Επιχείρηση Φεστιβάλ Συγκομιδής | |
---|---|
Τοποθεσία των μαζικών τάφων στο Μαϊντάνεκ | |
Τοποθεσία | Στρατόπεδα συγκέντρωσης Μαϊντάνεκ, Πονιάτοβα και Τραβνίκι στην επαρχία Λούμπλιν του Γενικού Κυβερνείου |
Στόχος | Εβραίοι |
Όπλα | Τουφέκια, αυτόματα όπλα |
Θάνατοι | 39.000–43.000 |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ως Επιχείρηση Φεστιβάλ Συγκομιδής (γερμανικά: Aktion Erntefest) ονομάστηκε η μαζική δολοφονία μέχρι και 43.000 Εβραίων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης Μαϊντάνεκ, Πονιάτοβα και Τραβνίκι από τους SS, τα Τάγματα της Αστυνομίας Τάξης (Ordnungspolizei) και τα τάγματα παραστρατιωτικών σχηματισμών (Sonderdienst) που αποτελούνταν από Ουκρανούς Άντρες Τραβνίκι στις 3-4 Νοεμβρίου 1943.
Έπειτα από μία σειρά Εβραϊκών εξεγέρσεων στα γκέτο και στα στρατόπεδα εξόντωσης, ο Χάινριχ Χίμλερ διέταξε τη δολοφονία όσων Εβραίων είχαν απομείνει στα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας στην Επαρχία Λούμπλιν της κατεχόμενης Πολωνίας. Στα τέλη Οκτωβρίου, οι Εβραίοι εργάτες των στρατοπέδων έπρεπε να σκάψουν ζιγκ-ζαγκ χαρακώματα, τα οποία υποτίθεται πως θα εξυπηρετούσαν ως άμυνα από επιθέσεις αέρος. Χιλιάδες προσωπικό από SS και αστυνομικούς έφτασαν στο Λούμπλιν στις 2 Νοεμβρίου. Εκείνη τη μέρα, ο αρχηγός των SS και της Αστυνομίας, Γιάκομπ Σπόρενμπεργκ, ο οποίος ήταν και ο επικεφαλής της επιχείρησης, πραγματοποίησε μία διάσκεψη για να την προγραμματίσει.
Οι σκοτωμοί ξεκίνησαν το πρωί της 3ης Νοεμβρίου στο Μαϊντάνεκ, όπου οι Εβραίοι κρατούμενοι διαχωρίστηκαν από τους μη Εβραίους, και συνεχίστηκαν στο στρατόπεδο Λιπόβα και το αεροδρόμιο του Λούμπλιν, όπου Εβραίοι ήταν φυλακισμένοι στην πόλη. Συνολικά, μέχρι νωρίς το βράδυ, εκτελέστηκαν 18.400 άνθρωποι. Την ίδια μέρα δολοφονήθηκαν 6.000 άνθρωποι στο Τραβνίκι, συμπεριλαμβανομένων και κάποιων από το χωριό Ντοροχούτσα. Αφού τελείωσαν με την επιχείρηση στο Μαϊντάνεκ, αρκετές από τις εμπλεκόμενες μονάδες μετέβησαν στην Πονιάτοβα όπου εκτέλεσαν την επόμενη μέρα τους 14.500 κρατούμενους του στρατοπέδου. Και στα τρία στρατόπεδα, οι Εβραίοι εξαναγκάστηκαν να βγάλουν τα ρούχα τους και να μπουν μέσα στα χαρακώματα που οι ίδιοι είχαν σκάψει, όπου και εκτελέστηκαν. Κατά τη διάρκεια των εκτελέσεων ακουγόταν δυνατή μουσική από τα μεγάφωνα για να καλυφτεί ο ήχος των πυροβολισμών.
Μετά την επιχείρηση, είχαν απομείνει ζωντανοί περίπου 10.000 Εβραίοι σε διάφορα στρατόπεδα εξαναγκαστικής εργασίας στην Επαρχία Λούμπλιν. Τα πτώματα των θυμάτων αποτεφρώθηκαν από άλλους Εβραίους, οι οποίοι εκτελέστηκαν στη συνέχεια. Με περίπου 40.000 θύματα, η Επιχείρηση Φεστιβάλ Συγκομιδής ήταν η μεγαλύτερη ενιαία σφαγή Εβραίων από Γερμανούς κατά τη διάρκεια του Ολοκαυτώματος.
Το 1942, 360.000 Εβραίοι που ζούσαν στην Επαρχία Λούμπλιν του Γενικού Κυβερνείου της κατεχόμενης Πολωνίας δολοφονήθηκαν κατά τη διάρκεια της Επιχείρησης Ράινχαρντ. Μέχρι το τέλος του χρόνου, 20.000 Εβραίοι ζούσαν στα Γερμανικά στρατόπεδα και στα γκέτο, ενώ όχι περισσότεροι από 20.000 ακόμα κρυβόντουσαν.[1][2] Με αρχή τον Ιανουάριο του 1943, οι Εβραίοι ξεκίνησαν μία σειρά εξεγέρσεων στο Γενικό Κυβερνείο, συμπεριλαμβανομένων κι αυτών στο γκέτο της Βαρσοβίας, στο γκέτο του Μπιαουίστοκ και στο στρατόπεδο εξόντωσης της Τρεμπλίνκα, ενώ η δραστηριότητα των αντι-Ναζί παρτιζάνων αυξανόταν στην περιοχή.[3][4] Αν και ο εγγύς λόγος που οδήγησε στην Επιχείρηση Φεστιβάλ Συγκομιδής είναι άγνωστος, ιστορικοί πιστεύουν πως έγινε ως απάντηση στην εξέγερση που έλαβε χώρα στο στρατόπεδο εξόντωσης του Σομπίμπουρ στις 14 Οκτωβρίου 1943.[3] Χιλιάδες Εβραίοι κρατούμενοι στα στρατόπεδα της Επαχρίας Λούμπλιν μεταφέρθηκαν εκεί από το Γκέτο της Βαρσοβίας μετά την αποτυχημένη εξέγερση που έγινε εκεί.[5][6]
Προκειμένου να αποφευχθεί περαιτέρω αντίσταση, ο Χάινριχ Χίμλερ αποφάσισε να εξολοθρεύσει τους Εβραίους κρατούμενους των στρατοπέδων της Επαρχίας Λούμπλιν με ένα αποφασιστικό κτύπημα χρησιμοποιώντας συντριπτική στρατιωτική δύναμη.[3][7][5] Ο Χίμλερ διέταξε τον Φρίντριχ-Βίλχελμ Κρούγκερ να φέρει εις πέρας τις εκτελέσεις κι αυτός εξουσιοδότησε για την επιχείρηση τον αρχηγό των SS και της Αστυνομίας, Γιάκομπ Σπόρενμπεργκ, ο οποίος είχε διαδεχθεί πρόσφατα τον Οντίλο Γκλομπότσνικ.[8][7][9] Οι Εβραίοι κρατούμενοι διατάχθηκαν να σκάψουν ζιγκ-ζαγκ χαρακώματα κατά μήκος της περιμέτρου των στρατοπέδων συγκέντρωσης Μαϊντάνεκ, Πονιάτοβα και Τραβνίκι. Στο Μαϊντάνεκ, τα χαρακώματα έσκαψε μία ομάδα 300 κρατούμενων οι οποίοι δούλευαν σε τρεις βάρδιες στον τομέα 5, νότια του κρεματόριου, και έφτανε περίπου τα 100 μέτρα σε μάκρος, 2-3 μέτρα σε βάθος και 1,5-3 μέτρα σε πλάτος. Αν και τα χαρακώματα έγιναν υποτίθεται ως αμυντική τακτική απέναντι σε επιθέσεις από αέρος, και το ζιγκ-ζαγκ σχήμα τους έδωσε μία κάποια αληθοφάνεια σε αυτό το ψέμα, οι κρατούμενοι υποψιάζονταν ποιος ήταν ο πραγματικός τους σκοπός.[7][10][11]
Στις 2 Νοεμβρίου, 2.000 με 3.000 SS και αστυνομικό προσωπικό έφτασε στο Λούμπλιν. Εκείνο το βράδυ, ο Σπόρενμπεργκ συγκάλεσε διάσκεψη μεταξύ του δικού του προσωπικού, των διοικητών των στρατοπέδων Μαϊντάνεκ, Τραβνίκι και Πονιάτοβα, τον διοικητή της τοπικής Αστυνομίας Ασφάλειας, Καρλ Πουτζ, και των διοικητών διαφόρων άλλων μονάδων.[3][12] Η επιχείρηση των δολοφονιών, η οποία αναμενόταν να ξεκινήσει την αυγή της επόμενης μέρας, σχεδιάστηκε ως στρατιωτική επιχείρηση με το κωδικό όνομα Erntefest («Φεστιβάλ Συγκομιδής»).[5] Δύο μεγάφωνα τοποθετήθηκαν στο Μαϊντάνεκ, ένα κοντά στα χαρακώματα και το άλλο δίπλα στην είσοδο του στρατοπέδου.[13][14] Η ηγεσία του στρατοπέδου Λιπόβα στο Λούμπλιν, όπου κρατούνταν Εβραίοι αιχμάλωτοι πολέμου, ζήτησε να μάθει από τον Χίμλερ αν με το να επιτρέψουν την εκτέλεση των αιχμαλώτων παραβίαζαν τη Σύμβαση της Γενεύης. Ο υπασπιστής του Χίμλερ, Βέρνερ Γκρότμαν, απάντησε πως «όλοι οι Εβραίοι χωρίς εξαίρεση υπόκειναι σε εκκαθάριση».[15]
Στις 5 το πρωί της 3ης Νοεμβρίου 1943 οι κρατούμενοι ξύπνησαν όπως συνήθως, αλλά αυτή τη φορά το στρατόπεδο είχε περικυκλωθεί από 500 επιπρόσθετους στρατιώτες κατά τη διάρκεια της νύχτας.[3][13][14] Οι 3.500 με 4.000 Εβραίοι κρατούμενοι[16] ζούσαν ανάμεσα σε μη Εβραίους. Μετά το πρωινό εγερτήριο οι δύο αυτές ομάδες χωρίστηκαν, με τους Εβραίους να διατάζονται να πάνε στον τομέα 5 του στρατοπέδου.[13][14] Οι Εβραίοι που βρίσκονταν στο ιατρείο μεταφέρθηκαν στην ίδια τοποθεσία με φορτηγό, ενώ οι μη Εβραίοι κρατούμενοι που βρίσκονταν στον τομέα 5, μεταφέρθηκαν στον τομέα 4. Ο φράχτης από συρματόμπλεγμα επανατοποθετήθηκε για να συμπεριλμβάνει μέσα στη στρατιωτική ζώνη την περιοχή που θα γίνονταν οι εκτελέσεις. Οι κρατούμενοι εξαναγκάστηκαν να βγάλουν τα ρούχα τους και οδηγήθηκαν σε ομάδες των εκατό[17] στα τρία χαρακώματα που βρίσκονταν πέρα από το στρατόπεδο.[18] Στην αρχή της ράμπας που οδηγούσε στα χαρακώματα, οι Εβραίοι χωρίστηκαν σε ομάδες των δέκα και εξαναγκάστηκαν να προχωρήσουν προς τα χαρακώματα.[19] Διμοιρίες εκτέλεσης των 10-12 αντρών ανέμεναν[18] και κάθε μερικές ώρες τους αντικαθιστούσαν νέες διμοιρίες. Οι κρατούμενοι αναγκάστηκαν να ξαπλώσουν μέσα στα χαρακώματα και πυροβολήθηκαν στον αυχένα.[20]
Περίπου 600 κρατούμενοι, μισοί άντρες και μισές γυναίκες, επιλέχθηκαν από το στρατόπεδο αεροδρομίου του Λιούμπλιν για να καθαρίσουν μετά τη σφαγή στο Μαϊντάνεκ. Οι υπόλοιποι, περίπου 5.000-6.000,[21] μαζί με 2.500 Εβραίους αιχμάλωτους πολέμου από το στρατόπεδο της Λιπόβα, περπάτησαν προς το Μαϊντάνεκ.[21][22] Παρά το ότι φρουρούνταν καλά,[19][15] οι Εβραίοι αιχμάλωτοι πολέμου όρμησαν στους φρουρούς και προσπάθησαν να δραπετεύσουν, ενώ αναφορές λένε πως φώναζαν «Niech żyje wolność!» (Ζήτω η Ελευθερία!). Σχεδόν όλοι εκτελέστηκαν πριν καταφέρουν να ξεφύγουν.[23][15] Οι πρώτοι κρατούμενοι από άλλα στρατόπεδα έφτασαν στο Μαϊντάνεκ γύρω στις 7:30 και συνέχισαν να καταφτάνουν καθόλη τη διάρκεια του πρωινού.[23][16] Κάποιοι από τους Εβραίους του Μαϊντάνεκ προσπάθησαν να ξεφύγουν από τη μοίρα τους αυτοκτονώντας ή κρυβόμενοι στους στρατώνες. Την επόμενη μέρα, ανακαλύφτηκαν 23 Εβραίοι κι εκτελέστηκαν στο κρεματόριο του Μαϊντάνεκ.[24][19] Τα μεγάφωνα που είχαν τοποθετηθεί την προηγούμενη μέρα, ξεκίνησαν να παίζουν με το που ξεκίνησαν οι πυροβολισμοί αλλά αυτό δεν ήταν αρκετό για να καλυφθεί ο ήχος από τις εκτελέσεις.[19][16] Ντόπιοι Πολωνοί παρακολουθούσαν από τις οροφές κοντινών κτιρίων που βρίσκονταν έξω από το στρατόπεδο,[18][25] ενώ ο Σπόρενμπεργκ παρατηρούσε τη διαδικασία από ένα αεροσκάφος Fieseler Storch.[25] Δεν είναι ξεκάθαρο το ποιος διήυθηνε την επιχείρηση όσο αυτή βρισκόταν σε εξέλιξη· ίσως να ήταν ο Σπόρενμπεργκ ή ο Χέρμαν Χούφλε.[19] Οι εκτελέσεις συνεχίστηκαν χωρίς διακοπή μέχρι τις 17:00,[24][19] όταν όλοι οι 18.400 κρατούμενοι σκοτώθηκαν.[18]
Πριν την επιχείρηση, οι Πολωνοί κάτοικοι που ζούσαν δίπλα στο στρατόπεδο εξαναγκάστηκαν να μετακινηθούν από τα σπίτια τους κι αυτοί που ζούσαν λίγο πιο μακριά, εξαναγκάστηκαν να παραμείνουν μέσα στα σπίτια τους. Οι Εβραίοι κρατούμενοι που ζούσαν σε έναν οικισμό έξω από το στρατόπεδο μεταφέρθηκαν κόσμια στο στρατόπεδο. Στις 5 το πρωί της 3ης Νοεμβρίου, οι κρατούμενοι συγκεντρώθηκαν για ονομαστική αναφορά,[26] μαντρίστηκαν και προχώρησαν προς το στρατόπεδο εκπαίδευσης Τραβνίκι, όπου μεγάφωνα έπαιζαν μουσική δίπλα στα χαρακώματα. Τα θύματα διατάχθηκαν να βγάλουν τα ρούχα τους και να τα τοποθετήσουν σε στοίβες κι έπειτα να ξαπλώσουν με το πρόσωπο προς τα κάτω πάνω από αυτούς που είχαν ήδη εκτελεστεί, όπου οι εκτελεστές τους πυροβόλησαν στον αυχένα.[21] Οι άντρες πυροβολήθηκαν πριν τις γυναίκες και τα παιδιά.[26] Οι εκτελέσεις ήταν ήδη σε εξέλιξη όταν στις 7:00 κατέφθασαν με το τρένο οι κρατούμενοι από το χωριό Ντοροχούτσα.[21] Όταν τα χαρακώματα είχαν γεμίσει, κάποιοι Εβραίοι εκτελέστηκαν σε λάκκους με άμμο μέσα στο στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας.[27] Οι εκτελέσεις των 6.000 Εβραίων συνεχίστηκαν μέχρι τις 15:00 (ή 17:00),[21][26] με μόνο μερικούς να καταφέρνουν να κρυφτούν και να επιβιώσουν.[21]
Αρκετοί από τους στρατιώτες SS και τους αστυνομικούς που βρίσκονταν στο Μαϊντάνεκ, μετά το τέλος της σφαγής μετέβηκαν στην Πονιάτοβα (περίπου 50 χιλιόμετρα απόσταση).[18][28] Οι μονάδες που συμμετείχαν στη σφαγή της Πονιάταβα συμπεριλάμβαναν το Αποθεματικό Αστυνομικό Τάγμα 101,[28][29] το Μηχανοκίνητο Τάγμα 1 της Χωροφυλακής, το Αστυνομικό Τάγμα 41 και το Αστυνομικό Τάγμα 67.[29] Στο στρατόπεδο υπήρχαν 14.000 Εβραίοι πριν τη σφαγή,[29] με τους περισσότερους από αυτούς να έχουν μεταφερθεί εκεί από το γκέτο της Βαρσοβίας.[5] Στις 3 Νοεμβρίου, οι Εβραίοι στάλθηκαν πίσω στους κοιτώνες τους έπειτα από ονομαστική αναφορά.[30] Το στρατόπεδο σφραγίστηκε και οι τηλεφωνικές γραμμές κόπηκαν, έτσι ώστε οι κρατούμενοι να μην γνωρίζουν τη μοίρα που τους περίμενε.[25] Κάποιοι νόμιζαν πως θα γινόταν κάποιου είδους επιλογή και προσπάθησαν να δείχνουν πιο υγιείς.[18] Εκείνο το βράδυ, περικύκλωσαν το στρατόπεδο 1.000-1.500 Γερμανοί και Ουκρανοί στρατιώτες,[27] οι οποίοι μέχρι το πρωί σχημάτισαν τρεις ομόκεντρες ζώνες ασφαλείας.[29]
Το επόμενο πρωί (4 Νοεμβρίου) στις 4:30, οι κρατούμενοι ξύπνησαν για ονομαστική αναφορά.[26] Κρατήθηκαν στην Αίθουσα 3 εκτός από 200 κρατούμενους, οι οποίοι απαλλάχθηκαν προσωρινά λόγω επιμονής του διοικητή Γκότλιμπ Χίρινγκ να παραμείνουν κάποιοι πίσω, ώστε να καθαρίσουν μετά τη σφαγή. Αυτοί κλειδώθηκαν στην κουζίνα του στρατοπέδου. Αστυνομικοί έψαξαν τους κοιτώνες και το εργοστάσιο για να δουν αν κρυβόταν κάποιος κι έπειτα στήθηκαν στις δύο πλευρές της κεντρικής οδού του στρατοπέδου. Οι κρατούμενοι διατάχθηκαν να βγάλουν τα ρούχα τους, να παραδώσουν όλα τα πολύτιμα αντικείμενά τους και να περπατήσουν την κεντρική οδό σε ομάδες των 50, ξεκινώντας με τους άντρες.[31] Καθώς ηχούσε δυνατή μουσική, οι κρατούμενοι οδηγήθηκαν στα δύο χαρακώματα που βρίσκονταν δίπλα στην είσοδο του στρατοπέδου, τα οποία είχαν περίπου 95 μέτρα μάκρος, 2 μέτρα πλάτος και 1.5 μέτρο βάθος.[32][33] Ένας στρατιώτης στάθηκε στην αρχή των χαρακωμάτων με ένα μαστίγιο για να ενθαρρύνει τους Εβραίους να ξαπλώσουν αμέσως πάνω από τα σώματα αυτών που είχαν ήδη εκτελεστεί. Οι σκοπευτές στήθηκαν σε κάθε μία από τις μακριές πλευρές του χαρακώματος πυροβολόντως εναλλάξ τα θύματα, με τον καθένα να είναι εξοπλισμένος με ένα μπουκάλι Γερμανικό ποτό schnapps κι έναν βοηθό για να γεμίζει το όπλο του.[31] Σύμφωνα με έναν μάρτυρα, αρκετά από τα θύματα δεν σκοτώθηκαν και παρέμειναν ξαπλωμένοι στα χαρακώματα πληγωμένοι καθώς περισσότερα σώματα στοιβάζονταν από πάνω τους, εξαπολύοντας κατάρες στους SS.[34]
Γύρω στις 14:00, οι εκτελέσεις σταμάτησαν για διάλειμμα για μεσημεριανό και οι μεθυσμένοι εκτελεστές ανακουφίστηκαν. Τα χαρακώματα αποδείχτηκαν να είναι πολύ ρηχά και ματωμένα πτώματα ξεχείλιζαν από τις άκρες.[35] Κάποιοι κρατούμενοι στην Πονιάτοβα σχημάτισαν μία ομάδα αντίστασης και κατάφεραν να αποκτήσουν μερικά όπλα. Στις 18:00, μία ομάδα 100 περίπου Εβραίων, άνοιξε πυρ σε μερικούς κοιτώνες γεμάτους ρούχα και στη συνέχεια κλείστηκαν σε άλλους κοιτώνες. Οι Γερμανοί έβαλαν φωτιά σε αυτούς τους κοιτώνες σκοτώνοντας όλα τα μέλη της αντίστασης.[27][35] Πολωνοί πυροσβέστες που ήρθαν για να σβήσουν τη φωτιά, παρατήρησαν πως οι Γερμανοί πετούσαν πληγωμένους Εβραίους στις φλόγες.[27] Οι εκτελέσεις ολοκληρώθηκαν γύρω στις 17:00.[35] Μετέπειτα, Γερμανοί στρατιώτες έλεγξαν τα χαρακώματα πυροβολώντας όσους κρατούμενους είχαν επιβιώσει[26] και στη συνέχεια, τα πτώματα πασπαλίστηκαν με ασβέστη και καλύφθηκαν με κλαδιά ελάτου.[35] Τρεις γυναίκες επιβίωσαν, σκαρφάλωσαν έξω από τον μαζικό τάφο κατά τη διάρκεια της νύχτας και κατάφεραν να επιβιώσουν τον πόλεμο με τη βοήθεια του οργανισμού Ζεγκότα.[α][36] Συνολικά, μέσα σε διάστημα μερικών ωρών, σκοτώθηκαν 14.500 άνθρωποι.[37]
Η εξαφάνιση κάθε ίχνους των μαζικών εκτελέσεων αποτελούσε προτεραιότητα για την ηγεσια των Ναζί, εξαιίας των νικών του Σοβιετικού στρατού στο Ανατολικό μέτωπο.[38] Μετά τη Γερμανική ήττα στο Στάλινγκραντ, οι Σοβιετικές δυνάμεις μέχρι το τέλος του 1943 ανάκτησαν το μεγαλύτερο μέρος της Ουκρανίας, της Ρωσίας και της ανατολικής Λευκορωσίας.[39] Στο Μαϊντάνεκ, το «καθάρισμα» κράτησε δύο μήνες και έγινε υπό την επίβλεψη του Έριχ Μούσφελτ, ο οποίος προηγουμένως ήταν εκτελεστής στο Άουσβιτς.[38] Οι εξακόσιοι άντρες και γυναίκες από το στρατόπεδο αεροδρομίου του Λούμπλιν[21] έπρεπε να ταξινομήσουν τα ρούχα των Εβραίων που δολοφονήθηκαν στο Μαϊντάνεκ.[24] Με την ολοκλήρωση αυτής της δουλειάς, οι γυναίκες απελάθηκαν στο Άουσβιτς και δολοφονήθηκαν στους θαλάμους αερίων.[24][19] Οι άντρες έπρεπε να αποτεφρώσουν τα πτώματα κι έπειτα είτε εκτελέστηκαν[24] είτε στρατολογήθηκαν στη Δράση Sonderaktion 1005.[β][19] Μάρτυρες θυμούνται πως η δυσωδία από το κάψιμο της σάρκας παρέμεινε στην περιοχή για μήνες.[40][41] Οι τάφροι γέμισαν με χώμα και στη συνέχεια ισοπεδώθηκαν.[40]
Οι Εβραίοι από το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Μιλέγιεβο στάλθηκαν στις 5 Νοεμβρίου στο Τραβνίκι για να «καθαρίσουν». Έξι γυναίκες έπρεπε να δουλεύουν στην κουζίνα, ενώ οι άντρες διατάχθηκαν να εξάγουν χρυσά δόντια και τυχόν κρυμμένα πολύτιμα αντικείμενα που είχαν πάνω τους τα πτώματα. Μετά από οκτώ μέρες (ή δύο με τρεις εβδομάδες), όλοι οι άντρες εκτελέστηκαν εκτός του Γίεζκελ Χέρινγκ, ο οποίος μεταμφιέστηκε σε γυναίκα και κρύφτηκε ανάμεσά τους. Οι γυναίκες παρέμειναν στο στρατόπεδο και ταξινομούσαν τα υπάρχοντα των δολοφονημένων Εβραίων μέχρι τον Μάιο του 1944, οπότε και απελάθηκαν μέσω του Μαϊντάνεκ στο Άουσβιτς και άλλα στρατόπεδα συγκέντρωσης.[42][13]
Περίπου 50 Εβραίοι κατάφεραν να κρυφτούν από τις εκτελέσεις στην Πονιάτοβα, ενώ 150 αφέθηκαν ζωντανοί για να καθαρίσουν και να αποτεφρώσουν τα πτώματα. Μετά την άρνησή τους να το κάνουν, εκτελέστηκαν στις 6 Νοεμβρίου.[27] Επομένως, το καθάρισμα ζητήθηκε να γίνει από τους Ουκρανούς, οι οποίοι ήταν πολύ απρόθυμοι να το κάνουν και πολύ μεθυσμένοι. Αρκετοί εγκατέλειψαν έπειτα από μία εβδομάδα, ενώ οι εναπομείναντες Ουκρανοί αρνούνταν να συνεχίσουν.[35] Σύμφωνα με τον Ισραηλινό ιστορικό Νταβίντ Ζίλμπερκλανγκ, 120 Εβραίοι στάλθηκαν εκεί από το Μαϊντάνεκ για να κάνουν τη δουλειά.[43] Άλλοι αναφέρουν πως τη δουλειά έκαναν 60 με 80 κρατούμενοι του Sonderkommando 1005,[γ] στους οποίους πήρε έξι εβδομάδες να ολοκληρώσουν τη δουλειά υπό την επίβλεψη του Αστυνομικού Τάγματος 316 από το Κράζνικ. Τα πτώματα σύρθηκαν από τα χαρακώματα με άλογα και αποτεφρώθηκαν σε σχάρες κιγκλιδώματα με ξύλο και βενζίνη. Έξι ή οκτώ Εβραίοι κατάφεραν να δραπετεύσουν ένα βράδυ, αλλά οι περισσότεροι πιάστηκαν αργότερα και εκτελέστηκαν.[35] Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, τα πτώματα που βρίσκονταν σε αποσύνθεση μύριζαν τόσο έντονα κάτι που, όπως αναφέρεται, οδήγησε τους σκληρούς SS άντρες να κάνουν εμετό.[41] Έπειτα, όταν το «καθάρισμα» ολοκληρώθηκε, οι Εβραίοι κρατούμενοι εκτελέστηκαν στην πόλη Πούαβε από SS άντρες και το Αστυνομικό Τάγμα 101.[35]
Η 3η Νοεμβρίου έχει ονομαστεί ως «Ματωμένη Τετάρτη» από τους κρατούμενους του Μαϊντάνεκ.[44] Μετά την επιχείρηση, στην Επαρχία Λούμπλιν υπήρχαν δέκα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας με περίπου 10.000 Εβραίους που παρέμεναν ακόμη ζωντανοί.[45] Οι Εβραίοι στο Μπούντζιν δεν εκτελέστηκαν, παρά το ότι το στρατόπεδο ήταν υποστρατόπεδο του Μαϊντάνεκ. Σύμφωνα με τους επιζήσαντες, μία μερίδα Εβραίων οδηγήθηκε από το Μπούντζιν στο Μαϊντάνεκ, από όπου επέστρεψαν με ματωμένα ρούχα και ιστορίες για τη σφαγή. Ο Ισραηλινός ιστορικός Νταβίντ Ζίλμπερκλανγκ, αποδίδει την επιβίωση του στρατοπέδου στην επιθυμία τον τοπικών Γερμανών λειτουργών του να συνεχίσουν να επωφελούνται οικονομικά από την καταναγκαστική εργασία και την αποφυγή τους να μεταφερθούν στο μέτωπο, αλλά δηλώνει πως δεν είναι ξεκάθαρο το γιατί το στρατόπεδο διέφυγε της προσοχής του Χίμλερ.[46]
Η Επιχείρηση Φεστιβάλ Συγκομιδής συνέπεσε με άλλες σφαγές επιζώντων Εβραίων στις Επαρχίες της Κρακοβίας και της Γαλικίας, αλλά εξαιρέθηκαν από τις σφαγές τα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας στην Επαρχία Ράντομ τα οποία δεν βρίσκονταν υπό SS διοίκηση.[47][48] Στην επαρχία Λούμπλιν, οι Εβραίοι σκοτώθηκαν ξεχωριστά στα χωριά Αννόπολ-Ράχουφ, Πούαβε και άλλες μικρότερες τοποθεσίες.[49] Η SS επιχείρηση Ostindustrie, η οποία απασχολούσε αρκετούς από τους δολοφονημένους κρατούμενους, δεν ενημερώθηκε εκ των προτέρων και η εταιρία διαλύθηκε αργότερα μέσα στον μήνα.[50] Η επιχείρηση σηματοδότησε το τέλος της Επιχείρησης Ράινχαρντ.[24]
Σύμφωνα με τον ειδικό επί του Ολοκαυτώματος, Κρίστοφερ Μπρόουνινγκ, η ελάχιστη εκτίμηση του αριθμού των νεκρών σε Μαϊντάνεκ και Πονιάτοβα ήταν 30.500,[51] ενώ υπολογίζει πως αυτοί που σκοτώθηκαν στο Τραβνίκι ξεκινούν από 6.000,[21][27] αλλά μπορεί να φτάνουν μέχρι τις οκτώ ή δέκα χιλιάδες.[27] Συνολικά, η εκτίμηση για το πόσοι εκτελέστηκαν κατά τη διάρκεια της επιχείρησης διαφέρει από 39.000 έως 43.000,[24] τουλάχιστον 40.000,[3] 42.000,[48] ή 42.000 έως 43.000.[47] Με βάση τον αριθμό των θανάτων, η Επιχείρηση Φεστιβάλ Συγκομιδής ήταν η μεγαλύτερη ενιαία σφαγή Εβραίων από Γερμανικές Δυνάμεις κατά τη διάρκεια του Ολοκαυτώματος. Ξεπέρασε τη σφαγή των περισσότερων από 33.000 Εβραίων στο Μπάμπι Γιαρ έξω απο το Κίεβο και ξεπεράστηκε μόνο από τη σφαγή της Οδησσού, όπου σκοτώθηκαν περισσότεροι απο 50.000 Εβραίοι τον Οκτώβριο του 1941 από Ρουμάνους στρατιώτες.[52]
Μετά τον πόλεμο, ο Σπόρενμπεργκ δικάστηκε, καταδικάστηκε κι εκτελέστηκε από Πολωνικό δικαστήριο για τον ρόλο του στην οργάνωση της επιχείρησης, ενώ ο Πουτζ αυτοκτόνησε.[37] Το 1999, ο Άλφονς Γκότζφριντ καταδικάστηκε επίσης για τη συμμετοχή τους στις εκτελέσεις στο Μαϊντάνεκ.[53] Το Κρατικό Μουσείο του Μαϊντάνεκ έχει φιλοξενήσει τελετές για να τιμήσει τα θύματα.[54][55]