Κα' Φόσκαρι | |
---|---|
Palazzo Foscar | |
Είδος | αστικό ανάκτορο[1] |
Αρχιτεκτονική | Διεθνής γοτθικός ρυθμός |
Γεωγραφικές συντεταγμένες | 45°26′4″N 12°19′36″E |
Διοικητική υπαγωγή | Ντορσοντούρο[2] |
Χώρα | Ιταλία[2] |
Ιδιοκτήτης | Πανεπιστήμιο της Βενετίας |
Αρχιτέκτονας | Bartolomeo Bon |
Πολυμέσα | |
δεδομένα (π) |
Συντεταγμένες: 45°26′04″N 12°19′36″E / 45.434464°N 12.326564°E
Το Κα' Φόσκαρι (ιταλικά: Casa Foscari), το παλάτσο της οικογένειας Φόσκαρι, είναι ένα Γοτθικό κτίριο στην όχθη του Μεγάλου Καναλιού στο τεταρτημόριο Ντορσοντούρο (sestiere Dorsoduro) της Βενετίας, στην Ιταλία.
Κτίστηκε για τον δόγη Φραντσέσκο Φόσκαρι το 1453, και σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Μπαρτολομαίο Μπον. Είναι τώρα η κύρια έδρα του Πανεπιστημίου Ca' Foscari της Βενετίας.
Το παλάτσο βρίσκεται στην καμπύλη του Μεγάλου Καναλιού. Εδώ, κατά τη διάρκεια της ετήσιας Ιστορικής Λεμβοδρομίας (Regata Storica), που πραγματοποιείται την πρώτη Κυριακή του Σεπτεμβρίου, τοποθετείται μια ξύλινη εξέδρα που επιπλέει, γνωστή ως Λα Μάκινα (La Machina), όπου από αυτή τη δομή οι αρχές της Βενετίας παρακολουθούν τον αγώνα.
Προηγουμένως, ένα βυζαντινό παλάτι, γνωστό ως η "Οικία με τους Δύο Πύργους", στεκόταν στην περιοχή. Αγοράστηκε από την Δημοκρατία της Βενετίας το 1429 από τον Μπερνάρντο Τζιουστίνιαν, για να είναι η κατοικία του υποδιοικητή της Δημοκρατίας, Τζιανφραντσέσκο Γκοντζάγκα. Το παλάτι απετελείτο από δύο πύργους που περικυκλώνονταν από ένα χαμηλότερο κεντρικό τετράγωνο, και χρησιμοποιήθηκε για την ψυχαγωγία διάσημων επισκεπτών της Δημοκρατίας, συμπεριλαμβανομένων βασιλέων και διπλωματών. Το 1439 το παλάτι δόθηκε σε έναν άλλο κυβερνήτη, τον Φραντσέσκο Α΄ Σφόρτσα. Ωστόσο το 1447 ο Φραντσέσκο Α΄ πρόδωσε την Δημοκρατία, και στερήθηκε της κατοικίας αυτής.
Το 1453 η Δημοκρατία της Βενετίας ανέκτησε την κατοχή του παλατιού και το πώλησε με δημοπρασία στον δόγη της εποχής, τον Φραντσέσκο Φόσκαρι. Αυτός κατεδάφισε το παλάτι και το ξαναέκτισε σε ύστερο Βενετσιάνικο Γοτθικό ύφος. Το κτίριο επιλέχθηκε από τον δόγη λόγω της θέσης του στο Μεγάλο Κανάλι. Ο Φόσκαρι ξεκίνησε αμέσως να ξανακτίζει το κτίριο με τρόπο, που ταίριαζε στο καθεστώς του: μετακίνησε τον χώρο του νέου κτιρίου προς τα εμπρός, στην όχθη του Μεγάλου Καναλιού. Η αγορά και η ανακατασκευή του κτιρίου για τον εαυτό του σήμαινε, ότι ο δούκας επιβεβαίωνε τον πολιτικό και στρατιωτικό του ρόλο: αντιπροσώπευε στην πραγματικότητα τη συνέχιση των στρατιωτικών επιτυχιών της περιόδου αυτής, που διήρκεσε 30 χρόνια και ήταν ο προωθητής της Ενετικής επέκτασης στην ηπειρωτική χώρα (terraferma). Το τεράστιο νέο παλάτσο μόλις θα είχε τελειώσει όταν ο Φόσκαρι έπεσε σε δυσμένεια το 1457, και αποσύρθηκε στο νέο του ενδιαίτημα μέχρι το τέλος του.
Το 1574 ο βασιλιάς Ερρίκος Γ΄ της Γαλλίας στεγάστηκε στον δεύτερο όροφο του κτιρίου.
Η πιο πρόσφατη αποκατάσταση του Κα' Φόσκαρι και του παρακείμενου πΠαλάτσο Τζουστίνιαν τέθηκε σε λειτουργία το 2004, με στόχο την εκπλήρωση των νέων απαιτήσεων ασφάλειας και πρακτικότητας. Οι εργασίες διήρκεσαν από τον Ιανουάριο του 2004 έως το καλοκαίρι του 2006.
Σήμερα το παλάτσο είναι η έδρα του Πανεπιστημίου Ca' Foscari, το οποίο έχει καταστήσει προσβάσιμες στο κοινό μερικές από τις πιο όμορφες αίθουσες, όπως η "Αυλή Μπαράτο" και η "Aυλή Μπερένγκο".
Το 2013, χάρη σε μια σειρά σημαντικών τεχνικών μέτρων για την ενεργειακή απόδοση, και χάρη στην υιοθέτηση αυστηρών πρακτικών περιβαλλοντικής διαχείρισης που εφαρμόζει το Πανεπιστήμιο Ca' Foscari, το κτίριο απέκτησε το Πιστοποιητικό LEED για τη βιωσιμότητα, καθιστώντας έτσι το παλαιότερο κτίριο στον κόσμο που απέκτησε αυτή την αναγνωρισμένη πιστοποίηση.
Το Κα' Φόσκαρι είναι ένα τυπικό παράδειγμα της κατοικίας των Βενετών ευγενών και εμπόρων. Η οικοδομή είναι ένα από τα πιο επιβλητικά κτίρια της πόλης, και η εξωτερική αυλή της είναι η μεγαλύτερη αυλή ενός ιδιωτικού σπιτιού μετά από εκείνη του Παλατιού του Δόγη. Όπως και άλλα παλάτσο, η κύρια και πιο διακοσμημένη πρόσοψη και η είσοδος του Κα' Φόσκαρι ήταν απέναντι στο Μεγάλο Κανάλι, την κύρια αρτηρία της πόλης. Αυτή η πρόσοψη χαρακτηρίζεται από μια ρυθμική ακολουθία τόξων και παραθύρων· αυτό το στυλ, γνωστό ως Ανθεμωτό Γοτθικό, το μιμήθηκαν σε όλη την πόλη, και μπορεί να αναγνωριστεί μέσω της χρήσης οξυκόρυφων τόξων και σκαλισμένων κεφαλών παραθύρων. Στο Ca' Foscari, οι κορυφές κάθε κίονα διακοσμούνται με χαραγμένα τετράφυλλα μοτίβα. Οι γοτθικά κιονόκρανα διακοσμούνται με φύλλα, ζώα και μάσκες. Επάνω από το γοτθικό παράθυρο υπάρχει μία μαρμάρινη ζωφόρος με ένα κράνος που έχει εκατέρωθεν έναν λέοντα που αντιπροσωπεύει τον ρόλο του δόγη ως αρχηγού της Δημοκρατίας. Σε κάθε πλευρά του κεντρικού κράνους μπορούμε να βρούμε δύο ερωτιδείς (putti) που κρατούν μια ασπίδα, που φέρει το οικόσημο του Φόσκαρι με τον φτερωτό λέοντα του Αγίου Μάρκου, σύμβολο της Βενετίας.
Η πρακτική λειτουργία των παλάτσο της Βενετίας διαφέρει από εκείνες των άλλων ιταλικών πόλεων. Τα έσοδα των ευγενών δεν προέρχονταν από την ξηρά όπως αλλού, αλλά από τη ναυτιλία και το εμπόριο. Ως αποτέλεσμα, τα σπίτια-αποθήκες (fondaco) έπρεπε να χρησιμεύσουν όχι μόνο ως κατοικίες, αλλά και ως κεντρική έδρα για τις εμπορικές τους επιχειρήσεις. Τα κύρια χαρακτηριστικά αυτών των πρώιμων παλάτσο ήταν διώροφες στοές (loggias) κατά μήκος του καναλιού. Στο ισόγειο υπήρχε μια πύλη για την φόρτωση και την εκφόρτωση εμπορευμάτων. Η πύλη οδηγούσε συχνά σε μια αίθουσα εισόδου (portico), που χρησιμοποιείτο για επιχειρηματικές διαπραγματεύσεις, με αποθήκες και γραφεία στις δύο πλευρές και κουζίνα στο πίσω μέρος. Οι χώροι διαμονής ήταν επάνω, με τα δωμάτια να είναι συνέχεια μίας μεγάλης, σε σχήμα Τ, κεντρικής αίθουσας. Επίσης ένα πηγάδι και μια ανοιχτή σκάλα τοποθετήθηκαν στην αυλή. Υπήρχαν δύο χαμηλοί πύργοι σε κάθε άκρη της πρόσοψης. Το παλάτι με τους δύο πύργους είχε αυτή τη δομή, πριν ο Φραντσέσκο Φόσκαρι αποφασίσει να το κατεδαφίσει και να το ξανακτίσει σε γοτθικό ύφος.
Το ισόγειο χρησιμοποιήθηκε ως αποθήκες. Ο πρώτος και ο δεύτερος όροφος (οι όροφοι των ευγενών, "piani nobili") χρησιμοποιήθηκαν για επίσημη ψυχαγωγία και ιδιωτική κατοικία. Η κεντρική στοά (loggia) αυτών των δύο κύριων ορόφων σχεδιάστηκε με ένα παρόμοιο βενετικό ανθεμωτό γοτθικό ύφος με την πιο γνωστή κιονοστοιχία του παλατιού του Δόγη. Οι στοές, η μία πάνω στην άλλη, είναι τώρα φωτισμένες και φωτίζουν τις μεγάλες αίθουσες πίσω. Οι στοές περιβάλλονται από πτέρυγες, κάθε μία με δύο εσοχές που περιέχουν μικρότερα δωμάτια.
Μετά το τέλος του Φραντσέσκο Φόσκαρι το 1457, το παλάτσο χρησιμοποιήθηκε για ποικίλους και διαφορετικούς σκοπούς, σύμφωνα με την εποχή. Ορισμένες ημερομηνίες για τις εκδηλώσεις και τις ειδικές χρήσεις του κτιρίου:
Η πύλη του Κα' Φόσκαρι είναι σήμερα η κύρια είσοδος του κτιρίου και αποκαταστάθηκε το 2008. Είναι κατασκευασμένη από μάρμαρο της Ιστρίας, έχει ορθογώνιο σχήμα, με πιο επάνω μία οξυκόρυφη εσοχή Στο περίμετρό της είναι διακοσμημένη με βυζαντινό (ζιγκ-ζαγκ) κυμάτιο. Ο γλυπτός θυρεός μέσα στην οξυκόρυφη εσοχή αποτελείται από έναν κεντρικό θυρεό και τρεις ερωτιδείς (putti) (ένας σε κάθε πλευρά και ένας στην κορυφή). Μέσα στον θυρεό απεικονίζεται ο φτερωτός λέοντας του Αγίου Μάρκου, που κρατά ένα ανοικτό βιβλίο. Το 1797, μετά την αναγκαστική παράδοση της Βενετίας και την ανατροπή της Δημοκρατίας από τον στρατηγός Βοναπάρτη, τα οικογενειακά οικόσημα καταργήθηκαν. Κατά συνέπεια, τα έκρυψαν, τα κατέβασαν, ή -όπως στο Κα' Φόσκαρι- τα ασβέστωσαν.
Η αίθουσα εισόδου αποκαταστάθηκε το 1936 από τον μεγάλο Ιταλό αρχιτέκτονα Κάρλο Σκάρπα. Σε αυτή την περίπτωση ο Σκάρπα σχεδίασε:
Η μεγάλη αίθουσα αφιερωμένη στον Μάριο Μπαράτο (καθηγητή της ιταλικής λογοτεχνίας και αντιφασίστα, που απεβίωσε το 1984) βρίσκεται στον 2ο όροφο (Piano nobile) του παλάτσο. Η αίθουσα χρησιμοποιείται σήμερα για συνέδρια, συγκεντρώσεις και επίσημες τελετές, προχωρημένες εκπαιδευτικές εκδηλώσεις και σημαντικές εκδηλώσεις του Πανεπιστημίου Κα' Φόσκαρι. Ο Σκάρπα σχεδίασε την Μεγάλη Αίθουσα για να αντικαταστήσει το Μουσείο Εμπορίου. Μια τεράστια πύλη με τη λατινική επιγραφή "STUDIA DECUS ORNAMENTUM QUE VITAE" (i.e. η μελέτη είναι το καλύτερο κόσμημα στη ζωή) εισάγει την αίθουσα.
Τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά των δωματίων είναι:
Το 1979 μια φωτιά κατέστρεψε μέρος της αίθουσας, και ως εκ τούτου ο αρχιτέκτονας Βαλεριάνο Πάστορ αποκατέστησε την αίθουσα και την ξύλινη επένδυση. Μετά την πυρκαγιά η ξύλινη επένδυση του Σκάρπα ήταν σε πολύ κακή κατάσταση. Ο Βαλεριάνο Πάστορ,[3] μαθητής του Σκάρπα, την αποκατέστησε, χρησιμοποιώντας τον ίδιο τεχνίτη που είχε εργαστεί με τον Σκάρμπα το 1956.
Μεταξύ 1935 και 1937 ο Μάριο Σιρόνι ζήτησε από τον πρύτανη Αγκοστίνο Λαντσίλο να διακοσμήσει τη Μεγάλη Αίθουσα του Κα' Φόσκαρι. Επιλέχθηκε, επειδή θεωρήθηκε καλλιτέχνης ικανός να μεταφέρει την πίστη και τον ζήλο της ιταλικής φασιστικής νεολαίας της εποχής. Η νωπογραφία (fresco) "Η Ιταλία, η Βενετία και οι Σπουδές" περιλαμβάνει έναν φοιτητή αθλητή που κρατάει ένα βιβλίο και ένα μουσκέτο, την αλληγορία της Τεχνικής, την αληγορία της Ιατρικής, την πόλη της Βενετίας που κάθεται σε θρόνο, τον λέοντα του Αγίου Μάρκου και τους θόλους της βασιλικής. Επίσης, δείχνει μια μορφή σε αλυσίδες που ονομάζεται Γη, η οποία αντιπροσωπεύει τη νίκη της Ιταλίας στην Αιθιοπία. Υπάρχει μια επιγραφή επάνω από τη μορφή της Πατρίδας: "Η Ιταλία θα το κάνει μόνη της", που αναφέρεται στην αυτοκρατορία, την οποία επιδιώκει η Ιταλία και στη φιλοδοξία της να γίνει αυτοκρατορική δύναμη.[4] Η δεύτερη νωπογραφία αναπαριστά μία σχολή φιλόσοφων. Στη μέση είναι ο σκεπτόμενος, περιτριγυρισμένος από τους μαθητές του. Η ζωγραφική παρουσιάζει ίχνη κυβισμού, αλλά υπάρχει και το τρισδιάστατο στοιχείο. Το έργο θυμίζει το καλλιτεχνικό στυλ του Πάμπλο Πικάσο και του Χουάν Γκρις και την έμφαση του Τζωρτζ Μπρακ στα χρώματα. [5]
Το 2004 η αίθουσα αποκαταστάθηκε ξανά, αυτή τη φορά ως μέρος της γενικής αποκατάστασης ολόκληρου του κτιρίου. Οι τεχνίτες που είχαν συνεργαστεί με τον Κάρλο Σκάρπα κλήθηκαν για την αποκατάσταση της ξύλινης επένδυσης, και τότε κατασκευάστηκαν τα καθίσματα, που βρίσκονται τώρα στην αίθουσα.
Το 1936 ο Κάρλο Σκάρπα αποκατέστησε και ανακαίνισε διάφορα μέρη του πανεπιστημίου, συμπεριλαμβανομένης της μεγάλης αίθουσας.
Το 1956 ο Σκάρπα κλήθηκε να επιστρέψει στο Κα' Φόσκαρι, για να μετατρέψει τη μεγάλη αίθουσα σε αίθουσα διαλέξεων, και με αυτή την ευκαιρία δημιούργησε τα στοιχεία της ξύλινης επένδυσης. Πριν την επέμβαση του αρχιτέκτονα, ο χώρος που τώρα κατείχε η μεγάλη αίθουσα χρησιμοποιείτο για να φιλοξενήσει ένα μουσείο της Οικονομικής Σχολής.
Το σχέδιο του Σκάρπα για τη μεγάλη αίθουσα περιελάμβανε:
Ο Σάρπα αφαίρεσε το φοιτητικό βήμα ομιλιών και σχεδίασε τα πλαίσια της ξύλινης επένδυσης, χρησιμοποιώντας μέρος του ίδιου ξύλου που χρησιμοποιήθηκε για τη φοιτητική στοά. Η ξύλινη επένδυση είναι και σύνδεση και διαχωρισμός μεταξύ της αίθουσας και του διαδρόμου. Τα ολισθαίνοντα πλαίσια που καλύπτονται από ύφασμα χρησιμοποιούνται για να κρύψουν το δωμάτιο, και όταν κλείνουν θυμίζουν την τριγωνική κορυφή του οξυκόρυφου γοτθικού παραθύρου. Η εικόνα του γοτθικού παραθύρου αντικατοπτρίζεται στο γυαλί της ξύλινης επένδυσης, με αξιοσημείωτα οπτικά αποτελέσματα του φωτός.
Ο Mάριο Σιρόνι ανέλαβε να διακοσμήσει την μεγάλη αίθουσα "Μάριο Μπράτο" το 1936. Το έργο απεικονίζει μια σειρά αλληγορικών μορφών:
Ο Mάριο ντε Λουίτζι ήταν στενός φίλος του Κάρλο Σκάρπα. Και οι δύο πήγαν στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Βενετίας και συνεργάστηκαν στον τομέα του σχεδιασμού των πόλεων. Ήταν βοηθός του Aρτούρο Μαρτίνι στην Ακαδημία, στη συνέχεια άρχισε να διδάσκει σκηνογραφία στο Ίδρυμα Πανεπιστήμιο Αρχιτεκτονικής της Βενετίας (IUAV). Ο ντε Λουίτζι κλήθηκε να διακοσμήσει μία αίθουσα στο 1ο όροφο του παλάτσο Κα' Φόσκαρι. Η νωπογραφία απεικονίζει έναν φιλόσοφο ανάμεσα στους μαθητές του.