Θεοφανώ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 865 ή 866[1] Κωνσταντινούπολη |
Θάνατος | 10 Νοεμβρίου 897 ή 897[1] Κωνσταντινούπολη |
Τόπος ταφής | Ναός των Αγίων Αποστόλων |
Χώρα πολιτογράφησης | Βυζαντινή Αυτοκρατορία |
Θρησκεία | Ανατολικός Ορθόδοξος Χριστιανισμός |
Eορτασμός αγίου | 16 Δεκεμβρίου |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | μονάρχης |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Λέων ΣΤ´ ο Σοφός |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Βυζαντινή Αυτοκράτειρα (886–893) |
Σχετικά πολυμέσα | |
Η Θεοφανώ Μαρτινιακή (πέθανε στις 10 Νοεμβρίου 893[2] ή 897) ήταν η πρώτη σύζυγος του Λέοντα ΣΤ΄ του Σοφού. Είναι αγία της Ορθόδοξης Εκκλησίας και η μνήμη της τιμάται στις 16 Δεκεμβρίου. Το λείψανό της φυλάσσεται εντός του ναού του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι
Ήταν κόρη του Κωνσταντίνου Μαρτινιακού. Περαιτέρω καταγωγή της δεν είναι γνωστή. Ωστόσο, η Συνέχεια Θεοφάνη, η συνέχιση του χρονικού του Θεοφάνους του Ομολογητού από συγγραφείς που δραστηριοποιούνταν κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Κωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου, καταγράφει την ιστορία ενός πιθανού προγόνου κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Θεόφιλου (βασίλεψε τα έτη 829-842).
Σύμφωνα με την εν λόγω ιστορία, υπήρξε κάποιος Μαρτινιακός που συνδεόταν εξ αγχιστείας με τον Θεόφιλο. Μια προφητεία που κυκλοφορούσε το διάστημα εκείνο, προέβλεπε ότι η οικογένεια του Μαρτινιακού επρόκειτο να κυβερνήσει την Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Αντιδρώντας, ο Θεόφιλος ανάγκασε τον συγγενή του να γίνει μοναχός και να μετατρέψει το προσωπικό του σπίτι σε μοναστήρι.
Ο Γάλλος ιστορικός Κριστιάν Σετιπανί υποστήριξε ότι η οικογένεια του Μαρτινιακού ενδεχομένως να έχει κοινούς προγόνους με τη Φρυγική Δυναστεία (από τη Φρυγία της Μικράς Ασίας), επιτρέποντας στους απογόνους κάποια αξίωση επί του θρόνου. Υποστήριξε ότι η σύνδεση μπορεί να γίνεται μέσω μιας από τις αδελφές του ιδρυτή της δυναστείας Μιχαήλ Β´. Η προέλευση της δυναστείας δεν καταγράφεται επαρκώς.
Το Χρονικό του Συμεών του Μεταφραστή τοποθετεί τον γάμο του Λέοντα ΣΤ΄ και της Θεοφανούς στο δέκατο έκτο έτος της βασιλείας του Βασιλείου Α΄ (περί το 883). Ο Βασίλειος ήταν επισήμως ο πατέρας του Λέοντα ΣΤ΄ από την Ευδοκία Ιγγερίνα. Ωστόσο, η Ευδοκία ήταν ερωμένη και του προκατόχου του, Μιχαήλ Γ΄, ο οποίος ενδεχομένως να είναι ο φυσικός πατέρας του πρίγκιπα.
Σε κάθε περίπτωση, ο γάμος της είχε κανονιστεί από τον Βασίλειο Α΄ και επιβλήθηκε στον Λέοντα. Η κακή σχέση πατέρα και γιου μπορεί να έπαιξε κάποιο ρόλο στην τελική αποτυχία αυτού του γάμου. Ο Βασίλειος πέθανε στις 29 Αυγούστου του 886. Ο Λέων τον διαδέχθηκε στον θρόνο και η Θεοφανώ έγινε αυτοκράτειρά του.
Ήταν μορφωμένη και βαθιά θρησκευόμενη γυναίκα. Σύμφωνα με τη βυζαντινή παράδοση της βιογραφίας της, η Θεοφανώ αφιέρωνε το μεγαλύτερο μέρος της μέρας της σε προσευχές, ψαλμούς και ύμνους προς τον Θεό. Φέρεται να ήταν η κτίτωρ ή προστάτης της Μονής της Αγίας Αναστασίας της Φαρμακολύτριας στην Χαλκιδική.
Ο Συμεών αναφέρει ότι ο Λέων ερωτεύτηκε τη Ζωή Ζαούτζαινα στο τρίτο έτος της βασιλείας του, τοποθετώντας τη συνάντησή τους περί το 889. Η Ζωή έγινε ερωμένη του και αντικατέστησε τη Θεοφανώ στα συναισθήματα του Αυτοκράτορα.
Το έβδομο έτος της βασιλείας της (περί το 893), η Θεοφανώ σε ένα μοναστήρι στις Βλαχέρνες, προάστιο της Κωνσταντινούπολης. Θεωρείται ιδιαίτερα αφιερωμένη στην Εκκλησία σε ολόκληρη τη ζωή της. Το εάν η αναχώρησή της ήταν εθελοντική, αφήνεται ασαφές τόσο από τον Θεοφάνη, όσο και από τον Συμεών. Η Ζωή την αντικατέστησε στο παλάτι και στη ζωή της Αυτοκρατορικής Αυλής.
Υπάρχει μια αντίφαση στο καθεστώς του γάμου της. Σύμφωνα με τον Συμεών, ο γάμος της με τον Λέοντα ακυρώθηκε επίσημα, επιτρέποντας έτσι στον Αυτοκράτορα να παντρευτεί εντός του έτους τη Ζωή. Σύμφωνα με τον Θεοφάνη όμως, ο αρχικός γάμος παρέμεινε σε ισχύ και η Ζωή παρέμεινε βασιλική ερωμένη.
Η Θεοφανώ πέθανε στο μοναστήρι της στις 10 Νοεμβρίου του 893 ή 897. Σύμφωνα με τον Θεοφάνη, ο Λέων και η Ζωή προχώρησαν σε γάμο μετά από αυτό. Τόσο ο Συμεών, όσο και ο Θεοφάνης, συμφωνούν ότι η Ζωή στέφθηκε Αυτοκράτειρα μόνο μετά τον θάνατο της προκατόχου της.
Η Θεοφανώ τιμήθηκε με αγιοκατάταξη από την Ορθόδοξη Εκκλησία μετά τον θάνατό της και ετάφη στον ναό των Αγίων Αποστόλων. Η μνήμη της τιμάται στις 16 Δεκεμβρίου και το λείψανό της φυλάσσεται ολόκληρο εντός του ναού του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι[3]. Μετά το θάνατό της, ο σύζυγός της έχτισε μια εκκλησία, με σκοπό να την αφιερώσει σε αυτήν. Όταν αυτό του απαγορεύτηκε, αποφάσισε να την αφιερώσει στους «Αγίους Πάντες», έτσι ώστε αν η σύζυγός του αγιοποιούνταν, να τιμάται και αυτή την ημέρα της μνήμης της[4]. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Λέων ήταν αυτός ο οποίος επέκτεινε την γιορτή της Κυριακής μετά την Πεντηκοστή από ημέρα μνήμης όλων των Μαρτύρων σε γενικό εορτασμό των Αγίων Πάντων, μαρτύρων και μη[5].
Σύμφωνα με το έργο «Εκθεσις της βασιλείου τάξεως» του Κωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου, ο Λέων ΣΤ΄ και η Θεοφανώ είχαν μόνο μια κόρη, την Ευδοκία, που θεωρείται ότι πέθανε σε νεαρή ηλικία. Η Ευδοκία τάφηκε στο Ναό των Αγίων Αποστόλων, μαζί με τους γονείς της.