Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Με την ευρύτερη έννοια ο όρος ευημερία σημαίνει ευμάρεια, δηλαδή ευζωία, άνετη διαβίωση. Υπό στενότερο όμως νόημα ο όρος είναι περισσότερο κοινωνικοοικονομικός που αναφέρεται στην άνεση, ή τη βελτίωση, των συνθηκών ζωής μιας κοινωνίας σε συνάρτηση του εισοδήματος και στο μέτρο βεβαίως που συνθήκες επηρεάζουν αυτή, όπως εν προκειμένω μπορεί να είναι η οικονομική πολιτική που εφαρμόζεται από την τοπική κυβέρνηση, ή από ιδιωτικές επιχειρήσεις, ή και ακόμα από εθελοντικές οργανώσεις.
Έτσι υπό τη στενότερη αυτή έννοια απαντάται ο όρος σε εκφράσεις όπως: "Κράτος ευημερίας", "Οικονομική της ευημερίας", "βιομηχανική ευημερία", "έργο ευημερίας" κ.λπ.
Όπως αναφέρθηκε στην αρχή ο όρος είναι περισσότερο κοινωνικοοικονομικός. Εξ αυτού του λόγου η ευημερία θεωρητικά διακρίνεται σε "οικονομική ευημερία" και σε "κοινωνική ευημερία" που εξετάζονται από διαφορετικές επιστήμες με κοινή όμως συγκλίνουσα έννοια εφαρμογής την Πρόνοια και διάφορα μέτρα που μπορεί να ληφθούν επί της τελευταίας, όπως π.χ. επιδοτήσεις, επιδόματα, διάφορα βοηθήματα κ.λπ.
Οι οικονομολόγοι ερευνητές της ευημερίας επιχείρησαν να διατυπώσουν διάφορους κανόνες οικονομικής πολιτικής και ειδικότερα της δημόσιας ή δημοσιονομικής επί της φορολογίας, όπως π.χ. η φορολογία θα πρέπει να είναι αφενός ίση για όλους και αφετέρου προοδευτική. Οι δε άμεσοι φόροι να είναι ευνοϊκότεροι από τους έμμεσους, ενώ οι τιμές θα πρέπει να εξισώνουν το επιπλέον κόστος της παραγωγής μιας επιπλέον μονάδας του προϊόντος. Στο σημείο αυτό οι Χώρες το επιτυγχάνουν με επιβολή δασμών ακόμα και στα πλαίσια της αμοιβαιότητας, ή με άλλα παράλληλα μέτρα κοινωνικής πολιτικής βελτιώνοντας την κοινωνική ευημερία.