Αυτό το λήμμα ανήκει στη σειρά: Πολιτικό σύστημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
Πύλη Ευρωπαϊκή Ένωση |
Η ιθαγένεια της Ένωσης θεσπίστηκε από τη συνθήκη του Μάαστριχτ του 1992. Η ιθαγένεια της ΕΕ συμπληρώνει την ιθαγένεια των κρατών μελών και δεν την αντικαθιστά.
Το άρθρο 17(1) της Συνθήκης της Ρώμης δηλώνει ότι:
ΙΘΑΓΕNΕΙΑ ΤΗΣ ΕNΩΣΗΣ
Άρθρο 17
1. Θεσπίζεται ιθαγένεια της Ένωσης. Πολίτης της Ένωσης είναι κάθε πρόσωπο που έχει την υπηκοότητα ενός κράτους μέλους. Η ιθαγένεια της Ενωσης συμπληρώνει και δεν αντικαθιστά την εθνική ιθαγένεια.2. Οι πολίτες της Ένωσης έχουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται από την παρούσα συνθήκη.[1]
Η σημασία της ιθαγένειας της Ένωσης έγκειται στο γεγονός ότι οι πολίτες της Ένωσης έχουν γνήσια δικαιώματα στο πλαίσιο της κοινοτικής νομοθεσίας. Τα βασικά δικαιώματα που τους παρέχει η ιθαγένεια στο πλαίσιo του δεύτερου μέρους της συνθήκης ΕΚ είναι τα εξής:
Η ιθαγένεια της Ένωσης δεν αντικαθιστά την ιθαγένεια των κρατών μελών αλλά η υπηκοότητα των κρατών μελών είναι ένα ζήτημα που αφορά αποκλειστικά τα κράτη μέλη, όπως επιβεβαιώνει η δήλωση για την υπηκοότητα ενός κράτους μέλους που έχει προσαρτηθεί στη συνθήκη του Μάαστριχτ. Επομένως, το κάθε κράτος μέλος είναι αρμόδιο, τηρώντας δεόντως την κοινοτική νομοθεσία , να ορίζει τους όρους για την απόκτηση και των απώλεια της υπηκοότητας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει καμία αρμοδιότητα ως προς το θέμα αυτό.[2]