Καζάς

Ο καζάς (αραβικά: قضاء, qaḍāʾ, πληθυντικός: أقضية, aqḍiyah, οθωμανικά τουρκικά: kazâ,[1] τουρκικά: kaza) ή το καϊμακαμλίκι (τουρκικά Kaymakamlığı) αποτελεί μια διοικητική διαίρεση που χρησιμοποιήθηκε αρχικά στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και έπειτα από τα διάδοχα κράτη της αυτοκρατορίας. Η λέξη προέρχεται από οθωμανική τουρκική γλώσσα και σημαίνει "διοίκηση" και συχνά μεταφράζεται ως "επαρχία",[2] "υπο-επαρχία"[3] (επίσης αναφέρεται έτσι και ο "ναχιγές") ή "δικαστική περιφέρεια".[4] Στην ελληνική ιστοριογραφία μεταφράζεται και ως "νομός" μιμούμενος την μεταγενέστερη διοικητική διαίρεση της Ελλάδας. Σήμερα ο "καζάς" ή "καδάς" αποτελεί την δεύτερου επιπέδου διοικητική διαίρεση του Ιράκ και του Λιβάνου, ενώ αποτελεί την τρίτου επιπέδου διοικητική διαίρεση της Ιορδανίας.

Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ο καζάς ήταν «μια γεωγραφική περιοχή που υπόκειται σε νομική και διοικητική δικαιοδοσία ενός δικαστή, του καδή».[1] Με τις πρώτες μεταρρυθμίσεις, που είναι γνωστές ως τανζιμάτ, του 1839 οι διοικητικές αρμοδιότητες του καδή μεταφέρθηκαν σε έναν διοικητή, τον καϊμακάμη, με τον καδή να περιορίζεται στην άσκηση των δικαστικών του αρμοδιοτήτων στα πλαίσια του ισλαμικού νόμου.[5] Αργότερα την εποχή των τανζιμάτ, ο καζάς γίνεται διοικητική διαίρεση με το «Σχέδιο Επαρχιακής Μεταρρύθμισης» του 1864, το οποίο υλοποιήθηκε κατά την επόμενη δεκαετία. Ο καζάς ενοποιούσε τις αρμοδιότητες του διοικητή (καϊμακάμη) που διοριζόταν από το Υπουργείο Εσωτερικών της αυτοκρατορίας, του ταμία (διευθύνοντα συμβούλου των χρηματοδοτήσεων) και του δικαστή (καδή) σε μία ενιαία διοικητική μονάδα. Η διοικητική μεταρρύθμιση αποτελούσε μέρος των προσπαθειών της Υψηλής Πύλης για τη δημιουργία ενιαίας ορθολογικής διαχείρισης σε όλη την αυτοκρατορία.

Ο καζάς αποτελούσε υποδιαίρεση μιας διοικητικής περιφέρειας, του σαντζακίου[1], που αυτό αποτελούσε διαίρεση του βιλαετίου, και αντιστοιχούσε περίπου σε μια πόλη με τα γύρω χωριά της. Με την σειρά τους, ο καζάς διαιρούνταν σε άλλες υπο-επαρχίες, τον ναχιγέ, που διοικούνταν από έναν διοικητικό τοποτηρητή, τον "μουντούρη", και την κοινότητα, το "καριέ", που διοικούνταν από τον "μουχτάρη".[6] Σύμφωνα με την αναθεώρηση του διοικητικού δικαίου το 1871, ο ναχιγές, που συνέχιζε να διοικείται από τον μουντούρη, αποτελούσε το ενδιάμεσο επίπεδο μεταξύ του καζά και του χωριού, που διοικείται από τον "κιόι μουχτάρ".[6]

Ο καζάς αποτελούσε κατά το παρελθόν το δεύτερο επίπεδο διοικητικής διαίρεσης της Συρίας, που έχει αντικατασταθεί με την επαρχία, που ονομάζεται "μιντακάχ". Τα πρώτα χρόνια μετά την ίδρυση του τουρκικού κράτους, εξακολουθεί να χρησιμοποιείται ο όρος καζάς μέχρι την αντικατάστασή με τον "ίλσε" την δεκαετία του 1920.

  1. 1,0 1,1 1,2 Selçuk Akşin Somel. "Kazâ". The A to Z of the Ottoman Empire. Τόμος 152 of A to Z Guides. Rowman & Littlefield, 2010. σ. 151. ISBN 9780810875791
  2. Suraiya Faroqhi. Approaching Ottoman History: An Introduction to the Sources. Cambridge University Press, 1999. σ. 88. ISBN 9780521666480
  3. Donald Quataert. The Ottoman Empire, 1700-1922. 2η Έκδ. Τόμος 34 of New Approaches to European History. Cambridge University Press, 2005. σ. 108. ISBN 9781139445917
  4. Eugene L. Rogan. Frontiers of the State in the Late Ottoman Empire: Transjordan, 1850-1921. Τόμος 12 of Cambridge Middle East Studies. Cambridge University Press, 2002. σ. 12. ISBN 9780521892230
  5. Selçuk Akşin Somel. "Kadı". The A to Z of the Ottoman Empire. Τόμος 152 of A to Z Guides. Rowman & Littlefield, 2010. σσ. 144-145. ISBN 9780810875791
  6. 6,0 6,1 Gökhan Çetinsaya. The Ottoman Administration of Iraq, 1890-1908. SOAS/Routledge Studies on the Middle East. Routledge, 2006. σσ. 8-9. ISBN 9780203481325