Το Καντομπλέ (πορτογαλική προφορά: kɐ̃dõˈblɛ) είναι μια αφρικανική διασπορική θρησκεία που αναπτύχθηκε στη Βραζιλία τον 19ο αιώνα. Προέκυψε μέσα από μια διαδικασία συγκρητισμού μεταξύ πολλών από τις παραδοσιακές θρησκείες της Δυτικής Αφρικής, ιδιαιτέρως των Γιορούμπα, Μπάντου και Γκμπε. Έχει επίσης κάποιες επιρροές από τη ρωμαιοκαθολική μορφή του Χριστιανισμού. Δεν υπάρχει κάποια κεντρική αρχή που ελέγχει το Καντομπλέ, και είναι οργανωμένο γύρω από αυτόνομους terreiros (οίκους).
Το Καντομπλέ περιλαμβάνει τη λατρεία πνευμάτων γνωστών ως ορισάς (orixás). Οι ορισάς αντλούν τα ονόματα και τις ιδιότητές τους από παραδοσιακές δυτικοαφρικανικές θεότητες, αλλά εξισώνονται με Ρωμαιοκαθολικούς αγίους. Διάφοροι μύθοι λέγονται για αυτούς, και θεωρούνται υποτελείς μιας υπερβατικής θεότητας δημιουργού, του Ολουντουμαρέ (Oludumaré). Κάθε άτομο πιστεύεται ότι έχει έναν ορισά συνδεδεμένο μαζί του από πριν τη γέννησή του, που επηρεάζει την προσωπικότητά του. Όντας μια παράδοση που περιλαμβάνει μύηση, τα μέλη του Καντομπλέ συναντώνται συνήθως σε ναούς γνωστούς ως terreiros (τεχέιρος) που διευθύνονται από ιερείς που ονομάζονται babalorixás (μπαμπαλορισάς) και ιέρειες που ονομάζονται ialorixás (ιαλορισάς). Μια κεντρική τελετουργία περιλαμβάνει τυμπανισμούς, τραγούδι και χορό από τους πιστούς, προκειμένου να ενθαρρύνουν έναν ορισά να καταλάβει ένα από τα μέλη τους. Πιστεύουν ότι μέσω αυτού του δαιμονισμένου ατόμου μπορούν να επικοινωνήσουν απευθείας με μια θεότητα. Οι προσφορές στους ορισάς περιλαμβάνουν φρούτα και θυσιασμένα ζώα. Προσφορές δίνονται επίσης σε μια σειρά από άλλα πνεύματα, όπως στον boiadero (γελαδάρη), στον preto velho (μαύρο γέρο), στους caboclos (πνεύματα ανθρώπων με μικτή καταγωγή ιθαγενών και λευκών), και στα πνεύματα των νεκρών, τα egun. Διάφορες μορφές μαντείας χρησιμοποιούνται για την αποκρυπτογράφηση μηνυμάτων από τους ορισάς. Εξέχοντα ρόλο παίζουν επίσης οι θεραπευτικές τελετουργίες και η παρασκευή φυλαχτών και φυτικών θεραπειών και λουτρών.