Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Ιλμενίτης. Προέλευση: Πακιστάν | |
Γενικά | |
---|---|
Κατηγορία | Οξείδια. Ομάδα Ιλμενίτη. |
Χημικός τύπος | FeTiO3 |
Ορυκτολογικά χαρακτηριστικά | |
Πυκνότητα | 4,7 gr/cm3 |
Χρώμα | Σιδηρομέλαν έως μέλαν |
Σύστημα κρυστάλλωσης | Τριγωνικό |
Κρύσταλλοι | Παχείς, τραπεζοειδείς, ενίοτε ρομβοεδρικοί. Πολλές φορές σε λεπτά ελάσματα |
Υφή | Συμπαγής, ενίοτε κοκκώδης |
Διδυμία | Ναι, {0001} |
Σκληρότητα | 5 - 6 |
Σχισμός | Δεν παρατηρείται |
Θραύση | Κογχοειδής |
Λάμψη | Μεταλλική |
Γραμμή κόνεως | Ερυθροκάστανη έως μέλαινα |
Πλεοχρωισμός | Ασθενής |
Διαφάνεια | Αδιαφανής |
Ο ιλμενίτης (αγγλ. ilmenite) είναι ορυκτό οξείδιο του τιτανίου και του σιδήρου με χημικό τύπο FeTiO3. Το όνομά του προέρχεται από το τοπωνύμιο της περιοχής όπου ανευρέθηκε, τα βουνά Ιλμένσκι (Νότια Ουράλια όρη), κοντά στο Μιάς, στη Ρωσία. Περιγράφηκε και ονομάστηκε το 1827 από τον Γερμανό ορυκτολόγο Άντολφ Κούπφερ (Adolph Kupffer).
Σχηματίζει κρυστάλλους με ρομβοεδρικό σχήμα και κρυσταλλώνεται κατά την τέταρτη κρυσταλλική τάξη του τριγωνικού συστήματος.
Τα μέλη της ομάδας του είναι:
Αποτελεί συστατικό πυριγενών πετρωμάτων, όπως ο γρανίτης, ο γάββρος και ο κιμπερλίτης. Στα πετρώματα αυτά αποτελεί πρωτογενές ορυκτό, σχηματίζει, όμως, αυτόνομα κοιτάσματα με τη διαδικασία του μαγματικού διαχωρισμού: Κατά τη διαδικασία στερεοποίησης, οι κρύσταλλοι του ιλμενίτη, λόγω της υψηλής τους πυκνότητας, καθιζάνουν στο τήγμα, στο οποίο κρυσταλλώνονται σχεδόν πρώτοι. Ανευρίσκεται, επίσης, σε ορισμένες αμμώδεις αποθέσεις, σε κοκκώδη μορφή.
Λόγω της προέλευσής του συνδέεται με μαγνητίτη, αιματίτη, ρουτίλιο, πυροτίτη και απατίτη. Αποτελεί σημαντικό μετάλλευμα τιτανίου και ανευρίσκεται σε πολλά σημεία του πλανήτη: Εκτός από τα όρη Ίλμεν ανευρίσκεται στη χερσόνησο Κόλα (Ρωσία), στη Σουηδία, στην Αλάσκα και σε περιοχές της Νοτιοανατολικής Ασίας. Τα δεύτερα καλύτερα δείγματά του, εμφανίζονται στην Ελλάδα (σε όλο το Αιγαίο Πέλαγος, στη Θράκη και στη Μακεδονία).