Η Λόφου βρίσκεται 26 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Λεμεσού,[14] στη γεωγραφική περιφέρεια των Κρασοχωρίων Επαρχίας Λεμεσού. Βρίσκεται σε υψόμετρο 790 μέτρων πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας.[15] Δυτικά συνορεύει με το Βουνί, βορειοδυτικά με το Κοιλάνι, βορειοανατολικά με τη Συλίκου, ανατολικά με τον Άγιο Γεώργιο και το Μονάγρι, νοτιοανατολικά με την Άλασσα και νότια και νοτιοανατολικά με τον Άγιο Θεράπων.
Η ονομασία του χωριού προέρχεται από το γεγονός ότι είναι κτισμένο πάνω σε ένα λόφο. Η αρχική ονομασία του χωριού ήταν (ο) Λόφος. Με αυτή την ονομασία χρησιμοποιείτο ως τις αρχές του 20 αιώνα. Σύμφωνα με τον Σίμο Μέναρδο, η αλλαγή στην ονομασία του χωριού από ονομαστική σε γενική πτώση (από Λόφο σε Λόφου), έγινε γιατί η γενική πτώση ήταν πιο εύχρηστη στην καθημερινή ομιλία των αγροτών. Μετέπειτα το αρσενικό γένος έγινε θηλυκό, επειδή συνοδευόταν από τη λέξη κώμη, η οποία είναι σε γένος θηλυκό. Δηλαδή, αντί οι άνθρωποι να χρησιμοποιούν τη φράση κώμη του Λόφου, χρησιμοποιούσαν τη φράση κώμη της Λόφου. Από τη γενική πτώση της Λόφου, προέκυψε και η ονομαστική η Λόφου, με την οποία είναι πλέον γνωστό το χωριό.[14][16]
Από ανεύρεση αγγείων προκύπτει το συμπέρασμα ότι η περιοχή της Λόφου ήταν κατοικημένη από την εποχή του χαλκού. Ο οικισμός της Λόφου, ωστόσο, πιθανότατα να ιδρύθηκε λίγο πριν την έναρξη της Φραγκοκρατίας, την εποχή των αραβικών επιδρομών, όταν οι κάτοικοι των παράλιων περιοχών αναγκάστηκαν να εγκατασταθούν στις ορεινές περιοχές για ασφάλεια.[14][16]
Το παλαιότερο γραπτό κείμενο στο οποίο αναφέρεται η Λόφου προέρχεται από την περίοδο της Φραγκοκρατίας. Ο Λεόντιος Μαχαιράς αναφέρει ότι η Λόφου παραχωρήθηκε, μαζί με άλλα χωριά, από τον βασιλιά Ιάκωβο Α΄ στον αδελφό του Τζανότ ντε Λουζινιάν, λόρδο της Βηρυτού, γύρω στο 1392.[14]
Σύμφωνα με τις απογραφές πληθυσμού που πραγματοποιήθηκαν στην Κύπρο, ο πληθυσμός του χωριού έφτασε στο υψηλότερο σημείο του το 1946. Στη συνέχεια ο πληθυσμός του χωριού μειώθηκε με πολύ έντονους ρυθμούς. Οι κάτοικοι του χωριού κάποιες εποχές του χρόνου μετακινούνταν στην περιοχή του Ύψωνα, για να καλλιεργήσουν ή να θερίσουν τα χωράφια που είχαν εκεί. Σταδιακά, εγκαταστάθηκαν στον Ύψωνα, ο οποίος προϋπήρχε ως οικισμός.[14][17]
Ο πίνακας που ακολουθεί παρουσιάζει τον πληθυσμό της Λόφου όπως καταγράφηκε στις απογραφές πληθυσμού που έγιναν στην Κύπρο.
Λυσάνδρου, Μιράντα (25 Μαΐου 2018). «Ο άνθρωπος που έδωσε ζωή στη Λόφου». Κώστας Βιολάρης: Ο άνθρωπος που έδωσε ζωή στη Λόφου. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Ιουνίου 2018. Ανακτήθηκε στις 28 Ιουνίου 2018.