Κασπάρ φαν Βίττελ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 1653[1][2][3] Άμερσφοορτ |
Θάνατος | 13 Σεπτεμβρίου 1736[4][5][3] Ρώμη[6] |
Χώρα πολιτογράφησης | Ολλανδική Δημοκρατία |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | ζωγράφος[7] |
Αξιοσημείωτο έργο | Θέα της Νάπολης Θέα του κόλπου της Νάπολης |
Οικογένεια | |
Τέκνα | Λουίτζι Βανβιτέλλι[8] |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Κασπάρ φαν Βίττελ (ολλανδικά: Caspar van Wittel ή Gaspar van Wittel ή Jasper Adriaensz van Wittel ως ον. γέννησης, ιταλικά: Gaspare Vanvitelli ή Gasparo degli Occhiali, 1652 με 1653, Αμερσφόρτ, Ολλανδία – 13 Σεπτεμβρίου, 1736, Ρώμη, Ιταλία) ήταν Ολλανδός ζωγράφος ο οποίος πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της σταδιοδρομίας του στην Ρώμη. Θεωρείται ένας από τους κύριους εκπροσώπους της τοπιογραφικής ζωγραφικής των βεντουτιστών.[9][10][11]
Γεννήθηκε σε ρωμαιοκαθολική οικογένεια στην προτεσταντική Ολλανδία, και ο πατέρας του ήταν κατασκευαστής καροτσιών.[12] Σπούδασε ζωγραφική στο Αμερσφόρτ για 4 με 5 χρόνια, και κατόπιν μαθήτευσε υπό τον Ματίας Βότχοος (Matthias Withoos) για άλλα 7 χρόνια.[13]
Τα πρώτα έργα του που διασώζονται δημιουργήθηκαν στο Χόορν το 1672 όπου κατέφυγε μετά την γαλλική εισβολή και κατάληψη του Αμερσφόρτ το 1672.[12] Επέστρεψε πίσω στο Αμερσφόρτ το επόμενο έτος και παρέμεινε έως το 1674, όταν πλέον αναχώρησε για την Ιταλία μαζί με τον επίσης ζωγράφο Γιάκομπ φαν Σταβέρντεν (Jacob van Staverden) ο οποίος ήταν φίλος του και συμμαθητής του υπό τον Βότχοος.[14]
Εγκαταστάθηκε στην Ρώμη και έγινε μέλος της καλλιτεχνικής κοινότητας των Μπενφούχολς (Bentvueghels) η οποία αποτελούνταν από Ολλανδούς και Φλαμανδούς καλλιτέχνες της πόλης. Το παρατσούκλι που απέκτησε εντός της κοινότητας αυτής ήταν Piktoors (λαμπερός δαυλός) ή Toorts van Amersfoort (Ο δαυλός του Αμερσφόρτ),[15] καθώς και Gasparo dagli Occhiali (ο Γκασπάρ με τα γυαλιά).[16] Εργάστηκε στην πόλη σε συνεργασία με τον Φλαμανδό ζωγράφο Άμπραχαμ Χενούλς (Abraham Genoels) του οποίου ενδεχομένως υπήρξε μαθητής. Άλλος γνωστός συνεργάτης του ήταν και ο Χέντρικ Φρανς φαν Λιντ (Hendrik Frans van Lint) ο οποίος εξελίχθηκε σε έναν από τους κυρίους βεντουτιστές του 18ου αιώνα.[17]
Το 1697 ο φαν Βίττελ παντρεύτηκε την Άννα Λορενζάνι, και απέκτησαν μαζί τον γιο τους, Λουίτζι Βανβιτέλλι, ο οποίος αργότερα εξελίχτηκε σε αξιόλογο μηχανικό και αρχιτέκτονα. Απέκτησε επίσης έναν δεύτερο γιο το 1702.
Ο φαν Βίττελ πέρασε σχεδόν όλη την ζωή του στην Ιταλία από την άφιξη του το 1674 έως τον θάνατο του το 1736. Έζησε κυρίως στην Ρώμη, αλλά μεταξύ των ετών 1694 και 1710, ταξίδεψε επίσης σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Ιταλίας και ζωγράφισε εκεί, όπως την Φλωρεντία, Μπολόνια, Φερράρα, Βενετία, Μιλάνο, Πιατσέντζα, Ουρμπίνο, και Νάπολη. Έγινε μέλος στην Ακαδημία του Αγίου Λουκά στην Ρώμη το 1711. Το τελευταίο έργο του χρονολογείται το 1730.[9]
Ο φαν Βίττελ θεωρείται ένας από τους κυρίους εκπροσώπους της τοπιογραφικής ζωγραφικής των βεντουτιστών, και η επιρροή της τεχνικής αυτής μετεξελίχθηκε σε γενικότερο χαρακτηριστικό της ιταλικής ζωγραφικής παράδοσης.[10] Πιθανώς είχε δεχθεί την επιρροή από τα έργα του Λίφαε Κράου (Lievin Cruyl) ο οποίος είχε δημιουργήσει μια σειρά από αναπαραστάσεις τοπίων της Ρώμης κατά την δεκαετία του 1660.[18][19] Ωστόσο ο ίδιος ο φαν Βίττελ θεωρείται ως σημαντική επιρροή του Βενετού ζωγράφου Καναλέττο, καθώς κάποιοι από τους πίνακες που δημιούργησε ο φαν Βίττελ κατά την επίσκεψη του στην Βενετία το 1697 είναι παρόμοιας τεχνικής αλλά παλαιότερες των έργων του Καναλέττο, όπως το Θέα της Πιατζέτα από την λεκάνη του Αγίου Μάρκου.[16]
Με την άφιξη του στην Ρώμη ο φαν Βίττελ αρχικά βοήθησε τον Ολλανδό υδραυλικό μηχανικό Κορνέλις Μάγιερ με την δημιουργία σχεδίων πλοήγησης για την πλοήγηση στον Τίβερη μεταξύ της Ρώμης και της Περούτζια.[20] Η πρώτη τοπιογραφική σύνθεση προήλθε επίσης μετά από συνεργασία του με τον Μάγιερ, για διάφορες τοποθεσίες της πόλης όπου ο Μάγιερ έκανε έργα αναβάθμισης. Ο φαν Βίττελ χρησιμοποίησε τα αρχικά αυτά σχέδια και τα αναβάθμισε σε ολοκληρωμένα έργα στα τέλη της δεκαετίας του 1680, ενώ η γενική τεχνοτροπία του ολοκληρώθηκε και ωρίμασε κατά τα επόμενα 10 έτη.[16]
Το συνολικό του έργο βασίστηκε σε αυτό της ολλανδικής καλλιτεχνικής παροικίας στην Ιταλία, οι οποίοι συχνά ενσωμάτωναν στα έργα τους θέματα από την ρωμαϊκή αρχαιότητα και αρχιτεκτονική. Τα έργα του φαν Βίττελ απεικονίζουν σχεδόν πάντα τα κτήρια και άλλες κατασκευές από απόσταση, και σε συνδυασμό με την ευρύτερη πολεοδομία του τοπίου.[16] Είναι πιθανό πως έκανε χρήση σκοτεινού θαλάμου ως υποβοήθηση κατά την απεικόνιση των έργων του.[10]