Ζακ Φουκιέ | |
---|---|
![]() | |
Γέννηση | 1590[1][2] Αμβέρσα |
Θάνατος | 1655[1] και Δεκέμβριος 1655[3] Παρίσι |
Χώρα πολιτογράφησης | Νότιες Κάτω Χώρες Γαλλία |
Ιδιότητα | ζωγράφος[4] και εικαστικός καλλιτέχνης[5] |
Κίνημα | μπαρόκ |
Είδος τέχνης | τοπιογραφία |
Καλλιτεχνικά ρεύματα | μπαρόκ |
Σημαντικά έργα | Landscape |
![]() | |
Ο Ζακ Φουκιέ (φλαμανδικά: Jacob Fouquier ή Jacques Focquier, Αμβέρσα, περ. 1591 - Παρίσι, 1659) ήταν Φλαμανδός ζωγράφος τοπίων του στυλμπαρόκ, ο οποίος δραστηριοποιήθηκε και είχε πολύ επιτυχημένη σταδιοδρομία στη Γαλλία.[6]
Δεν είναι σαφές με ποιον Δάσκαλο σπούδασε. Με βάση τον πιο πρώιμο πίνακά του που έχει διασωθεί, το Χειμωνιάτικο τοπίο του 1617 και το ύφος του, που παραπέμπει στον Γιαν Μπρίγκελ τον πρεσβύτερο, πιθανόν Δάσκαλός του να ήταν ο Μπρίγκελ. Από την άλλη, ένα σχεδίασμα τοπίου σε ποταμό, εμφανίζει επιρροές από τον Βίλλεμ Μπόιτεβεχ και τον Εσάιας φαν ντε Φέλντε και πιθανή εκπαίδευσή του στη Βόρεια Ολλανδία.[6]
Έγινε Δάσκαλος στη Συντεχνία του Αγίου Λουκά της Αμβέρσας το 1614. Λίγο αργότερα μετοίκησε προς τα νότια, αν και αναφέρεται το 1616 στην Αμβέρσα. Το 1616 αναφέρεται ως Δάσκαλος στην αντίστοιχη Συντεχνία των Βρυξελλών.[7]
Λίγο καιρό αργότερα ταξίδεψε στη Χαϊδελβέργη, όπου εργάστηκε για τον Φρειδερίκο Ε΄ Εκλέκτορα του Παλατινάτου.[6]
Το 1620 ταξίδεψε στην Ιταλία, επισκεπτόμενος τη Ρώμη και τη Βενετία. Εκεί βελτίωσε το ύφος του, μελετώντας τα έργα του Τιτσιάνο, τα τοπία του οποίου θαύμαζε ιδιαίτερα.[8]
Το 1621 εγκαταστάθηκε στη Γαλλία, όπου τα τοπία του έχαιραν μεγάλης εκτίμησης. Έγιναν αντικείμενα συλλογής από πολλούς από τους μεγάλους συλλέκτες της εποχής. Είναι πιθανό να συνεργάστηκε με τον Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς.[6] Το 1626 δέχθηκε παραγγελία από τον βασιλέα Λουδοβίκο ΙΓ΄ να ζωγραφίσει γαλλικές πόλεις, στην προσπάθεια του βασιλέα να διακοσμήσει τη Grande Galerie του Λούβρου.[7] Για να εκτελέσει την παραγγελία, επισκέφθηκε μερικές γαλλικές πόλεις, όπως το Αιξ-αν-Προβάνς, την Τουλόν και τη Μασσαλία. Τα έργα του έχαιραν τέτοιας εκτίμησης, ώστε ο βασιλέας τον ονόμασε Ιππότη. Λόγω αυτού, απέκτησε τέτοια ματαιοδοξία, ώστε έκτοτε δεν ζωγράφισε ποτέ ξανά χωρίς να έχει ζωσμένο το σπαθί του.[8]
Το 1641 διαφώνησε με τον Νικολά Πουσέν, ο οποίος είχε μεταβεί στο Παρίσι προκειμένου να δημιουργήσει ένα νέο σχέδιο για τη διακόσμηση της Grande Galerie, γεγονός που ανάγκασε τον Πουσέν να εγκαταλείψει την πόλη και να εγκατασταθεί στη Ρώμη για το υπόλοιπο της ζωής του.
Το ύφος του Φουκιέ μοιάζει να έχει προέλθει από το Ολλανδικό και Φλαμανδικό ύφος που έτεινε προς τον ιταλικό κλασικισμό του Πάουλ Μπριλ. Η περιγραφική σύνοψη των τοπίων των βορεινών χωρών εξελίχθηκε από το "ηρωικό" ύφος των τοπίων στη Ρώμη και είχε ως αποτέλεσμα την ισχυρή επιρροή του στη γαλλική τοπιογραφία κατά το πρώτο ήμισυ του 17ου αιώνα.[6]
Τα έργα του συχνά μετατρέπονταν σε χαρακτικά, κυρίως από τους Ζαν Μορέν, Γκαμπριέλ και Νικολά Περέλ, Άρνολντ και Πίτερ ντε Γιόντε, Αλεξάντερ Φόοτ και Ιχνάτιους φαν ντερ Στοκ. Κυριότερος μαθητής του υπήρξε ο Φιλίπ ντε Σαμπαίν (Philippe de Champaigne ).[6]