Ηρακλής Πουαρό | |
---|---|
Ο Ντέιβιντ Σουσέι ως Ηρακλής Πουαρό | |
Πρώτη εμφάνιση | Η μυστηριώδης υπόθεση Στάιλς (1920) |
Τελευταία εμφάνιση | Αυλαία (1975) |
Δημιουργήθηκε από | Αγκάθα Κρίστι |
Ενσαρκώθηκε από | Τσαρλς Λότον
Φράνσις Λ. Σάλιβαν Όστιν Τρέβορ Όρσον Γουέλς Χάρολντ Χούμπερ Ρίτσαρντ Γουίλιαμς Τζον Μάλκοβιτς Χοσέ Φερρέρ Μάρτιν Γκάμπελ Τόνι Ράνταλ Άλμπερτ Φίνεϊ Ντούντλεϊ Τζόουνς Πίτερ Ουστίνοφ Ίαν Χολμ Ντέιβιντ Σουσέι Τζον Μόφατ Μορίς Ντένχαμ Πίτερ Σάλις Κονσταντίν Ράικιν Άλφρεντ Μολίνα Ρόμπερτ Πάουελ Τζέισον Ντουρ Κένεθ Μπράνα Σιρό Ιτό Μανσάι Νομούρα Τομ Κόντι |
Εκφωνείται από | Κόταρο Σατόμι |
Πληροφορίες χαρακτήρα | |
Είδος | Άνθρωπος |
Φύλο | Αρσενικό |
Ιδιότητα | Ιδιωτικός ερευνητής Αστυνομικός (πρώην) |
Θρησκεία | Ρωμαιοκαθολικός |
Υπηκοότητα | Βέλγος |
Ημερομηνία και τόπος γεννήσεως | c. 1854–1873[1] Σπα, Βαλλωνική Περιοχή, Βέλγιο |
Οικογένεια | |
Γονείς | Τζουλς-Λουίς Πουαρό Γκόντελιβ Πουαρό |
Ο Ηρακλής Πουαρό (γαλλικά: Hercule Poirot) είναι λογοτεχνικός χαρακτήρας που δημιουργήθηκε από την Άγκαθα Κρίστι και έχει τον ρόλο του ντετέκτιβ σε 33 μυθιστορήματα και σε περισσότερα από 50 διηγήματα που δημοσιεύτηκαν στο χρονικό διάστημα 1920-1975. Έχει ενσαρκωθεί από πολλούς ηθοποιούς τόσο στην τηλεόραση και στον κινηματογράφο, όσο και στο ραδιόφωνο. Οι σημαντικότεροι εξ αυτών είναι οι Ντέηβιντ Σουσέι, Τζον Μόφατ, Άλμπερτ Φίννεϋ, Πήτερ Ουστίνοφ, Ίαν Χολμ, Τόνυ Ράνταλ, Άλφρεντ Μολίνα, Όρσον Ουέλλς και Κέννεθ Μπράνα.
Το όνομα "Ηρακλής Πουαρό" (προφορά: Ερκύλ Πουαρό) προέρχεται από δύο άλλους πλασματικούς ντετέκτιβ, τον Hercule Popeau (Ερκύλ Ποπώ) της Μαρί Μπέλλοκ Λάουντες και τον Monsieur Poiret (Κύριο Πουαρέ) του Φρανκ Χάουελ Έβανς.[2]
Προφανής επιρροή στις ιστορίες του Πουαρό έχει ασκηθεί και από τον φανταστικό ντετέκτιβ Σέρλοκ Χολμς του συγγραφέα Άρθουρ Κόναν Ντόυλ και από τον επιθεωρητή Γκαμπριέλ Ανώ, του συγγραφέα Άλφρεντ Έντουαρντ Γούντλεϋ Μέισον.
Η Άγκαθα Κρίστι ζούσε στη νοτιοδυτική Αγγλία και πιο συγκεκριμένα στο Ντέβον και εμπνεύστηκε τον ήρωά της από τους Βέλγους πρόσφυγες κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου. Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που ο Πουαρό είναι Βέλγος ντετέκτιβ, εγκατεστημένος στο Λονδίνο έπειτα από τη γερμανική εισβολή στο Βέλγιο.
Η πρώτη εμφάνιση του Πουαρό ήταν στο αστυνομικό μυθιστόρημα Η μυστηριώδης υπόθεση στο Στάιλς, το οποίο δημοσιεύθηκε το 1920, ενώ είχε ήδη ολοκληρωθεί από το 1916. Το μυθιστόρημα έχει μεταφραστεί στα ελληνικά από τον Χρήστο Καψάλη και κυκλοφόρησε το 2018 από τις εκδόσεις Ψυχογιός.[3]
Μέσα στην πρώτη δεκαετία των ιστοριών του Πουαρό, η Άγκαθα Κρίστι άρχισε να αντιπαθεί τον ήρωα της και για πολλά έτη στην πορεία, τον θεωρούσε αφόρητο, εγωκεντρικό και ενοχλητικό. Ωστόσο, λόγω της αγάπης που είχε το κοινό στο πρόσωπο του Πουαρό, αποφάσισε να μην τον σκοτώσει τόσο σύντομα όσο η ίδια επιθυμούσε και έτσι ο Πουαρό έκανε την τελευταία του εμφάνιση το 1975 στο μυθιστόρημα Αυλαία, το οποίο είχε ήδη γραφτεί μέσα στη δεκαετία του 1940. Μάλιστα, η εφημερίδα The New York Times έκρινε ιδιαίτερα σημαντικό το τέλος του Πουαρό, γράφοντας νεκρολογία στην πρώτη σελίδα της.[4][5][6]
Ο Πουαρό σύμφωνα με την περιγραφή του συνεταίρου του, λοχαγού Άρθουρ Χέιστινγκς:
Ήταν ελάχιστα ψηλότερος από 1,62 αλλά στεκόταν με μεγάλη αξιοπρέπεια. Το κεφάλι του είχε ακριβώς το σχήμα ενός αυγού και ήταν πάντα λίγο γυρτό προς το πλάι. Το μουστάκι του ήταν πολύ δύσκαμπτο και στρατιωτικό. Ακόμα και όλα στο πρόσωπο του ήταν καλυμμένα, οι άκρες από το μουστάκι του και η ροζ του μύτη θα ήταν ορατές. Η καθαριότητα των ρούχων του ήταν σχεδόν απίστευτη. Πιστεύω ότι ένας κόκκος σκόνης θα του είχε προκαλέσει περισσότερο πόνο από ένα τραύμα από σφαίρα.
Η Άγκαθα Κρίστι στο μυθιστόρημα Έγκλημα στο Οριάν Εξπρές περιγράφει τον Πουαρό ως εξής:
Με το βήμα που οδηγεί στις κλινάμαξες στάθηκε ένα νεαρός Γάλλος υπολοχαγός, περίλαμπρος με τη στολή, να συνομιλεί με ένα μικρόσωμο άνθρωπο [Ηρακλή Πουαρό] κουκουλωμένο μέχρι τα αυτιά, του οποίου δε φαινόταν τίποτα πέρα από μια ροζ μύτη και δύο άκρες από ένα γυρισμένο προς τα πάνω μουστάκι.
Στα μεταγενέστερα βιβλία, δεν αναφέρεται ότι ο Πουαρό κουτσαίνει, γεγονός που υποδηλώνει ότι μάλλον ήταν ένας προσωρινός τραυματισμός από τον πόλεμο. Δίνει μεγάλη σημασία στο μουστάκι του, το οποίο λιπαίνει με κερί. Ο Πουαρό έχει πράσινα μάτια, τα οποία επανειλημμένα περιγράφεται ότι λάμπουν σαν της γάτας.[7] Τα μαλλιά του είναι σκούρα και στη συνέχεια της ζωής του, όπως ανακαλύπτει ο Χέιστινγκς, τα βάφει. Ωστόσο, σε πολλές τηλεοπτικές ενσαρκώσεις είναι φαλακρός. Συχνές αναφορές γίνονται στα παπούτσια του, που είναι από λουστρίνι και τυχόν ζημιά σε αυτά, αποτελεί για τον ίδιο πηγή δυστυχίας, ενώ για τον αναγνώστη πηγή γέλιου. Στο ξεκίνημα της καριέρας του, ο τρόπος ντυσίματος του θεωρήθηκε ιδιαίτερα προσεγμένος. Στην πορεία θεωρήθηκε εκτός μόδας.
Ο Πουαρό αρέσκεται στην άνετη ζωή και στα χρήματα. Επιθυμεί την τάξη και τη συμμετρία και πιστεύει πως όλοι είναι γνώστες του ονόματος του. Απεχθάνεται τη σκόνη και όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο Χέιστινγκς «ένας κόκκος σκόνης θα του είχε προκαλέσει περισσότερο πόνο από ένα τραύμα από σφαίρα». Επίσης, διακρίνεται για την ευαισθησία στο στομάχι του και υποφέρει από ναυτίες. Όπως αναφέρεται στην Αυλαία, είναι λάτρης της κλασικής μουσικής, ιδίως του Μότσαρτ και του Μπαχ.
Ο Πουαρό κατά την εξιχνίαση εγκλημάτων απαξιώνει μεθόδους όπως αυτή της χρήσης μεγεθυντικού φακού ή της συλλογής αποτυπωμάτων ή στάχτης ενός τσιγάρου και δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στα «μικρά φαιά κύτταρα» του εγκεφάλου. Θεωρεί πως κάθε έγκλημα μπορεί να λυθεί, αρκεί να καθίσεις σε μια πολυθρόνα και να προσπαθήσεις να μπεις στο μυαλό του δολοφόνου, αφού κατά την κρίση του «συγκεκριμένοι άνθρωποι κάνουν συγκεκριμένα εγκλήματα». Δίνει μεγάλη έμφαση στη λεπτομέρεια και δρα μεθοδικά, χωρίς να προβαίνει σε βιαστικά συμπεράσματα. Συχνά παρέχει ψευδείς πληροφορίες για το άτομο του, με σκοπό ο ένοχος να τον θεωρήσει υπεράνω πάσης υποψίας και να του αποκαλύψει χρήσιμα για την υπόθεση στοιχεία.
Ο Πουαρό έχει μεγαλώσει κοντά στην πόλη Σπα, στο Βέλγιο και είναι Ρωμαιοκαθολικός. Η Άγκαθα Κρίστι παρέχει ελάχιστες πληροφορίες σχετικά με την παιδική ηλικία του Πουαρό, με αναφορές κυρίως στο μυθιστόρημα «Η υπογραφή του δολοφόνου» που φαίνεται να προέρχεται από μια μεγάλη οικογένεια με λίγο πλούτο και να έχει τουλάχιστον μία μικρότερη αδελφή.
Εισήχθη στο αστυνομικό σώμα των Βρυξελλών το 1893 και μέχρι που αναγκάστηκε να φύγει ως πρόσφυγας στην Αγγλία λόγω του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Μετά τον πόλεμο έγινε ιδιωτικός ντετέκτιβ αστικών υποθέσεων, για την επίλυση των οποίων ταξίδεψε σε όλη την Ευρώπη, την Ασία και στο ήμισυ της Νότιας Αμερικής.
Ο Πουαρό πεθαίνει το 1949 στο μυθιστόρημα Αυλαία, όπου γίνεται και ο ίδιος δολοφόνος. Ερευνώντας μια υπόθεση πολλαπλών δολοφονιών, θεωρεί ότι ο ίδιος πρέπει να σκοτώσει τον δολοφόνο, μιας και αυτός είναι ο μόνος τρόπος να τον αποτρέψει από το να διαπράξει το επόμενό του έγκλημα. Ο Πουαρό αντιμετωπίζει πρόβλημα με την καρδιά του και για αυτό παίρνει χάπια. Όμως, αυτή τη φορά (ίσως λόγω ενοχής) δεν παίρνει το χάπι του και έτσι κάνει την τελευταία του εμφάνιση. Τα τελευταία του λόγια τα απηύθυνε στον Χέιστινγκς προσφωνώντας τον «αγαπητέ φίλε».
Ο Πουαρό θάφτηκε στο Στάιλς και την κηδεία ανέλαβαν ο Χέιστινγκς και η μία του κόρη. Πάντως, δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Χέιστινγκς παρευρέθη στην κηδεία του Πουαρό, αφού στο μυθιστόρημα Οι μεγάλοι τέσσερις ο Πουαρό σκηνοθετεί τη δήθεν κηδεία του στην προσπάθειά του να αιφνιδιάσει τους υπόπτους.
Ο Χέιστινγκς είναι πρώην αξιωματικός του Βρετανικού Στρατού. Γίνεται διά βίου φίλος του Πουαρό και εμφανίζεται σε πολλές περιπτώσεις. Ο Πουαρό δεν τον θεωρεί ιδιαίτερα καλό ντετέκτιβ ούτε και έξυπνο, ωστόσο θεωρεί χρήσιμη τη συνεισφορά του, αφού σκέφτεται όπως ο μέσος άνθρωπος. Οι δυο τους αποτελούν μία δυνατή ομάδα μέχρι που ο Χέιστινγκς νυμφεύεται και αποκτά τέσσερα παιδιά (δύο γιους και δύο κόρες). Τελικά μεταναστεύει στην Αργεντινή, ενώ ξανασυναντά τον Πουαρό για τελευταία φορά στην Αυλαία.
Πρόκειται για συγγραφέα αστυνομικών ιστοριών, που στην πραγματικότητα είναι η χιουμοριστική αυτοκαρικατούρα της Άγκαθα Κρίστι. Η Αριάδνη Όλιβερ μισεί το αλκοόλ και τις δημόσιες εμφανίσεις, ενώ τρέφει μεγάλη αγάπη για τα μήλα. Είναι παντρεμένη και έχει την τάση να αλλάζει συχνά τα μαλλιά της. Η πρώτη της συνάντηση με τον Πουαρό έγινε στο μυθιστόρημα Ο μπαλαντέρ του θανάτου όπου και άρχισε να τον ενοχλεί.
Είναι η γραμματέας του Πουαρό και έχει λίγες ανθρώπινες αδυναμίες. Τα μόνα λάθη που έχει κάνει είναι ένα τυπογραφικό και ένα που αφορούσε ένα λογαριασμό του ηλεκτρικού ρεύματος. Ο Πουαρό την είχε χαρακτηρίσει "Απίστευτα άσχημη και απίστευτα αποτελεσματική. Ό,τι θεωρούσε άξιο προσοχής, ήταν όντως άξιο προσοχής". Είναι ειδική σχεδόν σε όλα και προσπαθεί να δημιουργήσει το τέλειο σύστημα αρχειοθέτησης.
Ο Τζέημς Τζαπ είναι ο αρχιεπιθεωρητής της Σκότλαντ Γιαρντ και ερευνά αρκετές από τις υποθέσεις τις οποίες έχει αναλάβει ο Πουαρό. Οι δυο τους για πρώτη φορά συναντήθηκαν το 1904 στο Βέλγιο. Ορισμένες φορές βοηθούν ο ένας τον άλλον στην επίλυση κάποιου μυστηρίου, ενώ άλλες συνεργάζονται για την εξιχνίαση της ίδιας υπόθεσης. Τον Τζαπ έχει κυρίως υποδυθεί ο Φίλιπ Τζάκσον, ενώ το 1985 στην ταινία Δεκατρείς σε δείπνο (Thirteen at Dinner) τον ρόλο του Τζαπ ενσάρκωσε ο Ντέηβιντ Σουσέι.[8]
Ο πρώτος ηθοποιός που ενσάρκωσε τον Ηρακλή Πουαρό ήταν ο Τσαρλς Λώτον στο έργο Άλλοθι του Μάικλ Μόρτον, το οποίο βασίστηκε στο μυθιστόρημα Ποιος σκότωσε τον Άκροϋντ.
Το 1931 ο Ώστιν Τρέβορ έπαιξε τον ρόλο του Πουαρό στην ταινία Άλλοθι, βασισμένη στο ομώνυμο θεατρικό έργο. Έπειτα εμφανίστηκε ως Πουαρό στις ταινίες Μαύρος καφές και Ο λόρδος Έτζγουεαρ πεθαίνει. Μάλιστα, ο Τρέβορ είπε κάποτε ότι ίσως επιλέχτηκε στον ρόλο αυτό, επειδή μπορούσε να έχει γαλλική προφορά.[9]
Το 1965 ο Τόνυ Ράνταλ ενσαρκώνει τον Πουαρό στην ταινία Η υπογραφή του δολοφόνου, όπου πρόκειται περισσότερο για μια σατιρική φιγούρα παρά για μια απλή απεικόνιση της πρωτότυπης μορφής του.
Το 1974 ο Άλμπερτ Φίννεϋ εμφανίζεται ως Πουαρό στην κινηματογραφική εκδοχή του λογοτεχνικού έργου Έγκλημα στο Οριάν Εξπρές.
Το 1978 ο Πήτερ Ουστίνοφ υποδύθηκε τον Πουαρό στην ταινία Έγκλημα στον Νείλο. Τέσσερα χρόνια αργότερα, επανέλαβε τον ρόλο στην ταινία Δύο εγκλήματα κάτω από τον ήλιο [10] ενώ το 1988 στην ταινία Ραντεβού με τον θάνατο. Μάλιστα, η κόρη της Άγκαθα Κρίστι, Ρόζαλιντ Χικς, παρατηρώντας τον Ουστίνοφ κατά τη διάρκεια μιας πρόβας, είπε «Αυτός δεν είναι ο Πουαρό. Δεν είναι καθόλου έτσι». Ο Ουστίνοφ το άκουσε και απάντησε «Τώρα είναι!».
Το 1985 ο Πήτερ Ουστίνοφ εμφανίστηκε ως Πουαρό στην ταινία Δεκατρείς σε δείπνο και ένα έτος έπειτα, στην ταινία Η υπογραφή του δολοφόνου.
Ο Ντέηβιντ Σουσέι πρωταγωνίστησε ως Ηρακλής Πουαρό στην ομώνυμη πολυετή σειρά, η οποία προβαλλόταν από το 1989 έως το 2013. «Κανείς δε θα μπορούσε να μαντέψει ότι η σειρά θα παιζόταν για ένα τέταρτο του αιώνα ή ότι ο κλασικά εκπαιδευμένος Σουσέι θα συμπλήρωνε ολόκληρο τον κατάλογο από αστυνομικές ιστορίες που χαρακτηρίζουν τον εκκεντρικό Βέλγο ερευνητή, συμπεριλαμβανομένων 33 μυθιστορημάτων και δεκάδων διηγημάτων».[11] Η τελευταία του εμφάνιση ήταν σε μία προσαρμογή της Αυλαίας, που προβλήθηκε στις 13 Νοεμβρίου 2013. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων του τελευταίου αυτού επεισοδίου, ο Σουσέι εξέφρασε τη λύπη του για το τελικό του αντίο στον χαρακτήρα Πουαρό, τον οποίο είχε αγαπήσει:
Ο θάνατος του Πουαρό ήταν το τέλος ενός μακρινού ταξιδιού για μένα. Το μόνο που ήθελα πάντα ήταν να παίξω τον αληθινό Πουαρό της Αγκάθα [...] ήταν τόσο αληθινός για μένα, όσο ήταν και για εκείνη: ένας μεγάλος ντετέκτιβ, ένας αξιόλογος άνθρωπος, αν και ίσως λίγο ενοχλητικός. Αναπολώ τα τελευταία λόγια του Πουαρό στη σκηνή πριν πεθάνει [...] Του έλεγα αντίο και το ένιωθα με όλη μου την καρδιά.
— Poirot finale: My agony as Poirot drew his last breath[12]
Τον Πουαρό υποδύθηκαν στην τηλεόραση και οι: Άλφρεντ Μολίνα, Ίαν Χολμ, Μάρτιν Κάμπελ και Χοσέ Φερρέρ.
Το 2004 το ιαπωνικό κανάλι ΝΗΚ παρήγαγε μία σειρά από 39 επεισόδια κινούμενων σχεδίων, με τίτλο Οι μεγάλοι ντετέκτιβ Πουαρό και Μαρπλ της Άγκαθα Κρίστι αλλά και μια σειρά μάνγκα με τον ίδιο τίτλο, που κυκλοφόρησε το 2005.
Οι ραδιοφωνικές προσαρμογές των ιστοριών του Πουαρό έγιναν κυρίως από το κανάλι BBC Radio 4 με κύριο πρωταγωνιστή τον Τζον Μόφατ. Το 1939 ραδιοφωνική προσαρμογή έγινε και από τον Όρσον Ουέλλς, ενώ το 1955 ο Ρίτσαρντ Ουίλλιαμς ενσάρκωσε τον Πουαρό σε ένα πρόγραμμα που είχε θεωρηθεί χαμένο, αλλά πρόσφατα ανακαλύφθηκε στα αρχεία του BBC.[13]
Το 2014 οι διαχειριστές της διαθήκης της Άγκαθα Κρίστι, παραχώρησαν τα πνευματικά δικαιώματα στη Βρετανίδα συγγραφέα Σόφι Χάννα, ώστε να ξαναζωντανέψει τον Ηρακλή Πουαρό σε νέα μυθιστορήματα, τα οποία φέρουν τον τίτλο Έγκλημα με υπογραφή (2014), Κλειστό φέρετρο (2016) και Το μυστήριο των τριών τετάρτων (2018). Κυκλοφόρησαν στα ελληνικά από τις εκδόσεις Διόπτρα.[14]