Θεατρική παράσταση από τον θίασο «Théatrémolo» το 2006. | |
Συγγραφέας | Μολιέρος |
---|---|
Τίτλος | George Dandin, ou le Mari confondu |
Γλώσσα | Γαλλικά |
Ημερομηνία δημιουργίας | 1668 |
Ημερομηνία δημοσίευσης | 1672 |
Πολιτιστικό κίνημα | μπαρόκ μουσική |
Μορφή | θεατρικό έργο |
Χαρακτήρες | d:Q107265413 |
LC Class | OL83213W |
LΤ ID | 1260596 |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Ζωρζ Νταντέν ή Ο αμήχανος σύζυγος (γαλλικός τίτλος: George Dandin ou le mari confondu) είναι τρίπρακτη κωμωδία-μπαλέτο σε πρόζα του Μολιέρου, με μουσική του Ζαν-Μπατίστ Λυλί.[1]
Παρουσιάσθηκε στο ανάκτορο των Βερσαλλιών, παρουσία του Λουδοβίκου ΙΔ΄ και καλεσμένων, που αριθμούσαν πιθανώς 3.000 συνολικά άτομα,[2] στις 18 Ιουλίου 1668, κατά τη διάρκεια εορταστικών εκδηλώσεων για τη Συνθήκη του Άαχεν. Χωρίς το μπαλέτο και τη μουσική, η κωμωδία εμφανίστηκε στο κοινό του Παρισιού στο θέατρο του Παλαί Ρουαγιάλ από τις 9 Νοεμβρίου 1668.
Ο ιστορικός Αντρέ Φελιμπιάν συνόψισε το έργο στο επίσημο πρόγραμμα (1668) ως εξής: «Το θέμα είναι ότι ένας πλούσιος αγρότης, έχοντας παντρευτεί την κόρη ενός επαρχιακού ευγενή, δεν απολαμβάνει τίποτα άλλο παρά την περιφρόνηση της γυναίκας του καθώς και των πεθερικών του, που τον δέχτηκαν για γαμπρό τους μόνο λόγω της μεγάλης περιουσίας του».[3]
Χρησιμοποιώντας το πλαίσιο της παραδοσιακής φάρσας, το έργο εμβαθύνει στην κοινωνική κριτική, σατιρίζοντας τόσο τους πλούσιους που επιδίωκαν τίτλους ευγένειας όσο και τους αλαζονικούς αριστοκράτες, επίσης αναφέρεται στην τραγική κατάληξη των αταίριαστων γάμων. Σήμερα, πολλοί σκηνοθέτες έχουν υπογραμμίσει την τραγικότητα αυτού του έργου, που παρά τα κωμικά στοιχεία του, παρουσιάζεται όχι ως ένα χαρούμενο έργο αλλά ως μαύρη κωμωδία, με επίκεντρο το δράμα ενός ανθρώπου που συνειδητοποιεί την αποτυχία του και λέει στον εαυτό του: «Τα ήθελες Ζωρζ Νταντέν, τα ήθελες».[4]
Πράξη Α΄
Ο Ζωρζ Νταντέν, ένας πλούσιος αγρότης που ήθελε να ανέλθει κοινωνικά, παντρεύτηκε τη νεαρή Ανζελίκ, κόρη των Σοτενβίλ, κατεστραμμένων οικονομικά επαρχιακών ευγενών. Εξαγοράζοντας τα χρέη τους, αποκτά το δικαίωμα να αποκτήσει τίτλο και μετατρέπει το όνομά του σε «Ζωρζ ντε λα Νταντινιέρ», αλλά τα πεθερικά του τον κάνουν να αισθάνεται συνεχώς ότι η διαφορά της κοινωνικής θέσης δεν καταργείται μ' αυτόν τον τρόπο. Έτσι, ο Ζωρζ Νταντέν επανειλημμένα υπομένει εξευτελισμούς και ταπεινώσεις, αναγνωρίζοντας την κοινωνική ανωτερότητα της οικογένειας της γυναίκας του, η οποία τον κοροϊδεύει διαρκώς.
Ο Ζωρζ Νταντέν έχει μετανιώσει που παντρεύτηκε την Ανζελίκ καθώς τον περιφρονούν συνεχώς τόσο η σύζυγος, την οποία δεν καταφέρνει να προσελκύσει στο κρεβάτι του, όσο και οι γονείς της. Βρίσκοντας τον υπηρέτη Λουμπέν να βγαίνει κρυφά από το σπίτι του, τον ρωτάει χωρίς να αποκαλύψει την ταυτότητά του και μαθαίνει ότι η γυναίκα του αλληλογραφεί με τον κύριό του Κλίτανδρο, έναν ελευθεριακό αυλικό άρχοντα, και ότι ο ίδιος φλερτάρει με την υπηρέτριά της, την Κλοντίν. Συντετριμμένος, παραπονιέται στα πεθερικά του, οι οποίοι αμέσως επικρίνουν την έλλειψη καλών τρόπων και τη χαμηλή κοινωνική του θέση. Οι γονείς ζητούν εξηγήσεις από την Ανζελίκ και από τον Κλίτανδρο. Και οι δύο αρνούνται και ο Ζωρζ Νταντέν αναγκάζεται να ζητήσει συγγνώμη αν και σκέφτεται ότι σύντομα θα «ανοίξει τα μάτια του πατέρα και της μητέρας».[5]
Πράξη Β΄
Πάλι από τον Λουμπέν, ο Ζωρζ Νταντέν μαθαίνει ότι ο Κλίτανδρος πήγε να συναντήσει την Ανζελίκ στο σπίτι τους. Προειδοποιεί για άλλη μια φορά τα πεθερικά του, τα οποία, φτάνοντας, αιφνιδιάζουν την Ανζελίκ και τον Κλίτανδρο που βγαίνουν από το σπίτι. Βλέποντας τους γονείς της, η Ανζελίκ προσποιείται ότι υπερασπίζεται τον εαυτό της από τον Κλίτανδρο και, για να υποστηρίξει τις διαμαρτυρίες της ως ενάρετη γυναίκα, αρπάζει ένα ραβδί για να τον χτυπήσει. Ο Κλίτανδρος σπρώχνει τον Ζωρζ Νταντέν ανάμεσά τους και τα χτυπήματα που γενναιόδωρα χορηγεί η Ανζελίκ πέφτουν επάνω του. Οι γονείς, ενθουσιασμένοι, συγχαίρουν την τίμια κόρη τους και ο Ζωρζ Νταντέν είναι σχεδόν υποχρεωμένος να ευχαριστήσει την Ανζελίκ για την υποδειγματική της συμπεριφορά.
Πράξη Γ΄
Ο Κλίτανδρος και η Ανζελίκ συναντιούνται νύχτα έξω από το σπίτι. Στον θόρυβο μιας πόρτας, ο Ζωρζ Νταντέν ξυπνά και βλέπει τους δύο εραστές. Βέβαιος ότι θα τους αποκαλύψει, στέλνει διακριτικά τον υπηρέτη Κολίνο να ειδοποιήσει τα πεθερικά του, ενώ κλειδώνει την πόρτα του συζυγικού τους δωματίου, εμποδίζοντας την επιστροφή της Ανζελίκ. Όταν η Ανζελίκ επιστρέφει, βρίσκει την πόρτα κλειστή και τον σύζυγό της στο παράθυρο. Αυτός της λέει ότι οι γονείς της έρχονται σύντομα και εκείνη του απαντά ότι προτιμάει να αυτοκτονήσει με το μαχαίρι που έχει παρά να ατιμασθεί και προσποιείται ότι το κάνει. Η νύχτα είναι σκοτεινή και ο Νταντέν κατεβαίνει τις σκάλες για να δει αν η γυναίκα του έχει όντως αυτοκτονήσει. Αυτή, αρπάζει την ευκαιρία και μπαίνει στο σπίτι κλειδώνοντας την πόρτα πίσω της. Όταν φτάνουν τα πεθερικά, βρίσκουν τον Νταντέν έξω και την Ανζελίκ στο παράθυρο. Διαμαρτύρεται στους γονείς της ότι ο σύζυγός της γυρίζει συχνά στο σπίτι μεθυσμένος και γυμνός τα βράδια. Μετά από αυστηρή επίπληξη από τα πεθερικά του, ο Νταντέν αναγκάζεται και πάλι να ζητήσει συγγνώμη, αυτή τη φορά γονατιστός μπροστά στη γυναίκα του. Στην τελευταία σκηνή ο Ζωρζ Νταντέν έχει αυτοκτονικές σκέψεις.[6]
Το έργο τελειώνει άσχημα, με τον Ζωρζ Νταντέν να εξαπατάται συνεχώς από όλους, από αριστοκράτες μέχρι υπηρέτες με σαδιστική αδυσώπητη συμπεριφορά από την πλευρά της γυναίκας του, του εραστή της και της υπηρέτριας.
Ωστόσο, η μοναξιά, η αφέλεια και η τραγική μοίρα του πρωταγωνιστή έχουν επιτρέψει αρκετές σκηνοθεσίες μακριά από το είδος της κωμωδίας. Κάποιοι το έχουν μετατρέψει σε δράμα όπου ο ήρωας αυτοκτονεί στο τέλος του έργου. Το αρχικό κείμενο είναι πολύ σκοτεινό, τα τελευταία λόγια του Νταντέν είναι: «όταν κάποιος, όπως εγώ, έχει παντρευτεί μια κακιά γυναίκα, το καλύτερο που έχει να κάνει είναι να πέσει στο νερό, πρώτα με το κεφάλι».[7]
Συγχρόνως, το έργο αποτελεί κριτική των αταίριαστων γάμων, ηλικιακά και κοινωνικά. Η Ανζελίκ, ρόλος που ερμηνεύτηκε εκείνη την εποχή από τη σύζυγο του Μολιέρου, περιγράφει τον γάμο της ως αναγκαστικό και δεν έχει τύψεις διασκεδάζοντας με τον εραστή της. Ωστόσο, είναι απεχθής χαρακτήρας, που αρνείται στον σύζυγό της οποιαδήποτε μαρτυρία ανθρωπιάς λόγω της κατώτερης κοινωνικής του θέσης.
Ο Μολιέρος επανέλαβε τη σκηνή της άπιστης συζύγου που κλειδώνει τον σύζυγο έξω από το σπίτι που είχε χρησιμοποιήσει σε ένα από τα πρώτα έργα του, Η ζήλια του Μπαρμπουιγιέ, αλλά στον Ζωρζ Νταντέν έχει προσθέσει χαρακτήρες, σκηνές και γεγονότα, δημιουργώντας ένα αναμφίβολα πιο περίπλοκο έργο.[8]