Ένας κοχλίας (σπείρωμα) (Αγγλ.: Whorl)είναι μια ενιαία, ολοκληρωμένη περιστροφή 360° στην ανάπτυξη του σπειροειδούς κελύφους μαλακίων. Μια σπειροειδής διαμόρφωση του κελύφους απαντάται σε πολλά γαστερόποδα, αλλά και σε κεκαλυμμένα κεφαλόποδα, συμπεριλαμβανομένων των Ναυτίλων, των Spirula και της μεγάλης εξαφανισμένης υποκατηγορίας κεφαλοπόδων γνωστών ως αμμωνίτες.
Ένα σπειροειδές κέλυφος μπορεί να απεικονισθεί ως αποτελούμενο από ένα μακρύ κωνικό σωλήνα, η ανάπτυξη του οποίου περιελίσσεται σε ένα συνολικό ελικοειδές ή σε σχήμα επίπεδης σπείρας, τόσο για λόγους αντοχής όσο και πυκνότητας.
Ο αριθμός των σπειρών που υπάρχουν σε ένα ενήλικο κέλυφος ενός συγκεκριμένου είδους εξαρτάται από μαθηματικούς παράγοντες στη γεωμετρική ανάπτυξη, όπως περιγράφει στο κλασικό βιβλίο του 1917 ο D'Arcy Wentworth Thompson "On Growth and Form" και όπως αναφέρει και ο David Raup. Ο κύριος παράγοντας είναι το πόσο γρήγορα ο κωνικός σωλήνας επεκτείνεται (ή ξεφυτρώνει) με την πάροδο του χρόνου. Όταν ο ρυθμός επέκτασης είναι χαμηλός, έτσι ώστε κάθε επόμενη σπείρα να μην είναι πολύ ευρύτερη από την προηγούμενη, τότε το κέλυφος των ενηλίκων έχει πολυάριθμες σπείρες. Όταν οι μαθηματικοί παράγοντες που διέπουν το μοτίβο της ανάπτυξης είναι τέτοιοι ώστε να υπάρχει μια πολύ γρήγορη επέκταση του κωνικού σχήματος του κώνου του κελύφους, τότε το κέλυφος ενηλίκων έχει πολύ λίγες σπείρες.
Ο αριθμός των σπειρών που υπάρχουν σε ένα κέλυφος ενηλίκων διαφέρει σημαντικά στις διαφορετικές τάξεις. Οι υφιστάμενες οικογένειες των γαστερόποδων Turritellidae και Terebridae και η εξαφανισμένη οικογένεια Nerineidae της Μεσοζωικής Περιόδου έχουν πολύ ψηλά σπειρώματα με μεγάλο αριθμό σπειρών και ένα σχετικά μικρό άνοιγμα.
Τα όστρακα μερικών γενών γαστερόποδων και το γένος κεφαλοπόδων Spirula έχουν μη συνδεδεμένες σπείρες.
Για ακριβή καταμέτρηση του πλήθους των σπειρών στα γαστερόποδα, σχεδιάζεται μια ευθεία γραμμή για να διαχωριστεί ο ημικυκλικός πυρήνας του πρωτόκογχου (το 1 στην εικόνα) του νεότερου τμήματος του κελύφους.[1] Τοποθετείται ένα βέλος,το οποίο ακολουθεί την πορεία της σπείρας, υπό γωνία 90° πάνω σε αυτή τη γραμμή, στο τέλος της πρώτης σπείρας, στο σημείο που η σπείρα είναι παράλληλη με την αρχική θέση.[1]
Από το σημείο αυτό όλες οι σπείρες καταμετρούνται στο περιθώριο του κελύφους, εκτιμώντας την τελική σπείρα με ακρίβεια ενός τετάρτου της σπείρας.[1]
Άλλοι συγγραφείς (Ehrmann 1933;[2] Richter & Seapy 1999[3]) εφάρμοσαν μια ελαφρώς διαφορετική μέθοδο καταμέτρησης, με αποτέλεσμα το πλήθος των σπειρών να είναι κατά ένα τέταρτο περισσότερες.
This article incorporates CC-BY-3.0 text from the reference.[1]