Εχθρός του Λαού

Η έκφραση Εχθρός του Λαού, είναι ένας ασαφής προσδορισμός των αντιπάλων αυτού που τον χρησιμοποιεί, στιγμαντίζοντάς τους ως εχθρούς ολόκληρης της κοινωνίας.

Η έκφραση ανάγεται στους ρωμαϊκούς χρόνους, όταν η Σύγκλητος στιγμάτισε τον αυτοκράτορα Νέρωνα ως ‘’Εχθρό του Λαού″ (λατινικά: hostis publicus) το 68 π.Χ. Στη γαλλική του μορφή (ennemi du peuple), χρησιμοποιήθηκε κατά τη Γαλλική Επανάσταση. Στις 25 Δεκεμβρίου 1793 ο Ροβεσπιέρος είπε:

Η Επαναστατική Κυβέρνηση οφείλει στους καλούς πολίτες την προστασία του έθνους. Στους εχθρούς του λαού δεν οφείλει τίποτα παρά μόνο το θάνατο.

Έχει χρησιμοποιηθεί επίσης και στη λογοτεχνία. Με τον ίδιο ακριβώς τίτλο ο Ερρίκος Ίψεν έγραψε ένα θεατρικό έργο το 1882.

Σήμερα όμως η χρήση του γίνεται με αναφορά στη σοβιετική φρασεολογία.[1] Στη Σοβιετική Ένωση γινόταν εκτεταμένη χρήση του όρου ‘’Εχθρός του Λαού’’ (ρωσικά: враг народа), καθώς ταιριάζει τέλεια με την ιδέα ότι στην εξουσία είναι ο Λαός. Ο Λένιν στο Διάταγμα της 28ης Νοεμβρίου 1917 έλεγε:[2]

Όλοι οι ηγέτες του Συνταγματικού Δημοκρατικού Κόμματος, ενός κόμματος που βρίθει από Εχθρούς του Λαού, είναι παράνομοι και πρέπει να συλληφθούν άμεσα και να παραπεμφθούν στο Επαναστατικό Δικαστήριο’’.

Οι Σοβιετικοί χρησιμοποιούσαν επίσης και τους όρους ‘’Εχθρός των Εργατών’’ (враг трудящихся, Βραγκ Τρουντιάστσιχσια), ‘’Εχθρός του Προλεταριάτου’’, (враг пролетариата, Βραγκ Προλεταριάτα), ’’Ταξικός Εχθρός’’ (классовый враг, Κλάσοβι Βραγκ) κ.ά. Ειδικότερα, ο όρος ″Εχθρός των Εργατών″ περιελήφθη στο άρθρο 58 του Ποινικού Κώδικα της Ρωσικής Ομοσπονδίας και παρόμοια άρθρα στους κώδικες των άλλων Σοβιετικών Δημοκρατιών[3].

Σε διαφορετικές εποχές (εντός του πλαισίου της Σοβιετικής Ένωσης), οι όροι αυτοί χρησιμοποιήθηκαν για τον τσάρο Νικόλαο Β’ και την αυτοκρατορική οικογένεια, τους αριστοκράτες, τους αστούς, τους κληρικούς, τους αναρχικούς, τους κουλάκους, τους μοναρχικούς, τους Μενσεβίκους, τους Εσέρους, τους Μπουντιστές (Εβραίοι συνδικαλιστές), τους Τροτσκιστές, τους οπαδούς του Μπουχάριν, τους παλιούς Μπολσεβίκους, τους μετανάστες, τα ‘’σοσιαλιστικά παράσιτα’’, τους Ρώσους κατοίκους της κινέζικης επαρχίας του Χαρμπίν κ.ά.

Ένας ″Εχθρός του Λαού″μπορούσε να εξοριστεί, να φυλακιστεί ή να εκτελεστεί, και επιπλέον να χάσει την περιουσία του. Οι στενοί συγγενείς των ‘’Εχθρών του Λαού’’ αποκαλούνταν ‘’μέλη της οικογένειας των προδοτών της Πατρίδας’’, και μπορούσαν να σταλούν στα Γκουλάγκ, ενώ στερούνταν τα πολιτικά τους δικαιώματα. Με το να είναι κάποιος φίλος ενός ″Εχθρού του Λαού″, σήμαινε αυτομάτως ότι ετίθετο υπό παρακολούθηση ως ύποπτος.

Σημαντικός αριθμός πολιτών αποκτούσε την ετικέτα του ″Εχθρού του Λαού″, όχι για τις εχθρικές τους πράξεις εναντίον του ″κράτους των εργατών και των αγροτών″, αλλά για την κοινωνική τους καταγωγή ή το προ της Επανάστασης επάγγελμα, όπως, όσοι μίσθωναν εργασία, οι υψηλόβαθμοι κληρικοί , οι πρώην αστυνομικοί, οι έμποροι κλπ. Κάποιοι από αυτούς τους ονόμαζαν κοινώς ″λισέντσι″, δηλαδή ″αποστερημένους″, (από τη ρωσική λέξη лишение, αποστέρηση), καθότι το Σοβιετικό Σύνταγμα τους στερούσε το δικαίωμα της ψήφου. Αυτό σήμαινε ότι αποκλείονταν και από διάφορα άλλα προνόμια, όπως την εργασία, τα δελτία διανομής αγαθών κ.ά.

  1. Benedikt Sarnov (2002). Our Soviet Newspeak: A Short Encyclopedia of Real Socialism (Наш советский новояз. Маленькая энциклопедия реального социализма.). Moscow. ISBN 5-85646-059-6. 
  2. Nicolas Werth / Karel Bartošek / Jean-Louis Panné / Jean-Louis Margolin / Andrzej Paczkowski / Stéphane Courtois (1999). The Black Book of Communism: Crimes, Terror, Repression,. Harvard University Press. ISBN 0-674-07608-7. 
  3. http://www.cyberussr.com/rus/uk58-e.html#58-1a

.