Λουντβίκα Γεντζεγέβιτς | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 6 Απριλίου 1807[1] Βαρσοβία[2] |
Θάνατος | 29 Οκτωβρίου 1855[1] Βαρσοβία[2][3] |
Αιτία θανάτου | πανώλη |
Τόπος ταφής | Κοιμητήριο Ποβόνσκι |
Χώρα πολιτογράφησης | Πολωνία[3] Ρωσική Αυτοκρατορία |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Πολωνικά |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | συνθέτρια συγγραφέας μουσικός[3] |
Οικογένεια | |
Γονείς | Νικολά Σοπέν[3] και Τέκλα Γιουστίνα Σοπέν[4][3] |
Αδέλφια | Φρεντερίκ Σοπέν[3] Εμίλια Σοπέν Ιζαμπέλα Μπαρτσίνσκα |
Η Λουντβίκα Γεντζεγέβιτς (πολωνικά: Ludwika Jędrzejewicz, το γένος Σοπέν) (6 Απριλίου 1807 – 29 Οκτωβρίου 1855) ήταν η μεγαλύτερη αδερφή του Πολωνού συνθέτη Φρεντερίκ Σοπέν. Ήταν κόρη του Νικολά Σοπέν και της συζύγου του, Γιουστίνα.
Πήρε το όνομά της από τη νονά της, την Κόμισσα Λουντβίκα Σκάρμπεκ, αφού οι γονείς της είχαν καταφύγει στους Σκάρμπεκ από τις αναταραχές στη Ζελαζόβα Βόλα.[5]
Από νεαρή ηλικία, η Λουντβίκα έδειξε ταλέντο στη μουσική και τη λογοτεχνία και δίδαξε στον αδελφό της, Φρεντερίκ (γενν. 1810), πολωνικά και γαλλικά. Όπως ο αδερφός της, σπούδασε μουσική με τον Βόιτσεχ Ζίβνι. Το 1825, ο Φρεντερίκ έγραψε στον φίλο και συμμαθητή του, Γιαν Νεπομούτσεμ Μπιαουομπουότσκι : «Η Λουντβίκα έχει συνθέσει μία τέλεια μαζούρκα, τέτοιου είδους που η Βαρσοβία δεν έχει ακόμη χορέψει».
Η Λουντβίκα σε πολλές περιπτώσεις συνεργάστηκε στενά με τη μικρότερη αδερφή της, Γιουστίνα Ιζαμπέλα. Και οι δύο ήταν μέλη της Πολωνικής Φιλανθρωπικής Εταιρείας Κυριών, μιας ομάδας που δημιουργήθηκε για να υποστηρίξει όσους εξαθλιώθηκαν από την τσαρική καταστολή. Αυτή η ομάδα είχε επίσης μια ατζέντα για να κρατήσει ζωντανό το πνεύμα της παθητικής αντίστασης. Η Λουντβίκα ήταν επίσης συν-συγγραφέας στο δίτομο έργο της αδελφής της για τεχνίτες, Κος. Βόιτσεχ: Παράδειγμα Εργασίας και Οικονομίας.[5]
Όταν ο αδερφός της μετανάστευσε στο Παρίσι το 1830, έγραφαν εκτενώς ο ένας τον άλλον και εκείνη τον επισκέφτηκε μια φορά. Παντρεύτηκε τον Καλασάντι Γεντζεγέβιτς στις 22 Νοεμβρίου 1832. Αργότερα, όταν η υγεία του Φρεντερίκ είχε αρχίσει να επιδεινώνεται γρήγορα, ζήτησε να έρθει η Λουντβίκα και να μείνει μαζί του. Έφτασε στο Παρίσι στις 8 Αυγούστου 1849 με την κόρη και τον σύζυγό της, τον δικηγόρο Γιούζεφ Γεντζεγέβιτς, αλλά ο σύζυγός της έφυγε σύντομα. Η Λουντβίκα ήταν μαζί με τον Φρεντερίκ όταν πέθανε στις 17 Οκτωβρίου 1849.
Μετά το δεύτερο ταξίδι της Λουντβίκα στο Παρίσι, ο γάμος της με τον Γεντζεγέβιτς άρχισε να επιδεινώνεται. Ο σύζυγός της την κατηγόρησε ότι βάζει την οικογένειά της πάνω από όλα και για πολλά χρόνια ο Γεντζεγέβιτς συμπεριφερόταν άσχημα στη Λουντβίκα. Αυτό συνεχίστηκε μέχρι το θάνατο του Γεντζεγέβιτς το 1853.
Μετά τον θάνατο του Φρεντερίκ, η Λουντβίκα, μαζί με τους Τζέιν Στέρλινγκ, Γιούλιαν Φοντάνα και Καμίλ Πλεγέλ, άρχισαν να εργάζονται για τη μεταθανάτια έκδοση των έργων του, καθώς και την άδεια για τη δημοσίευση των αδημοσίευτων χειρογράφων του.[6]
Η Λουντβίκα πέθανε στο σπίτι της στη Βαρσοβία κατά τη διάρκεια μιας επιδημίας πανώλης το 1855.
Η ιστορία της αναφέρεται στο Bieguni, ένα μυθιστόρημα της Όλγκα Τοκάρτσουκ.