Λιρέτα Ιταλίας

500 λίρες 1960. Ασημί 835.

Η λίρα (γνωστή στα ελληνικά ως λιρέτα) ήταν το νόμισμα της Ιταλίας μεταξύ 1861 και 2002 και του Βασιλείου της Αλβανίας μεταξύ 1941 και 1943, όσο ήταν προτεκτοράτο της Ιταλίας. Μεταξύ 1999 και 2002, η ιταλική λίρα ήταν επίσημα εθνική υπομονάδα του ευρώ. Όμως, πληρωμές σε μετρητά μπορούσαν να γίνουν μόνο σε λίρες αφού τα κέρματα και τα χαρτονομίσματα του ευρώ δεν ήταν ακόμα διαθέσιμα. Η λίρα ήταν επίσης το νόμισμα του ναπολεόνιου βασιλείου της Ιταλίας μεταξύ 1807 και 1814.

Ο όρος προέρχεται από την αξία μιας λίβρας καθαρού ασημιού και έτσι ονοματολογικά σχετίζεται άμεσα με την αγγλική λίρα, (Libra στα λατινικά = Pound στα αγγλικά). Το γράμμα L, κάποτε διπλοσταυρωμένο (₤), ήταν το σύμβολο που χρησιμοποιούταν περισσότερο. Μέχρι τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, υποδιαιρούνταν σε 100 centesimi (ενικός: centesimo), δηλαδή δεκάρες.

Η λίρα καθορίστηκε αρχικά στα 4,5 γραμμάρια ασήμι ή 290.322 μιλιγραμμάρια χρυσό. Έτσι αποτελούσε κατευθείαν συνέχιση της λίρας Σαρδηνίας. Άλλα νομίσματα που αντικατέστησε η ιταλική λίρα ήταν η λίρα Λομβαρδίας-Βενετίας, το γρόσι των Δύο Σικελιών, το φιορίνι Τοσκάνης, το σκούδο των Παπικών Πολιτειών και τη λίρα Πάρμας. Το 1865, η Ιταλία έγινε μέλος της Λατινικής Νομισματικής Ένωσης, όπου η λίρα καθορίστηκε ίση με διάφορα άλλα νομίσματα συμπεριλαμβανομένων των φράγκων Γαλλίας, Βελγίου και Ελβετίας. Μάλιστα, στις γαλλοϊταλικές διαλέκτους στη βορειοδυτική Ιταλία, η λίρα λεγόταν φράγκο. Αυτή η τακτική προφανώς σταμάτησε με την εισαγωγή του ευρώ το 2002.

Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος διέλυσε τη Λατινική Νομισματική Ένωση και είχε σαν αποτέλεσμα μεγάλη άνοδο των τιμών στην Ιταλία. Ο πληθωρισμός περιορίστηκε κάπως από τον Μπενίτο Μουσολίνι που στις 18 Αυγούστου 1926 καθόρισε την ισοτιμία με την αγγλική λίρα £1 = 90 λίρες. Αυτό ονομάστηκε Ποσόστωση 90, αλλά η ελεύθερη ισοτιμία ήταν περίπου 140-150 ιταλικές ανά αγγλική προκαλώντας ένα προσωρινό πληθωρισμό και αρκετά προβλήματα στην πραγματική οικονομία. Το 1927, η λίρα συνδέθηκε με το αμερικανικό δολάριο στην ισοτιμία $1 = 19 λίρες. Αυτή διατηρήθηκε μέχρι το 1934, ενώ το 1936 δημιουργήθηκε μια ξεχωριστή “τουριστική” $1 = 24.89 λίρες. Το 1939, η “επίσημη” ισοτιμία ήταν 19.8 λίρες.

Μετά την εισβολή των Συμμάχων στην Ιταλία, η ισοτιμία καθορίστηκε $1 = 120 λίρες τον Ιούνιο 1943 και μειώθηκε στις 100 τον επόμενο μήνα. Σε περιοχές κατεχόμενες από τους Γερμανούς, η ισοτιμία ήταν 1 μάρκο ράιχ = 10 λίρες. Μετά τον πόλεμο, η αξία της λίρας διακυμάνθηκε πριν η Ιταλία να τη συνδέσει με το αμερικανικό δολάριο, $1 = 575 λίρες, σύμφωνα με το σύστημα ισοτιμιών Μπρέτον Γουντς τον Νοέμβριο 1947. Μετά την υποτίμηση της αγγλικής λίρας, η ιταλική λίρα υποτιμήθηκε στις 625 ανά αμερικανικό δολάριο στις 21 Σεπτεμβρίου 1949. Αυτή η ισοτιμία διατηρήθηκε μέχρι το τέλος του συστήματος Μπρέτον Γουντς στις αρχές της δεκαετίας του 1970. Μετά ακολούθησαν μερικά επεισόδια υψηλού πληθωρισμού μέχρι την αντικατάσταση της λίρας από το ευρώ την 1 Ιανουαρίου 1999. Τα κέρματα και τα χαρτονομίσματα του ευρώ κυκλοφόρησαν την 1 Ιανουαρίου 2002 και τα αντίστοιχα της λίρας έπαψαν να αποτελούν νόμιμο χρήμα στις 28 Φεβρουαρίου 2002. Η ισοτιμία μετατροπής ήταν 1,936.27 λίρες ανά ευρώ.

Όλα τα χαρτονομίσματα της λίρας που χρησιμοποιούνταν πριν από την εισαγωγή του ευρώ καθώς και όλα τα κέρματα που κόπηκαν μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ανταλλάζονταν από την Τράπεζα της Ιταλίας μέχρι και τις 6 Δεκεμβρίου 2011. (Αρχικά, η κεντρική τράπεζα της Ιταλίας είχε υποσχεθεί να τα ανταλλάζει μέχρι τις 29 Φεβρουαρίου 2012).

Εισαγωγή νέας λίρας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αν και η ανάρτηση τιμών και οι υπολογισμοί στην Ιταλία δεν βόλευαν πια λόγω των πολλών μηδενικών, η εισαγωγή μιας νέας λίρας με λιγότερα μηδενικά δεν έγινε δυνατή για πολιτικούς λόγους. Τη λύση την έδωσε η αντικατάσταση με το ευρώ.

Ναπολεονικά Κέρματα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το ναπολεονικό Βασίλειο της Ιταλίας εξέδωσε κέρματα μεταξύ 1807 και 1813 σε αξίες 1 και 3 centesimi (δεκάρες) και 1 σόλντο (πεντάρα) σε χαλκό. Σε κράμα 20% ασημιού 10 centecimi. Σε κράμα 90% ασημιού 5, 10, και 15 σελίνια και 1, 2, και 5 λίρες. Τέλος, σε κράμα 90% χρυσού 40 λίρες. Όλα εκτός του 10 centecimi απεικόνιζαν τον Ναπολέοντα. Όλες οι αξίες κάτω από μία λίρα απεικόνιζαν ένα στέμμα που ακτινοβολούσε, ενώ οι μεγαλύτερες αξίες μια ασπίδα που αντιπροσώπευε τις διάφορες συνιστώσες περιφέρειες του βασιλείου.

Βασίλειο της Ιταλίας, 1861-1946

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1861, κέρματα κόπηκαν στη Φλωρεντία, στο Μιλάνο, στη Νάπολη και στο Τορίνο σε αξίες 1, 2, 5, 10, και 50 centecimi και 1, 2, 5, 10, και 20 λιρών. Οι τέσσερις μικρότερες αξίες ήταν σε χαλκό, οι δύο μεγαλύτερες σε χρυσό, και οι υπόλοιπες σε ασήμι. Το 1863, στα ασημένια κέρματα κάτω από 5 λίρες το ασήμι μειώθηκε από 90% σε 83.5%, ενώ κόπηκαν και κέρματα των 20 centecimi. Η κοπή κερμάτων μετακόμισε στη Ρώμη τη δεκαετία του 1870.

Εκτός από την εισαγωγή το 1894 του χαλκονικελίου (αργότερα νικελίου) για τα κέρματα των 20 centecimi και την εισαγωγή κερμάτων των 25 centecimi από νικέλιο το 1902, δεν έγιναν άλλες αλλαγές μέχρι τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Το 1919, με την αγοραστική δύναμη της λίρας να έχει μειωθεί στο ένα πέμπτο εκείνης του 1914, άλλαξαν τα μεγέθη των κερμάτων και τα μέταλλα τους με εξαίρεση εκείνου των 20 centecimi από νικέλιο: Των 5, 10, και 50 centecimi έγιναν μικρότερα από χαλκό, ενώ το 1922 κυκλοφόρησε κέρμα της 1 λίρας από νικέλιο και το 1923 κέρμα των 2 λιρών επίσης από νικέλιο. Το 1926, κυκλοφόρησε ασημένια κέρματα των 5 και 10 λιρών ίσα σε μέγεθος και σύσταση με τα παλαιότερα κέρματα της 1 και 2 λιρών. Το 1927 παρουσιάστηκαν ασημένια κέρματα των 20 λιρών.

Το 1936 έγινε η τελευταία ουσιαστική έκδοση ασημένιων κερμάτων, ενώ το 1939 έγιναν κινήσεις για μείωση του κόστους παραγωγής κερμάτων. Ο χαλκός αντικαταστάθηκε από κράμα αλουμινίου ορειχάλκου και το νικέλιο από ανοξείδωτο χάλυβα. Το 1943, η παραγωγή κερμάτων σταμάτησε.

Το 1943, η προσωρινή κυβέρνηση των Συμμάχων στην Ιταλία εξέδωσε τη λίρα AM (Allied Military) μόνο σε χαρτονομίσματα. Αυτή κυκλοφόρησε μετά την απόβαση στη Σικελία στις 9-10 Ιουλίου 1943. Μετά το 1946, η λίρα AM άρχισε να χρησιμοποιείται παράλληλα με τα ιταλικά χαρτονομίσματα μέχρι τις 3 Ιουνίου 1950.

1947-1954: Στην Ελεύθερη Επικράτεια της Τριέστης χρησιμοποιούταν η λίρα Τριέστης.

Το 1946, ξαναξεκίνησε η παραγωγή κερμάτων. Στο μεταξύ, η αγοραστική αξία της λίρας (το 1948) είχε πέσει στο 2% εκείνης του 1939. Αρχικά εκδόθηκαν αλουμινένια κέρματα των 1, 2, 5, και 10 λιρών. Αυτά κυκλοφορούσαν μαζί με τις λίρες AM και μερικά από τα παλαιά κέρματα του Ιταλικού Βασιλείου. Το 1951, η κυβέρνηση αποφάσισε να αντικαταστήσει όλα τα κέρματα με μικρότερου μεγέθους και επίσης κάποια χαρτονομίσματα με κέρματα. Τα νέα κέρματα 1, 2 (το 1952), 5, και 10 λιρών ήταν αλουμινένια. Το 1954-1955 κυκλοφόρησαν κέρματα από ανοξείδωτο χάλυβα αξίας 50 και 100 λιρών. Το 1957 ακολούθησε κέρμα των 20 λιρών από κράμα αλουμινίου ορειχάλκου και το 1958 ασημένιο των 500 λιρών. Καθώς ανέβηκε η τιμή του ασημιού, από το 1967 παράγονταν κέρματα των 500 λιρών σε μικρούς αριθμούς μόνο για συλλέκτες. Το κέρμα των 500 λιρών (κι αργότερα εκείνο των 1.000) παράχθηκαν και σαν αναμνηστικά όπως για τα εκατοντάχρονα της ιταλικής ενοποίησης το 1961.

Το 1977, παρουσιάστηκαν κέρματα των 200 λιρών από κράμα αλουμινίου ορειχάλκου και το 1982 ακολούθησαν διμεταλλικά των 500 λιρών. Αυτό ήταν το πρώτο διμεταλλικό κέρμα που παράχθηκε για να κυκλοφορήσει χρησιμοποιώντας ένα σύστημα που εφηύρε το ιταλικό νομισματοκοπείο. Ήταν επίσης το πρώτο που ανέγραφε την αξία του και σε μπράιγ.

Η παραγωγή των κερμάτων 1 και 2 λιρών σταμάτησε το 1959. Το 1982 άρχισαν και πάλι να παράγονται για συλλέκτες. Η παραγωγή του κέρματος των 5 λιρών μειώθηκε σημαντικά στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και αποσύρθηκε από την κυκλοφορία το 1998. Ομοίως, περιορίστηκε η παραγωγή των κερμάτων των 10 και 20 λιρών το 1991. Τα μεγέθη των κερμάτων των 50 και 100 λιρών μίκρυναν το 1990, αλλά μεγάλωσαν ελαφρά το 1993. Το 1997 κυκλοφόρησε ένα διμεταλλικό κέρμα των 1.000 λιρών, αλλά η παραγωγή του σταμάτησε το 1998.

Τα κέρματα που κόβονταν λίγο πριν την αντικατάσταση με ευρώ ήταν τα ακόλουθα:

  • 1 λίρα (μόνο για συλλέκτες)
  • 2 λίρες (μόνο για συλλέκτες)
  • 5 λίρες (μόνο για συλλέκτες)
  • 10 λίρες (μόνο για συλλέκτες)
  • 20 λίρες (μόνο για συλλέκτες)
  • 50 λίρες (2.58¢ σεντ του ευρώ / λεπτά)
  • 100 λίρες (5.16¢)
  • 200 λίρες (10.33¢)
  • 500 λίρες (25.82¢)
  • 1.000 λίρες (51.65¢)

Το 1882, η κυβέρνηση άρχισε να εκδίδει χαρτονομίσματα μικρής αξίας που έφεραν την φράση “Biglietto di Stato” (κρατικό χαρτονόμισμα). Αρχικά, κυκλοφόρησαν σε αξίες των 5 και 10 λιρών, ενώ από το 1885 εκδίδονταν περιστασιακά και των 25 λιρών. Η κυβέρνηση επίσης εξέδιδε χαρτονομίσματα με τη φράση “Buono di Cassa” (κουπόνια μετρητών) μεταξύ 1893 και 1922 αξίας 1 και 2 λιρών. Η παραγωγή των Biglietti Di Stato σταμάτησε το 1925, αλλά ξαναξεκίνησε το 1935 με αξίες των 1, 2, 5, και 10 λιρών να παρουσιάζονται μέχρι το 1939.

Η Τράπεζα της Ιταλίας άρχισε να παράγει τραπεζογραμμάτια το 1896. Αρχικά, εκδόθηκαν σε αξίες των 50, 100, 500, και 1,000 λιρών. Το 1918-1919, κυκλοφόρησαν και τραπεζογραμμάτια των 25 λιρών, αλλά άλλες αξίες δεν κυκλοφόρησαν μέχρι μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Το 1943, οι Σύμμαχοι κυκλοφόρησαν χαρτονομίσματα των 1, 2, 5, 10, 50, 100, 500, και 1,000 λιρών. Αυτά ακολουθήθηκαν το 1944 από μια σειρά Biglietti di Stato των 1, 2, 5, και 10 λιρών που κυκλοφορήσαν μέχρι την αντικατάσταση τους με κέρματα στα τέλη της δεκαετίας του 1940. Το 1945, η Τράπεζα της Ιταλίας κυκλοφόρησε τραπεζογραμμάτια των 5,000 και 10,000 λιρών.

Το 1951, η κυβέρνηση εξέδωσε και πάλι χαρτονομίσματα, αυτή τη φορά φέροντας απλά τη φράση “Repubblica Italiana” (Ιταλική Δημοκρατία). Ήταν σε δύο αξίες, 50 και 100 λιρών (αντικαθιστώντας τραπεζογραμμάτια της Τράπεζας της Ιταλίας) και κυκλοφορούσαν μέχρι που κέρματα αυτών των αξιών παρουσιάστηκαν στα μέσα της δεκαετίας του 1950. Το 1966, κυκλοφόρησαν χαρτονομίσματα των 500 λιρών (και πάλι αντικαθιστώντας τραπεζογραμμάτια της Τράπεζας της Ιταλίας) και τυπώνονταν μέχρι που αντικαταστάθηκαν από κέρμα το 1982.

Η Τράπεζα της Ιταλίας παρουσίασε τραπεζογραμμάτια των 50,000 και 100,000 λιρών το 1967, τραπεζογραμμάτιο των 2,000 λιρών το 1973, 20,000 λιρών το 1975, και 500,000 λιρών το 1997.

Στη δεκαετία του 1970, όταν υπήρχε έλλειψη κερμάτων, οι ιταλικές τράπεζες τύπωσαν τραπεζογραμμάτια μικρών αξιών (50 και 100 λιρών). Γενικά, ήταν αποδεκτά ως νόμιμο χρήμα.

Τα χαρτονομίσματα που κυκλοφορούσαν όταν εισάχθηκε το ευρώ ήταν τα ακόλουθα:

Νομίσματα που σχετίζονταν με την ιταλική λίρα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πόλη του Βατικανού

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η λίρα Βατικανού ήταν το επίσημο νόμισμα του Κράτους του Βατικανού. Είχε την ίδια αξία με την ιταλική λίρα κατόπιν συμφωνίας με την Ιταλία. Τα κέρματα και χαρτονομίσματα της Ιταλίας ήταν νόμιμο χρήμα στο Βατικανό και αντιστρόφως. Συγκεκριμένα κέρματα του Βατικανού κόβονταν στη Ρώμη και ήταν νόμιμο χρήμα και στην Ιταλία και στον Άγιο Μαρίνο.

Το κράτος του Βατικανού τώρα χρησιμοποιεί το ευρώ. Όπως και με τα κέρματα της λίρας, το Κράτος του Βατικανού κυκλοφορεί κέρματα του ευρώ με δικά του σχέδια.

Η λίρα Αγίου Μαρίνου ήταν το επίσημο νόμισμα του Αγίου Μαρίνου. Όπως και η λίρα Βατικανού, είχε την ίδια αξία με την ιταλική λίρα. Τα κέρματα και χαρτονομίσματα της Ιταλίας ήταν νόμιμο χρήμα στον Άγιο Μαρίνο και αντιστρόφως. Συγκεκριμένα κέρματα του Αγίου Μαρίνου κόβονταν στη Ρώμη και ήταν νόμιμο χρήμα και στην Ιταλία και στο Βατικανό.

Ο Άγιος Μαρίνος τώρα χρησιμοποιεί το ευρώ. Όπως και με τα κέρματα της λίρας, ο Άγιος Μαρίνος κυκλοφορεί κέρματα του ευρώ με δικά του σχέδια.

Πρόκειται για χαρτονομίσματα μικρής αξίας που εκδόθηκαν από τις ιταλικές τράπεζες σε μια περίοδο έλλειψης κερμάτων στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1970. Λόγω αυτής της έλλειψης τα καταστήματα έδιναν σε ρέστα καραμέλες, γραμματόσημα, μάρκες τηλεφώνων, και σε μερικές πόλεις εισιτήρια δημοσίων μεταφορών. Τα πρώτα χαρτονομίσματα miniassegno εμφανίστηκαν το Δεκέμβριο 1975, εκδόθηκαν από πολλές τράπεζες και είχαν ονομαστικές αξίες 50, 100, 150, 200, 250, 300, και 350 λιρών.

Το 2006, η Λέγκα του Βορρά (Lega di Nord) ξεκίνησε μια εκστρατεία για επανεισαγωγή της λίρας ως παράλληλου νομίσματος. Το 2014, ο Μπέπε Γκρίλο, αρχηγός του κινήματος Πέντε Αστέρων, προσπάθησε να γίνει δημοψήφισμα για επαναφορά της λίρας.