Λέμφωμα μη Hogkin | |
---|---|
Μικρογραφία λεμφώματος κυττάρων μανδύα, ενός τύπου λεμφώματος μη Hodgkin. Ειλεός. Χρώση αιματοξυλίνης-ηωσίνης. | |
Ειδικότητα | Αιματολογία, ογκολογία |
Ταξινόμηση |
Το λέμφωμα μη Hodgkin είναι μια ομάδα κακοήθων νεοπλασμάτων που προέρχονται από τους λεμφικούς ιστούς, κυρίως τους λεμφαδένες (ανοσοποιητικό σύστημα). Αυτοί οι όγκοι μπορεί να προκύψουν λόγω χρωμοσωμικής μετατόπισης, διαφόρων τοξινών, λοιμώξεων και χρόνιας φλεγμονής.[1][2]
Υπάρχουν δύο γενικοί τύποι λεμφωμάτων: το λέμφωμα Hodgkin και το λέμφωμα μη Hodgkin. Το λέμφωμα μη Hodgkin είναι η πιο κοινή μορφή λεμφώματος. Αντιπροσωπεύει περίπου το 90% των λεμφωμάτων που διαγιγνώσκονται.[3][4] Αναπτύσσεται και εξαπλώνεται με διαφορετικούς ρυθμούς και μπορεί να είναι βραδέως εξελισσόμενο (χαμηλής κακοήθειας) ή επιθετικό (υψηλής κακοήθειας). Το βραδέως εξελισσόμενο λέμφωμα τείνει να αναπτύσσεται και να εξαπλώνεται αργά και έχει λίγα συμπτώματα. Το επιθετικό λέμφωμα αναπτύσσεται και εξαπλώνεται γρήγορα και έχει συμπτώματα που μπορεί να είναι σοβαρά. Οι θεραπείες για το βραδέως εξελισσόμενο και το επιθετικό λέμφωμα είναι διαφορετικές.[5][6]
Το λέμφωμα μη Hodgkin χωρίζεται σε περισσότερους από 70 τύπους, ταξινομημένους με βάση τον τύπο του λεμφοκυττάρου που εμπλέκεται: Β λεμφοκύτταρα, Τ λεμφοκύτταρα, ή κύτταρα φυσικοί φονείς (ΝΚ).[4][7][2] Το λέμφωμα μπορεί να ξεκινήσει σε οποιονδήποτε τύπο λεμφοκυττάρων, αλλά τα λεμφώματα Β κυττάρων είναι πιο συνηθισμένα.[8]
Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν διευρυμένους λεμφαδένες, πυρετό, νυχτερινές εφιδρώσεις, απώλεια βάρους και κόπωση. Άλλα συμπτώματα μπορεί να περιλαμβάνουν πόνο στα οστά, πόνο στο στήθος ή φαγούρα.[9]
Η διάγνωση πραγματοποιείται με τη λήψη πλήρους ιατρικού και οικογενειακού ιστορικού, τη φυσική εξέταση και μια σειρά από εξετάσεις, όπως πλήρης εξέταση αίματος για την ανάλυση διαφορετικών δεικτών αίματος, έλεγχος για ηπατίτιδα Β και ηπατίτιδα C, εξέταση για AIDS, αξονική τομογραφία, τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων, βιοψία μυελού των οστών, και βιοψία λεμφαδένων. Αφού διαγνωστεί το λέμφωμα μη Hodgkin, γίνονται περαιτέρω εξετάσεις για να διαπιστωθεί εάν τα καρκινικά κύτταρα έχουν εξαπλωθεί εντός του λεμφικού συστήματος ή σε άλλα μέρη του σώματος. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται σταδιοποίηση. Για τη σταδιοποίηση πραγματοποιούνται η μαγνητική τομογραφία με γαδολίνιο (συσσωρεύεται γύρω από τα καρκινικά κύτταρα ώστε να εμφανίζονται πιο φωτεινά στην εικόνα), και οσφυονωτιαία παρακέντηση (για λήψη εγκεφαλονωτιαίου υγρού και ανάλυση, εάν έχει εξαπλωθεί στον εγκέφαλο και νωτιαίο μυελό).[5]
Τα λεμφώματα μη Hodgkin μπορούν να ομαδοποιηθούν για θεραπεία ανάλογα με το εάν ο καρκίνος είναι βραδέως εξελισσόμενος ή επιθετικός, εάν οι προσβεβλημένοι λεμφαδένες βρίσκονται σε μία περιοχή στο σώμα και εάν ο καρκίνος έχει πρόσφατα διαγνωστεί ή έχει υποτροπιάσει.[5] Η αντιμετώπιση μπορεί να περιλαμβάνει τη χημειοθεραπεία, ακτινοβολία, ανοσοθεραπεία, στοχευμένη θεραπεία, μεταμόσχευση βλαστοκυττάρων, χειρουργική επέμβαση ή προσεκτική αναμονή.[2] Εάν το αίμα γίνει υπερβολικά παχύρρευστο λόγω μεγάλου αριθμού αντισωμάτων, μπορεί να χρησιμοποιηθεί πλασμαφαίρεση.[5]
Η σταδιοποίηση κατά Lugano είναι η τρέχουσα σταδιοποίηση που χρησιμοποιείται για ασθενείς με λέμφωμα μη Hodgkin. Αυτό το σύστημα σταδιοποίησης βασίζεται στον αριθμό των σημείων όγκου (λεμφικά και εξωλεμφικά) και τη θέση τους. Ο δείκτης "E" χρησιμοποιείται εάν καταγραφεί περιορισμένη εξωλεμφική επέκταση. Η πιο εκτεταμένη εξωλεμφική επέκταση κατηγοριοποιείται ως στάδιο IV. Η προσβολή του σπλήνα θεωρείται λεμφική παρά εξωλεμφική.[1]
O χαρακτηρισμός «στάδιο IV» δεν έχει τις ίδιες επιπτώσεις στο λέμφωμα μη Hodgkin όπως για πολλούς άλλους τύπους καρκίνου. Το λέμφωμα μη Hodgkin δεν ξεκινά απαραίτητα στο στάδιο I και στη συνέχεια προχωρά στο στάδιο II, και ούτω καθεξής. Στο λέμφωμα, το στάδιο προσδιορίζει τη συγκεκριμένη θέση της νόσου. Επίσης, δεν αντικατοπτρίζει πόσο καλά ή άσχημα θα ανταποκριθεί ο ασθενής στη θεραπεία. Μια ασθένεια που διαγιγνώσκεται ως λέμφωμα μη Hodgkin σταδίου IV μπορεί να είναι εξαιρετικά θεραπεύσιμη, ανάλογα με τον συγκεκριμένο υποτύπο.[10]
Το λέμφωμα μη Hodgkin σταδίου Ι χωρίζεται σε στάδια Ι και ΙΕ. Στο στάδιο Ι, ο καρκίνος εντοπίζεται σε ένα από τα ακόλουθα σημεία του λεμφικού συστήματος: σε έναν ή περισσότερους λεμφαδένες σε μια ομάδα λεμφαδένων, στο δακτύλιο του Waldayer, στο θύμο αδένα, ή στον σπλήνα. Στο στάδιο ΙΕ, ο καρκίνος εντοπίζεται σε μια περιοχή έξω από το λεμφικό σύστημα.[5]
Το λέμφωμα μη Hodgkin σταδίου ΙΙ χωρίζεται σε στάδια II και ΙΙΕ. Στο στάδιο ΙΙ, ο καρκίνος εντοπίζεται σε δύο ή περισσότερες ομάδες λεμφαδένων που βρίσκονται είτε πάνω από το διάφραγμα είτε κάτω από το διάφραγμα. Στο στάδιο ΙΙΕ, ο καρκίνος έχει εξαπλωθεί από μια ομάδα λεμφαδένων σε μια κοντινή περιοχή που βρίσκεται εκτός του λεμφικού συστήματος. Ο καρκίνος μπορεί να έχει εξαπλωθεί σε άλλες ομάδες λεμφαδένων στην ίδια πλευρά του διαφράγματος.[5]
Στο στάδιο II, ο όρος ογκώδης νόσος αναφέρεται σε μεγαλύτερη μάζα όγκου. Το μέγεθος της μάζας του όγκου που αναφέρεται ως ογκώδης νόσος ποικίλλει ανάλογα με τον τύπο του λεμφώματος.[5]
Στο λέμφωμα μη Hodgkin σταδίου ΙΙΙ, ο καρκίνος ανευρίσκεται: σε ομάδες λεμφαδένων τόσο πάνω όσο και κάτω από το διάφραγμα ή σε λεμφαδένες πάνω από το διάφραγμα και στον σπλήνα.[5]
Στο λέμφωμα μη Hodgkin σταδίου IV, ο καρκίνος[5]:
Στάδιο | Συμμετοχή | Εξωλεμφική (Ε) κατάσταση |
---|---|---|
Πρώιμο | ||
Στάδιο Ι | Ένας λεμφαδένας ή μια ομάδα γειτονικών λεμφαδένων | Μεμονωμένες εξωλεμφικές βλάβες χωρίς λεμφική συμμετοχή |
Στάδιο ΙΙ | Δύο ή περισσότερες ομάδες λεμφαδένων στην ίδια πλευρά του διαφράγματος | Στάδιο Ι ή ΙΙ κατά λεμφική έκταση με περιορισμένη γειτονική εξωλεμφική συμμετοχή |
Στάδιο ΙΙ ογκώδης | ΙΙ ως ανωτέρω με «ογκώδη» νόσο | Μη εφαρμόσιμο |
Προχωρημένο | ||
Σταδιο ΙΙΙ | Λεμφαδένες και στις δύο πλευρές του διαφράγματος
Λεμφαδένες πάνω από το διάφραγμα με συμμετοχή σπλήνα |
Μη εφαρμόσιμο |
Στάδιο IV | Επιπρόσθετη μη γειτονική εξωλεμφική συμμετοχή | Μη εφαρμόσιμο |
Τα επιθετικά λεμφώματα αποτελούν περίπου το 60% όλων των περιπτώσεων λεμφωμάτων μη Hodgkin. Το διάχυτο λέμφωμα από μεγάλα Β κυττάρα (DLBCL) είναι ο πιο κοινός επιθετικός υποτύπος λεμφώματος μη Hodgkin.[11]
Τα βραδέως εξελισσόμενα λεμφώματα αντιπροσωπεύουν περίπου το 40% όλων των περιπτώσεων λεμφωμάτων μη Hodgkin. Το οζώδες λέμφωμα (FL) είναι ο πιο κοινός υποτύπος βραδέως εξελισσόμενου λεμφώματος μη Hodgkin.[11]
Η παρακάτω λίστα παρέχει ορισμένες από τις διαγνωστικές ονομασίες για τους υποτύπους λεμφώματος μη Hodgkin με βάση την ταξινόμηση κατά ΠΟΥ, κατηγοριοποιημένες ανά τύπο κυττάρου (κύτταρο Β, κύτταρο Τ ή κύτταρο φυσικός φονέας ΝΚ) και ρυθμό εξέλιξης (επιθετικό ή βραδέως εξελισσόμενο). Τα ποσοστά που αναφέρονται αντικατοπτρίζουν τη συχνότητα των διαγνωσμένων περιπτώσεων των πιο κοινών υποτύπων λεμφώματος μη Hodgkin.[11]
Οι παράγοντες που επηρεάζουν τη θεραπεία εξαρτώνται από τον υποτύπο του λεμφώματος (χαμηλής ή υψηλής κακοήθειας), το στάδιο και την κατηγορία της νόσου, παράγοντες όπως ο πυρετός, οι νυχτερινές εφιδρώσεις και η απώλεια άνω του 10% του σωματικού βάρους σε διάστημα 6 μηνών, που αναφέρονται ως «συμπτώματα Β», η παρουσία λεμφώματος σε περιοχές του σώματος έξω από τους λεμφαδένες (εξωλεμφική συμμετοχή), και άλλοι προγνωστικοί παράγοντες, όπως η ηλικία και οι τυχόν συννοσηρότητες.[12]
Η θεραπεία για επιθετικούς υποτύπους Β-κυττάρων ξεκινά τη στιγμή της διάγνωσης. Οι ασθενείς με ταχέως αναπτυσσόμενο λέμφωμα υποβάλλονται συχνά σε χημειοθεραπεία που αποτελείται από τέσσερα ή περισσότερα φάρμακα. Στις περισσότερες περιπτώσεις, αυτή είναι η θεραπεία συνδυασμού που ονομάζεται R-CHOP (ριτουξιμάμπη, κυκλοφωσφαμίδη, δοξορουβικίνη, βινκριστίνη και πρεδνιζόνη). Αυτή η εντατική χημειοθεραπεία με πολλά φάρμακα μπορεί να είναι πολύ αποτελεσματική για το επιθετικό λέμφωμα, με πολύ καλά αποτελέσματα. Η χημειοθεραπεία μπορεί να συμπληρωθεί με ακτινοθεραπεία σε επιλεγμένες περιπτώσεις, για παράδειγμα, όταν εντοπίζονται μεγάλες μάζες λεμφώματος κατά τη διάρκεια της διαδικασίας διάγνωσης και σταδιοποίησης.[13]
Η θεραπεία για βραδέως εξελισσόμενα λεμφώματα κυμαίνεται από παρατήρηση με προσεκτική παρακολούθηση (προσέγγιση παρακολούθησης και αναμονής) έως επιθετική αντιμετώπιση. Η διαχείριση ή θεραπεία βραδέως εξελισσόμενων λεμφωμάτων είναι εξατομικευμένη και εξαρτάται από παράγοντες που περιλαμβάνουν τον υποτύπο του λεμφώματος, τους προγνωστικούς παράγοντες, το στάδιο της ασθένειας, την ηλικία και άλλες ιατρικές καταστάσεις.[14]