Οι Καλμπίδες (αραβικά: بنو كلب: بنو كلب, Banū Kalb) ήταν μια μουσουλμανική αραβική δυναστεία, που κυβερνούσε το εμιράτο της Σικελίας από το 948 έως το 1053. Οι Φατιμίδες τους είχαν διορίσει επίσημα, αλλά προοδευτικά απέκτησαν αυτονομία.
Οι Καλμπίδες προέρχονταν από την αραβική φυλή μπανού Καλμπ, τα μέλη της οποίας συχνά υπηρέτησαν ως κυβερνήτες, διαχειριστές και υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι στην Iφρικίγια (κεντρική Βόρεια-Αφρική) κατά τη διάρκεια της περιόδου των Ομεϋαδών (π. 670 - 750). Κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας των Αγλαβιδών στην Ιφρικίγια (800 - 909), η τύχη των Καλμπιδών μειώθηκε, καθώς οι κυβερνήτες εκεί ευνοούσαν τους αντιπάλους της φυλής από την ομάδα Καΰς-Μουντάρ. Όταν οι Φατιμίδες κατέκτησαν την Ιφρικίγια το 909, οι Καλμπίδες, έχοντας αποτελέσει σημαντική στρατιωτική και θρησκευτική υποστήριξη για τους Φατιμίδες, γρήγορα απέκτησαν μεγάλη επιρροή στο νέο καθεστώς. Μέχρι αυτή τη στιγμή, οι Καλμπίδες είχαν συμμαχήσει με τους Βερβέρους Κουταμά, έναν βασικό πυλώνα τού στρατού των Φατιμιδών.[1]
Το 827, εν μέσω εσωτερικής σύγκρουσης στη Ρωμαϊκή (Βυζαντινή) Αυτοκρατορία, ξεκίνησε η Μουσουλμανική κατάκτηση της Σικελίας: οι Αγλαβίδες έφτασαν στη Μαζαρά στη Σικελία, με έναν στόλο 10.000 ανδρών υπό την διοίκηση του Ασάντ ιμπν αλ-Φουράτ. Το Πάλερμο κατακτήθηκε το 831, και έγινε η νέα πρωτεύουσα.[2] Η Συρακούσες έπεσαν το 878[3] και το 902 το τελευταίο βυζαντινό προπύργιο, η Ταορμίνα, καταλήφθηκε.[4] Την ίδια στιγμή, έγιναν διάφορες μουσουλμανικές εισβολές στη νότια Ιταλία, με τη δημιουργία νέων εμιράτων στην Τροπέα, το Τάραντο και το Μπάρι. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου υπήρχαν συνεχείς αγώνες εξουσίας μεταξύ των Μουσουλμάνων. Το νησί ήταν υπό την κυριαρχία των Αγλαβιδών και αργότερα των διαδόχων τους των Φατιμιδών.
Μετά την επιτυχή καταστολή μιας εξέγερσης, ο χαλίφης των Φατιμιδών διόρισε τον αλ-Χασάν αλ-Καλμπί (948-953) ως εμίρη της Σικελίας, τον πρώτο της δυναστείας των Καλμπιδών. Οι Φατιμίδες διόρισαν τους Καλμπίδες ως κυβερνήτες μέσω αντιπροσώπων [5], πριν μεταφέρουν την πρωτεύουσά τους από την Ιφρικίγια στο Καΐρο το 969. Οι επιδρομές στη νότια Ιταλία συνεχίστηκαν υπό τους Καλμπίδες μέχρι τον 11ο αι., και το 982 ένας Γερμανικός στρατός υπό τον Όθωνα Β΄ ηττήθηκε από τον Αμπούλ-Κασίμ στη μάχη του Στύλο κοντά στο Κρότωνα της Καλαβρίας. Η δυναστεία ξεκίνησε μια σταθερή περίοδο πτώσης υπό την βασιλεία του Γιουσούφ αλ-Καλμπί (990-998) ο οποίος εμπιστεύτηκε το νησί στους γιους του, και δημιούργησε χώρο για παρέμβαση από τους Ζιρίδες της Ιφρικίγια. Κάτω από τον αλ-Αχάλ (1017-1037) η δυναστεική σύγκρουση εντάθηκε, με φατρίες να συμμαχούν ποικίλλα μεταξύ των Ρωμαίων και των Ζιριδών. Παρόλο που καμία από αυτές τις δυνάμεις δεν μπορούσε να παγιωθεί μόνιμα στη Σικελία, υπό τον Χασάν ασ-Σαμσάμ (1040-1053) το νησί κατακερματίστηκε σε μικρά εδάφη. Οι Καλμπίδες εξαφανίστηκαν το 1053,[6] και το 1061 οι Νορμανδοί της νότιας Ιταλίας έφτασαν στη Σικελία υπό τον Ρογήρο Α΄ μετέπειτα κόμη της Σικελίας και άρχισαν την κατάκτησή τους, η οποία ολοκληρώθηκε το 1091. Στους μουσουλμάνους επέτρεψαν να παραμείνουν και έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην διοίκηση, τον στρατό και την οικονομία του Νορμανδικού βασιλείου μέχρι τον 12ο αι.