Fildamı Sarnıcı | |
Τοποθεσία | Μπακίρκιοϊ, Κωνσταντινούπολη |
---|---|
Περιοχή | Μαρμαράς |
Συντεταγμένες | 40°59′35″N 28°53′10″E / 40.99306°N 28.88611°EΣυντεταγμένες: 40°59′35″N 28°53′10″E / 40.99306°N 28.88611°E |
Είδος | Κιστέρνα |
Ιστορία | |
Περίοδοι | Βυζαντινή Αυτοκρατορία |
Η Δεξαμενή του Εβδόμου, γνωστή ως Fildamı Sarnıcı ("δεξαμενή του σταύλου του ελέφαντα"), [1] είναι μία Μεσαιωνική δεξαμενή ανοικτή από επάνω, που κτίστηκε στην περιοχή του Εβδόμου (σήμερα Μπακίρκιοϊ), ενός προαστείου δυτικά της Κωνσταντινούπολης. [2]
Η δεξαμενή βρίσκεται στην ευρύτερη Κωνσταντινούπολη, στην περιοχή Μπακίρκιοϊ, στη γειτονιά Οσμανίγιε, μεταξύ Fildamı Arkasi και Çoban Çeşme Sokak, στα βορειοδυτικά του Ιππόδρομου Veli Efendi. Τοπογραφικά, βρίσκεται περίπου 2 χλμ. δυτικά της Χρυσής Πύλης των Τειχών της Κωνσταντινούπολης, στο δυτικό τμήμα μίας μικρής κοιλάδας -τώρα πλήρως κτισμένης-, που εκτείνεται νότια προς τη θάλασσα του Μαρμαρά. [2]
Η ημερομηνία κατασκευής αυτής της δεξαμενής, η οποία βρισκόταν στα περίχωρα της περιοχής "Το Έβδομον", που ονομάζεται έτσι λόγω της θέσης της επτά ρωμαϊκών μιλίων από το Μίλιον -τον κίονα από τον οποίο μετρώνται οι αποστάσεις από την Κωνσταντινούπολη- [3], είναι αβέβαιη, αλλά μπορεί να τοποθετηθεί από τον 5ο-6ο αι. έως τον 8ο αι. [1] [2] [4] Το μέγεθος των πλίνθων υποδηλώνει ως post quem ημερομηνία για την κατασκευή της το τέλος της βασιλείας του Ιουστινιανού Α΄ (β. 527–65), ενώ η απουσία εμβλημάτων στους πλίνθους είναι χαρακτηριστική των κατασκευών, που ανεγέρθηκαν μετά το τέλος του 6ου αι. Η λειτουργία της ήταν σίγουρα να προμηθεύσει νερό σε δύο Αυτοκρατορικά παλάτια: της Μαγναύρας, που χτίστηκε από τον Αυτοκράτορα Βάλη (β. 364-378) και των Ιουκουνδιανών (Jucundianae) (επίσης ονομαζομένου Secundianae), που κτίστηκε από τον Ιουστινιανό Α΄. Και τα δύο παλάτια βρισκόταν κοντά στην ακτή της Θάλασσας του Μαρμαρά, όπου σήμερα βρίσκεται η μαρίνα Ataköy. Η δεξαμενή χρησιμοποιήθηκε επίσης για την τροφοδοσία νερού στα στρατεύματα του Θέματος της Θράκης, που στρατοπέδευαν το κοντινό Πεδίο του Άρεως, με το όνομα Πεδίον του Τριβουναλίου, (λατιν. Campus Tribunalis). Το Πεδίο του Τριβουναλίου, όπου αρκετοί Αυτοκράτορες είχαν εκλεγεί δια βοής από τον στρατό, [5] βρισκόταν στην κοιλάδα του Veli Efendi, όπου τώρα βρίσκεται ο Ιππόδρομος της Ισταμπούλ. [6]
Μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης το 1453, η κενή δεξαμενή χρησιμοποιήθηκε από τους Οθωμανούς ως στάβλος για τους ελέφαντες του σουλτάνου, από όπου τα ονόματα Filhane ή Fildamı, που σημαίνει σπίτι ή σταύλος των ελεφάντων. [1] [2] [7] Στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκε ως κήπος λαχανικών και έγινε ένας από τους τέσσερις Çukurbostan ("κοίλους κήπος") της Κωνσταντινούπολης, που εξακολουθούν να υπάρχουν· η χρήση του έπαυσε το 1996, όταν η δεξαμενή αποκτήθηκε από το κράτος και μετατράπηκε σε χώρο συναυλιών για ποπ μουσική με χωρητικότητα 12.000 θεατών. [8] Μέχρι το 2003, είχε καταστεί σαφές ότι οι δονήσεις της μουσικής έβλαπταν τους τοίχους και ενοχλούσαν τα άλογα στην κοντινή πίστα αγώνων και έτσι οι συναυλίες έπαψαν. Έκτοτε, η κατασκευή, που ανήκει στο μπαλαντίγια του Μπακίρκιοϊ, χρησιμοποιείται σποραδικά για τη διοργάνωση συναντήσεων.
Η δεξαμενή έχει ορθογώνιο σχήμα με διαστάσεις 127 μ. Χ 76 μ. και καλύπτει έκταση περίπου 9.600 τ.μ. [1] [2] [7] Είναι ελαφρώς μεγαλύτερη από τη Βασιλική Κινστέρνα και είναι η μικρότερη μεταξύ των τεσσάρων υπαίθριων δεξαμενών της Κωνσταντινούπολης. Το μέσο βάθος της είναι περίπου 11 μ. στην εσωτερική πλευρά, αλλά πολύ λιγότερο στην εξωτερική πλευρά, αφού η δεξαμενή, αν και είχε κτιστεί επάνω από το έδαφος όπως όλες οι υπαίθριες δεξαμενές της Κωνσταντινούπολης -καθώς με τους αιώνες το επίπεδο του εδάφους ανέβηκε- τώρα βρίσκεται "βυθισμένη". Η δεξαμενή θα μπορούσε να περιείχε περίπου 105.000 κ.μ. νερού. Οι τοίχοι της, 4,1 μ. πάχους στη βόρεια και νότια πλευρά και 7 μ. πάχους στην ανατολική και δυτική πλευρά, είναι ακόμη στη θέση τους. Κατασκευάστηκαν χρησιμοποιώντας τη ρωμαϊκή τεχνική οικοδομής opus listatum, εναλλάσσοντας σειρές από πλίνθους και πέτρες σε αναλογία 5 προς 2, εκτός από την κορυφή, όπου είναι 5 έως 4 (ή 5). Το ίδιο μοτίβο χρησιμοποιήθηκε επίσης για την κατασκευή των κιστερνών του Αετίου, του Άσπαρος και του Μωκίου στην εντός των τειχών Κωνσταντινούπολη. Ο εξωτερικός δυτικός τοίχος είναι θαμμένος στον λόφο, ενώ ο εσωτερικός δυτικός τοίχος και ο εξωτερικός ανατολικός τοίχος είναι ενισχυμένοι με μια σειρά από 19 ημικυκλικές προεξέχουσες κόγχες, οι οποίες δημιουργούν δύο αντηρίδες, αναγκαίες για να αντέξουν το βάρος του λόφου. Δύο σκάλες, που σήμερα είναι μερικώς κατεστραμμένες, εχρησιμοποιούντο για να εισέλθει κάποιος στο εσωτερικό και είναι χτισμένες στη βόρεια και τη νότια πλευρά. Ένα άλλο ενδιαφέρον χαρακτηριστικό της δεξαμενής είναι ο πύργος του νερού (λατιν. Castellum aquae), κτισμένος στην εξωτερική πλευρά της νοτιοδυτικής γωνίας. Πρόκειται για δεξαμενή νερού, που χρησιμοποιείται για τη σταθεροποίηση της υδραυλικής πίεσης ενός υδραγωγείου, απελευθερώνοντας νερό όταν το επίπεδό του πέσει κάτω από μία συγκεκριμένη τιμή. [4] Ο πύργος έχει δομή διπλού κελύφους, με μία σπειροειδή σκάλα στο κέντρο, χωρισμένη από το εξωτερικό με ένα περίβλημα το οποίο περιέχει νερό, που ρέει από μία εισροή τοποθετημένη στο κάτω μέρος του πύργου. Αρκετά κανάλια εκροής διανέμουν το νερό της δεξαμενής σε διαφορετικές κατευθύνσεις. Δεν είναι γνωστό εάν η δεξαμενή, που βρίσκεται σε χαμηλό υψόμετρο, τροφοδοτείτο με νερό που προερχόταν από τις γειτονικές πηγές και αν αυτό ήταν αρκετό για να τη γεμίσει, ή αν το νερό προερχόταν από ένα τεχνητό κανάλι από την ενδοχώρα της Θράκης.
Στην ίδια μικρή κοιλάδα όπου βρίσκεται η δεξαμενή και στα δυτικά της, υπάρχουν τρεις μικρότερες ελλειπτικές ανοιχτές δεξαμενές, ευθυγραμμισμένες στη διεύθυνση βορρά-νότου. [9] Η κεντρική έχει καταστραφεί, ενώ οι άλλες δύο που σώζονται ακόμη, ονομάζονται Domuzdamı («σπίτια των χοίρων»), καθώς χρησιμοποιήθηκαν ως στάβλοι για ζώα.