Κόστα δελ Σολ

Παραλία στην Κόστα δελ Σολ με τη Λευκή Οροσειρά (Σιέρα Μπλάνκα στο βάθος
Το Πουέρτο Βανούς στη Μαρβέγια

Η Κόστα δελ Σολ (ισπαν. Costa del Sol), ονομασία που σημαίνει στα ισπανικά «Ακτή του ήλιου», είναι μια περιοχή στη νοτιότατη Ισπανία, στην Ανδαλουσία, που αποτελείται από τις παράκτιες πόλεις και χωριά κατά μήκος της ακτογραμμής της Επαρχίας Μάλαγα στη Μεσόγειο Θάλασσα.

Η Κόστα δελ Σολ απλώνεται ανάμεσα σε δύο άλλες παραλιακές περιοχές, όχι εξίσου γνωστές, την Κόστα δε λα Λουθ και την Κόστα Τροπικάλ. Κάποτε υπήρχε σε αυτή μόνο μια σειρά από μικρά ψαροχώρια, ενώ σήμερα η περιοχή είναι ένας παγκοσμίως γνωστός τουριστικός προορισμός.

Χάρτης της Κόστα δελ Σολ

Η Ακτή του Ήλιου περιλαμβάνει τη μεγάλη πόλη Μάλαγα, τις μικρότερες πόλεις Τορρεμολίνος, Μπεναλμάδενα, Φουενχιρόλα, Μίχας, Μαρβέγια, Σαν Πέδρο δε Αλκάνταρα, Εστεπόνα, Μανίλβα, Ρινκόν ντε λα Βικτόρια, Μπέλεθ-Μάλαγα, Νέρχα και Τόροξ, και κωμοπόλεις ή χωριά όπως το Κασάρες και η Φριχιλιάνα.

Η ακτογραμμή εκτείνεται από την απότομη ακτή του Μάρο στα ανατολικά μέχρι το ακρωτήριο Πούντα Τσουγιέρα (Punta Chullera) στα δυτικά. Η στενή παραθαλάσσια λωρίδα χωρίζεται από την ενδοχώρα με μικρού μήκους οροσειρές του Πενιβαιτικού Συστήματος, όπως τη Σιέρα δε Μίχας, Σιέρα Αλπουχάτα, Σιέρα Μπλάνκα, Σιέρα Μπερμέχα, Σιέρα Κρεσταγίνα και τα όρη της Μάλαγας. Η ακτή εμφανίζει ποικιλία τοπίων: παραλίες, γκρεμούς, εκβολές, όρμους και αμμόλοφους. Τα ποτάμια είναι μικρά και έχουν τη μορφή χειμάρρων, ενώ η γεωργία δεν είναι ανεπτυγμένη.

Το κλίμα είναι μεσογειακό, με ήπιους χειμώνες και μέση ετήσια ηλιοφάνεια περίπου 3.000 ώρες, από όπου και η ονομασία της ακτής. Στην Κόστα δελ Σολ βρίσκονται μερικά από τα ακριβότερα τουριστικά θέρετρα σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Η συστηματική ανθρώπινη παρουσία στην περιοχή αυτή χρονολογείται από το 800 π.Χ. περίπου. Οι πρώτοι οικιστές ήταν πιθανώς οι Βάστουλοι, ένα αρχαίο κελτιβηρικό φύλο. Οι Φοίνικες ίδρυσαν την αποικία τους που εξελίχθηκε στη σημερινή Μάλαγα το 770 π.Χ. και από τον 6ο αιώνα π.Χ. η ακτή βρισκόταν υπό την ηγεμονία της Καρχηδόνας. Από το 218 π.Χ. κυριάρχησαν οι Ρωμαίοι και η περιοχή ενσωματώθηκε στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία στα τέλη του 1ου αιώνα μ.Χ..[1] Το Municipium Malacitanum (Μάλαγα) είχε ήδη καταστεί κόμβος στην Αυγουστιανή οδό (Via Augusta ή Via Herculea), γεγονός που έδωσε ζωή στην πόλη, τόσο οικονομικά όσο και πολιτιστικά, συνδέοντάς τη με άλλους ανεπτυγμένους θυλάκους στην ενδοχώρα και με άλλα λιμάνια της Μεσογείου.

Η παρακμή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας τον 5ο αιώνα οδήγησε σε εισβολές από γερμανικά φύλα στη Βαιτική. Η νότια μεσογειακή ακτή έγινε τελικώς μέρος του Βησιγοτθικού Βασιλείου από τον 5ο αιώνα μέχρι τη Μουσουλμανική κατάκτηση της Ιβηρικής χερσονήσου (711-718). Το 1026 δημιουργήθηκε η Ταΐφα της Μάλαγας, ένα ανεξάρτητο μουσουλμανικό βασίλειο, στο οποίο ηγεμόνευε η δυναστεία των Χαμουδιδών[2].

Η πολιορκία της Μάλαγας από τους Καθολικούς Μονάρχες[3] το 1487 ήταν μία από τις πλέον μακρόχρονες της Ρεκονκίστα. Τον 16ο αιώνα η περιοχή εισήλθε σε μία περίοδο αργής παρακμής, που πλαισιώθηκε από επιδημίες, αρκετές απανωτές κακές σοδειές, σεισμούς και πλημμύρες.

Το εμπόριο, κυριαρχούμενο από ξένους εμπόρους[4], ήταν η κυριότερη πηγή εσόδων στην Επαρχία της Μάλαγας τον 18ο αιώνα, με το κρασί και τις σταφίδες να αποτελούν τα βασικά εξαγώγιμα προϊόντα.[5]

Οι αγρότες αποτελούσαν ακόμα τη μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού, αλλά η ανάδυση μιας μεσαίας τάξεως προσανατολισμένης στην επιχειρηματικότητα έθεσε τα θεμέλια για την οικονομική έκρηξη του 19ου αιώνα. Με τη βοήθεια νέων υποδομών (έργα στο λιμάνι της Μάλαγας, νέοι δρόμοι, υδραγωγεία) η ανάπτυξη της βιομηχανίας συνόδευσε την εμπορική.

Ωστόσο η Επαρχία της Μάλαγας γνώρισε μία οξεία οικονομική συρρίκνωση από το 1880 έως το 1900, με τον τερματισμό της βιομηχανίας σιδήρου[6] το 1893 και την εξασθένηση του εμπορίου και της υφαντουργίας. Ο αγροτικός τομέας γνώρισε επίσης βαθιά ύφεση εξαιτίας της επιδημίας φυλλοξήρας, που κατέστρεψε τους αμπελώνες.

Η απώλεια θέσεων εργασίας οδήγησε πολλούς να αναζητήσουν άλλες ασχολίες. Για πρώτη φορά κάποιοι οραματίστηκαν τον τουρισμό ως εναλλακτική πηγή εισοδήματος, αλλά πέρασαν πολλά χρόνια προτού αναληφθούν πρωτοβουλίες για να αναπτυχθεί η Μάλαγα ως τουριστικό θέρετρο. Η Sociedad Propagandística del Clima y Embellecimiento de Málaga ιδρύθηκε το 1897 από μια πρωτοπόρα ομάδα επιχειρηματιών της πόλης, που διείδαν το δυναμικό του τουρισμού και πάσχισαν να οργανώσουν ορθολογικά μια ανάπτυξή του.[7] Οι καμπάνιες τους εξυμνούσαν το ήπιο κλίμα της περιοχής, προσελκύοντας έτσι κάποιους τουρίστες ακόμα και τον χειμώνα.

Στις αρχές του 20ού αιώνα αναπτύχθηκε και άνοιξε η οργανωμένη πλαζ Baños del Carmen στο προάστιο Έστε (= «Ανατολή») της Μάλαγας. Ακολούθησε το γήπεδο γκολφ του Τορρεμολίνος το 1928. Κατά τον ιστορικό Φερνάνδο Αλκαλά, στις 15 Οκτωβρίου 1933 άνοιξε το ξενοδοχείο «Οτέλ Μιραμάρ» στη Μαρβέγια (τη Μαρμπέλα, όπως την προφέρουν πολλοί μη Ισπανοί). Οι ιδιοκτήτες του (ο Jose Laguno Canas και η Maria Zuzuarregui) το διαφήμισαν σε αγγλικά και γαλλικά έντυπα, χρησιμοποιώντας τις εκφράσεις «Sunny Coast» («Ηλιόλουστη Ακτή») και «Côte du Soleil» («Ακτή του ήλιου»). Σύμφωνα με την Estefania Rodriguez Camacho αυτοί υπήρξαν οι πραγματικοί επινοητές της φράσεως «Costa del Sol».

Ωστόσο, η ανάπτυξη του τουρισμού διακόπηκε από τον Ισπανικό Εμφύλιο πόλεμο και τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μέχρι και το 1945 λοιπόν η Μαρβέγια παρέμενε ένα χωριό 900 κατοίκων. Τότε ο Ρικάρδο Σοριάνο, μαρκήσιος του Ιβανρέυ, εγκαταστάθηκε στην περιοχή και έκανε τον τόπο δημοφιλή στον κύκλο του της «υψηλής κοινωνίας».[8] Από το 1943 είχε αγοράσει ένα κτήμα στην παραλία ανάμεσα στη Μαρβέγια και το Σαν Πέδρο, το ονόμασε «El Rodeo» και αργότερα έκτισε εκεί ένα resort που αποκλήθηκε «Venta y Albergues El Rodeo», αρχίζοντας έτσι τη μεταπολεμική ανάπτυξη του τουρισμού στην περιοχή.[9]

Ο ανεψιός του Σοριάνο, ο πρίγκιπας Αλφόνσος του Hohenlohe-Langenburg, αγόρασε ένα άλλο κτήμα τη «Finca Santa Margarita», που το 1954 έγινε το Marbella Club Hotel και προσέλκυσε μέλη της ευρωπαϊκής αριστοκρατίας και επιχειρηματίες. Η Μαρβέγια μεταμορφώθηκε έτσι σε προορισμό για το διεθνές «τζετ σετ».[8]

Μετά το 1950 το Τορρεμολίνος άρχισε επίσης να αναδεικνύεται σε δημοφιλή παραθεριστικό προορισμό, όπου άρχισαν πλέον να διαμένουν και διασημότητες από τον καλλιτεχνικό χώρο, όπως οι Γκρέις Κέλι, Άβα Γκάρντνερ, Μάρλον Μπράντο, Όρσον Γουέλς, Μπριζίτ Μπαρντό και Φρανκ Σινάτρα.[10] Το ξενοδοχείο «la Roca» είχε ανοίξει ήδη από το 1942, ενώ το 1959 άνοιξε το «Hotel Pez Espada»,[11]

Με την ταχύτατη ανάπτυξη του τουρισμού από το 1960 μέχρι το 1974 η Κόστα δελ Σολ γνώρισε μια εκρηκτική δημογραφική και οικονομική επέκταση.[12] Ιστορικά ο αγροτικός πληθυσμός ζούσε στα ψαροχώρια και στα λεγόμενα «λευκά χωριά» (pueblos blancos), σε μικρό βάθος στην ορεινή ενδοχώρα. Η περιοχή έγινε δημοφιλής τουρισμός για τους ξένους τουρίστες όχι μόνο για τις παραλίες της, αλλά και για τον τοπικό πολιτισμό. Τα προάστια των πόλεων οικοδομήθηκαν γρήγορα και κατά μεγάλο μέρος χωρίς σχεδιασμό, προκειμένου να στεγασθεί ο αυξημένος πληθυσμός. Κάποιες πόλεις διατήρησαν τα ιστορικά τους κέντρα, αλλά τα περισσότερα αλλοιώθηκαν από συχνά τυχάρπαστα εμπορικά και οικιστικά πανωσηκώματα. Η ίδια μοίρα επιφυλάχθηκε σε μεγάλα μήκη πανέμορφης ακτογραμμής.[13]

Η δημοφιλία του Τορρεμολίνος ως τουριστικού προορισμού προκάλεσε «φαινόμενο ντόμινο» και από το 1967 μέχρι το 1975 κοντινοί δήμοι, όπως η Μπεναλμάδενα, η Φουενχιρόλα και το Μίχας είδαν μια μεγάλη αύξηση στον αριθμό των επισκεπτών τους.

Το μέλλον ήταν πλέον ο μαζικός τουρισμός και σε αυτό αποφασιστική συμβολή είχε η επανακατασκευή του Αεροδρομίου της Μάλαγας, σε συνδυασμό αργότερα με πτήσεις τσάρτερ χαμηλού κόστους και πακέτα διακοπών[10]. Η δημοφιλία της Κόστα δελ Σολ συνέχισε να αυξάνεται καθ' όλη τη δεκαετία του 1970.


  1. Hartmut Galsterer· Hubert Cancik· Helmuth Schneider. «Lex Malacitana». Reference. Antiquity volumes. Brill's New Pauly. Brill Online. Ανακτήθηκε στις 11 Ιουνίου 2012. 
  2. Jerrilynn Denise Dodds (Ιανουάριος 1992). Al-Andalus: The Art of Islamic Spain. Metropolitan Museum of Art. σελ. 52. ISBN 978-0-87099-636-8. Ανακτήθηκε στις 13 Αυγούστου 2013. 
  3. Jonathan M. Bloom· Sheila Blair (2009). The Grove Encyclopedia of Islamic Art and Architecture. Oxford University Press. σελ. 436. ISBN 978-0-19-530991-1. Ανακτήθηκε στις 13 Αυγούστου 2013. 
  4. Alisa M. Ginio (1992). Jews, Christians, and Muslims in the Mediterranean World After 1492. Cass. σελ. 68. ISBN 978-0-7146-8050-7. Ανακτήθηκε στις 13 Αυγούστου 2013. 
  5. David R. Ringrose (26 Νοεμβρίου 1998). Spain, Europe, and the 'Spanish Miracle', 1700-1900. Cambridge University Press. σελ. 198. ISBN 978-0-521-64630-7. Ανακτήθηκε στις 13 Αυγούστου 2013. 
  6. José Bernal Gutierrez. «Comportamiento demográfico ante la inversión minera foránea. La población de Marbella en los inicios de la Marbella Iron Ore Company and Limited (1866-1874)» (PDF) (στα Ισπανικά). Universidad de Granada. σελ. 16. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 19 Μαΐου 2005. Ανακτήθηκε στις 12 Απριλίου 2013. 
  7. Pellejero Martínez, Carmelo (2005). «Turismo y Economía en la Málaga del siglo XX». Revista de Historia Industrial. 3 (Universidad de Málaga) XIV (29): 3. http://www.juntadeandalucia.es/educacion/vscripts/wbi/w/rec/4612.pdf. Ανακτήθηκε στις 2013-08-13. 
  8. 8,0 8,1 «Localizacion de Marbella Informacion sobre Marbella que pertenece a la provincia de Málaga» (στα Ισπανικά). La web del ayuntamiento. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 14 Απριλίου 2013. 
  9. Ángel A. Jordán (1 Απριλίου 1989). Marbella Story. GeoPlaneta, Editorial, S.A. σελ. 73. ISBN 978-84-320-4707-7. Ανακτήθηκε στις 14 Απριλίου 2013. 
  10. 10,0 10,1 Mikael Hård· Thomas J. Misa (1 Ιανουαρίου 2008). Urban Machinery: Inside Modern European Cities. MIT Press. σελ. 116. ISBN 978-0-262-08369-0. Ανακτήθηκε στις 14 Ιουλίου 2013. 
  11. Med Playa. El Hotel Pez Espada y su contribución al desarrollo turístico de la Costa del Sol. Publicaciones Técnicas. σελ. 123. GGKEY:XYZEDFKQNPE. Ανακτήθηκε στις 14 Αυγούστου 2013. 
  12. Antonio Migu Nogues-Pedregal (2012). Culture and Society in Tourism Contexts. Emerald Group Publishing. σελ. 72. ISBN 978-0-85724-684-4. Ανακτήθηκε στις 14 Αυγούστου 2013. 
  13. McDowell, A· Carter, R· Pollard, J (1993). «The Impact of Man on the Shoreline Environment of the Costa del Sol, Southern Spain». Στο: P. P. Wong. Tourism Vs. Environment: The Case for Coastal Areas. Springer. σελ. 189. ISBN 978-0-7923-2404-1. Ανακτήθηκε στις 14 Αυγούστου 2013. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]