Συντεταγμένες: 52°59′31″N 17°29′4″E / 52.99194°N 17.48444°E
Κτσίνια | |||
---|---|---|---|
| |||
52°59′31″N 17°29′4″E | |||
Χώρα | Πολωνία | ||
Διοικητική υπαγωγή | Gmina Kcynia | ||
Έκταση | 6,84 km² | ||
Πληθυσμός | 4.252 (31 Δεκεμβρίου 2022)[1] | ||
Ταχ. κωδ. | 89-240 | ||
Ζώνη ώρας | UTC+01:00 (επίσημη ώρα) UTC+02:00 (θερινή ώρα) | ||
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος | ||
Σχετικά πολυμέσα | |||
Η Κτσίνια (πολωνικά: Kcynia, γερμανικά: Exin) είναι πόλη του Πόβιατ Νάκουο, στο Βοεβοδάτο Κουγιαβίας-Πομερανίας της Πολωνίας. Βρίσκεται στην εθνογραφική περιοχή Παουούκι, στο βόρειο τμήμα της ιστορικής Μείζονος Πολωνίας. Ο πληθυσμός της είναι 4.475 κάτοικοι (2020).[2]
Η Κτσίνια ιδρύθηκε τον Μεσαίωνα, με την κυριαρχία της ιδρυτικής δυναστείας των Πιαστ στην Πολωνία. Τον 11ο αιώνα, ο Πολωνός ηγεμόνας Βλαντίσλαφ Α΄ Χέρμαν έχτισε μια εκκλησία του Αγιου Ζιλ στην τοποθεσία.[3] Το 1255, η Κτσίνια ανήκε στον Δούκα της Μείζονος Πολωνίας, Πσέμισλ Α΄ της Μείζονος Πολωνίας.[3] Ο αδελφός του, Δούκας Μπολέσλαφ ο Ευσεβής, το 1262 παραχώρησε προνόμια πόλης στην Κτσίνια μαζί με προνόμια παρόμοια με αυτά που απολάμβαναν το Πόζναν και το Γκνιέζνο.[4] Η Κτσίνια ήταν βασιλική πόλη του Πολωνικού Στέμματος και έδρα πόβιατ στο Βοεβοδάτο Κάλις (1314-1793) στην Επαρχία Μείζονος Πολωνίας του Πολωνικού Στέμματος.[5] Το οικόσημο της Κτσίνια απεικονίζει τον λευκό αετό της Μείζονος Πολωνίας.[6] Η Κτσίνια υπέστη πυρκαγιά το 1441.[4] Η πόλη είχε αμυντικά τείχη και ένα κάστρο, που ήταν η έδρα των ντόπιων σταρόστα (τοπικοί βασιλικοί διοικητές). Το 1594, ο Πολωνός βασιλιάς Σιγισμούνδος Γ΄ της Πολωνίας επισκέφτηκε την πόλη, ενώ επέστρεφε από τη Σουηδία.[4] Από το 1768, η Κτσίνια ήταν μέρος του νεοϊδρυθέντος Βοεβοδάτου Γκνιέζνο στην Επαρχία Μείζονος Πολωνίας του Πολωνικού Στέμματος.[5]
Η Κτσίνια προσαρτήθηκε από το Βασίλειο της Πρωσίας στον πρώτο διαμελισμό της Πολωνίας το 1772.[4] Το 1807, έγινε μέρος του βραχύβιου πολωνικού Δουκάτου της Βαρσοβίας και το 1815 προσαρτήθηκε εκ νέου από την Πρωσία.[7] Κατά τη διάρκεια της Εξέγερσης της Μείζονος Πολωνίας (1848), ήταν ο τόπος της Μάχης της Κτσίνια, στην οποία οι Πολωνοί αντάρτες κέρδισαν τους Πρώσους. Το 1871, η πόλη έγινε μέρος της Γερμανικής Αυτοκρατορίας, ως τμήμα της πρωσικής Επαρχίας Πόζεν. Σύμφωνα με τη γερμανική απογραφή του 1890, η πόλη είχε πληθυσμό 2.814 κατοίκους, εκ των οποίων οι 1.650 (58,6%) ήταν Πολωνοί.[8] Το 1913, η πόλη είχε πληθυσμό 4.000 κατοίκων, μεταξύ των οποίων 3.000 Ρωμαιοκαθολικοί, 800 Προτεστάντες και 200 Εβραίοι.[9] Ο πληθυσμός συμμετείχε στην Εξέγερση της Μείζονος Πολωνίας (1918-1919)[7] και η Κτσίνια αποκαταστάθηκε σύντομα στην αναγεννημένη Πολωνία.
Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η Κτσίνια ήταν υπό γερμανική κατοχή από το 1939 έως το 1945. Οι Γερμανοί προέβησαν σε σφαγές και απελάσεις Πολωνών[7] προς το Γενικό Κυβερνείο. Τον Δεκέμβριο του 1939 και τον Αύγουστο του 1940, οι Γερμανοί απέλασαν την πολωνική ιντελιγκέντσια με τις οικογένειές τους, καθώς και ιδιοκτήτες καλύτερων σπιτιών, εργαστηρίων και καταστημάτων, τα οποία στη συνέχεια παραδόθηκαν στους Γερμανούς αποίκους ως μέρος της πολιτικής Lebensraum (Ζωτικός χώρος).[10] Περαιτέρω απελάσεις πραγματοποιήθηκαν τον Φεβρουάριο του 1941.[11] Το 1939, η εβραϊκή συναγωγή καταστράφηκε από τους Γερμανούς.[9]
Τα κύρια ορόσημα της Κτσίνια είναι το μοναστήρι των Καρμελιτών με την μπαρόκ εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου και τη γοτθική εκκλησία του Αγίου Μιχαήλ Αρχαγγέλου.