Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Ως ηφαιστειακός χειμώνας (volcanic winter) χαρακτηρίζεται γενικά η κλιματολογική μεταβολή με διατηρούμενη μείωση της παγκόσμιας θερμοκρασίας που προκαλείται μετά από ηφαιστειακή έκρηξη.
Βασική αιτία αυτού του φαινομένου είναι η ηφαιστειακή τέφρα και σταγονίδια θειικού οξέος που παραμένουν, σε μορφή αερολύματος, για αρκετό χρόνο στην κατώτερη ζώνη της ατμόσφαιρας, την τροπόσφαιρα, αλλά και στη στρατόσφαιρα, με συνέπεια να μειώνουν την ηλιακή ακτινοβολία.
Η διατήρηση του φαινομένου είναι ανάλογη του όγκου και της έκτασης των παραπάνω αιτιών, η καθίζηση των οποίων είναι ιδιαίτερα χρονοβόρα. Γενικά το φαινόμενο του ηφαιστειακού χειμώνα, εκτός από τα καιρικά προβλήματα που επιφέρει, σημαντικά εξ ίσου είναι και τα επί της εναέριας κυκλοφορίας δημιουργούμενα. Η δυσμενέστερη επίπτωση που μπορεί να προκληθεί, είναι στο περιβάλλον, με δεδομένη την καταστροφή του όζοντος.
Ο ηφαιστειακός χειμώνας μπορεί να σημειωθεί σε πολύ ευρύτερη περιοχή από τη θέση του υπαίτιου ηφαιστείου, καλύπτοντας μια γεωγραφική ήπειρο, μέχρι ακόμα και οι συνέπειές του να επηρεάσουν ολόκληρο τον πλανήτη. Χαρακτηριστική περίπτωση διατήρησης ηφαιστειακού χειμώνα είναι αυτή που παρατηρήθηκε μετά την έκρηξη του ηφαιστείου Πινατούμπο (στις Φιλιππίνες), το 1991, όπου και διατηρήθηκε για δύο με τρία χρόνια, ενώ ακόμα πιο σημαντική σε έκταση των συνεπειών ήταν εκείνη που σημειώθηκε μετά την έκρηξη του ηφαιστείου Ταμπόρα (Ινδονησίας) το 1815, όταν το επόμενο έτος στη διάρκεια του θέρους σημειώθηκαν εκτενείς χιονοπτώσεις στις ΗΠΑ, Νέα Αγγλία κ.α. όπου και δόθηκε η ονομασία "έτος χωρίς καλοκαίρι".
Η έκρηξη του ηφαιστείου στο όρος Πινατούμπο έγινε αισθητή στην παγκόσμια θερμοκρασία για τα επόμενα 2 με 3 χρόνια. [1]