Λούντβιχ Φίσερ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Ludwig Franz Josef Fischer (Γερμανικά) |
Γέννηση | 18 Αυγούστου 1745[1][2] Μάιντς |
Θάνατος | 10 Ιουλίου 1825[1][3][2] Βερολίνο |
Χώρα πολιτογράφησης | Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Γερμανικά[4] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | λυρικός τραγουδιστής συνθέτης[5] |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Barbara Fischer |
Ο Γιόχαν Ιγκνάτς Λούντβιχ Φίσερ (Johann Ignaz Ludwig Fischer, Αύγουστος 1745 – 10 Ιουλίου 1825), γνωστός κυρίως ως Λούντβιχ Φίσερ, ήταν Γερμανός τραγουδιστής της όπερας, αξιόλογος βαθύφωνος της εποχής του, γνωστός του Μότσαρτ.
Ο Φίσερ γεννήθηκε στο Μάιντς και άρχισε την ενασχόλησή του με τη μουσική όχι με το τραγούδι, αλλά μαθαίνοντας βιολί και βιολοντσέλο.[6] Πρόσεξαν τη φωνή του όταν τραγούδησε σε εκκλησιαστική χορωδία και σε φοιτητικά «ανεβάσματα» οπερέτας, οπότε ασχολήθηκε σοβαρά με το τραγούδι. Αρχικώς έγινε «υπεράριθμός» τραγουδιστής στην πριγκιπική αυλή του Μάιντς.[6] Από το 1770 σπούδασε φωνητικά με δάσκαλο τον τενόρο Άντον Ράαφ στο Μάνχαϊμ[6], όπου είχε για πρώτη φορά τραγουδήσει επαγγελματικά[6] στη σκηνή το 1767.
Άρχισε να γίνεται γνωστότερος στο Μάνχαϊμ. Το 1772 διορίσθηκε virtuoso da camera στην αυλή του Μάνχαϊμ και ο μετέπειτα εκλέκτορας της Βαυαρίας Κάρολος Θεόδωρος του χορήγησε υποτροφία, ώστε να συνεχίσει τη μαθητεία του με τον Ράαφ.[6] Το 1775 έγινε υπεύθυνος για τη διδασκαλία του τραγουδιού στο Seminarium Musicum του Μάνχαϊμ.[6] Το 1778 είχε γίνει ο καλύτερα αμειβόμενος από τους τραγουδιστές της αυλής του Μάνχαϊμ.[6]
Το 1778 ο Κάρολος Θεόδωρος έγινε εκλέκτορας της Βαυαρίας και μετέφερε όλους σχεδόν τους μουσικούς του Μάνχαϊμ, μαζί και τον Φίσερ, στη νέα αυλή του στο Μόναχο.[7]
Εκεί ο Φίσερ νυμφεύθηκε στις 6 Οκτωβρίου 1779 την τραγουδίστρια Μπάρμπαρα Στράσερ (γενν. 1758), που τραγούδησε κατόπιν μαζί του στη Βιέννη.[8]. Απέκτησαν τρία τέκνα, που όλα έγιναν διακεκριμένοι τραγουδιστές: τον Γιόζεφ (γενν. 1780 στη Βιέννη), τη Γιοζέφα Φίσερ-Φέρνιερ (1782-1854) και τη Βιλελμίνε (γενν. 1785).[6]
Το 1779 ο Φίσερ προσλήφθηκε από το Εθνικό Θέατρο στη Βιέννη (το σημερινό Μπούργκτεατερ). Παρέμεινε εκεί επί τριετία και τραγούδησε περίπου 20 διαφορετικούς ρόλους.[8] Το 1783 τραγούδησε με εξαιρετική επιτυχία στο Παρίσι και το 1784 στις κυριότερες πόλεις της Ιταλίας. Από το 1785 τραγουδούσε στην αυλή του Καρόλου Ανσέλμου στη Ρατισβόνη.[6] Τέλος το 1789, με τη μεσολάβηση του συνθέτη Γιόχαν Φρήντριχ Ράιχαρντ, δέχθηκε έναν μόνιμο διορισμό στην Ιταλική Όπερα του Βερολίνου], όπου παρέμεινε μέχρι τη συνταξιοδότησή του το 1815, αν και συμμετέσχε ως προσκεκλημένος καλλιτέχνης στη Βιέννη (1798) και στο Λονδίνο (1794, 1798, 1812).[8] Απεβίωσε στο Βερολίνο, σε ηλικία 80 ετών.