Η Κοσμογονία του πάγου (στα γερμανικά γνωστή σαν Welteislehre, Θεωρία του Παγκόσμιου Πάγου και Glazial-Kosmogonie) είναι μια θεωρία που αναπτύχθηκε από τον Αυστριακό Χανς Χέρμπιγγερ, έναν ψυκτικό, το 1913. Η βάση της θεωρίας είναι πως τα περισσότερα σώματα στο ηλιακό μας σύστημα αλλά και στο σύμπαν, εκτός από τη Γη και τον Ήλιο, αποτελούνται από πάγο ή τουλάχιστον καλύπτονται από ένα παχύ στρώμα πάγου.
Ο Χέρμπιγγερ λέγεται πως ανέπτυξε τη θεωρία του αφότου παρατήρησε το φεγγάρι με τηλεσκόπιο. Από την ισχυρή ανακλαστικότητά του και τη δομή των κρατήρων συμπέρανε ότι το φεγγάρι πρέπει να είναι φτιαγμένο από πάγο. Επεκτείνοντας την υπόθεση αυτή, υποστήριξε ότι και ολόκληρος ο Γαλαξίας, αφού παρουσιάζει μεγάλη λαμπρότητα το βράδυ, πρέπει να αποτελείται από σώματα φτιαγμένα από πάγο.
Απέδωσε την προέλευση του Σύμπαντος στη σύγκρουση ενός φλεγόμενου άστρου γιγαντιαίων διαστάσεων με ένα μικρότερο άστρο φτιαγμένο από συμπαγή πάγο (μια ιδέα που προέκυψε όταν παρατήρησε την αντίδραση λιωμένου μετάλλου που έπεσε πάνω σε παγωμένη επιφάνεια). Η σύγκρουση αυτή προκάλεσε μια τεράστια έκρηξη και είχε σαν συνέπεια τη δημιουργία του ηλιακού μας συστήματος. Από τότε, σύμφωνα με τη θεωρία, η ύπαρξη του κόσμου βασίζεται στην αιώνια πάλη μεταξύ φωτιάς και πάγου, μεταξύ των αστέρων και των κομματιών πάγου που αιωρούνταν στο διάστημα. Σημειώνεται ότι το σκεπτικό αυτό παρουσιάζει έντονες ομοιότητες με τη Σκανδιναβική μυθολογία και συγκεκριμένα το μύθο του Υμίρ.
Υποστήριζε, επίσης, ο Χέρμπιγγερ ότι η Γη έλκει μικρότερους πλανήτες που έτσι μπαίνουν σε τροχιά γύρω της. Η τροχιά ήταν σπειροειδής και μετά από κάποιο διάστημα ο πλανήτης έπεφτε πάνω στη Γη, προκαλώντας μια παγκόσμια καταστροφή. Για κάποιο διάστημα η Γη έμενε χωρίς φεγγάρι, μέχρι να εγκλωβιστεί ο επόμενος πλανήτης. Ο Χέρμπιγγερ πίστευε ότι η σημερινή Σελήνη ήταν ο έκτος κατά σειρά δορυφόρος της Γης, και ότι κάποια μέρα θα συγκρούονταν με αυτή. Οι υποστηρικτές του Welteislehre πίστευαν ότι ο κατακλυσμός του Νώε και η καταστροφή της Ατλαντίδας προκλήθηκαν από τέτοιες συγκρούσεις. Αυτή η αντίληψη παρουσιάζει ομοιότητες με τις καταστροφολογίες του Ιμμάνουελ Βελικόφσκι και δανείζεται στοιχεία από τις θεωρίες της Έλενα Μπλαβάτσκι.
Η θεωρία του Welteislehre περιελάμβανε επίσης μια δική του θεωρία για τη βαρύτητα, όπου για κάποιο λόγο οι βαρυτικές δυνάμεις σταματούσαν να δρουν σε απόσταση τριπλάσια αυτής ανάμεσα στη Γη και τον Ποσειδώνα (μια ιδέα που προήλθε από ένα όνειρό του), και οι τροχιές των πλανητών γύρω από τον Ήλιο ήταν όχι περιοδικές και ελλειπτικές κατά τους νόμους του Κέπλερ αλλά σπειροειδείς και κατέληγαν στο κέντρο (τον Ήλιο). Υποστήριζε επίσης ότι το σύμπαν είναι πλούσιο σε οξυγόνο, ενωμένο με το επίσης άφθονο υδρογόνο σε νερό από το οποίο αποτελείται ο συμπαντικός πάγος.
Όλες οι παραπάνω υποθέσεις διατυπώθηκαν σε μια εποχή όπου η επιστημονική κοινότητα δεν είχε ακόμα καταλήξει σε οριστικά συμπεράσματα σχετικά με την ύπαρξη άλλων γαλαξιών, το μέγεθος και τη δομή του Σύμπαντος και τη συμπεριφορά του. Συνέχισαν όμως να υποστηρίζονται και να διαδίδονται και μετά την εξαγωγή των βασικών από αυτά τα συμπεράσματα κατά τη δεκαετία του 1920.
Ο Χέρμπιγγερ δημοσίευσε τη θεωρία του στα 1913, στο βιβλίο του Glazial-Kosmogonie, γραμμένο σε συνεργασία με το δάσκαλο Φίλιπ Φάουθ. Σε αυτό περιέλαβε πολλούς πίνακες και γραφήματα, προσπαθώντας να τη στηρίξει. Όμως τα περισσότερα στοιχεία στερούνταν επιστημονικής βάσης και το Welteislehre απορρίφθηκε γρήγορα από τους επιστημονικούς κύκλους, ενώ ο ίδιος κράτησε στάση άρνησης τόσο απέναντι στις αντίθετες απόψεις όσο και στις προκλήσεις για μαθηματική απόδειξη των λεγομένων του· υποστήριζε ότι τα μαθηματικά μόνο μπέρδεμα μπορούν να προκαλέσουν, συσκοτίζοντας τη διαίσθηση.
Οι παραλληλισμοί με την ελληνική κοσμογονία και τη σκανδιναβική κοσμολογία δεν βοήθησαν την αποδοχή της θεωρίας από τους επιστήμονες, αν και προκάλεσαν κάποιο ενδιαφέρον στο απλό κοινό. Ο Χέρμπιγγερ κατέβαλλε έντονες προσπάθειες για τη δημοσιοποίησή του Welteislehre, τόσο σε επιστημονικά ιδρύματα όσο και στο κοινό, ιδιαίτερα κατά τη δεκαετία του 1920.
Ένας από τους πρώτους υποστηρικτές των θεωριών του Χέρμπιγγερ ήταν ο Χιούστον Στιούαρτ Τσάμπερλεν, ο κύριος θεωρητικός της πρώιμης συγκρότησης του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος της Γερμανίας. Μέσω της επιρροής του Τσάμπερλεν, το Welteislehre έγινε επίσημο δόγμα των Ναζί, ειδικά μετά το θάνατο του Χέρμπιγγερ το 1931. Ο Χάινριχ Χίμλερ, ένας από τους πιο ισχυρούς ηγέτες των Ναζί, έγινε ένθερμος υποστηρικτής της θεωρίας και δήλωνε πως αν διορθωνόταν και προσαρμοζόταν σε πρόσφατες επιστημονικές ανακαλύψεις θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή σαν επιστημονική θεωρία. Η Εταιρία Έρευνας Προγονικής Κληρονομιάς και Διδασκαλίας, πιο γνωστή σαν Ahnenerbe, συνιδρυτής της οποίας ήταν ο Χίμλερ, αγκάλιασε τη θεωρία του Χέρμπιγγερ και δούλεψε για την απόδειξή της. Τα βιβλία του Χέρμπιγγερ ανατυπώθηκαν, οι θεωρίες του τυπώθηκαν σε προκηρύξεις και εκδόθηκε και το περιοδικό Κλείδα των παγκόσμιων γεγονότων, απ' όπου το απόσπασμα:
Οι Βόρειοι πρόγονοί μας έγιναν ισχυροί μέσα στον πάγο και το χιόνι, και αυτός είναι ο λόγος που η πίστη σε έναν κόσμο φτιαγμένο από πάγο είναι η φυσική κληρονομιά των Βορείων. Ήταν ένας Αυστριακός, ο Χίτλερ, που εκδίωξε τους Εβραίους πολιτικούς, και ένας άλλος Αυστριακός, ο Χέρμπιγγερ, θα είναι αυτός που θα εκδιώξει τους Εβραίους επιστήμονες.[1]
Η θεωρία του Χέρμπιγγερ αποτέλεσε την εναλλακτική πρόταση των Ναζί απέναντι στην επιστήμη των Εβραίων, ειδικά τη θεωρία της Σχετικότητας του Άλμπερτ Αϊνστάιν, καθώς ο Χέρμπιγγερ είχε επινοήσει δική του θεωρία για τη βαρύτητα. Ακόμα, η συγγένεια του Welteislehre με τη Βόρεια μυθολογία, αλλά και τους μύθους της Θούλης και της Ατλαντίδας, όπου ο τόπος καταγωγής της Υπερβόρειας Κυρίαρχης Φυλής καταστρέφεται με αποτέλεσμα αυτή να διασπαρεί σε άλλα μέρη -μύθους που εμφανίζονται στο ναζιστικό μυστικισμό- έκανε τη θεωρία ελκυστική για τους εθνικοσοσιαλιστές. Προς τα τέλη του πολέμου, η θεωρία έλαβε μεγάλη δημοσιότητα στη Γερμανία, αλλά και υποστήριξη από το κοινό και έναν αριθμό επιστημόνων.
Ο ίδιος ο Χίτλερ φαινόταν πεισμένος για τη βασική τουλάχιστον ορθότητα των θεωριών αυτών, και σκόπευε να κατασκευάσει ένα παρατηρητήριο όπου θα επαληθεύονταν οι τρεις μεγάλες κοσμολογικές αντιλήψεις της ιστορίας, αυτές του Πτολεμαίου, του Κοπέρνικου και του Χέρμπιγγερ.[2] Στην πίστη του στη θεωρία του Χέρμπιγγερ αποδίδεται και η επιμονή του για νίκη υπό οποιοεσδήποτε συνθήκες του Γερμανικού στρατού μέσα στο ρωσικό χειμώνα του 1941-1942, που αποδείχτηκε καταστροφική.
Η θεωρία του Χέρμπιγγερ έχασε το κύρος της μετά το τέλος του πολέμου. Παρόλα αυτά, η κοινή γνώμη άλλαξε με πιο αργούς ρυθμούς. Μια έρευνα του 1953 έδειξε ότι πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι στη Γερμανία, στην Αγγλία και στις ΗΠΑ πίστευαν ότι ο Χέρμπιγγερ είχε δίκιο. Το έργο του προσπάθησε να αναδείξει ο Αυστριακός συγγραφέας Χανς Σίντλερ Μπέλλαμι, ενώ ορισμένα από τα καταστροφολογικά στοιχεία της θεωρίας μπορούν να εντοπιστούν και στις θεωρίες του Βελικόφσκι.