Η λαδόκολλα ή αλλιώς λαδόχαρτο (αγγλ. parchment paper) είναι σύνθετος τύπος χαρτιού, που έχει ως βάση την κυτταρίνη η οποία έχει υποστεί βελτιωτική επεξεργασία για να προσλάβει πρόσθετες ιδιότητες, όπως π.χ. μη κολλώδη υφή (αντικολλητική), αντοχή στο λίπος και αντοχή στην υγρασία. Χρησιμοποιείται συνήθως στο ψήσιμο, ως μιας χρήσης αντικολλητική και ανθεκτική στα έλαια επιφάνεια. Δεν πρέπει να συγχέεται με το κερωμένο χαρτί, το οποίο είναι χαρτί που έχει επικαλυφθεί με κηρούς.
Το λαδόχαρτο παράγεται από φύλλα χαρτοπολτού που διαπερνούν μέσα από λουτρό θειικού οξέος[1] (μέθοδος παρόμοια με αυτή του χαρτιού αντιγραφής) ή μερικές φορές μέσω χλωριούχου ψευδαργύρου. Αυτή η χημική κατεργασία διαλύει ή ζελατινοποιεί μερικώς το χαρτί. Επίσης αποδίδει ένα θειωμένο υλικό που φέρει σταυροειδείς δεσμούς, με υψηλή πυκνότητα, σταθερότητα, αντοχή στην υψηλή θερμότητα (πυραντοχή), αντοχή στα λίπη, αντοχή στο νερό (υδροφοβικότητα), χωρίς χαλαρές ίνες και με πολύ χαμηλή επιφανειακή ενέργεια - προσδίδοντας έτσι ευεργετικές αντικολλητικές και απελευθερωτικές ιδιότητες.[2]
Τέτοιο επεξεργασμένο χαρτί έχει εμφάνιση παρόμοια με εκείνη της περγαμηνής και, λόγω της αντοχής του, μερικές φορές χρησιμοποιείται σε νομικά έγγραφα, για τα οποία χρησιμοποιούνταν -παλιότερα- η κλασική, παραδοσιακή περγαμηνή.[3] Ωστόσο σημειώνεται ότι το χαρτί περγαμηνής παρασκευάζεται με οξύ και έχει χαμηλό pH (οξύτητα), γεγονός που το καθιστά ακατάλληλο για αρχειακά έγγραφα, όπου χαρτί χωρίς οξύ είναι και η καλύτερη επιλογή.
Μια κοινή χρήση είναι η εξάλειψη της ανάγκης για λίπανση ταψιών λαμαρίνας επιτρέποντας έτσι την πολύ γρήγορη περιστροφή των παρτίδων των αρτοσκευασμάτων με ελάχιστο καθάρισμα. Το χαρτί (λαδόχαρτο) χρησιμοποιείται επίσης για το μαγείρεμα en papillote, μια τεχνική όπου τα τρόφιμα μαγειρεύονται υπό ατμό ή μαγειρεύονται μέσα σε κλειστά σακουλάκια από λαδόχαρτο.
Το λαδόχαρτο μπορεί να χρησιμοποιηθεί στις περισσότερες εφαρμογές που απαιτούν χαρτί με επίστρωση κεριού, ως αντικολλητική επιφάνεια. Το αντίστροφο δεν ισχύει, καθώς η χρήση τέτοιου χαρτιού θα προκαλούσε καπνό στο φούρνο και θα επηρέαζε αρνητικά τη γεύση.[4]
Οι αντικολλητικές ιδιότητες μπορούν επίσης να επιτευχθούν με τη χρήση επικαλυμμένου χαρτιού, για το οποίο ένα κατάλληλο μέσο απελευθέρωσης -δηλ. τύπος επίστρωσης με χαμηλή επιφανειακή ενέργεια και πυραντοχή κατά τη διαδικασία ψησίματος- εναποτίθεται στην επιφάνεια του χαρτιού.
Συνήθως, τύπος από σιλικόνη (πολυμερισμένη με κατάλληλο καταλύτη) χρησιμοποιείται συχνά.
Τέτοια λαδόκολλα έχει επίσης θετικές ιδιότητες για άλλες βιομηχανίες, π.χ., στη βιομηχανία κλωστοϋφαντουργικών σωλήνων, ένα εξωτερικό στρώμα τέτοιου χαρτιού προσδίδει την απαραίτητη αντοχή στην τριβή, στη θερμότητα και στο λάδι.
Σε άλλες βιομηχανίες, μπορεί η λαδόκολλα να χρησιμοποιείται ως βοήθημα επεξεργασίας λόγω των ιδιοτήτων της για απελευθέρωση (έκλυση) είτε για την κατασκευή λαμινέιτ επίπλων, είτε για τον βουλκανισμό καουτσούκ.
Τέτοιοι τύποι χαρτιού (λαδόκολλες) αποτελούνται από κυτταρινικές ίνες και επομένως είναι φιλικά υλικά, κομποστοποιήσιμα τόσο σε βιομηχανικό περιβάλλον (EN 13432) όσο και σε οικιακή χρήση.