Ζωρζ Φεντώ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Georges Feydeau (Γαλλικά) |
Γέννηση | 8 Δεκεμβρίου 1862[1][2][3] Παρίσι |
Θάνατος | 5 Ιουνίου 1921[4][2][5] Ρυέιγ-Μαλμαιζόν[6] |
Αιτία θανάτου | σύφιλη |
Συνθήκες θανάτου | φυσικά αίτια |
Τόπος ταφής | Κοιμητήριο της Μονμάρτρης[7] |
Χώρα πολιτογράφησης | Γαλλία[8] |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Μητρική γλώσσα | Γαλλικά |
Ομιλούμενες γλώσσες | Γαλλικά[9][10] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | θεατρικός συγγραφέας συγγραφέας |
Αξιοσημείωτο έργο | Το έξυπνο πουλί Η κυρία του Μαξίμ Ψύλλοι στ' αφτιά Chat en poche |
Οικογένεια | |
Τέκνα | Μισέλ Φεντώ Jean-Pierre Feydeau |
Γονείς | Ερνέστ Φεντώ και Λεοκάντια Ζελέφσκα |
Συγγενείς | Ανρί Φουκέ (πεθερός) |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Ζωρζ Φεντώ (Γαλλικά: Georges Feydeau), γεννήθηκε στο Παρίσι στις 9 Δεκεμβρίου 1862 και πέθανε στο Ρυέιγ-Μαλμαιζόν στις 5 Ιουνίου 1921, ήταν Γάλλος θεατρικός συγγραφέας, ζωγράφος και συλλέκτης έργων τέχνης, γνωστός για τα πολλά έργα βοντβίλ και τις φάρσες του.
Κατά το τέλος του 19ου αιώνα και αρχές του 20ού, εποχή γνωστή ως Μπελ Επόκ, ο Φεντώ έγραψε 39 θεατρικά έργα που είχαν μεγάλη απήχηση στο γαλλικό κοινό και εξακολουθούν να παίζονται στη Γαλλία και το εξωτερικό με μεγάλη επιτυχία.[11]
Ο Ζωρζ Φεντώ γεννήθηκε στο Παρίσι, γιος του μυθιστοριογράφου Ερνέστ Φεντώ. Η οικογένεια ανήκε στη μεσαία τάξη και ο συγγραφέας μεγάλωσε σε καλλιτεχνικό και λογοτεχνικό περιβάλλον. Υπήρχαν φήμες, τις οποίες ο συγγραφέας επιβεβαίωσε το 1919, ότι ήταν γιος του αυτοκράτορα Ναπολέοντα Γ΄ ή του αδελφού του δούκα του Μορνύ, με τους οποίους η μητέρα του είχε σχέσεις πριν το γάμο της.
Από μικρή ηλικία γοητεύτηκε από το θέατρο, και ως παιδί έγραψε τα πρώτα του έργα οργανώνοντας τους συμμαθητές του σε δραματική ομάδα. Στην εφηβεία του έγραφε κωμικούς μονόλογους και προχώρησε στη συγγραφή έργων. Το 1886, σε ηλικία 23 ετών, είχε την πρώτη μεγάλη επιτυχία του με την κωμωδία Ράφτης κυριών αλλά ακολούθησε μια σειρά από αποτυχίες. Σταμάτησε να γράφει στις αρχές της δεκαετίας του 1890 και μελέτησε τις μεθόδους παλαιότερων δασκάλων της γαλλικής κωμωδίας, ιδιαίτερα του Εζέν Λαμπίς.
Το 1889, παντρεύτηκε τη Μαριάν Ντυράν, κόρη του διάσημου ζωγράφου Καρόλου Ντυράν. Ο γάμος εξασφάλισε οικονομική σταθερότητα στον Φεντώ ενώ έγραφε τα έργα του. Ωστόσο, μετά από χρόνια γάμου και αφού απέκτησαν τέσσερα παιδιά, το ζευγάρι χώρισε το 1909, χωρισμός που οδήγησε σε διαζύγιο το 1916. Μετά τον χωρισμό του ο Φεντώ εγκαταστάθηκε σε ένα πολυτελές ξενοδοχείο πολύ κοντά στο σταθμό Σαιν-Λαζάρ, όπου και έμεινε για περίπου δέκα χρόνια, γεμίζοντας τους τοίχους της κρεβατοκάμαράς του με έργα καλλιτεχνών όπως ο Βαν Γκονγκ και ο Ουτριλό.
Παρά την επιτυχία του ως θεατρικός συγγραφέας, ο σπάταλος τρόπος της πολυτελούς διαβίωσής του, τα τυχερά παιχνίδια και η αποτυχία του γάμου του, του προκάλεσαν μεγάλα οικονομικά προβλήματα. Κατά τη διάρκεια του χειμώνα του 1918, ο Φεντώ εμφάνισε σύφιλη. Το 1919 η ψυχική του κατάσταση επιδεινώθηκε απότομα και πέρασε τα τελευταία δύο χρόνια σε ένα σανατόριο στο Παρίσι. Πέθανε εκεί το 1921 σε ηλικία 58 ετών. Αναπαύεται στο Κοιμητήριο της Μονμάρτρης.
Η επιτυχία για τον Ζωρζ Φεντώ ήρθε το 1892 με τα έργα Ο κύριος πάει κυνήγι (Monsieur chasse,1892) και Σαμπινιόλ με το ζόρι (Champignol malgré lui , 1892) και συνεχίστηκε μεταξύ του 1892 και του 1916, με έργα, πολλά από τα οποία αποτελούν βασικό θεατρικό ρεπερτόριο στη Γαλλία και στο εξωτερικό έως σήμερα.[12]
Ανάμεσα στα πιο γνωστά έργα του είναι Το σύστημα Ριμπαντιέ (Le système Ribadier, 1892), το Ξενοδοχείο ο Παράδεισος (1894), Το έξυπνο πουλί (1896), Η κυρία του Μαξίμ (1899), ο θρίαμβος του οποίου επέτρεψε στον Φεντώ να ασχοληθεί δυο χρόνια με τη ζωγραφική,[13] Ψύλλοι στ' αφτιά (1907), Το νου σου στην Αμέλια! (1908), Το καθάρσιο του μπέμπη (On purge bébé, 1910), Να μη σεργιανίζεις τσίτσιδη (Mais n'te promène donc pas toute nue, 1911), Η Ορτάνς είπε «Σκασίλα μου» (Hortense a dit: "Je m'en fous! ",1916).[14]
Αν και τα έργα του δεν χαρακτηρίζονται ως σοβαρή κοινωνική κριτική, ο Φεντώ σατίρισε κάθε νέο συρμό στα ήθη των μικροαστών της εποχής, ενώ παράλληλα αξιοποίησε όλους τους παραδοσιακούς τύπους της ελαφράς κωμωδίας. Χρησιμοποίησε πολύπλοκο τεχνικό σκηνικό εξοπλισμό και πλούσια σκηνικά. Η επιτυχία του όμως οφείλονταν κυρίως στην καλοδουλεμένη πλοκή των έργων. Πρόκειται για αριστουργήματα ευρηματικότητας στη δημιουργία αλλοπρόσαλλων καταστάσεων και απίθανων περιπτώσεων παρεξηγήσεων, στα οποία ο συγγραφέας καυτηριάζει τη μετριότητα της αστικής τάξης, την οποία γελοιοποιεί.[15]
Τα έργα του Φεντώ, ελαφρές κωμωδίες, φάρσες, βοντβίλ και μπουλβάρ, παρουσιάζουν χαρακτήρες, τους οποίους το κοινό μπορούσε εύκολα να αναγνωρίσει, απατημένους συζύγους, ανόητες συζύγους κλ, και περιλαμβάνουν ίντριγκες, συζυγικές απιστίες και διασκεδαστικές ανατροπές, όπου ο συγγραφέας με ανατρεπτική διάθεση, φρενήρεις ρυθμούς και ατέλειωτο χιούμορ, κάτω από μια εσκεμμένα απλοϊκή ματιά και φαινομενικά αφελείς διαλόγους, σατιρίζει τα μικροαστικά και αστικά ήθη, τη σεμνοτυφία και την υποκρισία της εποχής.[16]
Ο Φεντώ κέρδισε εθνική και διεθνή φήμη και μερικά από τα έργα του παρουσιάστηκαν ακόμη και στο εξωτερικό σε άλλες γλώσσες πριν παρουσιαστούν στη Γαλλία. Μετά τη μεγάλη επιτυχία που είχαν τα έργα όσο ο Φεντώ ήταν εν ζωή, ξεχάστηκαν μετά το θάνατό του μέχρι τη δεκαετία του 1940 και του 1950, όταν οι παραγωγές του Ζαν Λουί Μπαρό και της Κομεντί Φρανσαίζ οδήγησαν στην αναβίωση του ενδιαφέροντος για τα έργα του, αρχικά στο Παρίσι και στη συνέχεια παγκοσμίως.[17]
Αν και πολλοί κριτικοί της εποχής του θεώρησαν ότι τα έργα του προορίζονταν για ελαφριά διασκέδαση, ο Φεντώ αναγνωρίζεται ως ένας από τους σπουδαίους Γάλλους θεατρικούς συγγραφείς. Τα έργα του επηρέασαν το ντανταϊστικό και το σουρεαλιστικό κίνημα καθώς και το θέατρο του Παραλόγου.