Θεοδράδα | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 785 (περίπου)[1] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | αββέσσα[1] |
Οικογένεια | |
Γονείς | Καρλομάγνος[1] και Φαστράντα[1] |
Αδέλφια | Κάρολος ο νεώτερος[2] Πεπίνος της Ιταλίας[2] Πεπίνος ο Κυφός[2] Λουδοβίκος ο Ευσεβής[2] Δρόγων[2] Χιού, γιός του Καρλομάγνου[2] Λοθάριος[2] Θεοδώριχος[2] Ροτρούδη[2] Μπέρθα, κόρη του Καρλομάγνου[2] Γκισέλα, κόρη του Καρλομάγνου[2] Αλπαΐς[2] Αδελαΐδα[2] Χιλδεγάρδη[2] Χροταΐδα[2] Χιλτρούδη[2] Ροθίλδη[2] Αδαλτρούδη[3] |
Οικογένεια | Δυναστεία των Καρολιδών[1] |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | αββέσσα (από 814, Abbaye Notre-Dame d'Argenteuil)[1] |
Η Θεοδράδα, γαλλ.: Théodrade, (π. 785 - 9 Ιανουαρίου μεταξύ 844 και 853) από τη Δυναστεία των Καρολιδών, ήταν η πρώτη κόρη του Καρλομάγνου, βασιλιά των Φράγκων και αυτοκράτορα της Δύσης και της Φαστράντας. Έγινε ηγουμένη του Aρζαντέιγ (Argenteuil).
Είναι η μεγαλύτερη από τις τρεις κόρες του Καρλομάγνου και της Φαστράντας, και το δωδέκατο παιδί του βασιλιά των Φράγκων [4]
Το 814 αναφέρεται ως ηγουμένη του Αρτζαντέιγ, αλλά δεν είναι γνωστό αν εκάρη μοναχή κατά τη διάρκεια της ζωής του πατέρα της ή αν αναγκάστηκε να εισέλθει στο μοναστήρι με την ένταξη του ετεροθαλούς αδελφού της Λουδοβίκου Α΄ του Ευσεβούς. [5] . Ένα μεταγενέστερο έγγραφο, πιθανότατα από το έτος 828, δείχνει, ωστόσο, ότι η Θεοδράδα κατείχε τον Aρζαντέιγ από τον πατέρα της. Το προαναφερθέν έγγραφο του 828 διευκρινίζει, ότι το Θεοδράδα είχε το αβαείο του Aρζαντέιγ, υπό τον όρο ότι στη συνέχεια θα επέστρεφε στο αβαείο του Σαιν-Ντενί, εκτός εάν το τελευταίο αποκήρυσσε το πρώτο: η μεταφορά του αβαείου λοιπόν περιήλθε αυτόνομα στο Σαιν-Ντενί, ανεξάρτητα από τον βασιλιά της Καρολίγειας [6] .
Σύμφωνα με τον Ούγο Γ΄ της Αμιένης, επίσκοπο τού Ρουέν τον 12ο αι., ο Καρλομάγνος θα πρόσφερε στο αβαείο της κόρης του ένα ένδυμα του Ιησού, ένα ιερό λείψανο, που είχε υφάνει η μητέρα του η Παναγία. Αυτό μπορεί να είναι μια ένδειξη, ότι η Θεοδράδα ήταν ηγουμένη κατά τη διάρκεια της ζωής του πατέρα της, αλλά οι πληροφορίες παραμένουν πολύ καθυστερημένες και δεν μπορούν να θεωρηθούν καθοριστικές. Ο χιτώνας (tunica), που χρονολογείται από τον 1ο ως τον 2ο αι., έγινε αντικείμενο προσκυνήματος από τον 15ο αι.
Καθώς οι Βίκινγκς κατέστρεψαν την περιοχή του Παρισιού, όπου βρισκόταν το αβαείο, ο Θεοδράδα διέφυγε στο ανατολικό τμήμα της Φραγκικής Αυτοκρατορίας και κατέφυγε στο αβαείο του Μύνστερστβαρτσαχ (Münsterschwarzach) που ίδρυσε η μητέρα της Φαστράντα της Φραγκονίας γύρω στο 780. Έγινε ηγουμένη, και τα επόμενα χρόνια εφάρμοσε τη μοναστική μεταρρύθμιση του Αγίου Βενέδικτου του Ανιάνο.
Η τελευταία αναφορά της Θεοδράδας σε ένα καταστατικό αβαείου χρονολογείται στις 9 Ιανουαρίου 844. Ένα έγγραφο της 21 Ιουλίου 853 αναφέρει ότι η Χιλντεγκάρντε, κόρη του Λουδοβίκου Β΄ του Γερμανού, παύει να είναι ηγουμένη του Mύνστερσβαρτσαχ, για να γίνει ηγουμένη στη Ζυρίχη. Μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα, ότι ο Θεοδοράδα απεβίωσε στο μεταξύ.