Λεύκιος Αντίστιος Βούρρος Αδουέντος Lucius Antistius Burrus Adventus | |
---|---|
Ύπατος το 181 | |
Μαζί με | Κόμμοδος III[α] |
Αυτοκράτορας | Κόμμοδος |
Προκάτοχος | Γάιος Βρούτιος Πραίσενς Σέξτος Κουϊντίλιος Κονδιάνος |
Διάδοχος | Μ. Πετρώνιος Σούρας Κουΐντος Τινέιος Ρούφος |
Προσωπικά στοιχεία | |
Γέννηση | π. 149, Θίβιλις[1] |
Θάνατος | π. 188 Ρώμη |
Υπηκοότητα | Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία |
Σύζυγος | Ουίβια Αυρηλία Σαβίνα |
Συγγενείς | Κουίντος Αντίστιος Αδουέντος (πατέρας) |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Λεύκιος Αντίστιος Βούρρος Αδουέντος (λατινικά: Lucius Antistius Burrus Adventus, π. 149–188 μ.Χ.) ήταν Ρωμαίος συγκλητικός του 2ου αιώνα. Ήταν ένας από τους γαμπρούς του Αυτοκράτορα Μάρκου Αυρηλίου και της Φαυστίνας της Νεότερης.
Ο Βούρος κατάγονταν από συγκλητική οικογένεια της Θίβιλις, πόλη κοντά στον Ιππώνα στην επαρχία της Αφρικής, όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε. Ήταν γιος του Κουίντου Αντίστιου Αδουέντου Ακουιλίνου Πόστουμου και της Νόβιας Κρίσπινας. Η μητέρα του είναι γνωστή από τιμητική επιγραφή που της αφιερώνεται, η οποία χρονολογείται από την περίοδο που ο σύζυγός της ήταν κυβερνήτης της Πετραίας Αραβίας.
Ο πατέρας του, Κουίντος Αντίστιος Αδουέντος, γεννήθηκε περίπου στα μέσα της δεκαετίας του 120 κατά την περίοδο της Δυναστείας των Αντωνίνων και υπηρέτησε ως επιτυχημένος χιλίαρχος, λεγάτος, κυαίστωρ, αξιωματούχος δημόσιων κατασκευών και κυβερνήτης σε διάφορες επαρχίες της Αυτοκρατορίας.[2]
Κάποια στιγμή πριν τον θάνατο του Μάρκου Αυρήλιου, πιθανώς το 178, ο Βούρρος παντρεύτηκε την μικρότερη κόρη του, την Ουίβια Αυρηλία Σαβίνα,[3] και έπειτα επέστρεψε και εγκαταστάθηκε στη Θίβιλι. Όταν πέθανε ο Μάρκος Αυρήλιος το 180, ο Αδελφός της Αυρηλίας Σαβίνας, Κόμμοδος, διαδέχτηκε τον πατέρα της ως Αυτοκράτορας. Το 181 ο Βούρος υπηρέτησε ως τακτικός ύπατος.[3][4]
Το 188, ο Αντίστιος Βούρρος ενεπλάκει σε συνωμοσία εναντίον του Κόμμοδου. Όταν αποκαλύφθηκε η συνωμοσία, θανατώθηκε. Η χήρα του, με την οποία φαίνεται ότι δεν απέκτησε παιδιά, μετά τον θάνατό του ξαναπαντρεύτηκε.[5]