωμοσίας και τον αντίκτυπο αυτής. Ένα χρονοδιάγραμμα των γεγονότων δημιουργήθηκε, από το οποίο οι Μακουάρι και Αλεξάντερ διαμόρφωσαν το σενάριο. Αφού η παραγωγή ξεκίνησε στο Βερολίνο, οι σεναριογράφοι μπόρεσαν να επισκεφτούν τοποθεσίες και να συναντηθούν με συγγενείς των συνωμοτών. Αυτές τους οι συναντήσεις προκάλεσαν αλλαγές στο σενάριο κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων.[6]
Οι αρχικές σκηνές με τον φον Στάουφενμπεργκ στην Τυνησία γράφτηκαν ώστε να παρέχουν ιστορικό πλαίσιο στην υπόλοιπη ταινία. Οι σκηνές γράφτηκαν με την πρόθεση της επικοινωνίας με την πολυπλοκότητα της κατάστασης -συμπεριλαμβανομένων αναφορών στο ολοκαύτωμα- χωρίς να είναι πολύ προφανείς. Οι σεναριογράφοι, ήθελαν επίσης να υπενθυμίσουν το πνεύμα της αντίστασης και να μεταφέρουν την αποστροφή των Γερμανών Αξιωματικών. Οι Μακουάρι και Αλεξάντερ βρήκαν ως το πιο δύσκολο έργο να μεταφέρουν τα κίνητρα των συνωμοτών. Ο φον Στάουφενμπεργκ ειδικά παρέμεινε ένα αίνιγμα αν και οι σεναριογράφοι πίστευαν ότι αυτός και άλλα μέλη της αντίστασης κινήθηκαν από την ηθική τους οργή. Οι Μακουάρι και Αλεξάντερ προσπάθησαν να συμπεριλάβουν μια σκηνή με τον φον Στάουφενμπεργκ να γίνεται μάρτυρας μιας θηριωδίας, αλλά επειδή ήταν αξιωματικός αποθεμάτων είχε μικρή εικόνα πολλών από αυτών που συνέβαιναν στο "πεδίο". Αντιμετώπισαν επίσης δυσκολία στην απεικόνιση του Χίτλερ. Στην έρευνά τους με τους λόγους του, δυσκολεύτηκαν να βρουν έναν όπου έκανε φανερά κακοήθης δηλώσεις.[6]
Με προϋπολογισμό 75.000.000 δολάρια[4], η ταινία Επιχείρηση Βαλκυρία έκανε άνοιγμα τριημέρου στην 4η θέση με 21 εκατομμύρια δολάρια.[4] Στο αμερικανικό box office συνολικά συγκέντρωσε 83 εκατομμύρια δολάρια και στον υπόλοιπο κόσμο οι εισπράξεις έφτασαν τα 118,4 εκατομμύρια δολάρια.[4] Παγκοσμίως απέφερε 201,5 εκατομμύρια δολάρια.[4]
Η Γκεστάπο ερεύνησε εκτενώς τη Συνωμοσία της 20ής Ιουλίου και έτσι η παραγωγή είχε πρόσβαση σε μεγάλο αριθμό εγγράφων.[20] Ο Πίτερ Χόφμαν, καθηγητής ιστορίας και ηγετική αρχή της Γερμανικής Αντίστασης, εργάστηκε ως σύμβουλος στην ταινία. Ο Χόφμαν μίλησε για την ακρίβεια της ταινίας: "To 'Valkyrie' δίνει ένα ακριβές πορτραίτο του Στάουφενμπεργκ και των συνωμοτών. Υπάρχουν λεπτομέρειες που μπορεί να θεωρηθούν ως ελευθερίες. Αλλά η ταινία είναι έντιμη, σέβεται και αντιπροσωπεύει το πνεύμα της συνωμοσίας".[26] Η βρετανική εφημερίδα The Scotsman έκανε λόγο για την ακρίβεια της ταινίας: "Το 'Valkyrie'... μένει πιστό στην ιστορία της αποτυχημένης συνωμοσίας να ρίξει το Ναζιστικό καθεστώς... Υπονοεί ότι η συνωμοσία ήρθε πιο κοντά στην επιτυχία απ' ό,τι στην πραγματικότητα".[27]
Ενώ ο φον Στάουφενμπεργκ ακούει το "Ride of the Valkyries" του Ρίτσαρντ Βάγκνερ, στην πραγματικότητα ο Συνταγματάρχης μισούσε τον Βάγκνερ. Ο μεγαλύτερος αδερφός του Στάουφενμπεργκ, Μπέρτχολντ παραλείφθηκε από την ταινία.[28] Ο Μπράιαν Σίνγκερ επίτηδες δεν συμπεριέλαβε τις "μάτσο" στιγμές του Στάουφενμπεργκ, όπως την άρνησή του να πάρει μορφίνη για να αποφύγει τον εθισμό. Εξήγησε αυτές τις αφαιρέσεις: "Υπήρξαν πράγματά τα οποία παρέλειψα επειδή ήξερα ότι αρκετοί θα πίστευαν ότι τα επινοήσαμε... φανταστείτε τον Τομ Κρουζ να λέει 'Όχι μορφίνη!'. Ο κόσμος θα πίστευε ότι είναι μια εφεύρεση".[29] Στην ταινία, ο Βέρνερ φον Χέφτεν μπαίνει μπροστά στον φον Στάουφενμπεργκ στο πεδίο βολής, αλλά όταν η παραγωγή προσπάθησε να ανακατασκευάσει τη σκηνή βασισμένη σε μαρτυρίες και φωτογραφίες, ανακάλυψε ότι οι σφαίρες που σκότωσαν τον φον Χέφτεν θα σκότωναν και τον φον Στάουφενμπεργκ, ο οποίος πυροβολήθηκε αμέσως μετά. Μια άλλη αλλαγή έγινε στην απεικόνιση του Φρίντριχ Γκέρντελερ. Ο Γκέρντελερ γράφτηκε στο σενάριο ως ανταγωνιστικός, για να αντιπροσωπεύσει την προστριβή και τη σύγκρουση που υπήρχε μεταξύ των συνωμοτών, αν και η παραγωγή τον θεώρησε ως έναν πολύ πιο ηθικό χαρακτήρα στην πραγματικότητα.[6]
Ο Βρετανός νοβελίστας Τζάστιν Κάρτραϊτ, που έγραψε το βιβλίο The Song Before It Is Sung έγραψε: "Η ταινία είναι αληθινή στα περισσότερα γεγονότα της συνωμοσίας, αλλά αποτυγχάνει να μεταφέρει την οποιαδήποτε αίσθηση του καταστροφικού ηθικού και πολιτικού τυφώνα, ο οποίος τραβούσε τους Γερμανούς". Αν και δεν απεικονίζεται στην ταινία, ο φον Στάουφενμπεργκ πήρε μέρος στη συνωμοσία αφού τον έπεισε ο θείος του, Νικολάους Γκραφ φον Ούξκουλ Γκίλενμπαντ. Η ταινία επίσης δεν εξερεύνησε τη φιλοσοφία του φον Στάουφενμπεργκ και το παρελθόν του. Ο Κάρτραϊτ περιέγραψε το πως ο φον Στάουφενμπεργκ ήταν ο κατάλληλος ηγέτης της συνωμοσίας: "Ήταν ο άνδρας που αλάνθαστα φόρεσε το μανδύα ενός σχεδόν μυστικού παρελθόντος της Γερμανίας, μιας Γερμανίας πολεμίστριας, μιας Γερμανίας ποιητικής, μιας Γερμανίας του μύθου". Ο νοβελίστας θεώρησε ότι η ερμηνεία του Κρουζ ήταν πιο κοντά στην ερμηνεία ενός "μπλεγμένου μπάτσου". Ο Κάρτραϊτ επίσης σημείωσε ότι η ταινία δεν έθεσε το ερώτημα τι είδους Γερμανία είχε ο φον Στάουφενμπεργκ στο μυαλό του αν η συνωμοσία αποδεικνυόταν επιτυχημένη.[30]