Κινηματογράφος της Αργεντινής (Cine de Argentina) | |
---|---|
Εμβληματικές Αργεντινές ηθοποιοί στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου το 1961 : Ισαμπέλ Σαρλί, Όλγα Ζουμπάρι, Τίτα Μερέλο και Μίρθα Λεγκράντ. | |
No. κινηματογραφικών αιθουσών | 792 (2011)[1] |
• Αίθουσες κατά κεφαλήν | 2,2 ανά 100.000 (2011)[1] |
Παραγωγή ταινιών[2] | |
Συνολικά | 52 (average) |
Αριθμός καταχωρημένων (2012)[3] | |
Συνολικά | 46,386,856 |
• Κατά κεφαλήν | 4,347,481 (9.4%) |
Gross box office[3] | |
Συνολικό | ARS 1,31 δις |
Εγχώριες ταινίες | 111 εκατομμύρια ARS (8,5%) |
O Κινηματογράφος της Αργεντινής (ισπανικά: Cine de Argentina) αναφέρεται στην κινηματογραφική βιομηχανία με έδρα την Αργεντινή. Ο αργεντίνικος κινηματογράφος περιλαμβάνει την τέχνη του κινηματογράφου και των δημιουργικών ταινιών που έχουν δημιουργηθεί στη χώρα της Αργεντινής ή από Αργεντινούς κινηματογραφιστές στο εξωτερικό.
Η κινηματογραφική βιομηχανία της Αργεντινής ήταν ιστορικά μία από τις τρεις πιο ανεπτυγμένες στον κινηματογράφο της Λατινικής Αμερικής, μαζί με αυτές που παράγονται στο Μεξικό και τη Βραζιλία.[4][5] Καθ' όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα, η κινηματογραφική παραγωγή στην Αργεντινή, υποστηριζόμενη από το κράτος και από το έργο μιας μεγάλης λίστας σκηνοθετών και ηθοποιών, έγινε μια από τις μεγαλύτερες κινηματογραφικές βιομηχανίες στον ισπανόφωνο κόσμο.
Η Αργεντινή έχει κερδίσει δεκαοκτώ βραβεία Γκόγια στην Κατηγορία της Καλύτερης Ισπανόφωνης Ξένης Ταινίας , γεγονός που την καθιστά τη χώρα με τα περισσότερα βραβεία. Είναι επίσης η πρώτη χώρα της Λατινικής Αμερικής που κέρδισε βραβείο Όσκαρ, ως αναγνώριση των ταινιών Επίσημη ιστορία (The Official Story) (1985) και Το μυστικό στα μάτια της (The Secret in Their Eyes) (2009).[6] [7]
Η κινηματογραφική βιομηχανία στην Αργεντινή έφτασε στο απόγειο στα τέλη της δεκαετίας του 1930 και της δεκαετίας του 1940, όταν κατά μέσο όρο παράγονταν σαράντα δύο ταινίες ετησίως. Οι ταινίες συνήθως περιελάμβαναν ταγκό, αλλά ακόμα και όταν ένα θέμα του τάνγκο παραλείφθηκε, ο περισσότερος κινηματογράφος αυτής της περιόδου εξακολουθούσε να περιλαμβάνει ταπεινούς ήρωες και πλούσιους κακούς.[8] Σε αυτές τις ταινίες, απεικονίζονταν η σκληρή δουλειά και η φτώχεια με τους φτωχούς ως τους κύριους δικαιούχους των οικονομικών πολιτικών του Χουάν Περόν. Αυτές οι ταινίες, εν μέρει υποστηριζόμενες από τον Περόν, θεωρήθηκαν ως μέρος της πολιτικής ατζέντας του περονισμού. [8]Υποστηρίζοντας μια κινηματογραφική βιομηχανία που επιτέθηκε στην απληστία και υποστήριξε την εργατική τάξη, ο Περόν μπόρεσε να επηρεάσει τη στάση της εκλογικής του περιφέρειας για να δημιουργήσει απήχηση στο κοινό.[8]
Ωστόσο η αυξανόμενη δημοτικότητα του Αμερικανικού κινηματογράφου, η πίεση από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και η αυξανόμενη λογοκρισία κατά την προεδρία του Περόν περιόρισαν κάπως την ανάπτυξη του αργεντίνικου κινηματογράφου, κυρίως επειδή η παρενόχληση οδήγησε στην εξορία ορισμένων διακεκριμένων ηθοποιών, μεταξύ των οποίων και οι Αλμπέρτο ντε Μεντόζα, Αρτούρο Γκαρσία Μπουρ, Νινί Μάρσαλ και Λιμπερτάδ Λαμάρκ, των οποίων ο ανταγωνισμός με τη συνάδελφό τους Έβα Ντουάρτε στράφηκε εναντίον τους όταν η τελευταία έγινε Πρώτη Κυρία το 1946. Ο αργεντίνικος κινηματογράφος άρχισε να χάνει την δημοτικοτήτα καθώς οι ξένοι τίτλοι κέρδιζαν όλο και περισσότερο έδαφος στην αγορά της Αργεντινής. Το πρόβλημα τελικά έγινε τόσο σοβαρό που η Αργεντινή προσπάθησε να περιορίσει την εισροή με τον νόμο περί κινηματογράφου του 1957, ιδρύοντας το «Instituto Nacional de Cinematografía» για την παροχή εκπαίδευσης και χρηματοδότησης.