Ζηνόδοτος | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Ζηνόδοτος (Ελληνικά) |
Γέννηση | 330 π.Χ. (περίπου) Έφεσος |
Θάνατος | 260 π.Χ. (περίπου) |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | αρχαία ελληνικά |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | βιβλιοθηκονόμος συγγραφέας ποιητής επιγραμματοποιός Hofmeister[1] επιμελητής εκδόσεων[1] γραμματικός |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Έφορος της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας[1] |
Ο Ζηνόδοτος καταγόταν από την Έφεσο και έζησε τον 4ο αιώνα π.Χ. (325 - 260 π.Χ.).
Ήταν ποιητής με πνεύμα βαθιά ερευνητικό και είχε για δάσκαλο τον Φιλητά[2] από την Κω. Υπήρξε ο πρώτος βιβλιοθηκονόμος και διευθυντής της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας και αναφέρεται (στην Σούδα) ότι «τῶν ἐν Ἀλεξανδρείᾳ βιβλιοθηκῶν προὔστη» (εκ του προέστη)[3], όπως αναφέρονται όλοι οι υπεύθυνοι της Αλεξανδρινής Βιβλιοθήκης. Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τη μελέτη του Ομήρου καθώς και φιλοτέχνησε κριτική έκδοσή του[4]. Το λεξικό Σούδα ή Σουίδα, ένα από τα σημαντικότερα ελληνικά λεξικά το οποίο γράφτηκε τον δέκατο αιώνα, αναφέρει ότι ανέλαβε ως παιδαγωγός της βασιλικής οικογένειας καθώς έκανε το δάσκαλο στα παιδιά του Πτολεμαίου[2]. Στη συνέχεια χρίστηκε προϊστάμενος της Βιβλιοθήκης από τον Πτολεμαίο Α΄[2], θέση την οποία διατήρησε και κατά το διάστημα που ανέβηκε στον θρόνο ο μαθητής του, Πτολεμαίος ο Φιλάδελφος.
Σύμφωνα με τη Σούδα, είναι ο πρώτος φιλόλογος στον κύκλο του Μουσείου που ανέλαβε να φέρει σε πέρας μια ολοκληρωμένη κριτική έκδοση του Ομήρου. Αλλά, κατά τα λεγόμενα του Ιωάννη Τζέτζη, τον 12ο αιώνα, αναδύεται το πρόβλημα της πρώτης έκδοσης των ομηρικών επών, που είχε ως πρωταγωνιστή τον Πεισίστρατο, ενώ είχαν περάσει ήδη τριακόσια χρόνια από την εποχή του ως τον Ζηνόδοτο. Συνεπώς, δεν μπορεί να προσδιοριστεί ακριβώς η έκταση και η φύση των εργασιών του Ζηνοδότου στον Όμηρο. Όμως, δεν αποκλείεται να υπήρξε ο πρώτος διορθωτής των ομηρικών επών, αν κρίνουμε και από τις φιλολογικές παρεμβάσεις του Αριστάρχου, αργότερα, ο οποίος απέρριπτε ομηρικές λέξεις από την έκδοση του Ζηνοδότου.
Τον 6ο αιώνα π.Χ., ο Ζηνόδοτος είχε στη διάθεσή του το «αττικό» χειρόγραφο, πιθανά το επίσημο κείμενο του Ομήρου που ακολουθούσαν πιστά οι ραψωδοί κατά τη διάρκεια των απαγγελιών τους στις εορτές των Παναθηναίων και το οποίο χρησιμοποίησε πρωτίστως στην έκδοσή του[3], γεγονός που απέκρυψαν οι Αλεξανδρινοί φιλόλογοι για λόγους υστεροφημίας. Την ίδια στιγμή που οι συνάδελφοί του μετέφραζαν τις τραγωδίες και τις κωμωδίες, ο Ζηνόδοτος ασχολήθηκε με τον Όμηρο[5]. Εξέδωσε τη Διόρθωση καθώς και το Γλωσσάριο της Ιλιάδας και της Οδύσσειας ενώ απέρριψε τους Ομηρικούς Ύμνους ως μεταγενέστερους.
Ο Ζηνόδοτος μελέτησε με ένα νέο τρόπο, τους Έλληνες κλασικούς συγγραφείς και ασχολήθηκε με την κριτική διόρθωση και την επιμέλεια Ελλήνων επικών και λυρικών ποιητών καθώς και με την ταξινόμησης αυτών, αφού επινόησε το αλφαβητικό σύστημα ταξινόμησης[6][7]. Επιπρόσθετα, συνέγραψε την πρώτη κριτική έκδοση του Πινδάρου και υπομνημάτισε την Θεογονία του Ησιόδου.
Μετά τον θάνατό του, στη θέση του προϊσταμένου της Βιβλιοθήκης τοποθετήθηκε ο Απολλώνιος ο Ρόδιος ο οποίος γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια, μεταξύ του 295 και 290 π.Χ. και ονομάστηκε έτσι επειδή πέρασε το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής του στη Ρόδο. Οι μαθητές του Αρίσταρχος από τη Σαμοθράκη και ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος που είχε σπουδάσει κοντά στον Ζηνόδοτο και τον Καλλίμαχο, συμπλήρωσαν στη συνέχεια το έργο του.
Ζηνόδοτος Εφέσιος