Θρησκεία στην Ελλάδα

Θρησκευτικός αυτοπροσδιορισμός στην Ελλάδα (2021)[1]

  Ισλάμ (1%)
  Άλλες θρησκείες (1%)
  Αθεΐα (1%)
  Δεν απάντησαν (1%)

Ως θρησκεία στην Ελλάδα, εννοούνται όλες οι θρησκευτικές-λατρευτικές πρακτικές που ασκούνται στο Ελλαδικό γεωγραφικό πλαίσιο, τη γενική περιοχή όπου αντιστοιχεί περίπου στα σύγχρονα όρια του κράτους της Ελλάδας. Θρησκείες υπήρχαν στην Ελλάδα από αρχαιοτάτων χρόνων. Στη νεολιθική εποχή υπήρχαν θρησκείες με αρκετά ανιμιστικά στοιχειά. Κατά την αρχαϊκή εποχή αναπτύχθηκε η ηρωική λατρεία και θεότητες από τη μυκηναϊκή περίοδο συγχωνεύτηκαν με ελληνικούς Θεούς. Στις αρχές της πρώτης χιλιετίας διαδόθηκε ο Χριστιανισμός. Επί Μεγάλου Κωνσταντίνου και Θεοδοσίου Α΄ απαγορεύτηκε η δημόσια λατρεία των εθνικών με τιμωρία την ποινή του θανάτου.[2][3][4] Στο Βυζάντιο η Ελλάδα ήταν χριστιανική, ενώ κατά την Τουρκοκρατία η Εκκλησία εντάχθηκε στον φορολογικό μηχανισμό των Οθωμανών και διατήρησε τα προνόμια της.[5] Το πρώτο Σύνταγμα των επαναστατικών χρόνων ανακήρυξε την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία ως την «επικρατούσα θρησκεία» στην Ελλάδα,[6] διάταξη που ισχύει μέχρι σήμερα.[7] Το Σύνταγμα της Ελλάδας, επίσης, κατοχυρώνει την ανεξιθρησκία.[8]

Στην Ελλάδα, το 79% του πληθυσμού πιστεύει στην ύπαρξη του Θεού, το 16% δηλώνει πίστη σε κάποια ανώτερη δύναμη, ενώ το 4% δεν πιστεύει σε τίποτε από τα δύο.[9] Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, τρεις στους τέσσερις Έλληνες (76%) θεωρούν πως η θρησκεία είναι βασικό συστατικό της εθνικότητας. Οι Έλληνες είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία θρήσκοι, καθώς το 92% πιστεύει στον Τριαδικό Θεό.[10] Η πολυπληθέστερη θρησκευτική κοινότητα είναι η Ανατολική Ορθόδοξη.[11] Άλλα θρησκεύματα με μεγάλο αριθμό πιστών είναι ο Μoυσουλμανισμος (2%), ο Ρωμαιοκαθολικισμός (λιγότερο από 1%) και άλλα χριστιανικά δόγματα (3% του πληθυσμού), ενώ περίπου το 4% δηλώνει άθρησκο σε κάποιες έρευνες.[11] Η τελευταία Ελληνική απογραφή που κατέγραψε το θρήσκευμα των κατοίκων της χώρας έγινε το 1951, ενώ έκτοτε η ερώτηση απαλείφθηκε από τις επόμενες γενικές απογραφές πληθυσμού.[2]

Σύμφωνα με άλλες πηγές, οι Έλληνες που δηλώνουν Χριστιανοί Ορθόδοξοι αποτελούν το 81,4% του πληθυσμού και οι άθεοι το 14,7%.[12]

Αναγνωρισμένες νομικά θρησκευτικές κοινότητες σήμερα στην Ελλάδα είναι η Εκκλησία της Ελλάδος και οι Ισραηλιτικές Κοινότητες (όπως το Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο), ως Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Οι Μουφτείες αποτελούν δημόσιες υπηρεσίες. Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου είναι με νόμο του 2014 η Καθολική Εκκλησία στην Ελλάδα, οι Ορθόδοξοι Αρμένιοι, οι Κόπτες, οι Αιθίοπες Ορθόδοξοι, οι Ασσύριοι, οι Αγγλικανοί και η Ευαγγελική Εκκλησία της Ελλάδος.[13]

Αρχαίες ελληνικές θρησκείες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Θρησκευτικές-λατρευτικές πρακτικές στον ελληνικό γεωγραφικό χώρο ασκούνταν ήδη από την προϊστορία με αρκετά ανιμιστικά στοιχεία. Βάσει της αρχαιολογικής μαρτυρίας σε ό,τι αφορά στα ταφικά έθιμα του νεολιθικού ανθρώπου, που υποδηλώνουν σεβασμό στους νεκρούς και πίστη στη μεταθανάτια ζωή, δόθηκε θρησκευτική ερμηνεία τόσο από τη Μαρίγια Γκιμπούτας όσο και από τον Κόλιν Ρένφριου. Οι δύο ερμηνείες βασίζονται στα ευρήματα της κοινής τους ανασκαφής στην αρχαιολογική θέση Σιταγροί, αλλά καταλήγουν σε διαφορετικά συμπεράσματα[14]. Όσον αφορά στη μινωική[3] και μυκηναϊκή θρησκεία, υφίσταται η άποψη ότι η συγκεκριμένη προϊστορική θρησκευτική περίοδος επικεντρωνόταν στη λατρεία μιας παγκόσμιας φυσικής θεάς και του αρσενικού της αντίστοιχου που αναπαριστούσε τον ημερολογιακό κύκλο της φυσικής βλάστησης[15].

Οι λατρευτικές συνήθειες φαίνεται πως άλλαξαν κατά την αρχαϊκή εποχή με την εμφάνιση υπαίθριων λατρευτικών κέντρων, με παράλληλη ανάπτυξη της ηρωικής λατρείας. Θεότητες γνωστές από τη μυκηναϊκή περίοδο συγχωνεύονται με τους ελληνικούς θεούς και υπό την επίδραση του Ησιόδου και του Ομήρου σταθεροποιούνται και τυποποιούνται κατά την κλασική περίοδο σε ενιαίο πάνθεο με κατά τόπους διαφοροποιήσεις. Η θρησκευτική λατρεία αποκτά ισχυρό αστικό χαρακτήρα στην περίοδο της θεμελίωσης της πόλεως με λατρευτικό σκοπό την εξασφάλιση της εύνοιας των θεών για ατομική και κοινοτική ευημερία. Η θρησκεία στον ελληνιστικό και ρωμαϊκό κόσμο υπέστη σημαντικές τροποποιήσεις. Στα πλαίσια του ρωμαϊκού συγκρητισμού στην αρχαία Ελλάδα εμφανίζονται ιερά νέων μυστηριακών θεοτήτων και η αστική θρησκεία αναμιγνύεται με παρεμφερείς παραδόσεις της Εγγύς Ανατολής.

Μετά την εμφάνιση του χριστιανισμού

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Πράξεις των Αποστόλων αναφέρουν ότι ο Απόστολος Παύλος κήρυξε στους Φιλίππους[16], τη Θεσσαλονίκη, τη Βέροια, την Αθήνα[17] και την Κόρινθο[18]. Η πρώτη Ελληνίδα που πίστεψε στο κήρυγμά του ήταν η Λυδία η Φιλιππησία[19]. Οι Πράξεις καταγράφουν επίσης τη δράση του Αποστόλου Απολλώ στην Κόρινθο[20]. Η Αποκάλυψη του Ιωάννου γράφτηκε στην Πάτμο[21]. Μέχρι τα τέλη του 2ου αιώνα, η Στερεά Ελλάδα και η Πελοπόννησος, η Ήπειρος, η Θεσσαλία και η Θράκη είχαν δεχθεί το κήρυγμα της νέας θρησκείας.[22]

Ο Αυτοκράτορας Δέκιος διέταξε επί ποινή θανάτου τους υπηκόους του σε όλη την αυτοκρατορία να θυσιάσουν στους θεούς, λαμβάνοντας πιστοποιητικό από τους επάρχους[23]. Κατά τη βασιλεία του Διοκλητιανού, εξαπολύθηκε διωγμός κατά των Χριστιανών της αυτοκρατορίας, με ιδιαίτερη ένταση στο ανατολικό της κομμάτι, όπου ανήκε η Ελλάδα[24]. Οι Χριστιανοί απαγορευόταν να συνέρχονται σε λατρεία, ενώ οι γραφές, τα λειτουργικά τους βιβλία και οι χώροι λατρείας τους έπρεπε να καταστραφούν[25]. Αργότερα, οι Χριστιανοί μαζί με όλους τους πολίτες υποχρεώθηκαν να προσφέρουν θυσία στους θεούς των εθνικών, ενώ όποιος αρνούνταν έπρεπε να υποστεί θάνατο[26]. Ο Γαλέριος, Αύγουστος της Ανατολής, συνέχισε τους διωγμούς μέχρι τις 30 Απριλίου 311, οπότε σταμάτησαν οι διωγμοί των Χριστιανών στην Ελλάδα[27].

Οι διώξεις παγανιστών στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία ξεκίνησαν την τελευταία περίοδο της κυριαρχίας του Μέγα Κωνσταντίνου, όταν διέταξε την καταστροφή ορισμένων Ναών των εθνικών θρησκειών.[4][28] Ο γιος του Κωνσταντίνου, Κωνστάντιος Β΄,[29] διέταξε κλείσιμο κάθε παγανιστικού ναού και απαγόρευσε τις παγανιστικές θυσίες με την ποινή του θανάτου[2]. Από τον 361 εώς το 375 μ.Χ. ήτανε μια περίοδος σχετικής ανεκτικότητας του παγανισμού[εκκρεμεί παραπομπή].

To 381, ο Θεοδόσιος Α΄ με το Διάταγμα της Θεσσαλονίκης εγκατέστησε την Ορθόδοξη Καθολική πίστη ως την επίσημη θρησκεία της αυτοκρατορίας και απαγόρευσε τη χρήση της λέξης «εκκλησία» από τους αιρετικούς[30]. Στις 8 Νοεμβρίου 392, ο Θεοδόσιος εξέδωσε διάταγμα με το οποίο απαγόρευε πλήρως τη λατρεία των θεών των εθνικών[31] και τιμωρούσε με την ποινή του θανάτου τους ιερείς που θα εκτελούσαν θυσίες ή τους μάντεις που θα ασκούσαν τη μαντική τέχνη [32].

Σύμφωνα με την Averil Cameron, είναι πολύ δύσκολο να απαντηθεί το ερώτημα πώς εκχριστιανίστηκε η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Ναι μεν οι διαταγές του Θεοδόσιου είχαν σκοπό τις διώξεις του παγανισμού, όμως αυτές οι νομοθεσίες μάλλον είχαν περιορισμένη εφαρμογή και εκδίδονταν και επανεκδίδονταν για χάρη κάποιων τοπικών αιτημάτων. Το κράτος σπανίως μπορούσε να επιβάλλει την εφαρμογή τέτοιων νόμων και σπανίως το έκανε. Θεωρούνται αμφιλεγόμενοι οι θρησκευτικοί στόχοι και η σχετική νομοθεσία του Μεγάλου Κωνσταντίνου και μερικοί μελετητές αμφισβητούν την εφαρμογή των φιλο-χριστιανικών νόμων. Ο εκχριστιανισμός της Ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας προχώρησε σταδιακά, χωρίς να μπορεί να εκτιμηθεί ο βαθμός εκχριστιανισμού σε κάθε εποχή. Υπήρχε σημαντική αλληλοεπικάλυψη παγανισμού και χριστιανισμού κατά την ύστερη αρχαιότητα. Ωστόσο, πολλές χριστιανικές πηγές της εποχής κάνουν μια συντονισμένη προσπάθεια να δείξουν έναν σαφη διαχωρισμό μεταξύ των θρησκειών, έχοντας ως στόχο να ισχυριστούν θρίαμβο του χριστιανισμού.[33] Σύμφωνα πάλι με την Averil Cameron, υπήρχε χριστιανική βία τόσο κατά των παγανιστών, όσο και μεταξύ των χριστιανών.[34]

Σύμφωνα με τον Τσουλανάκη Δημήτριο, πριν έλθει στην εξουσία ο Μ. Κωνσταντίνος ο χριστιανισμός ήταν ήδη ανεπτυγμένος στις ανατολικές επαρχίες. Ήταν η καλύτερα οργανωμένη θρησκευτική και κοινωνική δύναμη, και σημαντικός παράγοντας του ιδιωτικού βίου της ρωμαϊκής κοινωνίας. Επομένως ο αυτοκράτορας έπρεπε να συνυπολογίσει τον χριστιανισμό στη διαμόρφωση της πολιτικής του. Ο αυτοκράτορας Ιουλιανός αναφέρει ότι στην επαρχία Αραβία οι χριστιανοί ήδη αποτελούσαν σχεδόν το ήμισυ του τοπικού πληθυσμού στις αρχές της δεκαετίας του 360.[35]

Κατά τους Βυζαντινούς χρόνους, πολλοί κάτοικοι της Ελλάδας διακρίθηκαν στην Ορθόδοξη θεολογία και υμνογραφία, μεταξύ των οποίων ο Ανδρέας Κρήτης, οι Κύριλλος και Μεθόδιος και ο Γρηγόριος Παλαμάς[36]. Το 732 μ.Χ. ολόκληρη η Ελλάδα υπάχθηκε στη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως με διαταγή του Λεόντα Γ΄ του Ισαύρου [37]. Το 961 μ.Χ. ο Αθανάσιος ο Αθωνίτης ίδρυσε την Ιερά Μονή της Μεγίστης Λαύρας στο Άγιο Όρος, το οποίο έμελλε να γίνει το πιο σημαντικό μοναστικό κέντρο όλης της Ανατολικής Ορθοδοξίας[38].

Τυπικά οι Έλληνες υπό την οθωμανική κατοχή, ως μιλλέτ, δηλαδή θρησκευτική ομάδα, είχαν το δικαίωμα να ακολουθήσουν τη θρησκεία τους. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο μετά την Άλωση, αποτέλεσε τμήμα του φορολογικού μηχανισμού του οθωμανικού κράτους καθώς επίσης και μηχανισμός ελέγχου του τοπικού πληθυσμού[5]. Ωστόσο, οι πιέσεις από τους μουσουλμάνους για αλλαγή θρησκείας, οι προσηλυτισμοί διά της βίας και η ανασφάλεια της ζωής των Χριστιανών, που θεωρούνταν πολίτες δεύτερης κατηγορίας, ήταν υπαρκτά φαινόμενα και οδήγησαν σε ευρύ κρυπτοχριστιανισμό, ενώ υπήρξαν και Χριστιανοί που πέθαναν για την πίστη τους και ονομάστηκαν νεομάρτυρες[39]. Στον ελλαδικό κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας σημειώθηκε το φαινόμενο του κρυπτοχριστιανισμού, δηλαδή η επιφανειακή αποδοχή του ισλαμισμού και η κρυφή λατρεία του χριστιανισμού. Η ύπαρξη κρυπτοχριστιανών τεκμηριώνεται κυρίως στην Κρήτη (τουρκοκρητικοί) αλλά και στα Δωδεκάννησα, σε περιοχές της Θεσσαλίας και Μακεδονίας (Βαλλαχάδες) και αλλού. Πολλοί χριστιανοί που αναγκάστηκαν να εξισλαμισθούν ολοκληρωτικά ή παρέμειναν κρυπτοχριστιανοί, ακολούθησαν τον Μπεκτασισμό, επειδή τον θεωρούσαν πλησιέστερο προς τη χριστιανική θρησκεία.[40]

Αμέσως μετά την Επανάσταση του 1821, η Α΄ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου ψήφισε το πρώτο ελληνικό σύνταγμα, όπου προβλεπόταν σύνδεση της ελληνικής ιθαγένειας με την πίστη στον Χριστό. Χαρακτηριστικά, το κείμενο ορίζει:«Όσοι αυτόχθονες κάτοικοι της επικρατείας της Ελλάδος πιστεύουσιν εις Χριστόν, εισίν Έλληνες, και απολαμβάνουσιν άνευ τινός διαφοράς όλων των πολιτικών δικαιωμάτων»[41]. Το ίδιο σύνταγμα προέβλεπε ότι «επικρατούσα θρησκεία εις την ελληνικήν επικράτειαν είναι η της Ανατολικής Ορθοδόξου του Χριστού Εκκλησίας»[6], διάταξη που επαναλήφθηκε ουσιαστικώς αναλλοίωτη σε όλα τα επόμενα ελληνικά συντάγματα, και προέβλεπε για την ίδρυση θέσης υπουργού της Θρησκείας[42].

Κατά τη διάρκεια της Αντιβασιλείας, εισήχθησαν διαφορετικά πρότυπα οργάνωσης της Εκκλησίας, με το Διάταγμα της 23ης Ιουλίου 1833 να ορίζει μεταξύ άλλων τα εξής: Η Ορθόδοξος Ανατολική Αποστολική Εκκλησία του Βασιλείου της Ελλάδος, εν Πνεύματι μη αναγνωρίζουσα άλλην κεφαλήν, παρά τον θεμελιωτήν της χριστιανικής πίστεως τον Κύριον και Σωτήρα ημών Ιησούν Χριστόν, κατά δε το διοικητικόν μέρος έχουσα αρχηγόν τον Βασιλέα της Ελλάδος, είναι αυτοκέφαλος και ανεξάρτητος από πάσης άλλης εξουσίας, φυλαττομένης απαραχαράκτου της δογματικής ενότητος, κατά τα παρά πασών των ορθοδόξων Ανατολικών εκκλησιών ανέκαθεν πρεσβευόμενα[43]. Το διάταγμα όριζε ότι «η υπέρτατη εκκλησιαστική εξουσία εναπόκειται, υπό την του Βασιλέως κυριαρχίαν»[44], χωρίς την έγκριση του οποίου δεν μπορούσε να κοινοποιηθεί ή να εκτελεστεί καμία συνοδική απόφαση[45].

Βάσει του ισχύοντος Συντάγματος του 1975/2008, οι σχέσεις του ελληνικού κράτους με την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία ρυθμίζονται από το σύστημα της «νόμω κρατούσας πολιτείας»[46]. Στο σύστημα αυτό η πολιτεία επεμβαίνει στα της εκκλησίας, όχι όμως με βίαια μέσα, αλλά η ανάμειξη της οροθετείται από νόμους και εκφράζεται με νόμους, παράλληλα δε κατοχυρώνεται συνταγματικά η θρησκευτική ελευθερία[47].

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια πτώση στη στατιστικώς αποτυπούμενη θρησκευτικότητα. Από το 2006 ως το 2015 το ποσοστό των Ελλήνων που δήλωναν θρησκευόμενοι σε διαχρονική έρευνα της Κάπα Research μειώθηκε κατά 34%[48]. Σύμφωνα με τη Lina Molokotos-Liederman, το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο της Ελληνικής εθνικής ταυτότητας[49]. Σύμφωνα με έρευνα της Pew Research, στην Ελλάδα το 54% θεωρεί ότι είναι αρκετά σημαντικό να είναι κανείς Χριστιανός για να θεωρείται πραγματικός Έλληνας. Το ποσοστό είναι μεγαλύτερο σε μεγαλύτερες ηλικίες και γενικά είναι αρκετά ψηλότερο από το αντίστοιχο ερώτημα σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες (7% στη Σουηδία, 8% στην Ολλανδία).[50] Το 2006, η ελληνική κυβέρνηση ψήφισε ένα νόμο που επιτρέπει την αποτέφρωση.

Σύνταγμα και θρησκευτικά θέματα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο προοίμιο του Συντάγματος γίνεται επίκληση «εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος», και η θρησκεία της «Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού» αναγνωρίζεται ως «επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα» στο Άρθρο 3 του Συντάγματος.[7] Στην 1η παράγραφο του ίδιου άρθρου, το Σύνταγμα ρυθμίζει τις εκκλησιαστικές σχέσεις μεταξύ της «Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδας, που γνωρίζει κεφαλή της τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό» και της «Μεγάλης Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης», ενώ η 3η παράγραφος του ίδιου άρθρου απαγορεύει τη μετάφραση της Αγίας Γραφής χωρίς την έγκριση της Ορθόδοξης Εκκλησίας.[7]

Για την έννοια του όρου «επικρατούσα θρησκεία» έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς διάφορες θεωρίες[51]. Το 2015, το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων δήλωσε ότι «η αναγνώριση αυτή έχει αποκλειστικά διαπιστωτικό χαρακτήρα ο οποίος οφείλεται στο γεγονός ότι η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων (σε ποσοστό άνω του 90%) συνδέεται με την Ορθόδοξη Εκκλησία»[52]. Σύμφωνα με το συνταγματολόγο Ευάγγελο Βενιζέλο: «... ο όρος «επικρατούσα θρησκεία» έχει ένα περιεχόμενο αφενός μεν ιστορικό και πολιτισμικό, το οποίο δεν είναι νομικά κρίσιμο, αφετέρου δε ένα περιεχόμενο πραγματολογικό, που είναι νομικά κρίσιμο εφόσον περιγράφει την ορθόδοξη εκκλησία ως το πολυπληθέστερο συλλογικό υποκείμενο άσκησης της θρησκευτικής ελευθερίας υπό όλες τις εκδοχές και σε σχέση πάντοτε με όλο τον άλλο κατάλογο των συνταγματικών δικαιωμάτων…»[53]. Υπάρχει όμως και η άποψη πως οι διατάξεις αυτές ανακηρύσσουν μια επίσημη θρησκεία[54][55] του κράτους.

Στο Άρθρο 13 του Συντάγματος κατοχυρώνεται συνταγματικά το δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας.[8]

Το Άρθρο 14 που αφορά στην ελευθερία του λόγου, αναφέρει πως μεταξύ των εξαιρέσεων στις οποίες επιτρέπεται η άμεση κατάσχεση εντύπων ύστερα από παραγγελία εισαγγελέα, ανήκει η «προσβολή της χριστιανικής και κάθε άλλης γνωστής θρησκείας».[56] Ως γνωστή θρησκεία τεκμαίρεται από το νόμο «κάθε θρησκεία και δόγμα που για την άσκηση της δημόσιας λατρείας της, τελεί σε ισχύ σχετική άδεια ίδρυσης και λειτουργίας ναού ή ευκτήριου οίκου της»[57].

Επίσης, στο Άρθρο 16 αναφέρεται πως η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και μεταξύ άλλων έχει σκοπό «την ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης των Ελλήνων»[58]. Ορισμένοι άθεοι αλλά και μετριοπαθείς χριστιανοί [εκκρεμεί παραπομπή] θεωρούν ότι το κράτος δεν πρέπει να κάνει κατήχηση αφού έτσι παραβιάζεται το δικαίωμα των παιδιών στην αυτονομία και διαγράφεται το όριο ανάμεσα στην επιστημονική γνώση και τη θρησκευτική πίστη.[59][60][61]

Τέλος, το Σύνταγμα ορίζει ειδικό καθεστώς για την περιοχή του Αγίου Όρους.[62]

Στατιστικά στοιχεία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Έρευνα του Pew Research Group έδειξε οτι οι Έλληνες είναι εγκύτερα στις κεντρικες και ανατολικές ευρωπαϊκες σε θέματα θρησκείας. Μάλιστα 7 στους 10 αναγνωρίζουν οτι υπάρχει σύγκρουση των θρησκευτικών αξιών τους με τις αξίες της Δύσης. Τρεις στους τέσσερις Έλληνες(76%) θεωρουν πως η θρησκεία είναι βασικό συστατικό της εθνικότητας. Οι Έλληνες είναι αρκετά θρήσκοι, καθώς το 92% πιστεύει στον θεό (το 59% με απόλυτη βεβαιότητα)[63]

Ανεξάρτητα από το αν πηγαίνετε στην εκκλησία ή όχι, θα λέγατε ότι είστε θρησκευόμενος; (2015)[64]

  Ναι (51.9%)
  Όχι (45.9%)
  ΔΓ/ΔΑ (2.2%)

Πόσο σημαντική είναι η θρησκεία στη ζωή σας; (2017)[65]

  Πολύ σημαντική (55%)
  Κάπως σημαντική (28%)
  Όχι και τόσο σημαντική/Καθόλου σημαντική (17%)

Σύμφωνα με δημοσκόπηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, διεξαχθείσα με εκ του σύνεγγυς συνεντεύξεις τον Ιανουάριο και Φεβρουάριο του 2010, το 79% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι πιστεύει ότι υπάρχει Θεός, το 16% δήλωσε ότι πιστεύει σε «κάποιου είδους πνευματική ή ζωοποιό δύναμη», ενώ το 4% δήλωσε ότι «δεν υπάρχει κανενός είδους πνεύμα, Θεός ή ζωοποιός δύναμη»[66].

Δημοσκόπηση της Kapa Research, διεξαχθείσα με τηλεφωνικές συνεντεύξεις το Μάρτιο και Απρίλιο του 2015, έδειξε ότι το ποσοστό αυτών που δήλωσαν ότι ανήκουν στο Ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα ανέρχεται στο 81,4%, άλλο θρήσκευμα δήλωσε το 2,9%, άθεο δήλωσε το 14,7%. Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, το 49,9% δήλωσε ότι η θρησκεία είναι καθόλου (27,1%) ή λίγο (22,8%) σημαντική στη ζωή του ενώ το 49,5% δήλωσε ότι η θρησκεία είναι αρκετά (29,9%) ή πολύ (25,6%) σημαντική.[48]

Από διεθνή δημοσκόπηση του Pew Research Center στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, διεξαχθείσα με εκ του σύνεγγυς συνεντεύξεις από το Μάιο του 2015 έως τον Ιούνιο του 2016, προέκυψε ότι το ποσοστό αυτών που δήλωσαν Ορθόδοξοι Χριστιανοί ανέρχεται στο 90%, Καθολικοί Χριστιανοί δήλωσαν λιγότεροι από το 1% του πληθυσμού, Χριστιανοί άλλων δογμάτων το 3%, ενώ το Ισλάμ πρεσβεύει το 2% του πληθυσμού και άλλα θρησκεύματα το 1%. Το 4% του πληθυσμού δήλωσε άθρησκο. Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, το 55% δήλωσε ότι η θρησκεία είναι πολύ σημαντική στη ζωή του, το 28% ότι η θρησκεία είναι κάπως σημαντική στη ζωή του, ενώ το υπόλοιπο 17% ότι δεν είναι και τόσο σημαντική ή δεν είναι καθόλου σημαντική[67].

Η ίδια έρευνα εξετάζει τη θρησκευτικότητα στα ευρωπαϊκά κράτη και τη συσχετίζει με άλλα μεγέθη, όπως εθνική ταυτότητα, προτίμηση στο δημοκρατικό πολίτευμα κλπ. Από εκεί προκύπτει ότι μεταξύ των Ελλήνων που δηλώνουν χριστιανοί, η πλειοψηφία (58%) θεωρεί αυτή την επιλογή ως σχετιζόμενη με τον εθνικό πολιτισμό και την οικογενειακή παράδοση, ενώ το 41% τη θεωρεί θέμα προσωπικής πίστης. Ανάλογα είναι τα ποσοστά και στις άλλες χώρες όπου επικρατεί η Ορθοδοξία.[68] Από τους Έλληνες ορθοδόξους, το 91% δήλωσαν υπερήφανοι που είναι ορθόδοξοι και το 72% ότι αισθάνονται ότι έχουν θρησκευτικούς δεσμούς με τους υπόλοιπους ορθοδόξους. Τα ποσοστά αυτά ήταν από τα υψηλότερα μεταξύ των ορθοδόξων. Από τους Έλληνες που θεωρούν ότι η θρησκεία είναι κάτι σημαντικό στη ζωή τους, το 78% δήλωσαν ότι είναι εθνικά υπερήφανοι, δεύτεροι σε ποσοστό μετά τη Γεωργία (80%). Μεταξύ των άλλων ορθοδόξων κρατών της έρευνας, οι Έλληνες δήλωσαν κατά 89% ότι συμφωνούν με την πρόταση «δεν είμαστε τέλειοι αλλά ο πολιτισμός μας είναι ανώτερος των άλλων». Αυτό ήταν το μεγαλύτερο ποσοστό μεταξύ των ορθοδόξων κρατών.[69] Το 55% των Ελλήνων δήλωσε ότι δεν θα δεχόταν Εβραίους ως μέλη της οικογενείας, το 62% δεν θα δεχόταν Μουσουλμάνους και το 73% δεν θα δεχόταν Ρομά (η έρευνα συσχετίζει αυτά τα ποσοστά με το Ορθόδοξο και το Καθολικό δόγμα).[70]

Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Ορθόδοξος μητροπολιτικός ναός της Αθήνας

Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η μεγαλύτερη θρησκευτική κοινότητα στην Ελλάδα με τα μέλη της να αποτελούν στατιστικώς, ανάλογα με την πηγή, από το 81,4%[48] ως το 90%[69] του πληθυσμού.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν είναι οργανωμένη σε μία ενιαία διοικητική ενότητα αλλά αποτελείται από επιμέρους εκκλησιαστικά καθεστώτα, με κοινό σημείο αναφοράς τη σχέση τους προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Έτσι με τον όρο «Ορθόδοξη Εκκλησία στην Ελλάδα» νοούνται αθροιστικά:

  • η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος, η οποία αποτελείται από την Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών και 81 Ιερές Μητροπόλεις,
  • η ημιαυτόνομη Εκκλησία της Κρήτης με κανονική εξάρτηση και υπαγωγή στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, η οποία αποτελείται από την Ιερά Αρχιεπισκοπή Κρήτης και 8 Ιερές Μητροπόλεις,
  • οι Εκκλησιαστικές Επαρχίες της Δωδεκανήσου (5 Ιερές Μητροπόλεις και η Πατριαρχική Εξαρχία Πάτμου) με κανονική, πνευματική και διοικητική εξάρτηση από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και
  • το Άγιο Όρος, το οποίο αποτελεί συνταγματικά αυτοδιοίκητο τμήμα του Ελληνικού Κράτους, υπαγόμενο πνευματικά στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Τόσο οι Ιερές Μητροπόλεις όσο και οι ενορίες (βασικές υποδιαιρέσεις εκκλησιαστικής οργάνωσης) αποτελούν Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ)[52].

Η μισθοδοσία των επισκόπων και του εφημεριακού κλήρου της Εκκλησίας της Ελλάδος και των άλλων κανονικών Ανατολικών Ορθοδόξων κοινοτήτων στην Ελλάδα γίνεται από το κράτος. Τον Μάιο του 2022, ο αριθμός του κλήρου ανερχόταν στους 9.788.[71] Σύμφωνα με δελτίο τύπου του Υπουργείου Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων τον Μάρτιο του 2015 αυτό γίνεται σε αντάλλαγμα για τη δήμευση εκτεταμένης εκκλησιαστικής ακίνητης περιουσίας το 1834, 1909, 1930, 1952 και 1988[72]. Η πληροφορία αυτή ελέγχεται αφού σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας Η Καθημερινή[73], το Κράτος ανέλαβε τη μισθοδοσία της Εκκλησίας με τον Α.Ν. 536/1945[74] με παράλληλη υποχρέωση της Εκκλησίας να αποδίδει το 25% των ακαθάριστων εσόδων της στο Κράτος· το ποσοστό που έγινε 35% με τον Α.Ν. 469/1968[75] και τελικά καταργήθηκε με τον Ν. 3220/2004[76] διότι «μεταβλήθηκε σε μία ουσιαστικά προαιρετική εισφορά που κάποιοι ιερείς [...] απέδιδαν και κάποιοι είχαν ξεχάσει παντελώς»[77]. Η Εκκλησία της Ελλάδος φορολογείται όπως και κάθε άλλη θρησκευτική κοινότητα, με τις διατάξεις που αφορούν τις μη κερδοσκοπικές οντότητες[78][79][80].

Το μάθημα των Θρησκευτικών που διδάσκεται στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση είναι υποχρεωτικό και το περιεχόμενό του έχει ως κορμό την Ορθόδοξη Χριστιανική πίστη. Οι μαθητές μπορούν να απαλλαγούν από αυτό με απλή δήλωση των γονέων, χωρίς να απαιτείται δήλωση ή πιστοποίηση άλλου θρησκεύματος[81].

Η Εκκλησία στην Ελλάδα δέχεται κριτική για τον ιστορικό της ρόλο[82] αλλά και για την παρουσία της στη σημερινή εποχή. Ιστορικά η εκκλησία είχε ενσωματωθεί στον Οθωμανικό κρατικό μηχανισμό τόσο για φορολογικά έσοδα όσο και ως μέσο ελέγχου του χριστιανικού πληθυσμού.[83] Επιπλέον, η Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ αναφέρει ότι η Εκκλησία ευθύνεται που η Ελλάδα δε γνώρισε το Διαφωτισμό.[82] Ορισμένοι Ορθόδοξοι κληρικοί σήμερα κατηγορούνται για παραθρησκευτικό φετιχισμό[84] και κήρυγμα μίσους.[85] Αναφέρεται ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδας εναντιώθηκε στον νόμο για τους αντιρρησίες συνείδησης, στο αυτόματο διαζύγιο, στον πολιτικό γάμο.[86] Παράλληλα όμως, επιτελεί σημαντικό κοινωνικό έργο,[86] υποστηρίζοντας τους πολίτες με παροχή γευμάτων, ειδών ένδυσης και ιατρικής φροντίδας και παράλληλα συντηρεί βρεφονηπιακούς σταθμούς, φροντιστήρια, κοινωνικά παντοπωλεία, ξενώνες και δωρεάν κατασκηνώσεις.[87][88]

Γνήσιοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Γνήσιοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, αναφερόμενοι απλά και ως παλαιοημερολογίτες (ονομασία η οποία τους συγχέει λανθασμένα με τους μοναχούς του Αγίου Όρους που ακολουθούν το Παλαιό Ημερολόγιο αλλά δεν είναι Γ.Ο.Χ.) αποσχίστηκαν από την Εκκλησία της Ελλάδος το 1924, καθώς τότε υιοθετήθηκε από την τελευταία το διεθνές Γρηγοριανό Ημερολόγιο αντί του Ιουλιανού, που ίσχυε μέχρι τότε στην Ελλάδα. Η αιτία της απόσχισης φαίνεται να είναι βαθύτερη καθώς κατηγορούν την επίσημη Εκκλησία της Ελλάδας ότι προσαρμόζεται στα πρότυπα του Παπισμού, υποκύπτει στην αίρεση του οικουμενισμού και ακυρώνει την ορθόδοξη πίστη. Οι ακόλουθοι της υπολογίζονταν στις 500 χιλιάδες και γενικά τείνουν να είναι πολιτικά πιο συντηρητικοί.[89]

Προτεσταντικές/Διαμαρτυρόμενες εκκλησίες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η Α' Ελληνική Ευαγγελική Εκκλησία, δημιουργηθείσα στις αρχές του 1858. Το κτήριο της εκκλησίας κτίστηκε απέναντι από το Ναό του Ολυμπίου Διός στην Αθήνα, και τα εγκαίνια πραγματοποιήθηκαν το 1871

Η Ευαγγελική Εκκλησία της Ελλάδος, αποτελεί την πρώτη Προτεσταντική εκκλησία που ιδρύθηκε στην Ελλάδα. Ιδρυμένη το 1858[90] και έχοντας 5.000 μέλη[91], ανήκει στην Αναμορφωμένη-Πρεσβυτεριανή παράδοση[92]. Η μεγαλύτερη κοινότητα Διαμαρτυρομένων (Ευαγγελικών) Χριστιανών βρίσκεται στην Κατερίνη και αριθμεί περί τα 1000-1200 άτομα. Μαζί με την ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος, είναι οι μόνες χριστιανικές ομολογίες στην Ελλάδα, που συμμετέχουν στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών[93], ενώ από το 2014 είναι αναγνωρισμένη και από την πολιτεία ως νομική προσωπικότητα[94][95].

Στην Ελλάδα, υπάρχουν και άλλες Προτεσταντικές ομολογίες, όπως η Κοινωνία Ελεύθερων Ευαγγελικών Εκκλησιών Ελλάδας και, κυρίως, διάφορες Πεντηκοστιανές ομάδες. Τα μέλη της ευρύτερης κοινότητάς τους ανέρχονται, συνολικά, στα 30.000[96][97].

Καθολική Εκκλησία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Ρωμαιοκαθολικός Καθεδρικός Ναός Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτη στην Αθήνα

Οι Ρωμαιοκαθολικοί στην Ελλάδα χωρίζονται στους αμιγώς Ρωμαιοκαθολικούς που ακολουθούν το δυτικό τυπικό και τους Ελληνοκαθολικούς που ακολουθούν το βυζαντινό τυπικό. Οι Έλληνες που δηλώνουν ρωμαιοκαθολικοί ανέρχονται περίπου στους 50.000-70.000[98] και ζουν κυρίως στις Κυκλάδες, στα Επτάνησα, στην Αθήνα, στην Πάτρα, στα Δωδεκάνησα, στη Θεσσαλονίκη, στο Ναύπλιο και σε κάποια άλλα μέρη της χώρας. Η ρωμαιοκαθολική κοινότητα αυξήθηκε τα τελευταία χρόνια με την έλευση αλλοδαπών και σήμερα πιστεύεται πως αριθμεί περίπου 200.000 μέλη. Οι Ελληνοκαθολικοί αποτελούν κοινότητα των Καθολικών του Βυζαντινού Λειτουργικού Τύπου (Ritus Graecus), γνωστών ως Ελληνόρρυθμων Καθολικών ή Ουνιτών, ανέρχονται στα 5.000 μέλη[98] [εκκρεμεί παραπομπή] και ζουν κυρίως στην Αθήνα.

Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, το 2016 αριθμούσαν 28.715 μέλη και 389 εκκλησίες σε όλη την Ελλάδα σύμφωνα με τα δικά τους στοιχεία[99]. Επίσης, υπάρχουν 410 Αντβεντιστές της Εβδόμης Ημέρας με 10 εκκλησίες[100] και 748 Μορμόνοι της Εκκλησίας του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών, σε 4 εκκλησιαστικές κοινότητες[101].

Οι Σιχ βρίσκονται στην Ελλάδα από τους Παγκόσμιους Πολέμους, ως μέρος του Βρετανικού Ινδικού Στρατού. Ο Γκουρού Νανάκ είναι επίσης γνωστό ότι πέρασε από την Ελλάδα κατά τη διάρκεια ενός από τα ταξίδια του. Ωστόσο, η πραγματική μετανάστευση προς την Ελλάδα ξεκίνησε τη δεκαετία του 1970. Έφτασε στο αποκορύφωμά της κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990-2000. Από το 2017, οι Σιχ εκτιμώνται σε 20.000–25.000. Υπάρχουν οκτώ Γκουρντβάρας στην Ελλάδα, οι περισσότερες από αυτές βρίσκονται στην Κεντρική Ελλάδα και μόνο μία βρίσκεται στην Κρήτη. Τα Γκουρντβάρας συχνά καταγράφονται επίσημα ως προσωπικές περιουσίες, κοινοτικά κέντρα ή βιβλιοθήκες, λόγω της γραφειοκρατίας που απαιτείται και επίσης λόγω της έλλειψης αναγνώρισης των Σιχ από την Ελληνική Κυβέρνηση. Οι Σιχ συχνά αντιμετωπίζουν ρατσισμό και διακρίσεις από το ελληνικό κοινό, το οποίο τους συγχέει με τους Μουσουλμάνους, καθώς και νομικές προκλήσεις, κυρίως λόγω της διακριτής εμφάνισής τους (Τα Πέντε Κ). Οι Σιχ δεν επιτρέπεται να φορούν τα τουρμπάνια τους και να οδηγούν μοτοσικλέτες χωρίς κράνη, όπως στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου οι συνεισφορές τους στον πόλεμο αναγνωρίστηκαν και τους επιτράπηκε να μην φορούν κράνη. Οι νέοι Σιχ συχνά αντιμετωπίζουν δυσκολίες όταν στρατεύονται για την υποχρεωτική θητεία στην Ελλάδα, λόγω των μακριών μαλλιών, γενειάδων και τουρμπανιών τους. Ο Σιχισμός εξακολουθεί να μην είναι επίσημα αναγνωρισμένη θρησκεία στην Ελλάδα και οι Σιχ συχνά δεν περιλαμβάνονται στις απογραφές. Η κάλυψη των Σιχ από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης είναι ελάχιστη και η θρησκεία τους συχνά αναφέρεται ως "μίξη Ινδουισμού και Ισλάμ", ενώ έχει ένα ξεχωριστό σύστημα πεποιθήσεων και πολλές διαφορές. Τα Γκουρντβάρας των Σιχ έχουν αντιμετωπίσει πολλές επιθέσεις, συμπεριλαμβανομένων πυροβολισμών και βομβών Μολότοφ. Στις 1 Μαρτίου 2006, η ελληνική κυβέρνηση ψήφισε έναν νόμο που επιτρέπει την αποτέφρωση, μια κίνηση που χαιρετίστηκε από τους Σιχ και τους Ινδουιστές. Από την οικονομική κρίση του 2007-2008, πολλοί Σιχ έχουν μεταναστεύσει σε άλλες χώρες, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, ο Καναδάς και η Γερμανία.

Ο αριθμός των Μουσουλμάνων στην Ελλάδα που είναι Έλληνες πολίτες, εκτιμάται πως ανέρχεται στα 97.604 άτομα ή στο 0.95% του συνολικού πληθυσμού σύμφωνα με απογραφή του 1991.[102] Αυτοί κατοικούν κυρίως στη Θράκη και γλωσσικά είναι τουρκόφωνοι, σλαβόφωνοι (Πομάκοι) και Ρομά. Οι Μουσουλμάνοι μετανάστες εκτιμάται πως είναι γύρω στα 200.000 με 300.000 άτομα[103]. Οι Μουφτείες της Θράκης θεωρούνται δημόσια υπηρεσία επιπέδου γενικής διεύθυνσης[104], ενώ το κράτος διορίζει και μισθοδοτεί τους ιεροδιδασκάλους στα τεμένη της περιοχής[105][106][107].

Από τους μουσουλμάνους Έλληνες πολίτες, περίπου το 5% ακολουθούν τον Μπεκτασισμό. Οι περισσότεροι από αυτούς είναι Πομάκοι.[108]

Η Συναγωγή Μπεθ-Σαλώμ των Αθηνών

Η Ιουδαϊκή κοινότητα στην Ελλάδα αριθμεί σήμερα περίπου 5.500 μέλη, που κατοικούν κυρίως στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, τη Λάρισα, τον Βόλο, τη Χαλκίδα, τα Ιωάννινα, τα Τρίκαλα και την Κέρκυρα, ενώ λιγότεροι συναντώνται στην Καβάλα και τη Ρόδο.[109] Αποτελείται κυρίως από δύο ομάδες, τους Ρωμανιώτες, ιουδαϊκές κοινότητες που ζούσαν στην Ελλάδα και την ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου από την αρχαιότητα, και τους λαντινόφωνους Σεφαρδίτες, εβραϊκό φύλο που ήρθε από την Ισπανία κατά τα Οθωμανικά χρόνια και εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη.

Βουδισμός και Ινδουισμός

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο αριθμός των οπαδών του βουδισμού στην Ελλάδα δεν είναι υψηλός, αλλά έχει αυξηθεί τις τελευταίες δεκαετίες λόγω της μετανάστευσης ανθρώπων από την Ανατολική Ασία στην Ελλάδα. Σήμερα υπάρχουν τρία θρησκευτικά κέντρα της σχολής του διαμαντένιου δρόμου στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και την Κόρινθο[εκκρεμεί παραπομπή]. Ο Ινδουισμός στην Ελλάδα έχει μια μικρή παρουσία. Υπάρχει μια μικρή ινδουιστική κοινότητα στην Αθήνα. Υπάρχουν 25 μονάδες PIO και 12 NRIs[ασαφές] στην πόλη[εκκρεμεί παραπομπή].

Ελληνική εθνική θρησκεία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Περίπου 2.000 είναι τα μέλη της «Ελληνικής εθνικής θρησκείας»[110] ενώ περίπου σε 100,000 υπολογίζονται οι συμπαθούντες την εν λόγω θρησκεία.[111] Στις 24 Φεβρουαρίου 2017, η Ελληνική Εθνική Θρησκεία κατέστη «γνωστή» κατά την έννοια που αποδίδει το Σύνταγμα (δεκτή στα ληξιαρχεία, έγκυροι θρησκευτικοί γάμοι, κ.λπ.) έπειτα από χορήγηση από τις αρμόδιες αρχες αδείας ιδρύσεως και λειτουργίας λατρευτικού χώρου στην Αθήνα (ΑΔΑ:Ω76Α4653ΠΣ-94Ξ)..[112]

Ο αθεϊσμός δεν αποτελεί θρησκεία αλλά την πεποίθηση ότι δεν υπάρχουν θεοί ή δεν υπάρχουν πειστικές ενδείξεις για την ύπαρξη θεών. Συνεπώς δεν εκπροσωπείται από κάποια εκκλησία ή θρησκευτικό οργανισμό. Παρόλα αυτά υπάρχουν αθεϊστικοί σύλλογοι και οργανώσεις, όπως η Ένωση Αθέων, που σκοπό έχει την προώθηση της εκκοσμίκευσης του Κράτους (διαχωρισμό Κράτους-Εκκλησιών, κατάργηση θρησκευτικού όρκου, κατάργηση της ληξιαρχικής καταγραφής θρησκεύματος). Σκοπός της είναι επίσης η θρησκευτική ελευθερία, ο ανθρωπισμός, ο σκεπτικισμός, η προώθηση του ορθολογισμού, της κριτικής σκέψης και της αθεϊστικής οπτικής[113]. Στατιστικά οι Έλληνες άθεοι αυξάνονται[48].

  1. «Special Eurobarometer 516 : European citizens' knowledge and attitudes towards science and technology». European Union: European Commission. Σεπτεμβρίου 2021. Ανακτήθηκε στις 11 Ιουνίου 2023 – μέσω European Data Portal (see Volume C: Country/socio-demographics: EL: Question D90.2.). 
  2. 2,0 2,1 «A History of the Church», Philip Hughes, Sheed & Ward, rev ed 1949, vol I chapter 6.[1]Αρχειοθετήθηκε 2018-12-23 στο Wayback Machine. [1]
  3. Kirsch, Jonathan (2005). God Against The Gods: The History of the War Between Monotheism and Polytheism. New Jersey, U.s.a: Penguin. σελ. 200-201. ISBN 0142196339. 
  4. 4,0 4,1 R. MacMullen, «Christianizing The Roman Empire A.D.100-400, Yale University Press, 1984, (ISBN 0-300-03642-6)
  5. 5,0 5,1 καρά, Ε., Τζεδόπουλος, Γ. 2015. Οθωμανικό κράτος και χριστιανικές Εκκλησίες. Στο Γκαρά, Ε., Τζεδόπουλος, Γ. 2015. Χριστιανοί και μουσουλμάνοι στην οθωμανική αυτοκρατορία. [ηλεκτρ. βιβλ.] Αθήνα:Σύνδεσμος Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών. Διαθέσιμο στο: http://hdl.handle.net/11419/2884
  6. 6,0 6,1 Τμήμα Α΄, Προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδος, Επίδαυρος 1822
  7. 7,0 7,1 7,2 Άρθρο 3 του Συντάγματος της Ελλάδας, ΦΕΚ 120 Α΄/27-6-2008
  8. 8,0 8,1 Άρθρο 13 του Συντάγματος της Ελλάδας, ΦΕΚ 120 Α΄/27-6-2008
  9. «Ειδικό Ευρωβαρόμετρο» (PDF). Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ιανουάριος–Φεβρουάριος 2010. Ανακτήθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου 2017. 
  10. name="Lipka 2018">Lipka, Michael (31 Οκτωβρίου 2018). «Greek attitudes toward religion, minorities align more with Central and Eastern Europe than West». Pew Research Center. Ανακτήθηκε στις 2 Νοεμβρίου 2018. 
  11. 11,0 11,1 «Religious Belief and National Belonging in Central and Eastern Europe (Αγγλικά)». Pew Forum. Pew Research Center. 10 Μαΐου 2017. Ανακτήθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 2017. 
  12. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Ιουνίου 2021. Ανακτήθηκε στις 4 Ιουνίου 2021. 
  13. Νομικά πρόσωπα πλέον οι θρησκευτικές κοινότητες, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 03.10.2014
  14. Σκοπός της ανασκαφής που διενεργήθηκε το 1968 και το 1969 ήταν η εξερεύνηση, η τεκμηρίωση και η εξακρίβωση των χρονολογικών και πολιτισμικών συσχετισμών ανάμεσα στις προϊστορικές ομάδες του Αιγαίου και των Βαλκανίων και η κατανόηση της κοινωνικής ανάπτυξης, ζωτικής για την ανάδυση της εποχής του χαλκού στην Ευρώπη. Βλ. «Mediterranean Lab στο UCLA». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Δεκεμβρίου 2008. . Τα γυναικεία ειδώλια που ανασκάφτηκαν, ήταν για την Γκιμπούτας άλλη μία απόδειξη της συνέχειας της λατρείας της Μεγάλης Θεάς, όχι όμως και για τον Ρένφριου, ο οποίος αποδέχεται μεν πολιτισμικές αλληλεπιδράσεις της μέσης νεολιθικής άλλες βορειότερες πολιτιστικές ομάδες, αλλά διατηρεί επιφυλάξεις σε ό,τι σχετίζεται με τον ορισμό της θρησκείας, την οποία στο δεδομένο πλαίσιο ορίζει μάλλον ως μετάδοση συμβόλων. Bl. Renfrew C. 2006, 160.
  15. Αυτές υπήρξαν οι πρωταρχικές απόψεις που διατυπώθηκαν από τον Άξελ Πέρσον πίσω στα 1940. Βλ. Persson Axel W. 1942 The Religion of Greece in Prehistoric Times, στο («Sather Classical Lectures», Vol. XVII.) University of California Press, Berkeley and Los Angeles.
  16. Πράξεις των Αποστόλων, κεφάλαιο 16, κείμενο Αντωνιάδη 1904
  17. Πράξεις των Αποστόλων, Κεφάλαιο 17, κείμενο Αντωνιάδη 1904
  18. Πράξεις των Αποστόλων, κεφάλαιο 18, κείμενο Αντωνιάδη 1904
  19. Πράξεις των Αποστόλων, κεφάλαιο 16, στίχος 14, κείμενο Αντωνιάδη 1904
  20. Πράξεις των Αποστόλων, κεφάλαιο 18, κείμενο Αντωνιάδη
  21. «The Historic Centre (Chorá) with the Monastery of Saint-John the Theologian and the Cave of the Apocalypse on the Island of Pátmos». UNESCO. Ανακτήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 2017. 
  22. Hughes, Philip. «A History of the Church». Volume 1, Chapter 5. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Δεκεμβρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 2017. 
  23. Williams, Travis B. (2012). Persecution in 1 Peter: Differentiating and Contextualizing Early Christian Suffering. BRILL. σελ. 60-61. 
  24. Λακτάντιος, De Mortibus Persecutorum, 12.1
  25. Ευσεβίου Εκκλησιαστική Ιστορία, 8.2.4, 9.10.8
  26. de Ste Croix, «Aspects», 77
  27. Simon Corcoran, The Empire of the Tetrarchs: Imperial Pronouncements and Government, AD 284-324, σελίδα 186
  28. Eusebius Pamphilius and Schaff, Philip (Editor) and McGiffert, Rev. Arthur Cushman, Ph.D. (Translator) NPNF2-01. Eusebius Pamphilius: Church History, Life of Constantine, Oration in Praise of Constantine Αρχειοθετήθηκε 2018-04-17 στο Wayback Machine. quote: «he razed to their foundations those of them which had been the chief objects of superstitious reverence»
  29. Kirsch, J. (2004) God against the Gods, pp. 200-1, Viking Compass
  30. Θεοδοσιανός Κώδικας, 16, 1.2
  31. «Theodosius I». Encyclopaedia Britannica. Ανακτήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 2017. 
  32. Θεοδοσιανός Κώδικας, 16.10.12
  33. Averil Cameron, «Christian conversion in late antiquity: some issues», στο Arietta Papaconstantinou, Daniel L. Schwartz, «Conversion in Late Antiquity: Christianity, Islam, and Beyond», Routledge, 3 Μαρτίου 2016, σ. 9-12 και στο academia.edu, σ. 11-15
  34. Averil Cameron, «Christian conversion in late antiquity: some issues», στο Arietta Papaconstantinou, Daniel L. Schwartz, «Conversion in Late Antiquity: Christianity, Islam, and Beyond», Routledge, 3 Μαρ 2016, σ. 16 και στο academia.edu, σ. 22
  35. Τσουλκανάκης Δημήτριος, “Η βυζαντινή παρουσία στους Αγίους Τόπους από το Μέγα Κωνσταντίνο έως την αραβική κατάκτηση”, διδακτορική διατριβή, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ, Σχολή Επιστημών του Ανθρώπου, Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας Βόλος, 2011, σ. 9[νεκρός σύνδεσμος]
  36. Byzantine Theology: Historical Trends and Doctrinal Themes, John Meyendorff
  37. Vailhé, Siméon. «Greek Church». Ανακτήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 2017. 
  38. The Cambridge Medieval History Series volumes 1-5, κεφάλαιο Independence of the Greek Church
  39. Speros Vryonis, Jr. «The Byzantine Legacy and Ottoman Forms.» Dumbarton Oaks Papers, Τόμος 23/24 (1969/1970), σελίδες 299-300.
  40. Stavro Skendi, «Crypto-Christianity in the Balkan Area under the Ottomans», Slavic Review, Vol. 26, No. 2 (Jun., 1967), pp. 227-246
  41. Τμήμα Β΄, Προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδος, Επίδαυρος 1822
  42. Τμήμα Γ΄, Προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδος, Επίδαυρος 1822
  43. Άρθρον 1, Διάταγμα της 23ης Ιουλίου 1833, ΦΕΚ 23/1833
  44. Άρθρον 2, Διάταγμα της 23ης Ιουλίου 1833, ΦΕΚ 23/1833
  45. Άρθρον 9, Διάταγμα της 23ης Ιουλίου 1833, ΦΕΚ 23/1833
  46. Τσάτσος, Δημήτριος (1993). Συνταγματικό Δίκαιο. Κομοτηνή: Αν. Σάκκουλα. σελ. 603. 
  47. Παπαστάθης, Χαράλαμπος (2007). Έκκλησιαστικό Δίκαιο, τεύχος Β΄. Αθήνα-Θεσσαλονίκη: Σάκκουλα. σελ. 27. 
  48. 48,0 48,1 48,2 48,3 Χιώτης, Βασίλης (11 Απρ. 2015). «Δημοσκόπηση Καπα Research: Χριστιανοί ορθόδοξοι αλλά... μια φορά τον χρόνο». Το Βήμα. http://www.tovima.gr/society/article/?aid=694021. Ανακτήθηκε στις 23 Σεπ. 2016. 
  49. Lina Molokotos-Liederman, Identity crisis: Greece, orthodoxy, and the European Union. Journal of Contemporary Religion Vol. 18:3, 2003, περίληψη.
  50. «4. Faith: Few strong links to national identity» (στα αγγλικά). Pew Research Center's Global Attitudes Project. 2017-02-01. http://www.pewglobal.org/2017/02/01/faith-few-strong-links-to-national-identity/#religion-and-national-identity-in-europe-canada-and-australia. Ανακτήθηκε στις 2017-12-29. 
  51. «Θρησκευτική Ελευθερία και Επικρατούσα Θρησκεία» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 30 Νοεμβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 2017. 
  52. 52,0 52,1 Τμήμα Θρησκευτικών Ελευθεριών και Διαθρησκευτικών Σχέσεων, Γενική Γραμματεία Θρησκευμάτων (2015). Περιστατικά εις βάρος Χώρων Θρησκευτικής Σημασίας στην Ελλάδα: Έκθεση 2015. Αθήνα: Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων. σελ. 22. 
  53. Βενιζέλος, Ευάγγελος (2000). Οι Σχέσεις Κράτους και Εκκλησίας ως συνταγματικά ρυθμισμένες. Θεσσαλονίκη: Παρατηρητής. σελ. 146. 
  54. Μάνεσης, Αριστόβουλος. Συνταγματικά Δικαιώματα, α’ ατομικές ελευθερίες, πανεπιστημιακές παραδόσεις. Αθήνα-Θεσσαλονίκη: Σάκκουλα. σελ. 256. 
  55. Πουλής, Γεώργιος (1982). «Τα συνταγματικά πλαίσια κράτους και εκκλησίας». Αρμενόπουλος, τεύχος 12. 
  56. Άρθρο 14 του Συντάγματος της Ελλάδας, ΦΕΚ 120 Α΄/27-6-2008
  57. Άρθρο 17 Νόμου 4301/2014, ΦΕΚ Α' 223/07-10-2014
  58. Άρθρο 16 του Συντάγματος της Ελλάδας, ΦΕΚ 120 Α΄/27-6-2008
  59. «Επικίνδυνα Θρησκευτικά;». Η Εφημερίδα των Συντακτών. 2016-10-03. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2016-11-11. https://web.archive.org/web/20161111184529/http://www.efsyn.gr/arthro/epikindyna-thriskeytika. Ανακτήθηκε στις 2017-09-05. 
  60. «Τι προτείνει η Ένωση Αθέων για τα θρησκευτικά». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2016-08-23. https://web.archive.org/web/20160823015812/http://news247.gr/eidiseis/koinonia/ti-proteinei-h-enwsh-athewn-gia-ta-thrhskeytika.3958590.html. Ανακτήθηκε στις 2017-09-05. 
  61. «Θρησκεία και εκπαίδευση. Το ιστορικό και συνταγματικό πλαίσιο της θρησκευτικής εκπαίδευσης». constitutionalism.gr. https://www.constitutionalism.gr/2034-triskeia-kai-ekpaideysi-to-istoriko-kai-syntagmati/. Ανακτήθηκε στις 2017-09-05. 
  62. Άρθρο 105 του Συντάγματος της Ελλάδας, ΦΕΚ 120 Α΄/27-6-2008
  63. Lipka, Michael (31 Οκτωβρίου 2018). «Greek attitudes toward religion, minorities align more with Central and Eastern Europe than West». Pew Research Center. Ανακτήθηκε στις 2 Νοεμβρίου 2018. 
  64. καπα Research (14 Απριλίου 2015). «Έρευνα για το Πάσχα και τη Θρησκεία». Ανακτήθηκε στις 10 Αυγούστου 2017. 
  65. «Religious Belief and National Belonging in Central and Eastern Europe». 10 Μαΐου 2017. Ανακτήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 2017. 
  66. Ειδικό Ευρωβαρόμετρο, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Οκτώβριος 2010. Διαθέσιμο στον ιστό Τα στοιχεία από τη σελίδα 207 (204 του εντύπου). Ανακτήθηκε στις 2017-09-12
  67. «Religious Belief and National Belonging in Central and Eastern Europe (Αγγλικά)». Pew Forum. Pew Research Center. 10 Μαΐου 2017. Ανακτήθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 2017. 
  68. Pew, ενότητα «Family tradition and national culture ...»
  69. 69,0 69,1 Pew Research Center, 10-5-2017, Report Overview, σ. 149, 150
  70. Pew Research Center, 10-5-2017, Report Overview, σ. 159-162
  71. https://www.efsyn.gr/ellada/koinonia/353472_spane-ola-ta-rekor-oi-metaklitoi-tis-nd. Ανακτήθηκε στις 27 Ιουλίου 2022.  Missing or empty |title= (βοήθεια)
  72. «Δελτίο Τύπου» (PDF). Υπουργείο Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων. 3 Μαρτίου 2015. Ανακτήθηκε στις 3 Οκτωβρίου 2015. 
  73. Χατζηνικολάου, Προκόπης (2008-09-21). «Καθεστώς μόνιμης φορολογικής ασυλίας». Η Καθημερινή. http://www.kathimerini.gr/334980/article/epikairothta/politikh/ka8estws-monimhs-forologikhs-asylias. Ανακτήθηκε στις 2016-09-24. 
  74. Α.Ν. 536/1945 (ΦΕΚ Α’ 226/1945). «Περί ρυθμίσεως των αποδοχών του Ορθόδοξου Εφημεριακού Κλήρου της Ελλάδος, του τρόπου πληρωμής αυτών και περί καλύψεως της σχετικής δαπάνης»[νεκρός σύνδεσμος] (άρθρο 2), Εφημερίδα της Κυβέρνησης, 5 Σεπ. 1945. Ανακτήθηκε στις 23 Σεπ. 2016.
  75. Α.Ν. 469/1968 (ΦΕΚ Α’ 162/1968). «Περί μισθολογικής διαβαθμίσεως του εφημεριακού Κλήρου της Εκκλησίας της Ελλάδος» (άρθρο 5), Εφημερίδα της Κυβέρνησης, 22 Ιουλ. 1968. Ανακτήθηκε στις 23 Σεπ. 2016.
  76. Ν. 3220/ (ΦΕΚ Α’ 15/2004). «Μέτρα αναπτυξιακής και κοινωνικής πολιτικής — αντικειμενικοποίηση του φορολογικού ελέγχου κ.ά. διατάξεις» (άρθρο 15), Εφημερίδα της Κυβέρνησης, 28 Ιαν. 2004. Ανακτήθηκε στις 23 Σεπ. 2016.
  77. Συζήτηση επίκαιρης ερώτησης 762/22-3-2005. Επίκαιρη ερώτηση«Κατάργηση της εισφοράς της Εκκλησίας στον προϋπολογισμό» (σελ. 6628-6629), Πρακτικά Βουλής, 28 Μαρ. 2005. Ανακτήθηκε στις 24 Σεπ. 2016.
  78. Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος, Νόμος 4172/2013
  79. Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων, Νόμος 4223/2013
  80. Κώδικας Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών κ.λπ., Νόμος 2961/2001
  81. «Ποιον έχω απέναντί μου» (PDF). Συνήγορος του Πολίτη. Ανακτήθηκε στις 11 Σεπτεμβρίου 2017. [νεκρός σύνδεσμος]
  82. 82,0 82,1 «Αρβελέρ: «Η Ελλάδα δεν γνώρισε Διαφωτισμό. Ποιός φταίει; Θα το πω, η εκκλησία»». The Huffington Post. http://www.huffingtonpost.gr/2016/03/24/arveler-sinedeyxi-elliniki-taytotita-ahrweiler_n_9518210.html. Ανακτήθηκε στις 2017-09-15. 
  83. Κωστής, Κώστας (1991). «Mnimon». Mnimon: 64. https://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/mnimon/article/viewFile/7946/7724.pdf. 
  84. «Η Κόκκινη Καστανιά του παραθρησκευτικού φετιχισμού, του Παντελή Μπουκάλα». Kathimerini. http://www.kathimerini.gr/918905/opinion/epikairothta/politikh/h-kokkinh-kastania-toy-para8rhskeytikoy-fetixismoy. Ανακτήθηκε στις 2017-09-14. 
  85. «Ο μητροπολίτης Μάρκος στον άμβωνα του μίσους». Η Εφημερίδα των Συντακτών. 2016-08-18. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2017-09-12. https://web.archive.org/web/20170912033125/http://www.efsyn.gr/arthro/o-mitropolitis-markos-ston-amvona-toy-misoys. Ανακτήθηκε στις 2017-09-06. 
  86. 86,0 86,1 «Η Εκκλησία δέσμια των ακραίων ιεραρχών της, Ν. Κ. ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΣ». Kathimerini. http://www.kathimerini.gr/876295/opinion/epikairothta/politikh/h-ekklhsia-desmia-twn-akraiwn-ierarxwn-ths. Ανακτήθηκε στις 2017-09-14. 
  87. «Εκκλησία της Ελλάδος». Χάρτης Αλληλεγγύης. το Βήμα. Ανακτήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 2017. 
  88. «Το φιλανθρωπικό έργο της Εκκλησίας το 2015». Η Καθημερινή. 13 Μαΐου 2016. Ανακτήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 2017. 
  89. «Χωρίς ΑΦΜ και ΑΜΚΑ, του Γιάννη Ελαφρού | Kathimerini». http://www.kathimerini.gr/752923/article/epikairothta/ellada/xwris-afm-kai-amka. Ανακτήθηκε στις 2017-09-15. 
  90. «H Ευαγγελική Εκκλησία Ελλάδος με πυξίδα την παραβολή του «καλού Σαμαρείτη»», The Huffington Post, 1 Ιουλίου 2016.
  91. «Greek Evangelical Church», World Council of Churches.
  92. Στέφανος Κατσάρκας, «Ιωάννης Καλβίνος και Καλβινισμός - Ο Μεγάλος Μεταρρυθμιστής και το Πνευματικό του Κίνημα» Αρχειοθετήθηκε 2017-08-05 στο Wayback Machine., Πανελλήνιος Ευαγγελικός Σύνδεσμος.
  93. «Greece», oikoumene.org
  94. «Νομικά πρόσωπα πλέον οι θρησκευτικές κοινότητες», Η Καθημερινή, 3/10/2014.
  95. Άρθρο 13 παράγραφος 5 του Ν. 4301/2014, ΦΕΚ Α' 223/07-10-2014
  96. «Executive Summary Discrimination on the grounds of religion and belief GREECE» (PDF). Dr Ioannis Ktistakis & Dr Nicholas Sitaropoulos. ec.europa.eu. 22 Ιουνίου 2004. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 22 Οκτωβρίου 2006. Ανακτήθηκε στις 14 Απριλίου 2007. 
  97. «International Religious Freedom Report 2007: Greece». US Dept. of State/Bureau of Democracy, Human Rights, and Labor. www.state.gov. 15 Σεπτεμβρίου 2006. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Φεβρουαρίου 2009. Ανακτήθηκε στις 14 Απριλίου 2007. 
  98. 98,0 98,1 «Religious Freedom in Greece (September 2002)». Greek Helsinki Monitor Minority Rights Group - Greece. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (RTF) στις 29 Σεπτεμβρίου 2007. Ανακτήθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου 2007. 
  99. Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 2017, Watch Tower Bible And Tract Society of Pennsylvania, σελ. 180-181
  100. «Greek Mission - Adventist Online Yearbook». www.adventistyearbook.org. Ανακτήθηκε στις 7 Μαΐου 2016. 
  101. «LDS Statistics and Church Facts | Total Church Membership». www.mormonnewsroom.org. Ανακτήθηκε στις 7 Μαΐου 2016. 
  102. Υπουργείο Εξωτερικών, Υπηρεσία Ενημέρωσης: Μουσουλμάνικη μειονότητα Θράκης και Ελληνική Επιτροπή για τη διαχείριση των υδατικών πόρων: Στοιχεία από την πρόσφατη απογραφή του πληθυσμού
  103. «International Religious Freedom Report 2006: Greece». US Dept. of State/Bureau of Democracy, Human Rights, and Labor. www.state.gov. 15 Σεπτεμβρίου 2006. Ανακτήθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου 2007. 
  104. Άρθρο 68, Νόμος 4235/2014, ΦΕΚ Α' 32/11-02-2014
  105. ΦΕΚ 2757/8.8.2017
  106. ΦΕΚ 2283/25.7.2016
  107. ΦΕΚ. 1671/11.8.2015
  108. ANGELIKI ZIAKA, «Muslims and Muslim Education in Greece», 2009, σ. 6
  109. Short History Of The Jewish Communities In Greece (pdf), publicized by the Central Board of Jewish Communities in Greece Αρχειοθετήθηκε 2019-11-19 στο Wayback Machine.
  110. The US government gives a generic number of 2000.United States Department of State - International Religious Freedom Report 2006
  111. «Helena Smith on why some Greeks are worshipping the ancient gods». The Guardian (London). https://www.theguardian.com/world/2007/feb/01/religion.uk. 
  112. «The Greek State Has Finally Recognized the Hellenic Ethnic Religion as a 'Known Religion'». European Congress of Ethnic Religions (ECER), 21 April 2017.
  113. «καταστατικό της Ένωσης Αθέων». www.atheia.gr. 27 Νοεμβρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 25 Σεπ. 2016.