Αυτό το λήμμα αφορά στο αρχαίο λιμάνι Λέχαιον. Για την σύγχρονη κωμόπολη, δείτε: Λέχαιο.
Το Λέχαιον ήταν επίνειο της αρχαίας Κορίνθου και βρίσκεται 3χλμ. βορειοδυτικά της. Είναι χαρακτηρισμένος προστατευόμενος χερσαίος και ενάλιος αρχαιολογικός χώρος.
Η αρχαία Κορίνθος είχε δύο επίνεια το ένα ήταν το Λέχαιον, ή «δυτικό λιμάνι», στον Κορινθιακό κόλπο και το άλλο οι Κεγχριές (αρχ. Κεγχρεαί) ή «ανατολικό λιμάνι», στον Σαρωνικό κόλπο. Η οδός που ένωνε το επίνειο (Λέχαιον) και την πόλη (Κόρινθο) αναφέρεται από τον Παυσανία ως « ὁδὸς ἐπὶ Λεχαίου εὐθεία »[1] και ήταν οχυρωμένη με μακρά τείχη, δύο παράλληλα τείχη εκατέρωθεν της οδού.[2][3][4][5] Άλλο παράδειγμα μακρών τειχών είναι αυτά που ένωναν την πόλη της Αθήνας με το επίνειό της, τον Πειραιά.
Στη βόρεια ακτή της Κορίνθου (όπως και γενικότερα στη βόρεια ακτή της Πελοποννήσου) απουσιάζουν τα φυσικά λιμάνια (φυσικά προστατευμένοι όρμοι), λόγω της γεωμορφολογίας της ακτής. Για τον λόγο αυτό το λιμάνι του Λέχαιου είναι εξολοκλήρου τεχνητό και έχει χαρακτηριστεί από ερευνητές και ως «κώθων» (τύπος τεχνητού λιμανιού), με δίκτυο τεχνητών λιμενολεκάνων.[6][7][8][9] Σήμερα ο χώρος του λιμανιού είναι αμμουδιά. Ο «κώθων» γενικά χαρακτηρίζεται ως φοινικικός τύπος λιμανιού, έχουν όμως εντοπιστεί δύο παρόμοια κατασκευασμένα λιμάνια στον ελλαδικό χώρο, το ένα είναι το Λέχαιον και το άλλο στα Φαλάσαρνα της Κρήτης.[10] Τα πρώτα λιμενικά έργα στο Λέχαιον υπολογίζεται ότι πραγματοποιήθηκαν κατά τον 6ο αι. π.Χ.[11][7]
Η σημασία του στην αρχαιότητα γίνεται κατανοητή σε συνδυασμό με τον Δίολκο. Τα πλοία ξεφόρτωναν στο Λέχαιο, τα εμπορεύματα και τα πλοία μεταφέρονταν διά ξηράς μέχρι τις Κεγχριές στον Σαρωνικό κόλπο, όπου καθελκύονταν και ξαναφορτώνονταν. Το ίδιο συνέβαινε και στην αντίθετη κατεύθυνση.
Η Αρχαιολογική Εταιρία έχει πραγματοποιήσει ανασκαφικές έρευνες στο κτίριο της βασιλικής του 4ου αι. π.Κ.Χ. κατά την περίοδο 1956-1965, υπό τον Δημήτριο Πάλλα, και 1998-2005, με έρευνα στα αρχιτεκτονικά μέλη της βασιλικής από τον Παναγιώτη Βελισσαρίου.[12][13][14][15][16][17][18] Από το 2013 έχουν ξεκινήσει συστηματικές έρευνες για την ευρύτερη περιοχή του λιμανιού από το Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης σε συνεργασία με το Ίδρυμα Ερευνών SAXO, το Ινστιτούτο της Δανίας στην Ελλάδα και την Εφορία Ενάλιων Αρχαιοτήτων. Το ερευνητικό πρόγραμμα έχει ονομαστεί Lechaion Harbour Project[19] και είναι συγγενικό πρόγραμμα με το Zea Harbour Project, που πραγματοποιείται από τους ίδιους φορείς και δραστηριοποιείται στην περιοχή του αρχαίου λιμανιού στη μαρίνα Ζέας.
Η ιστορία του Λέχαιου είναι άμεσα συνδεδεμένη με αυτή της Κορίνθου.[20] Τα αρχαιότερα ευρήματα στην περιοχή είναι οι αρχαϊκοί τάφοι (περίπου 8ο αι.π.Κ.Χ.) στα δυτικά του αρχαιολογικού χώρου.[21] Το λιμάνι φαίνεται να είναι σε χρήση από τον 6ο αι. π.Κ.Χ. έως τον 6ο αι. Κ.Χ.[7][22] Η πρώτες λιμενικές κατασκευές υπολογίζεται ότι χρονολογούνται τον 6ο αι. π. Κ.Χ., περίοδος της τυραννίας του Περίανδρου[11][7][23] και ήταν σε συνεχή χρήση μέχρι την καταστροφή της Κορίνθου από τους Ρωμαίους (146 π. Κ.Χ.) και την εδραίωση της ρωμαϊκής κυριαρχίας στην περιοχή.
Αυτή η περίοδος (6ο αι. π. Κ.Χ.) συμπίπτει και με το κύμα εποικισμού της Δύσης, όπου η Κόρινθος και πιο συγκεκριμένα ο κορινθιακός στόλος θα παίξει σημαντικό ρόλο. Κατά τον 5ο αι. π.Κ.Χ. η Κόρινθος βρίσκεται πολιτικά απομονωμένη και χωρίς γειτνιάζοντες συμμάχους και επενδύει σε οχυρωματικά έργα. Ένα από αυτά είναι τα Μακρά Τείχη, μία οχυρωματική κατασκευή που αποτελείται από δύο παράλληλα τείχη που εσωκλείουν την οδό που ενώνει την πόλη (Κόρινθο) με το επίνειό της (Λέχαιον).[24][2][4][25][26][27][28] Κατά τη διάρκεια του πολέμου της Κορίνθου[σημ. 1], το Λέχαιο θα περάσει στον έλεγχο της Σπάρτης, η οποία θα το χρησιμοποιήσει σαν στρατιωτική βάση για τις επιθέσεις της κατά της πόλης της Κορίνθου.[29] Κατά τη διάρκεια αυτής της σπαρτιάτικης κατοχής, τα Μακρά Τείχη καταστρέφονται υπό τις εντολές του σπαρτιάτη στρατηγού Πραξίτα.[30][31] Κατά την μάχη του Λεχαίου (391 π.Κ.Χ) η Σπάρτη θα χάσει από την Αθήνα και οι Αθηναίοι θα επισκευάσουν τα τείχη ως δείγμα καλής θέλησης προκειμένου να αποφύγουν πιθανά αντίποινα από την Κόρινθο.[32] Επιγραφικά στοιχεία του 4ου αι.π.Κ.Χ. υποδηλώνουν ύπαρξη λιμενικού εμπορίου και πιθανή ένδειξη ανάκαμψης αυτή την περίοδο.[33] Μετά τη μακεδονική επιβολή στην Πελοπόννησο, ο Φίλιππος Ε΄ χρησιμοποιεί το λιμάνι για στρατιωτικούς σκοπούς.[34][35][36] Το 146 π.Κ.Χ. η Κόρινθος και το επίνειό της καταστρέφονται από τις ρωμαϊκές δυνάμεις και η Πελοπόννησος πλέον περνά υπό ρωμαϊκή κυριαρχία.[37] Το 44 π.Κ.Χ., ο Στράβων επισκέπτεται το Λέχαιο και αναφέρει την ύπαρξη των Μακρών Τειχών και μερικών κατοικιών στο λιμάνι, το οποίο χρησιμοποιείται τις ανάγκες διαμετακομιστικού εμπορίου της αυτοκρατορίας.[38][7] Ενώ ο Παυσανίας αναφέρει ένα χάλκινο άγαλμα του Ποσειδόνα στην περιοχή του λιμανιού.[39] Μία επιγραφή[40] που χρονολογείται στα μέσα του 4ου αι. Κ.Χ. (353-358) αναφέρει μία φάση μεγάλων επισκευαστικών έργων στην περιοχή του λιμανιού, χωρίς όμως να γνωρίζουμε τις ακριβείς εργασίες.[33][41][42][43][44] Κατά τον μεσαίωνα το λιμάνι ξαναχρησιμοποιείται αλλά η δραστηριότητα στην περιοχή είναι μικρή και το λιμάνι δεν θα επανέρθει ποτέ στην πρότερη κατάσταση ευημερίας. Παρ' όλα αυτά, κατά τον 5ο αι. Κ.Χ. μία μεγάλη επένδυση, υπό τον αυτοκράτορα Μαρκιανό (450-457 K.X.) ή υπό τον διάδοχό του Λέοντα Α΄ (457-474 Κ.Χ.), θα χρηματοδοτήσει την κατασκευή της βασιλικής με βαπτιστήριο, η πλακόστρωση των δαπέδων γίνεται κατά την πρώτη δεκαετία του Αναστασίου Α΄ (491-518 Κ.Χ.) ενώ η κατασκευή ολοκληρώνεται επί Ιουστίνου Α΄ (518-527 Κ.Χ.).[45] Η βασιλική και κάποιες κατοικίες είναι οι πιο πρόσφατες κατασκευές που έχουν βρεθεί στον αρχαιολογικό χώρο. Κατά τον 6ο αι Κ.Χ., δύο καταστροφικοί σεισμοί λαμβάνουν χώρα (συγκεκριμένα ένας το 521 Κ.Χ. και ο δεύτερος το 551 Κ.Χ.).[46] Το γεγονός ερμηνεύεται ως πιθανός λόγος της τελικής ερήμωσης του χώρου.[47][48]
Δύο εξωτερικές προβλήτες. Στα βόρεια του χώρου είναι ακόμα ορατές δύο προβλήτες με επιφάνεια από λαξευμένη πέτρα.
Η είσοδος. Ανατολικά των εξωτερικών μόλων δύο τοιχία από λαξευμένη πέτρα οριοθετούν την είσοδο του «εσωτερικού» λιμανιού.
Το δίκτυο εσωτερικών λιμενολεκάνων. Η έλλειψη φυσικού λιμανιού στην περιοχή ώθησε στην δημιουργία τεχνητού, ένα λιμενικό έργο μεγάλης κλίμακας, όπου διάφορες λεκάνες ανασκάφτηκαν στο επιθυμητό μέγεθος και βάθος και στη συνέχεια ενώθηκαν με την θάλασσα. Μετρήσεις του 2012 έδειξαν βάθος πυθμένα για την κύρια λιμενολεκάνη 2,4μ.[55]
Δύο τεχνητοί λόφοι. Τα χώματα της εκσκαφής των λιμενολεκάνων χρησιμοποιήθηκαν για την δημιουργία δύο λόφων εκατέρωθεν της εισόδου.
Η τετράγωνη κατασκευή. Μία τετράγωνη κατασκευή είναι βυθισμένη στο κέντρο της μεγαλύτερης εσωτερική λιμενολεκάνης. Οι ερευνητές έχουν προτείνει την υπόθεση ότι θα μπορούσε να είναι η βάση του φάρου ή ότι είναι βάση για κάποιο σημαντικό μνημείο, αλλά καμία υπόθεση δεν έχει επιβεβαιωθεί.
Η βασιλική με βαπτιστήριο. Τα ερείπια της βασιλικής οποίας είναι ακόμα και σήμερα εμφανή και μέχρι στιγμής είναι ο μεγαλύτερος ναός βασιλικού ρυθμού που έχει ανακαλυφθεί στην Ελλάδα.
Baika, K. «The fortification of shipsheds and naval arsenals.» Dans Shipsheds of the Ancient Mediterranean, de Rankov B. Blackman D., 210-230. Cambridge: Cambridge University Press, 2013a.
Baika, K. «The topography of shipsheds complexes and naval dockyards. » In Shipsheds of the Ancient Mediterranean, by Rankov B. Blackman D., 185-209. Cambridge: Cambridge University Press, 2013b.
Georgiades, A S. Les Ports de la Grèce dans l'antiquité qui subsistent encore aujourd'hui. Ahtènes: N.Taroussopoulos., 1907.
O'Neill, J G. Ancient Corinth, with a topographical sketch of the Corinthia, Part I, from the earliest times to 404 B.C. Baltimore et London: The Johns Hopkins Press et Oxford University Press, 1930.
Parsons, A W. «The Long Walls to the Golf.» Dans CORINTH Results and excavations, Vol.II, Part II : The Defenses of Acrocorinth and the Lower Town, de Bon A. Carpenter R., 84-127. Cambridge-Massachusets: Harvard University Press, 1936.
Rothaus, R M. “Earthquakes and Temples in Late Antique Corinth.” In Archaeoseismology, by S Stiros et R E Jones, 105-112. Athènes: I.G.M.E et BSA, 1996.
Salmon, J B. Wealthy Corinth, A History of the City to 338 B.C. Oxford: Clarendon Press, 1984.
Stillwell, Ri. «The Lechaeum Road.» Dans CORINTH Results of excavations, Vol. I : Introduction, Topography, Architecture, de Stillwell R. Fowler H.N., 135-141. Cambridge, Massachusetts: Harvard University Press, 1932.
Hadler, Η et all. «Lechaion, The Ancient Harbour of Corinth (Peloponnese, Greece) Destroyed by Tsunamigenic Impact.» 2nd INQUA-IGCP-567 International Workshop on Active Tectonics, Earthquake Geology, Archaeology and Engineering, Corinth, Greece (2011). Aachen, Allemagne: 2nd INQUA-IGCP-567 International Workshop on Active Tectonics, Earthquake Geology, Archaeology and Engineering, 2011. 70-73.
Eliot, C.W.J. et M. «The Lechaion Cemetery near Corinth.» Hesperia, v.37, 1968: 345-367.
Frost, F J, Hadjidaki E. «Excavtion at the Harbour of Phalasarna in Crete: The 1988 Season. » Hesperia, 59.3, 1990: 513-527.
Hadjidaki, E. “Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων. Φαλάσαρνα.” AD, 48, 1993: 588-591.
Morhange, C, P A Pirazzoli, N Evelpidou, et N Marriner. «Late Holocene Tectonic Uplift and the Silting Up of Lechaion, the Western Harbor of Ancient Corinth, Greece.» Geoarchaeology, An International Journal, v.27, Février 2012: 278-283.