Κάρελ Φαμπρίτιους | |
---|---|
![]() | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Carel Pietersz Fabritius (Ολλανδικά) |
Γέννηση | Φεβρουάριος 1622[1] Middenbeemster[1][2] |
Θάνατος | 12 Οκτωβρίου 1654[3][4][5] Ντελφτ[1][2] |
Αιτία θανάτου | Έκρηξη της πυριτιδαποθήκης του Ντελφτ |
Συνθήκες θανάτου | θανατηφόρο δυστύχημα |
Εθνικότητα | Ολλανδοί[6] |
Χώρα πολιτογράφησης | Ολλανδική Δημοκρατία |
Ιδιότητα | ζωγράφος[6][7][2], σχεδιαστής[6] και μαραγκός[2] |
Γονείς | Pieter Carelsz. Fabritius[2] |
Αδέλφια | Johannes Fabritius[8] Μπάρεντ Φαμπρίτιους[8] |
Κίνημα | Delft school[9] και μπαρόκ[9] |
Είδος τέχνης | αστικό τοπίο[10], ρωπογραφία[10], προσωπογραφία[10][2], οφθαλμαπάτη[10], animal art[2], έργο ιστορικής θεματολογίας[2], τοπιογραφία[2] και hunting still life[2] |
Καλλιτεχνικά ρεύματα | Delft school[9] και μπαρόκ[9] |
Σημαντικά έργα | Η καρδερίνα, Η Ήρα κρυπτόμενη κατά τη μάχη θεών και γιγάντων και Πορτρέτο καθιστής γυναίκας με μαντιλάκι |
![]() | |
Ο Κάρελ Φαμπρίτιους (ολλανδικά: Carel Pietersz. Fabritius, (βαπτ.) 27 Φεβρουαρίου 1627 - 12 Οκτωβρίου 1654) ήταν Ολλανδός ζωγράφος. Διετέλεσε μαθητής του Ρέμπραντ και εργάστηκε στο εργαστήριό του στο Άμστερνταμ. Ο Φαμπρίτιους, μέλος της Σχολής του Ντελφτ ανέπτυξε το δικό του καλλιτεχνικό ύφος και πειραματίστηκε με την προοπτική και τον φωτισμό. Ανάμεσα στα έργα του ξεχωρίζουν η Άποψη του Ντελφτ (1652), Η καρδερίνα (1654) και Ο φρουρός (1654).
Ο Κάρελ Φαμπρίτιους γεννήθηκε τον Φεβρουάριο του 1622 στο Μιντενμπέιμστερ, χωριό στο μόλις προ δεκαετίας δημιουργημένο πόλντερ Μπέιμστερ στην Ολλανδική Δημοκρατία και βαπτίστηκε στις 27 Φεβρουαρίου του ίδιου έτους.[11] Ήταν γιος του Πίτερ Κάρελς, δασκάλου σε σχολείο[12][13] και ζωγράφου, και είχε δύο μικρότερους αδελφούς, τον Μπάρεντ και τον Γιοχάννες,[13] οι οποίοι έγιναν επίσης ζωγράφοι.[11][14][15]
Αρχικά εργάστηκε ως ξυλουργός (λατ. = faber < fabritius, τεχνίτης).[16] Στις αρχές της δεκαετίας του 1640 σπούδασε στο εργαστήριο του Ρέμπραντ στο Άμστερνταμ, μαζί με τον αδελφό του Μπάρεντ. Στις αρχές της δεκαετίας του 1650 μετοίκησε στο Ντελφτ, όπου έγινε μέλος στη Συντεχνία του Αγίου Λουκά το 1652.
Ο Φαμπρίτιους πέθανε σε νεαρή ηλικία, καθώς υπήρξε θύμα της έκρηξης της πυριτιδαποθήκης του Ντελφτ στις 12 Οκτωβρίου 1654, έκρηξη που κατέστρεψε το μαζί με το ένα τέταρτο της πόλης το εργαστήριό του και πολλούς από τους πίνακές του. Διασώθηκαν μόνο περίπου 12.[17] Σύμφωνα με τον Άρνολντ Χαουμπράκεν, μαζί του πέθαναν ο μαθητής του Ματτίας Σπόορς και ο διάκονος της εκκλησίας Σίμον Ντέκερ, καθώς συνεργάζονταν πάνω σε κάποιον πίνακα τη στιγμή της έκρηξης.[17]
Σε ποίημα που έγραψε ο Άρνολντ Μπον στη μνήμη του, αναφέρεται ως "Κάρελ Φάμπερ" (Karel Faber).[17]
Ο Φαμπρίτιους ήταν ένας από τους ελάχιστους μαθητές του Ρέμπραντ που διαμόρφωσαν το δικό τους καλλιτεχνικό ύφος. Το τυπικό πορτρέτο του Ρέμπραντ είχε απλό σκούρο παρασκήνιο και ο απεικονιζόμενος τονιζόταν από το σαν από προβολέα φως. Αντίθετα, ο Φαμπρίτιους δημιούργησε πορτρέτα με λεπτό φωτισμό των μοντέλων του και παρασκήνιο ανοιχτόχρωμο, συχνά με υφές. Απομακρυνόμενος από την αναγεννησιακή εστίαση στην εικονογραφία, ο Φαμπρίτιους ενδιαφερόταν και για τις τεχνικές απόψεις της ζωγραφικής. Χρησιμοποίησε αρμονικά ψυχρά χρώματα για να σχηματοποιεί τα αντικείμενά του και φωτεινό ύφος στα έργα του.
Ο Φαμπρίτιους ενδιαφερόταν, επίσης, για τα πολύπλοκα χωρικά εφέ, όπως διαφαίνεται από την υπερβολική προοπτική που απεικονίζεται στον πίνακα Άποψη του Ντελφτ (1652). Είχε, επίσης, τον απόλυτο έλεγχο ενός υπερφορτωμένου με χρώμα πινέλου, όπως δείχνει ο πίνακας Η καρδερίνα (1654). Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά εμφανίζονται και στα έργα των πιο διάσημων ζωγράφων του Ντελφτ, Γιοχάνες Βερμέερ και Πίτερ ντε Χόοχ: Πιθανόν ο Φαμπρίτιους τους επηρέασε σημαντικά.
Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Carel Fabritius στο Wikimedia Commons