Το Μανκάλα είναι παιχνίδι που παίζεται από τα αρχαία χρόνια. Πρόκειται για το γενικό όνομα πολλών επιτραπέζιων παιχνιδιών στρατηγικής με δύο παίκτες εναλασσόμενης σειράς. Παίζεται με μικρές πέτρες, φασόλια ή σπόρους και σειρές από τρύπες ή λάκκους στο χώμα, μία τάβλα ή άλλη επιφάνεια παιχνιδιού. Ο στόχος είναι να αιχμαλωτίσεις όλες ή τις περισσότερες από τις πέτρες του αντιπάλου. Παραλλαγές του παιχνιδιού παίζονται για εκατοντάδες χρόνια σε όλο τον κόσμο.
Στην κατηγορία μανκάλα περιλαμβάνονται πολλά δημοφιλή παιχνίδια:
Υπάρχουν περισσότερα από 800 ονόματα για παραδοσιακά παιχνίδια μανκάλα και 200 ονόματα για νέα παιχνίδια.
Από μελέτη των κανόνων του Μανκάλα προέκυψαν πληροφορίες για την κατανομή του, που συνδέεται με μεταναστευτικές διαδρομές εκατοντάδων χρόνων.[6] Το παιχνίδι παιζόταν στην Αίγυπτο για περισσότερο από χίλια χρόνια π.Χ. και διαδόθηκε σε άλλα μέρη της Αφρικής, προφανώς από εμπόρους που ταξίδευαν στον Νείλο.[7] Ανασκαφές στον Λίβανο αποκάλυψαν φοινικικά κομμάτια μανκάλα που χρονολογούνται από τον 6ο αιώνα π.Χ.. Πρόκειται για εύρημα που βρέθηκε στον μαρμάρινο πάτο αποστραγγιστικού καναλιού της Ρωμαϊκής περιόδου (δεύτερος αιώνας μ.Χ.). Δύο σειρές από πέντε τρύπες σκαλισμένες οπίσθια σημαίνουν ότι "χρησιμοποιούταν για ένα επιτραπέζιο παιχνίδι που ονομάζεται Μανκάλα, που προέρχεται από την αραβική λέξη naqala, που σημαίνει κίνηση", δήλωσε ο επικεφαλής αρχαιολόγος, διευκρινίζοντας περιγραφές του Ιρβινγκ Φίνκελ, ειδικού στα αρχαία παιχνίδια στο Βρετανικό Μουσείο.[8]
Η λέξη μανκάλα (منقلة) προέρχεται από την αραβική λέξη naqala (نقلة) που σημαίνει κυριολεκτικά "κίνηση".[9][10][11] Δεν είναι όνομα παιχνιδιού αλλά όλης της κατηγορίας με τα παιχνίδια που περιλαμβάνει. Η ονομασία χρησιμοποιείται σε Συρία, Λίβανο και Αίγυπτο αλλά δεν αντιστοιχίζεται πάντα στο ίδιο παιχνίδι και μερικές φορές χρησιμοποιείται για το τάβλι. Είναι παιχνίδι που πρωτοεμφανίστηκε στην Αφρική, και αργότερα στην αρχαία εγγύς ανατολή. [12]
Τα περισσότερα μανκάλα παίζονται με τον ίδιο τρόπο. Οι παίκτες αρχίζουν τοποθετώντας έναν ορισμένο αριθμό σπόρων, όπως ορίζεται για το κάθε παιχνίδι, σε κάθε τρύπα της τάβλας. Κάθε παίκτης μπορεί να μετρήσει τις πέτρες για να προγραμματίσει το παιχνίδι του. Ο γύρος του παιχνιδιού περιλαμβάνει αφαίρεση όλων των σπόρων από τον λάκκο, "σπορά" των σπόρων (αλληλουχία ενός σπόρου ανά λάκκο) και αιχμαλώτιση. Οι άγγλοι περιγράφουν το παίξιμο ως "μέτρα και αιχμαλώτισε". Αν και οι λεπτομέρειες διαφέρουν αρκετά, αυτή η γενική ακολουθία ισχύει για όλα τα παιχνίδια.
Ο εξοπλισμός περιλαμβάνει μία τάβλα, με δύο ή τέσσερις σειρές από τρύπες. Η τάβλα μπορεί να είναι ξύλινη, πήλινη ή από άλλο υλικό. Οι τρύπες μπορεί να είναι σκαμμένες στο χώμα ή σκαλισμένες σε πέτρα. Οι τρύπες ονομάζονται "βαθουλώματα", "λάκκοι" ή "φωλιές". Όπου υπάρχουν μεγάλες τρύπες στα άκρα της τάβλας, ονομάζονται αποθήκες και κρατάνε τα πιόνια.
Τα πιόνια είναι σπόροι, φασόλια, πέτρες, κοχύλια cowry, σβόλοι ή άλλα μικρά τεμάχια που μετακινούνται μεταξύ των λάκκων.
Η τάβλα διαφέρει ανά παιχνίδι και παραλλαγή: π.χ. το Endodoi παίζεται σε τάβλες από 2×6 έως 2×10. Η μεγαλύτερη είναι του Tchouba (Μοζαμβίκη) που παίζεται με 160 (4×40) τρύπες και 320 σπόρους· και του El Gehé (Τανζανία) παίζεται με μακριά σειρά έως και 50 λάκκων (συνολικά 2×50=100) και 400 σπόρους. Οι πιο μινιμαλιστικές παραλλαγές είναι τα Νανο-Πόλεμος και Μικρο-Πόλεμος, που εφευρέθηκαν από τη βουλγάρα εθνολόγο Assia Popova. Η τάβλα του Νανο-πόλεμου έχει οκτώ σπόρους για δύο λάκκους, και του Μικρο-πόλεμου έχει συνολικά τέσσερις σπόρους για τέσσερις λάκκους.
Σε τάβλα δύο σειρών, κάθε παίκτης ελέγχει τις κινήσεις της πλευράς του. Σε τάβλα τεσσάρων σειρών, κάθε παίκτης ελέγχει μια εσωτερική σειρά και μια εξωτερική σειρά, και οι σπόροι πρέπει να μεταφέρονται προς τις δύο πλησιέστερες σειρές ενώ κινδυνεύουν να αιχμαλωτιστούν από τον αντίπαλο.
Ο στόχος των δύο και τριών σειρών παιχνιδιών μανκάλα είναι η αιχμαλώτιση περισσότερων πετρών από τον αντίπαλο· στα παιχνίδια τεσσάρων σειρών, ο παίκτης επιδιώκει να αφήσει τον αντίπαλο του χωρίς άλλη επιτρεπτή κίνηση ή να αιχμαλωτίσει όλα τα πιόνια της πρώτης σειράς.
Στην αρχή του γύρου, ο παίκτης επιλέγει μια τρύπα με σπόρους για σπορά. Η επιλογή περιορίζεται σε τρύπες από την πλευρά του παίκτη και σε τρύπες με έναν ελάχιστο αριθμό σπόρων.
Στη σπορά, όλοι οι σπόροι μιας τρύπας μετακινούνται μία-μία διαδοχικά στις επόμενες τρύπες γύρω στην τάβλα. Η ονομασία σπορά οφείλεται στην ομοιότητα με την πραγματική σπορά σπόρων σε καλλιέργεια από αγρότες. Αν μετά τη ρίψη του τελευταίου σπόρου σταματά η σπορά τότε το παιχνίδι θεωρείται μονόγυρο.
Υπάρχει δυνατότητα Πολλαπλών γύρων ή ρελέ σποράς. Στη ρελέ σπορά αν ο τελευταίος σπόρος ριφθεί σε μια κατεχόμενη τρύπα, τότε όλα τα περιεχόμενα της τρύπας, με συμπεριλαμβανόμενο τον τελευταίο σπόρο, αμέσως επανασπείρονται. Η διαδικασία επαναλαμβάνεται μέχρι να καταλήξει η σπορά σε άδεια τρύπα. Οι "πολλοί γύροι" γίνονται όταν ο τελευταίος σπόρος ριφθεί σε προσδιορισμένη τρύπα.
Στην Ινδία υπάρχουν γύροι pussa kanawa. Είναι σαν τους πολλαπλούς γύρους, με τη διαφορά ότι ο παίκτης δεν κινείται με τα περιεχόμενα της τελευταίας τρύπας αλλά της επόμενης από αυτήν. Το pussakanawa θα τελειώσει όταν ένας γύρος καταλήγει προ άδειας τρύπας. Η "ελεύθερη σειρά" επιτρέπεται σε έναν παίκτη που ολοκλήρωσε τη σειρά του με μία κίνηση.
Ο παίκτης μπορεί να αιχμαλωτίσει πιόνια ανάλογα με το πού κατέληξε ο γύρος του. Οι προϋποθέσεις αιχμαλώτισης και οι σχετικοί κανονισμοί διαφέρουν μεταξύ των παιχνιδιών. Κανονικά, η αιχμαλώτιση προϋποθέτει κατάληξη της σποράς σε μια τρύπα με ορισμένο αριθμό πετρών, κατάληξη σε προκαθορισμένες τρύπες της πλάκας, ή κατάληξη σε άδεια τρύπα με γειτονική τρύπα του αντιπάλου περιέχουσα ένα ή περισσότερα κομμάτια.
Εναλλακτικά, αιχμαλωτίζονται οι πέτρες που φτάνουν έναν ορισμένο αριθμό μία στιγμή.
Σε μερικά παιχνίδια αιχμαλωτίζονται οι τρύπες, οπότε στο τέλος του παιχνιδιού όλοι οι σπόροι που περιέχονται σε αυτές περιέρχονται στην ιδιοκτησία του παίκτη που τις αιχμαλώτισε.
Προγενέστερα τεκμήρια για την ύπαρξη του παιχνιδιού είναι κεραμικά θραύσματα και σκαλισμένοι πέτρινοι πίνακες που βρέθηκαν σε Αξουμίτικες περιοχές στη Ματάρα (Ερυθραία) και Yeha (Αιθιοπία), τα οποία χρονολογούνται από τον 6ο και 7ο αιώνα μ.Χ.. [13] Η έμπνευση του παιχνιδιού από γεωργική δραστηριότητα και η απλότητα του το συνδέουν με τις αρχές του πολιτισμού. Ωστόσο, δεν υπάρχουν τεκμήρια για περισσότερα από 1300 χρόνια ύπαρξης. Ίσως σχετίζεται με αναφορές από ιερογλυφικά στον Kurna ναό Αιγύπτου, όπως καταγράφηκε από τον Πάρκερ το 1909 και τον Μάρεϊ στην Ιστορία των Επιτραπέζιων Παιχνιδιών Εκτός από το Σκάκι.
Για πολλούς ιστορικούς το Μανκάλα είναι το αρχαιότερο παιχνίδι στον κόσμο με βάση τα αρχαιολογικά ευρήματα που βρέθηκαν στην Ιορδανία και χρονολογούνται περί το 6000 π.Χ.. Το παιχνίδι ίσως ήδη παιζόταν από τους αρχαίους Ναβαταίους.[14]
Στην περιοχή της Βαλτικής θάλασσας έπαιζαν "Bohnenspiel και στη Βοσνία παίζεται ακόμα Ban-Ban. Σε Σερβία και Ελλάδα βρέθηκαν Μανκάλα ("Μαντόλι" στις Κυκλάδες). Δύο πίνακες μανκάλα από τις αρχές του 18ου αιώνα βρίσκονται στο κάστρο Weikersheim στη νότια Γερμανία.[15]
Στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι δημοφιλέστατο σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Ένα παιχνίδι μανκάλα που ονομάζεται Warra παιζόταν ακόμα στη Λουιζιάνα στις αρχές του 20ου αιώνα και μια εμπορική έκδοση που ονομάζεται Kalah έγινε δημοφιλής στη δεκαετία του 1940. Πιστεύεται ότι μεταφέρθηκε στη χώρα με μετανάστες από το Πράσινο Ακρωτήριο, όπου το μανκάλα ονομάζεται "ouril".
Όπως και για άλλα επιτραπέζια παιχνίδια υπάρχουν ψυχολογικές μελέτες για το παιχνίδι. Ο Retschitzki μελέτησε τις γνωστικές διαδικασίες που χρησιμοποιούνται από τους παίκτες του παιχνιδιού awalé.[16] Κάποια από τα αποτελέσματα παρουσιάστηκαν πρόσφατα σε προσομοίωση από τον Fernand Gobet με το υπολογιστικό μοντέλο CHREST.[17] Ο De Voogt μελέτησε την ψυχολογία αυτών που παίζουν Bao.[18]