Κοιλάδα του Έτσο | ||
---|---|---|
| ||
42°44′20″N 0°45′1″W | ||
Χώρα | Ισπανία | |
Διοικητική υπαγωγή | επαρχία της Ουέσκας | |
Γεωγραφική υπαγωγή | Κοιλάδα του Έτσο | |
Διοίκηση | ||
• Δήμαρχος της Κοιλάδας του Έτσο | Luis Gutiérrez Larripa | |
Έκταση | 234,432276 km²[1] | |
Υψόμετρο | 800 μέτρα | |
Πληθυσμός | 799 (2023)[2] | |
Ταχ. κωδ. | 22720 | |
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος | |
Σχετικά πολυμέσα | ||
Η Κοιλάδα του Έτσο (ισπανικά: Valle de Hecho, αραγωνικά: Val d'Echo ή Bal d'Echo) [3] είναι ένας ισπανικός δήμος στην επαρχία της Ουέσκας που ανήκει στην περιφέρεια της Χαθετάνια και βρίσκεται στη δικαστική δικαιοδοσία της Χάκας, στην αυτόνομη κοινότητα της Αραγωνίας στην Ισπανία.
Η πρωτεύουσα και το δημαρχείο του δήμου βρίσκονται στην πόλη Έτσο, η οποία στις αρχές του 2010 είχε 642 κατοίκους. Άλλες περιοχές που ανήκουν στον δήμο της Κοιλάδας του Έτσο είναι οι: Σιρέσα, Εμπούν, Ουρδουές και Σάντα Λουθία.
Μέρος της περιοχής δικαιοδοσίας του δήμου καταλαμβάνεται από το Φυσικό Πάρκο των Δυτικών Κοιλάδων και το προστατευόμενο τοπίο των Fozes de Fago y Biniés.
Η ζωή των ανθρώπων της κοιλάδας αντανακλάται μέσω των συνηθειών της καθημερινότητας τους και των εθίμων τους. Τους θρύλους του Έτσο, τη λαογραφία, τη γαστρονομία, τις γιορτές, κλπ. που διατηρούνται και γιορτάζονται προς διασκέδαση ντόπιων, των επισκεπτών και των φίλων.
Παραδοσιακή μουσική και οι χοροί, μαζί με την πλούσια μεσαιωνική ενδυμασία, διατηρούνται χάρη στο φολκλορικό συγκρότημα του Val d'Echo, το παραδοσιακό συγκρότημα Palotiaú d'Embún και το συγκρότημα A Ronda d'Os Chotos d'Embún. Η μουσική τους ξεπερνά τα σύνορα της Αραγωνίας, διακηρύσσοντας προγονικά έθιμα και παραδόσεις αλλά και το συναίσθημα των ανθρώπων του σήμερα.
Οι παραδόσεις και οι αρχαίοι τρόποι ζωής αντικατοπτρίζονται στην εθνολογική διαδρομή μέσω των μουσείων που βρίσκονται σε ολόκληρη την κοιλάδα.
Είναι ένα από τα μέρη όπου εξακολουθεί να ομιλείται η αραγωνική γλώσσα, στην παραλλαγή της που είναι γνωστή ως Τσέσο (Cheso), ένα όνομα που προκύπτει από την τοπική ονομασία που χαρακτηρίζει στους κατοίκους της κοιλάδας. Το ιδίωμα Τσέσο έχει επί του παρόντος 658 ομιλητές που διανέμονται κυρίως σε όλη την κοιλάδα του Έτσο.
Η επιβίωση της γλώσσας Τσέσο αποτελεί ένα πολύ σημαντικό χαρακτηριστικό του πολιτισμού της κοιλάδας, ομιλείται κυρίως στον πυρήνα της πόλης του Έτσο, αν και έχει επίσης ορισμένους ομιλητές και στις πόλεις Σιρέσα, Εμπούν και Ουρδουές. Κάθε τοποθεσία έχει τις δικές της παραλλαγές, με τα Σιρεσάνικα της Σιρέσα, να βρίσκονται στη δεύτερη θέση σε αριθμό ομιλητών του ιδιώματος Τσέσο μετά την πόλη Έτσο.
Γνωστοί ντόπιοι Τσέσος είναι ο ποιητής Veremundo Méndez, ο πρύτανης του Πανεπιστημίου της Σαραγόσας Domingo Miral, όπως και οι Emilio Gastón, δικαστής της Αραγωνίας, που έχουν μείνει στην ιστορία μέσα από το έργο τους. Εκτός από το ότι εξακολουθεί να αποτελεί τη γλώσσα των ντόπιων κατοίκων, υπάρχει και μια σχετική λογοτεχνική δραστηριότητα με ένα εξαμηνιαίο περιοδικό (το Bisas de lo Subordán) που εκδίδεται συνεχώς.
Επίσης, αξίζει να σημειωθεί η σπουδαιότητα και το μεγαλείο της γαστρονομίας της περιοχής. Τα φυσικά προϊόντα και τα παραδοσιακά πιάτα συνδυάζονται με νέες γαστρονομικές γεύσεις, γι 'αυτό και βρίσκουμε μια πλούσια, νόστιμη και μεγάλη σε ποικιλία κουζίνα.
Όταν σκεφτόμαστε τα Πυρηναία, το πρώτο πράγμα που έρχεται στο μυαλό είναι τα τοπία και η φύση στην πιο αγνή τους μορφή. Όμως ο ανθρώπινος παράγοντας ήταν μέρος αυτού και το διαμόρφωσε ανάλογα με τις ανάγκες του. Στην κοιλάδα αυτή, η ιστορία της είναι σχεδόν τόσο πλούσια όσο και η φύση της.
Στο Δάσος της Όθα, στη περιοχή Guarrinza και κατά μήκος του ποταμού Αραγών Σουμπορδάν και των παραποτάμων του, συναντάμε την υψηλότερη συγκέντρωση μεγαλιθικών μνημείων σε ολόκληρη την οροσειρά. Ντολμέν και Κρόμλεχ που μας μαρτυρούν ότι ήδη από το 3000 π.Χ είχαν έρθει στην περιοχή άνθρωποι για να κυνηγήσουν ή για να βρουν βοσκή για τα κοπάδια τους. Το επονομαζόμενο Στέμμα των Νεκρών (Corona de los Muertos), στην περιοχή Όθα, διαθέτει 120 πέτρινους κύκλους. Σε ανασκαφές αυτών έχουν βρεθεί έως και 5000 κομμάτια πυρόλιθου: μύτες βελών, ακονήστρες κλπ. που μπορεί να υποδηλώνουν πως αυτή η περιοχή ήταν τόπος εποχιακού οικισμού.
Αργότερα ήταν οι Ρωμαίοι αυτοί που κατά την κυριαρχία τους στον κόσμο, θα χτίσουν στο εσωτερικό της κοιλάδας ένα από τα τρία πυρηναϊκά μονοπάτια, το Summo Pyreneo γνωστό και ως Caesaraugusta-Beneharnum, τη διαδρομή που συνέδεε τη Σαραγόσα με τη Γαλλία και μέσω της οποίας διέρχονταν ακόμη και άμαξες. Σώζονται τείχη αντιστήριξης, γέφυρες κλπ., υπέροχα ερείπια αυτού του εντυπωσιακού έργου της μηχανικής. Εκτός αυτού, η κοιλάδα χρησιμοποιούταν από την πρώιμη ακόμα αρχαιότητα ως μέσο επικοινωνίας μεταξύ των δύο πλαγιών των Πυρηναίων, πράγμα που αποδεικνύεται από τη διέλευσή της από τα άνω τμήματα της κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους, μέσα από την διαδρομή του Πουέρτο ντε Πάλο (Puerto de Palo).
Είναι γνωστό ότι το Στέμμα της Αραγωνίας επεκτάθηκε μέχρι τη Νάπολη, αλλά λίγοι γνωρίζουν ότι γεννήθηκε εδώ. Η καρολίγεια κομητεία «Aragonum» που σχηματίστηκε ανάμεσα στα περάσματα του Έτσο και του Κανφράνκ, προσάρτησε αργότερα τις γειτονικές κοιλάδες, επεκτάθηκε στην περιοχή της Χαθετάνια και σταδιακά ενώθηκαν σε αυτή και άλλα εδάφη έως ότου συμπεριληφθούν και οι κομητείες της Σοβράρβης και της Ριμπαγόρσας ώστε να δημιουργηθεί τελικά το Βασίλειο της Αραγωνίας.
Το έτος 833, εγκαταστάθηκε στην κοιλάδα ο Κόμης Γκαλίντο Α΄ Αθνάρεθ, ο οποίος ίδρυσε την ίδια χρονιά το μοναστήρι του Αγίου Πέτρου της Σιρέσα, παίρνοντας την κοιλάδα υπό την κυριαρχία του από τους Καρολίδες. [4]
Το έτος 864, ο Γκαλίντο Αθνάρεθ δωρίζει τα κομητιακά έσοδα της πόλης του Έτσο, μαζί με όλες τις ιδιοκτησίες της κοιλάδας, στο μοναστήρι του Αγίου Πέτρου της Σιρέσα. [4]
Στη Σιρέσα και στο μοναστήρι της, του οποίου η εκκλησία σώζεται μέχρι σήμερα, ζούσαν μέχρι και 150 μοναχοί που διαφυλούσαν μια εντυπωσιακή βιβλιοθήκη. Αρκετές δυναστείες της Αραγωνίας πέρασαν τα τείχη της, συμπεριλαμβανομένου του βασιλιά Αλφόνσου του Μαχητή, που του άρεσε το κυνήγι σε αυτά τα δάση και που μια μέρα σώθηκε από τους ντόπιους από βέβαιο θάνατο στα νύχια μιας αρκούδας. Για το συμβάν αυτό ο βασιλιάς παραχώρησε ειδικά προνόμια στους Τσέσος.
Εκείνη την εποχή, ο ρωμαϊκός δρόμος και η διαδρομή Πουέρτο ντελ Πάλο είδαν πολλούς προσκυνητές να τα διασχίζουν με προορισμό το Σαντιάγο ντε Κομποστέλα, προτού γίνει το πέρασμα μέσω του Σομπόρτ.
Για άλλη μια φορά οι πρόγονοι αυτής της κοιλάδας θα ήταν ευνοημένοι από τους βασιλιάδες, αυτή τη φορά από τον Φερδινάνδο τον Καθολικό το 1515 και ξανά από τον Κάρολο Β΄ το 1680. Ο λόγος ήταν οι σχεδίες. Οι Τσέσος χρησιμοποιώντας σχεδίες στα ποτάμια, ήταν ισχυροί έμποροι ξυλείας κατά τη διάρκεια του 15ου έως και τον 17ο αιώνα και οι δύο βασιλιάδες τους παραχώρησαν το προνόμιο της ελεύθερης διέλευσης από τις πόλεις μέσω των οποίων διέρχονταν οι σχεδίες τους.
Τον 19ο αιώνα, τα στρατεύματα του Ναπολέοντα θα άφηναν ένα θλιβερό στίγμα. Έκαψαν τα χωριά μια νύχτα του Αυγούστου του 1808, ίσως επειδή ο πρώτος αντάρτης μαχητής της Αραγωνίας ξεκίνησε από το Έτσο, ή ίσως επειδή αρκετοί κάτοικοι της κοιλάδας πήραν τα όπλα και ξεσηκώθηκαν εναντίον τους.
Στον 20ο αιώνα, πέρασαν πολλοί τα ύψη προς τη Γαλλία αναζητώντας προσωρινή εργασία, αναζητώντας προϊόντα για εμπόριο ή προς αναζήτηση καταφυγίου κατά τη διάρκεια του πολέμου. Επίσης, πολλοί πρόσφεραν βοήθεια σε όσους εγκατέλειπαν τη Γαλλία που βρισκόταν υπό ναζιστική κατοχή.
Σήμερα η Κοιλάδα του Έτσο είναι ο δεύτερος δήμος στην κομάρκα της Χαθετάνια, που αποτελείται από τους οικισμούς Εμπούν, Ουρδουές, Σιρέσα και Έτσο, εκτός από τη Σάντα Λουθία, η οποία σήμερα είναι σχεδόν ακατοίκητη.
Στις υψηλότερες περιοχές της κοιλάδας, σε ύψος μεταξύ 1.000 και 1.800 μέτρων, βρίσκεται το φυσικό πάρκο του Δάσους της Όθα.
Μέρος της επικράτειας της Κοιλάδας του Έτσο αποτελεί μέρος του Φυσικού Πάρκου των Δυτικών Κοιλάδων, το οποίο μοιράζονται από κοινού με τους δήμους των Αίσα, Ανσό, Aragüés del Puerto, Μποράου, Jasa και Canal de Berdún, το οποίο δημιουργήθηκε με τον νόμο 14/2006 της Κυβέρνησης της Αραγωνίας.
Το φυσικό πάρκο ήταν μέρος του βιότοπου των τελευταίων καθαρά πυρηναϊκών καφέ αρκούδων, μέχρι το θάνατο της τελευταίας γηγενής αρκούδας των Πυρηναίων με το όνομα «Camille». Επί του παρόντος υπάρχουν δείγματα ανάμειξης καφέ αρκούδας των Πυρηναίων με καφέ αρκούδα της Σλοβενίας, που επανήλθε από τη γαλλική κυβέρνηση την περίοδο 1996-1997, μαζί με καθαρά σλοβένικες αρκούδες κατανεμημένες σε όλα τα ισπανικά και γαλλικά Πυρηναία. Κατοικούν επίσης και άλλα σπάνια είδη, όπως ο γυπαετός, ο αγριόκουρκος και η αγριόγατα.
Η παραδοσιακή οικονομική δραστηριότητα είναι η κτηνοτροφία, ιδίως των βοοειδών, αν και υπάρχουν σε μικρό βαθμό και άλλοι τύποι όπως πρόβατα, άλογα και κατσίκες. Η περιοχή ήταν παραδοσιακά ένας προορισμός για τη μετακίνηση των βοοειδών, προερχόμενα από μέρη όπως Σιέρα ντε Σάντο Ντομίνγκο, Θίνκο Βίγιας, όπως επίσης και Longás και Luesia .
Οι κλιματολογικές συνθήκες του υψομέτρου περιορίζουν ιστορικά την απόδοση των γεωργικών δραστηριοτήτων .
Τα τελευταία χρόνια, ο τριτογενής οικονομικός τομέας έχει καταστεί αρκετά σημαντικός, καθώς αντιστοιχεί στις ολοένα και αυξανόμενες τουριστικές δραστηριότητες σε όλα τα Πυρηναία.